Η Ρώσικη Επανάσταση: Μέρος α’ – η Επανάσταση του Οκτώβρη

Νέα μπροσούρα του «Ξ» για τη ρωσική επανάσταση. Του Παναγιώτη Βογιατζή.
Δημοσιεύουμε το α’ μέρος της νέας μπροσούρας του «Ξ» για τη Ρωσική Επανάσταση. Η μπροσούρα αποτελείται από δύο μέρη. Το α’ μέρος αφορά τις αιτίες, τις διεργασίες και τη νίκη της επανάστασης. Το β’ μέρος αφορά τον εκφυλισμό της μετά το θάνατο του Λένιν στο στυγνό γραφειοκρατικό-δικτατορικό καθεστώς υπό την ηγεσία του Στάλιν.
Το β’ μέρος θα δημοσιευτεί στο site του «Ξ» αύριο.
Μπορείτε να προμηθευτείτε την μπροσούρα σε έντυπη μορφή επικοινωνώντας με τα κεντρικά γραφεία μέσω του site ([email protected]) ή τηλεφωνώντας στα τηλέφωνα 210-2283018/19, ή από τις κατά τόπους οργανώσεις του «Ξ» (διευθύνσεις και επικοινωνία στο site και στην εφημερίδα)

 

 book-rosiki_front-page_october-2016            

Πριν το 1917, η Ρωσία ήταν μια καθυστερημένη, ημιφεουδαρχική χώρα. Το 80% των 150 εκατομμυρίων κατοίκων της ζούσε στην ύπαιθρο και το 70% ήταν αναλφάβητοι. Οι σχέσεις παραγωγής βρισκόντουσαν σε τέτοια καθυστέρηση, ώστε το προϊόν ανά αγρότη έφτανε μόλις το 80.9% του αντίστοιχου προϊόντος στην Αγγλία το 1688, χρονιά που σηματοδοτεί την μεγάλη Βιομηχανική Επανάσταση στην Δύση. Όταν ξέσπασε ο 1ος Παγκόσμιος Πόλεμος το κατά κεφαλήν εισόδημα της Ρωσίας ήταν μόλις το 1/10 αυτού των ΗΠΑ.

Ο νόμος της Συνδυασμένης και Ανισομερούς Ανάπτυξης

Πώς μια τόσο καθυστερημένη χώρα κατάφερε να φέρει σε πέρας μια νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση; Η απάντηση βρίσκεται στο γεγονός ότι ενώ η ίδια η Ρωσία βρισκόταν πολύ πίσω κοινωνικά και οικονομικά σε σχέση με την ανεπτυγμένη Δύση, ο καπιταλισμός σαν σύστημα είχε ωριμάσει αρκετά ώστε να υπάρχουν οι αντικειμενικοί όροι περάσματος στον Σοσιαλισμό. Όπως το έθεσε ο Λένιν, η αλυσίδα έσπασε στον πιο αδύνατό της κρίκο.

Μια καθυστερημένη χώρα δεν μπορεί παρά να προσπαθήσει να αφομοιώσει τις υλικές και ιδεολογικές κατακτήσεις των πιο ανεπτυγμένων κρατών. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι θα πρέπει να ακολουθήσει πιστά όλους τους σταθμούς από τους οποίους πέρασαν. Αντίθετα, είναι αναγκασμένη να κάνει την πορεία της με άλματα. Οι πρωτόγονοι λαοί πέρασαν από τα τόξα και τα βέλη κατευθείαν στα επαναληπτικά τουφέκια – χωρίς βέβαια αυτό να τους σώσει από την εξαφάνιση.

Αυτή η αντίφαση είχε την αντανάκλασή της και μέσα στο εσωτερικό της Ρωσίας: Η βιομηχανία σ’ αυτή τη χώρα εμφανίστηκε μόλις στα τέλη της δεκαετίας του 1880, αλλά όταν έγινε αυτό, έγινε πάνω στην πιο μοντέρνα βάση: Δίπλα στην μεσαιωνική ύπαιθρο αναπτύχθηκε η πιο συγκεντροποιημένη βιομηχανία της εποχής.

Το 1913 το 41.4% του εργατικού δυναμικού απασχολούνταν σε τεράστια βιομηχανικά συγκροτήματα με περισσότερους από 1000 εργάτες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις ΗΠΑ ήταν μόλις 17.8%.

Η συγχώνευση του βιομηχανικού με το χρηματιστηριακό κεφάλαιο έγινε στη Ρωσία με τρόπο τόσο ολοκληρωμένο, που δύσκολα μπορούσε να βρεθεί κάτι ανάλογο σε κάποια άλλη χώρα, ανεξάρτητα αν αυτή η συγχώνευση ουσιαστικά σηματοδοτούσε την πλήρη υποταγή της ρωσικής βιομηχανίας στις ευρωπαϊκές χρηματαγορές.

Η επανάσταση του 1905

Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες αναπτύχθηκε το ρωσικό εργατικό κίνημα, που ενώ ξεκίνησε από το σχολείο του Ναροντνικισμού (ναρόντ = λαός) ενός ρεύματος που είχε τις ρίζες του στην ύπαιθρο και την διανόηση, πέρασε γρήγορα στην επιρροή του Επιστημονικού Σοσιαλισμού, που είχε σαν κύριους εκπροσώπους του τον Πλεχάνοβ[1] αρχικά και τον Λένιν αργότερα.

Η επανάσταση του 1905 ήταν η «πρόβα τζενεράλε» για το 1917. Σ’ αυτή έκαναν για πρώτη φορά την εμφάνισή τους τα Σοβιέτ, επιτροπές των εξεγερμένων εργατών, που διεκδίκησαν άμεσα την εξουσία «πηδώντας» πάνω από τους αστούς, που όπως υπέθεταν όλοι ως τότε, θα ήταν οι ηγέτες της επανάστασης κατά το πρότυπο της Γαλλίας του 1789.

Ξεκινώντας απ’ αυτή την εμπειρία, ο Λέων Τρότσκι υπέδειξε ότι τα αστικοδημοκρατικά καθήκοντα, (κατάργηση της φεουδαρχίας, αναδιανομή της γης, δημοκρατικές ελευθερίες) που όλοι συμφωνούσαν ότι είχε μπροστά της η επερχόμενη επανάσταση, δεν ήταν δυνατό να λυθούν από την Αστική Τάξη της Ρωσίας, που γεννήθηκε καθυστερημένα και γέρασε πρόωρα. Ο μόνος δρόμος για τους εργάτες και τους αγρότες της χώρας, ήταν να συνεχίσουν την πορεία τους, μετά την πτώση του Τσάρου, μετατρέποντας την επανάσταση σε σοσιαλιστική. Αυτό το συμπέρασμα αποτέλεσε τη βάση της θεωρίας της «Διαρκούς Επανάστασης» του Τρότσκι, στην οποία θα αναφερθούμε αργότερα (παράρτημα #1).                                                                          

Ο πόλεμος

Μετά την ήττα της επανάστασης του 1905 το εργατικό κίνημα της Ρωσίας βρέθηκε σε υποχώρηση για αρκετά χρόνια. Ωστόσο μια σημαντική οικονομική ανάπτυξη που ακολούθησε στα χρόνια μετά το 1905 έδωσε νέα ώθηση στους αγώνες των εργατών, καθώς μάλιστα νέα στρώματα, που δεν είχαν άμεση συμμετοχή στην προηγούμενη ήττα, έβγαιναν στην παραγωγή.

Τον Αύγουστο του 1914 ξέσπασε ο 1ος Παγκόσμιος Πόλεμος. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να διακοπεί το επαναστατικό κίνημα που βρισκόταν σε εξέλιξη και που προς το καλοκαίρι του 1914 φαινόταν να ξεπερνάει ακόμα κι αυτό του 1905.

Το κόμμα των Μπολσεβίκων, ενώ εκείνη την στιγμή είχε μαζί του το 80% των πολιτικά ενεργών εργατών, λόγω της άρνησής του να υποστηρίξει τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο οδηγήθηκε στην παρανομία και έχασε την υποστήριξη σημαντικών τμημάτων της εργατικής τάξης.

Νέα, πιο καθυστερημένα στρώματα βγήκαν στο προσκήνιο, εμποτισμένα με τις ιδέες του πατριωτισμού. Ωστόσο, η “ενότητα του Έθνους” που εμφανίζεται στην αρχή ενός ιμπεριαλιστικού πολέμου, δεν είναι παρά μια μάσκα. Καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται, αποκαλύπτει ο’τι είναι σάπιο σε μια κοινωνία και οξύνει τις ταξικές αντιθέσεις. Το ίδιο συνέβηκε και στην Τσαρική Ρωσία. Ο πόλεμος απλώς ανέβαλλε τις ταξικές διεργασίες, βαθαίνοντας όμως, ταυτόχρονα, τις αναπόφευκτες επαναστατικές συγκρούσεις που θα ερχόντουσαν.

15 εκατομμύρια άνθρωποι, στην συντριπτική τους πλειοψηφία αγρότες, οδηγήθηκαν στα χαρακώματα. Πάνω από 1 εκατ. δούλευαν στην πολεμική βιομηχανία, μόνο στην Πετρούπολη και τη Μόσχα. Ο πόλεμος κατάφερε να δημιουργήσει αυτό που έλειπε από τους προηγούμενους αγώνες στην Ρωσία: την ενότητα μεταξύ πόλης και χωριού στην απόφασή τους να ξεμπερδεύουν με τον Τσάρο και τη φαμίλια του.

«Η επανάσταση ξεσπάει όταν όλοι οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί έχουν φτάσει στο κορύφωμά τους. Μα ίσα ίσα γι’ αυτό η κατάσταση γίνεται ανυπόφορη ακόμα και για τις τάξεις της παλιάς κοινωνίας, δηλαδή για τις τάξεις που είναι καταδικασμένες να εξαφανιστούν. Χωρίς ν’ αποδίνουμε αξία μεγαλύτερη απ’ όσο πρέπει στις βιολογικές αναλογίες, είναι επίκαιρο να θυμηθούμε εδώ ότι ένας τοκετός σε ορισμένη ημερομηνία, γίνεται το ίδιο αναπόφευκτος για το μητρικό όργανο όσο και για τον καρπό του»
(Λ. Τρότσκι, Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, σελ. 78).

Κάθε μεγάλη επανάσταση βρίσκει τον προπομπό της στις κορυφές της άρχουσας τάξης, που στερούμενη ενός ξεκάθαρου σχεδίου δράσης, διασπάται ως προς το δρόμο που πρέπει ν’ ακολουθήσει. Το Γενάρη του 1916 ξέσπασε ένα κύμα απεργιών ενάντια στις περικοπές των τροφίμων και τους μαυραγορίτες.

Νιώθοντας την επανάσταση να έρχεται, ένα τμήμα των αστών προσπάθησε να εισάγει κάποιες περιορισμένες μεταρρυθμίσεις. Στα τέλη του 1916 δολοφονήθηκε ο Ρασπούτιν[2] και άρχισαν να διαδίδονται φήμες για ένα «παλατιανό πραξικόπημα» με στόχο την εκθρόνιση του Τσάρου. Τα σημάδια διάσπασης της άρχουσας τάξης άνοιξαν τους ασκούς του Αιόλου.

Η οργή για τα 5 εκατομμύρια των νεκρών και τραυματιών, για την περικοπή της μερίδας του ψωμιού στο στράτευμα κατά το 1/3 τους δυο πρώτους μήνες του ’17 και για τις ελλείψεις σε βασικά είδη διατροφής στις πόλεις, βγήκε στην επιφάνεια. Η ιστορία έπιανε τις δυο άκρες του επαναστατικού νήματος που είχε σπάσει με τον πόλεμο και τις ξανάδενε κόμπο.

Φλεβάρης

«Στους τολμηρούς στα λόγια πολέμαρχους η επανάσταση φαίνεται ανυπεράσπιστη επειδή είναι τρομερά χαοτική: παντού άσκοπες κινήσεις, ρεύματα αντίθετα, ανθρωποστρόβιλοι, πρόσωπα κατάπληκτα και σαν κεραυνοβολημένα, χλαίνες να κροταλίζουνε στον άνεμο, φοιτητές να χειρονομούν, στρατιώτες χωρίς τουφέκια, τουφέκια χωρίς στρατιώτες, γαυριάδες να ρίχνουν στον αέρα, οχλοβοή από μυριάδες φωνές, σίφουνας από ξέφρενες φήμες, φόβοι αβάσιμοι, χαρές απατηλές… Θάφτανε, φαίνεται, να σηκώσεις την σπάθα σου πάνω απ’ όλο ‘κείνο το συρφετό και θα σκόρπαγε στη στιγμή χωρίς να ζητήσει ρέστα.

Τι φοβερή οφθαλμαπάτη! Χάος μόνο φαινομενικό. Εκεί κάτω συντελείται μια ακαταμάχητη κρυστάλλωση των μαζών πάνω σε καινούριους άξονες.

Εκείνα τα αμέτρητα πλήθη δεν έχουν ακόμα καταλάβει αρκετά τι θέλουν, μα είναι διαποτισμένα από καυτερό μίσος για κείνο που δε θέλουν πια.»

(Λ. Τρότσκι, ο.π.π. σελ. 125).

Η 23η του Φλεβάρη ήταν η Διεθνής Μέρα της Γυναίκας[3]. Από το πρωί, και παρά τις συστάσεις ακόμα και των πιο δυναμικών εργατικών οργανώσεων για αυτοσυγκράτηση, 90.000 εργάτριες της κλωστοϋφαντουργίας στην Πετρούπολη κατέβηκαν σε απεργία και κινήθηκαν προς τη Δούμα (κοινοβούλιο με υποτυπώδεις εξουσίες) ζητώντας ψωμί. Ήταν σαν να ζητούσαν γάλα από ένα κριάρι.

oct1197_414x290

Την επομένη το κίνημα όχι μόνο δεν κόπασε αλλά φούντωσε ακόμη περισσότερο: οι μισοί βιομηχανικοί εργάτες ενώθηκαν με τους απεργούς. Καινούριες συνοικίες, καινούριες ομάδες λαού ρίχνονται στο κίνημα. Το σύνθημα «Ψωμί» σκεπάζεται από άλλα συνθήματα: «Κάτω η απολυταρχία», «Κάτω ο πόλεμος».

Οι αρχές αυτές τις πρώτες μέρες στηρίζονται κυρίως στην αστυνομία, τους μισητούς «Φαραώ»[4] για να καταστείλουν το εξεγερμένο πλήθος, ενώ τα τμήματα ιππικού των Κοζάκων που στέλνονται κρατούν μια ουδέτερη στάση. Στις 25, κι ενώ ολόκληρη η Πετρούπολη συμμετέχει πια στην εξέγερση, αρχίζει ουσιαστικά η συναδέλφωση του λαού με τους στρατιώτες, βασικό στοιχείο για την επιτυχία κάθε επανάστασης. Παρά τις κάποιες αψιμαχίες με τον στρατό, η συναδέλφωση προχωράει τόσο περισσότερο όσο ο φαντάρος βλέπει ότι δεν πρόκειται για μια συνηθισμένη εξέγερση, ότι ο πολίτης δε θα υποχωρήσει κάποια στιγμή, αφήνοντας τον στρατιώτη ν’ αντιμετωπίσει τη βαριά πειθαρχία του στρατώνα.

Στις 27, κι ενώ όλα είχαν σχεδόν κριθεί, ο Ροντζιάνγκο, πρόεδρος της Δούμας, τηλεγραφούσε στον Τσάρο:

«Η κατάσταση όσο πάει και χειροτερεύει. Πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα, γιατί αύριο θα είναι πολύ αργά»

Και η απάντηση του Τσάρου στο ημερολόγιό του της ίδιας μέρας:

«Πάλι αυτός ο χοντρο-Ροντζιάνγκο μ’ ενοχλεί γράφοντάς μου ένα σωρό ανοησίες, στις οποίες δε θα μπω στον κόπο ούτε ν’ απαντήσω»!

Κι όμως και για τους ίδιους τους εργάτες, η λύση του προβλήματος της εξέγερσης φαινόταν εκείνη τη μέρα πολύ πιο μακρινή απ’ ότι ήταν στην πραγματικότητα. Η εξήγηση γι’ αυτό έχει να κάνει με το γεγονός ότι όλη η επανάσταση έγινε από τα κάτω, χωρίς ουσιαστική καθοδήγηση από κανένα κέντρο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η Κεντρική Επιτροπή των Μπολσεβίκων, του μόνου κόμματος που υποστήριξε την επανάσταση σ’ όλη της την έκταση, μόλις στις 25 του μηνός κάλεσε σε Γενική Απεργία, όταν η απεργία είχε ήδη εξελιχθεί σε ένοπλη εξέγερση.

Προς το βράδυ της 27ης, όλα είχαν τελειώσει στην πρωτεύουσα, ενώ την επομένη, με τη σύλληψη του Τσάρου μέσα στο τρένο του από τους εργάτες των σιδηροδρόμων, έμπαινε και τυπικά τέλος στην χιλιόχρονη μοναρχία, στην οποία άρκεσαν πέντε μόνο μέρες εξέγερσης για να συντριβεί.

Πρέπει να σημειωθεί ότι η επιτυχία της επανάστασης του Φλεβάρη δεν οφείλεται καθόλου σε τυχαία γεγονότα, στην ανικανότητα του Τσάρου ή στον «αιφνιδιασμό» της άρχουσας τάξης. Ίσα ίσα, η κυβέρνηση δούλευε από το φθινόπωρο του 1916 εξαιρετικά μεθοδικά πάνω σ’ ένα σχέδιο για το τσάκισμα της επερχόμενης εξέγερσης. Η πρωτεύουσα είχε χωριστεί σε 6 τομείς και κάθε τομέας σε 4 τμήματα με ξεχωριστή διοίκηση και δυνάμεις χωροφυλακής, στρατού και ιππικού.

Το σχέδιο αυτό μπήκε σε εφαρμογή μόλις ξέσπασαν τα γεγονότα, αλλά μάταια, μια και σκόνταψε σε μια ανυπέρβλητη δυσκολία, το ανθρώπινο υλικό. Στην πραγματικότητα, εκείνες τις μέρες δε βρέθηκε ούτε ένα Σύνταγμα Στρατού στο οποίο να μπορεί να βασιστεί η κυβέρνηση. Όπως συνέβηκε πολλές φορές από τότε, αποδείχτηκε ότι κανένας κρατικός μηχανισμός, όσο σκληρός και να ‘ναι, δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις στοιχειακές δυνάμεις που απελευθερώνει μια επανάσταση.

Δυαδική εξουσία

Ξεκινώντας από την εμπειρία της επανάστασης του 1905, οι εργάτες και οι στρατιώτες προχώρησαν στην δημιουργία Σοβιέτ, δηλ. συμβουλίων αντιπροσώπων στα εργοστάσια και το μέτωπο. Την 1η του Μάρτη το κεντρικό Σοβιέτ έθεσε σε εφαρμογή το «Διάταγμα αριθ. 1», που περιλάμβανε τα ακόλουθα:

  1. Άμεση δημιουργία επιτροπών εκλεγμένων και άμεσα ανακλητών αντιπροσώπων σε κάθε χώρο δουλειάς και στρατιωτική μονάδα.
  2. Οι στρατιωτικοί σχηματισμοί περνούν υπό τις διαταγές του Σοβιέτ και των επιμέρους επιτροπών.
  3. Οι διαταγές της στρατιωτικής διοίκησης και της Δούμας πρέπει να γίνονται σεβαστές, εκτός των περιπτώσεων όπου έρχονται σε αντίθεση με τις διαταγές των σοβιέτ.
  4. Όλα τα όπλα πρέπει να τεθούν στην διάθεση των σοβιέτ και να μην παραδίδονται στους αξιωματικούς, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.

Τα Σοβιέτ απέκτησαν αμέσως την καθολική υποστήριξη του συνόλου των εργατών, των στρατιωτών και των ναυτών. Το μόνο που έμενε ήταν να ενωθούν σε μια πανεθνική βάση, να συλλάβουν τους παλιούς υπουργούς του Τσάρου και να διακηρύξουν ότι όλη η εξουσία θα εκπορευόταν πλέον απ’ αυτά. Έλειπε ωστόσο η πολιτική βούληση των ηγετών της επανάστασης να προχωρήσουν σ’ αυτά τα μέτρα.

Η προσωρινή κυβέρνηση

Τα δυο κόμματα που κυριάρχησαν από την πρώτη στιγμή στο καινούριο πολιτικό στερέωμα ήταν οι «Μενσεβίκοι» και οι «Σοσιαλεπαναστάτες».

Και τα δύο ήταν κόμματα αριστερά, με παραδόσεις μέσα στο λαό, χωρίς όμως εμπιστοσύνη σ’ αυτόν και, για να πούμε την αλήθεια, ούτε και στον εαυτό τους. Πιστεύοντας ακράδαντα ότι η επανάσταση που μόλις είχε συντελεστεί ήταν αστικοδημοκρατική και πως η σοσιαλιστική επανάσταση θα ήταν έργο, δίκαιο βεβαίως, αλλά των πολύ μακρινών απογόνων τους, έσπευσαν να παραδώσουν την εξουσία σε μια προσωρινή κυβέρνηση που ελεγχόταν πλήρως από ευγενείς και από το αστικό κόμμα των Κα Ντε (Συνταγματικοί Δημοκράτες). Το ίδιο έργο δηλαδή που θα παιζόταν με κάποιες παραλλαγές στην Ισπανία του ’36, την Ελλάδα του ’44-’45 και αλλού.

Δημιουργήθηκε έτσι μια «παράδοξη» κατάσταση όπου υπήρχαν δυο κέντρα εξουσίας: ο οπλισμένος και οργανωμένος σε σοβιέτ λαός από τη μια και η προσωρινή κυβέρνηση που αντλούσε την όποια δύναμή της από την αναποφασιστικότητα της ηγεσίας της επανάστασης απ’ την άλλη:

«Ο Ροντζιάνγκο δεν τολμούσε να πάει ως το τηλεγραφείο κι έλεγε στον Τσχέϊτζε και στο Σουχάνοβ (σοσιαλιστές ηγέτες): Σεις έχετε την εξουσία, μπορείτε να μας συλλάβετε όλους. Κι αυτοί του απαντούσαν: Πάρτε την εξουσία, όμως μη μας συλλάβετε για προπαγανδιστική δράση».
(Λ. Τρότσκι, ο. π. σελ. 160).

Κανείς μαρξιστής στην Ρωσία δε διαφωνούσε με τη θέση ότι τα άμεσα καθήκοντα της επανάστασης ήταν το γκρέμισμα του φεουδαλισμού, το μοίρασμα της γης στους αγρότες και η εγκαθίδρυση ενός δημοκρατικού καθεστώτος.

Ποιος μπορούσε όμως να φέρει σε πέρας αυτά τα καθήκοντα που στην Δ. Ευρώπη είχαν λυθεί αιώνες πριν; Σίγουρα όχι η πρόωρα γερασμένη αστική τάξη της Ρωσίας, που ήταν δεμένη αξεδιάλυτα με τα απομεινάρια του παλιού καθεστώτος και σερνόταν πίσω από το άρμα των ιμπεριαλιστών, που δεν μπορούσαν να δουν τη Ρωσία παρά σαν μια αφάνταστα επικερδή τους αποικία.

23969-trotsky

Ο Λ. Τρότσκι, εισάγοντας τη θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης (βλ. παράρτημα #1) μετά την εμπειρία του 1905, εξήγησε ότι στην εποχή του Ιμπεριαλισμού, τα αστικοδημοκρατικά καθήκοντα ήταν δυνατό να επιτευχθούν μόνο κάτω από την ηγεσία της εργατικής τάξης, καθώς αυτή κινείται ακόμη πιο πέρα, προς το σοσιαλισμό. Τα γεγονότα του 1917 δικαίωσαν πλήρως αυτή τη θέση.

Πως όμως εξηγείται η οικειοθελής παραχώρηση της εξουσίας από τις μάζες στους Μενσεβίκους και τους Σοσιαλεπαναστάτες; Η εξήγηση βρίσκεται στην ίδια τη φύση της επανάστασης, που φέρνει στο προσκήνιο όχι μόνο τους πρωτοπόρους, αλλά ολόκληρο το λαό, σαν σύνολο. Κάθε στιγμή, οι μάζες αναζητούν τον πιο εύκολο δρόμο για την επίτευξη των στόχων που έχουν καθορίσει. Οι ηγέτες των σοσιαλιστικών κομμάτων τους έλεγαν:

«Η επανάσταση νίκησε, έδιωξε τη μοναρχία, τώρα δε μένει παρά να περιμένετε τη Συντακτική Συνέλευση που θα λύσει τα προβλήματα του πολέμου, της γης κλπ».

Η πατριωτική τους στάση στο ζήτημα του πολέμου, σε συνδυασμό με την ελαφριά κριτική εναντίον του Τσάρου, οδήγησε μεγάλα κομμάτια της διανόησης, των μικροαστών και των πιο καθυστερημένων εργατών να τους δώσουν την υποστήριξή τους. Την ίδια στιγμή, ενώ οι Μπολσεβίκοι ηγέτες βρισκόντουσαν στις φυλακές ή την εξορία με την κατηγορία της προδοσίας, αυτοί ήταν τα πιο γνωστά πρόσωπα και καρπώθηκαν όλη τη δόξα μετά την επανάσταση, αφού βρισκόντουσαν σαν ομιλητές σ’ όλες τις συγκεντρώσεις.

Πόσες φορές δεν τα έχουμε ξαναδεί όλα αυτά;

Οι «θέσεις του Απρίλη»

Και το κόμμα των Μπολσεβίκων πάντως, δεν στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων παρά μόνο μετά τον ερχομό του Λένιν στην Πετρούπολη από την εξορία.

Ενώ πολλοί ανώνυμοι Μπολσεβίκοι φάνηκαν αληθινοί ηγέτες τις μέρες της εξέγερσης, το κέντρο του κόμματος ουσιαστικά σύρθηκε πίσω από τις εξελίξεις. Η κατάσταση χειροτέρεψε μάλιστα για ένα διάστημα, όταν απελευθερώθηκαν ή γύρισαν από την εξορία οι πρώτοι «παλιοί Μπολσεβίκοι». Συγκεκριμένα, στις 14 του Μάρτη, ο Στάλιν, που είχε αναλάβει την αρχισυνταξία της «Πράβδα»[5], μαζί με τον Κάμενεφ και το Μουράνοβ, καλούσε στο κύριο άρθρο της εφημερίδας για την υπεράσπιση των κατακτήσεων της επανάστασης

«μέσω της υποστήριξης της Προσωρινής Κυβέρνησης, όσο αυτή αγωνίζεται ενάντια στην αντίδραση, για την υπεράσπιση της δημοκρατίας κλπ».

Το άρθρο αυτό προκάλεσε την οξεία αντίδραση του Λένιν, ότι:

«ήταν σαν ζητούσε από τους ιδιοκτήτες των οίκων ανοχής να εγκαταλείψουν την αμαρτία».

Την επόμενη μέρα, ο Κάμενεφ τασσόταν υπέρ της

«υπεράσπισης της εθνικής άμυνας, για να διαφυλαχθούν οι ελευθερίες που έχουμε κερδίσει»,

μ’ άλλα λόγια τη συνέχιση του πολέμου!

Αυτές οι θέσεις, ουσιαστικά προετοίμαζαν το κόμμα των μπολσεβίκων να παίξει το ρόλο της νόμιμης (και ακίνδυνης) αριστερής αντιπολίτευσης μέσα σε μια καπιταλιστική κυβέρνηση.

Αυτή η κατάσταση άλλαξε ριζικά με την άφιξη του Λένιν.

Στις 3 του Απρίλη έφτασε στην Πετρούπολη και αμέσως ξεκίνησε τη μάχη για μια μεγάλη πολιτική στροφή και για τον θεωρητικό και πολιτικό επανεξοπλισμό του κόμματος. Οι βασικές θέσεις που ανέπτυξε, και που έμειναν στην ιστορία σαν οι «θέσεις του Απρίλη», ήταν:

  1. Ενάντια στον πόλεμο, που εξυπηρετεί τα ιμπεριαλιστικά σχέδια της ρώσικης άρχουσας τάξης. Μόνο με την πλήρη ανατροπή του κεφαλαίου και το πέρασμα όλης της εξουσίας στα Σοβιέτ θα είχε νόημα η συνέχιση του πολέμου, ώστε να υπερασπιστεί το προλεταριάτο τις κατακτήσεις του.
  2. Η Ρωσία βρίσκεται στην παρούσα συγκυρία στο πέρασμα από την πρώτη φάση της επανάστασης, που έδωσε την εξουσία στην αστική τάξη, στη δεύτερη φάση της (μέσα από μια αδιάκοπη, ενιαία διαδικασία) που πρέπει να δώσει την εξουσία στα χέρια του προλεταριάτου και των φτωχών στρωμάτων της αγροτιάς.
  3. Καμιά υποστήριξη στην Προσωρινή Κυβέρνηση. Ξεσκέπασμα των ψεύτικων υποσχέσεών της και όχι «απαίτηση» να πάψει αυτή, κυβέρνηση καπιταλιστών, να είναι ιμπεριαλιστική.
  4. Αναγνώριση του γεγονότος ότι οι Μπολσεβίκοι αποτελούν μικρή μειοψηφία μέσα στα περισσότερα Σοβιέτ. Αυτό απαιτεί κριτική και υπομονετική εξήγηση στις μάζες για να πειστούν για την ορθότητα των απόψεων των Μπολσεβίκων.
  5. Όχι στην κοινοβουλευτική δημοκρατία. Το καθεστώς των Σοβιέτ αποτελεί απείρως δημοκρατικότερο σύστημα στην υπηρεσία των εργατικών και λαϊκών μαζών.
  6. Δήμευση όλων των γαιών των τσιφλικάδων. Διανομή της γης στους φτωχούς αγρότες.
  7. Άμεση συγχώνευση όλων των τραπεζών της χώρας σε μια πανεθνική τράπεζα, υπό τον έλεγχο του Κεντρικού Σοβιέτ.
  8. Προσαρμογή του προγράμματος του Κόμματος στις νέες συνθήκες που δημιούργησε η επανάσταση.

Οι θέσεις αυτές χαρακτηρίστηκαν «παραλήρημα», από τους αντίπαλους των Μπολσεβίκων, ενώ και μέσα στην ηγεσία του κόμματος δεν έτυχαν αρχικά καθόλου θετικής υποδοχής. Ήταν όμως τόση η κρισιμότητα της κατάστασης, που ο Λένιν δε φοβήθηκε να μείνει «μειοψηφία του ενός», όπως ο ίδιος ανέφερε, μέσα στην ηγεσία του κόμματος μέχρι να πείσει το κόμμα για τις απόψεις του, ενώ ήταν έτοιμος να φτάσει μέχρι και τη διάσπαση αν χρειαζόταν..

Ωστόσο, αυτές ακριβώς ήταν οι θέσεις που περίμενε ν’ ακούσει η χώρα. Έτσι, στη συνδιάσκεψη του κόμματος στα τέλη του Απρίλη η βάση υιοθέτησε τις θέσεις του Λένιν.

Οι επόμενες μέρες και μήνες έδειξαν ξεκάθαρα την ορθότητα των απόψεων αυτών. Οι αστοί και τα φερέφωνά τους δεν έχαναν ευκαιρία να βάζουν τρικλοποδιές στο δρόμο της επανάστασης και ανέβαλλαν συνεχώς τον τερματισμό του πολέμου, ενώ άρχισαν να σχεδιάζουν και νέες εκστρατείες. Όλα αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα η φωνή των Μπολσεβίκων να ακούγεται ολοένα και πιο δυνατά.

Τα αριστερά ρεφορμιστικά κόμματα των Μενσεβίκων και των Σοσιαλεπαναστατών (ΣΕ) που κέρδισαν σε πρώτη φάση την εμπιστοσύνη των μαζών και κυριαρχούσαν μέσα στα Σοβιέτ δεν έβλεπαν άλλη λύση από το να δώσουν στήριξη στην αστική κυβέρνηση ή –έστω– να συμμετάσχουν σ’ ένα κυβερνητικό συνασπισμό μ’ αυτή. Γι’ αυτούς η εργατική τάξη της Ρωσίας ήταν πολύ ανώριμη για να πάρει την εξουσία. Θα έπρεπε να προηγηθεί μια περίοδος μετεξέλιξης της Ρωσίας σε αστικό κράτος, με ανεπτυγμένη καπιταλιστική οικονομία κατά τα πρότυπα της Δύσης, στην οποία οι σοσιαλιστές θα κρατούσαν απλώς το ρόλο της νόμιμης αντιπολίτευσης.

Αλλά και η ηγεσία των Μπολσεβίκων πιάστηκαν απροετοίμαστοι όταν ξέσπασε η Επανάσταση. Έγραφε η ΠΡΑΒΔΑ στις 8 του Απρίλη:

«Όσο για το γενικό σχήμα του συντρόφου Λένιν, μας φαίνεται απαράδεκτο, στο μέτρο που παρουσιάζει σαν τελειωμένη την αστικοδημοκρατική επανάσταση και υπολογίζει σε μια άμεση μετατροπή της σε σοσιαλιστική επανάσταση».

Έτσι εξηγείται το παράδοξο που κυριαρχεί στην ρωσική πολιτική σκηνή σ’ όλη τη διάρκεια του 1917: Ενώ όλη η πραγματική δύναμη βρίσκεται στα χέρια των εργατών και των στρατιωτών, η πολιτική εξουσία –μέσω των συμφιλιωτικών (αριστερών ρεφορμιστικών) κομμάτων– παραχωρείται στους ορκισμένους εχθρούς της επανάστασης, τους αστούς και την παλιά άρχουσα τάξη της τσαρικής μοναρχίας.

Το καθήκον που πέτυχε να θέσει ο Λένιν στο Μπολσεβίκικο κόμμα, αμέσως μόλις γύρισε από την εξορία, ήταν να αποσπάσουν τις μάζες από την επιρροή των Μενσεβίκων και των ΣΕ, να τις βοηθήσουν να κατανοήσουν το μέγεθος της δύναμής τους και να τους δώσουν την προοπτική της κατάληψης της εξουσίας.

Ο πόλεμος κι η επανάσταση

«Όταν οι φωτισμένοι ειρηνιστές προσπαθούν να καταργήσουν τον πόλεμο με λογικά επιχειρήματα, είναι απλούστατα γελοίοι. Μα όταν οι ίδιες οι ένοπλες μάζες παραθέτουν ενάντια στον πόλεμο λογικά επιχειρήματα, αυτό σημαίνει πως ο πόλεμος πλησιάζει στο τέλος του».
(Λ. Τρότσκι, ο.π.π. σελ 339)

Η πρώτη σοβαρή σύγκρουση των φαντάρων με την νέα κυβέρνηση έγινε στα τέλη του Απρίλη. Ο υπ. Εξωτερικών Μιλιουκόβ, νιώθοντας σίγουρος για την δύναμή του, έβγαλε μια ανακοίνωση που ούτε λίγο ούτε πολύ ξανάφερνε στο προσκήνιο όλες τις παλιές διεκδικήσεις της Ρωσίας και προετοίμαζε απόβαση στα Δαρδανέλια για την κατάληψη της Κων/πολης. Αυτό όμως πήγαινε πολύ. Ο ρωσικός στρατός μπορεί να μην είχε φτάσει ακόμη στο σημείο να υποστηρίξει τις ντεφαιτιστικές[6] θέσεις του Λένιν, αλλά δεν είχε και καμιά διάθεση να δώσει την ζωή του κυνηγώντας νέες κατακτήσεις. Έτσι, η υπόθεση της απόβασης ναυάγησε για… «μικροπράγματα»: οι στρατιώτες αρνήθηκαν να υπακούσουν στις εντολές!

regimiento-bolchevique-1917

Στην Πετρούπολη, 30.000 οπλισμένοι στρατιώτες κατέβηκαν στους δρόμους ακολουθούμενοι από τους εργάτες που αυθόρμητα παρατούσαν τις δουλειές τους. Οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν και τις επόμενες μέρες, αυτή τη φορά με πρωτοβουλία των Μπολσεβίκων.

Με το πρόσχημα της υπεράσπισης της προσωρινής κυβέρνησης έγινε η πρώτη ανοιχτή κινητοποίηση των αντεπαναστατικών δυνάμεων, που συγκρούστηκαν ανοιχτά με τους διαδηλωτές. Παρ’ όλη την σοβαρότητα της κατάστασης, μόλις το Σοβιέτ διέταξε διήμερη αποχή από τις διαδηλώσεις, όλοι υπάκουσαν. Η ειρήνη επιτεύχθηκε χωρίς κανένα μέτρο καταναγκασμού. Έφτανε δηλαδή στο Σοβιέτ να νιώσει κύριος της κατάστασης, για να γίνει πραγματικά. Η κρίση του Απρίλη οδήγησε έτσι στην επισημοποίηση της διαρχίας.

Η Αστική προσωρινή κυβέρνηση κατέρρευσε, παραχωρώντας τη θέση της σε μια κυβέρνηση συνασπισμού των αστών με τους Μενσεβίκους και τους ΣΕ.

Ωστόσο, το πιο σημαντικό αποτέλεσμα των «Απριλιανών», ήταν η κατακόρυφη αύξηση της δημοτικότητας των Μπολσεβίκων, ιδίως στα πιο προχωρημένα στρώματα των εργατών και των στρατιωτών. Στα Σοβιέτ των περισσότερων εργατικών συνοικιών της Πετρούπολης, οι Μπολσεβίκοι κατέκτησαν την πλειοψηφία μέσα στον Μάη. Αλλά και ανάμεσα στους στρατιώτες το κλίμα άρχισε να αλλάζει. Οι αστικές εφημερίδες, άθελά τους βέβαια, φρόντιζαν να αυξάνουν το κύρος τους.

«Κάθε διαμαρτυρία από καταπιεζόμενους, κάθε δήμευση γης, κάθε πρόκληση αντεκδίκησης πάνω σ’ έναν μισητό αξιωματικό, αποδινόταν απ’ τις εφημερίδες στους μπολσεβίκους. Οι στρατιώτες συμπεραίνανε απ’ αυτό πως οι μπολσεβίκοι ήτανε δίκαιοι άνθρωποι».
(Λ. Τρότσκι, ο.π. σελ. 371).

Η απόσταση από τα μέσα μόλις του Απρίλη, όταν οι ναύτες της Κριμαίας διακήρυτταν ότι ο Λένιν ήταν ανεπιθύμητος και τον προειδοποιούσαν να μην τολμήσει να τους επισκεφθεί, ήταν ήδη τεράστια.

Η διαδικασία αυτή συνεχίστηκε και τους επόμενους μήνες, μ’ έναν ακόμη πιο έντονο τρόπο. Οι σύμμαχοι της Ρωσίας στον πόλεμο εξακολουθούσαν να πιέζουν τη νέα κυβέρνηση να αναλάβει στρατιωτική δράση, αλλά εξίσου έντονες ήταν και οι αντιδράσεις των στρατιωτών.

Στις 21 του Ιούνη, το 1ο Σύνταγμα των πολυβολητών στην Πετρούπολη πήρε σε Γενική Συνέλευση την ακόλουθη απόφαση:

«Από ‘δω και μπρος θα στέλνουμε μονάδες στο μέτωπο μόνο στις περιπτώσεις που ο πόλεμος θα έχει επαναστατικό χαρακτήρα…”

Καθώς το σύνταγμα απειλήθηκε με διάλυση, το σύνταγμα απάντησε πως

«δεν θα δίσταζε το ίδιο να διαλύσει την προσωρινή κυβέρνηση και τις άλλες οργανώσεις που την υποστήριζαν”!

Ανακατατάξεις μέσα στις μάζες

Η κυβέρνηση συνασπισμού περιλάμβανε 16 υπουργούς, από τους οποίους μόνο οι 6 ανήκαν στα συμβιβασμένα αριστερά κόμματα των Μενσεβίκων και των ΣΕ.

Παρ’ όλη τη δύναμη που είχαν στα Σοβιέτ και στην κοινωνία, τα κόμματα των Μενσεβίκων και των ΣΕ δεν τολμούσαν να πάρουν καν την πλειοψηφία στην κυβέρνηση, πολύ περισσότερο να κυβερνήσουν μόνοι τους. Σαν αποτέλεσμα της όλης πολιτικής τους οι εργάτες και οι στρατιώτες άρχισαν να χάνουν την εμπιστοσύνη που τους είχαν δείξει στην πρώτη φάση της επανάστασης, παρότι αυτή είχε ακόμη σημαντικά αποθέματα. Έτσι η φόρμουλα του Λένιν, «να εξηγούμε υπομονετικά», παρέμενε σε πλήρη ισχύ και απέδιδε! Η δημοτικότητα των Μπολσεβίκων αυξανόταν μέρα με την μέρα.

Η οικονομική κατάσταση επιδεινωνόταν συνεχώς, ενώ οι εργοδότες είχαν επιδοθεί στην προσφιλή τους τακτική του λοκ άουτ. Από τον Μάρτη μέχρι τον Ιούλη περισσότερες από 350 επιχειρήσεις, με πάνω από 100.000 εργάτες είχαν κατεβάσει τα ρολά, μόνο στην Πετρούπολη. Ακολούθησαν η Μόσχα και οι επαρχίες. Οι βιομήχανοι που δεν κουράζονταν να βρίζουν τους “δειλούς” και τους “προδότες” που αρνιόντουσαν να πολεμήσουν, δεν είχαν κανένα ενδοιασμό να αφήσουν χωρίς εφόδια το μέτωπο, προσπαθώντας να τσακίσουν οικονομικά το προλεταριάτο, αφού δεν είχαν τη δύναμη να το τσακίσουν στρατιωτικά.

rosiki_epanastasi-soviet

Στις 3 του Ιούνη συνήλθε στην Πετρούπολη το πρώτο Συνέδριο των Σοβιέτ. Οι Μπολσεβίκοι είχαν ήδη σ’ αυτό το 1/5 των συνέδρων.

Σε συνθήκες τόσο γρήγορης κοινωνικής εξέλιξης, κάθε σύστημα αντιπροσώπευσης, ακόμη και το σοβιετικό, δεν μπορεί παρά να μένει πίσω από τις πραγματικές διαθέσεις των μαζών που αλλάζουν ώρα με την ώρα. Ένα περιστατικό που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια των εργασιών του Συνεδρίου αποκάλυψε με πολύ γλαφυρό τρόπο την εικόνα του μέλλοντος της επανάστασης: Από το βήμα, ένας μετριοπαθής «σοσιαλιστής» διατύπωσε το ρητορικό – όπως πίστευε – ερώτημα: Υπάρχει κανένας εδώ μέσα που τολμάει να ισχυριστεί ότι μπορεί μόνος του να διαχειριστεί την εξουσία; Ένα μόνο χέρι σηκώθηκε, μέσα σε μια θύελλα χλευασμών. Το χέρι ήταν του Λένιν και οι χλευασμοί επρόκειτο να κοπούν απότομα πολύ σύντομα…

Το Συνέδριο αυτό πήρε απόφαση για νέα επίθεση των ρωσικών στρατευμάτων στο μέτωπο, μετά από προτροπή του Κερένσκι που είχε γίνει υπουργός Στρατιωτικών και ψήφισε την «Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Στρατιώτη» που αποτελούσε μια πολύ μεγάλη υποχώρηση σε σχέση με το «Διάταγμα υπ. αριθ. 1» που είχε ψηφιστεί τον Μάρτη όπως είδαμε πιο πάνω και που ουσιαστικά απαιτούσε τον αφοπλισμό των δυνάμεων της Επανάστασης.

Οι διαθέσεις των μαζών έφτασαν σε σημείο βρασμού. Στις 9 του μήνα η ΠΡΑΒΔΑ δημοσίευσε μια έκκληση για διαδήλωση την επόμενη μέρα. Οι Μπολσεβίκοι σκεφτόντουσαν –και σωστά– πως αν το κόμμα δεν έπαιρνε πάνω του τη διαδήλωση, οι στρατιώτες θα ‘βγαιναν από μόνοι τους στους δρόμους. Το συνέδριο θορυβήθηκε. Η Εκτελεστική Επιτροπή του Σοβιέτ απαίτησε από τους Μπολσεβίκους να ακυρώσουν τη διαδήλωση. Μπροστά στην κατηγορηματική απόφαση του συνεδρίου, που περιλάμβανε και υπαινιγμούς ότι επίκειται δεξιό πραξικόπημα, οι Μπολσεβίκοι αποφάσισαν να επανεξετάσουν το ζήτημα, αφού ήθελαν μια ειρηνική διαδήλωση και όχι μια απ’ ευθείας αναμέτρηση με την κυβέρνηση. Ωστόσο με το επεισόδιο αυτό αποκαλύφθηκε ποιος είχε πραγματικά τη δύναμη να καλεί και να ακυρώνει τις κινητοποιήσεις. Όλη τη νύχτα, οι εκπρόσωποι της πλειοψηφίας του Συνεδρίου διέτρεχαν τους στρατώνες και τα εργοστάσια, εξορκίζοντας τους άντρες να μην κατέβουν στους δρόμους, συναντώντας μια φανερή εχθρότητα. Στο εργοστάσιο Πουτίλοβ, με τους 40.000 εργάτες, δέχτηκαν να τοιχοκολληθεί η έκκληση του Σοβιέτ μόνο αφού διαπίστωσαν πως αυτή δεν ερχόταν σε αντίθεση με τη νέα απόφαση του Μπολσεβίκικου κόμματος. Το 1ο σύνταγμα πολυβολητών, αφού άκουσε την εισήγηση του ίδιου του προέδρου της Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ, ψήφισε την ακόλουθη πρόταση: «Σε συμφωνία με την Κεντρική Επιτροπή των Μπολσεβίκων και τη στρατιωτική τους οργάνωση, το σύνταγμα αναβάλλει την έξοδό του…»

Πλειοψηφία και μειοψηφία του Συνεδρίου των Σοβιέτ αναμετρήθηκαν εκείνες τις μέρες, μα και οι δυο έκαναν ένα βήμα πίσω. Οι Μπολσεβίκοι παραιτήθηκαν από την ένοπλη διαδήλωση, τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού από τον αφοπλισμό των εργατών. Ήταν όμως φανερό ότι τα πράγματα όδευαν προς τη σύγκρουση.

Τις επόμενες μέρες οι επιθέσεις ενάντια στο Μπολσεβίκικο κόμμα δυνάμωσαν σ’ όλα τα σοβιετικά όργανα και τον επίσημο τύπο. Αυτό φαίνεται να τόνωσε την αυτοπεποίθηση των συμφιλιωτών, που αποφάσισαν να κάνουν μια τελευταία προσπάθεια να πλησιάσουν τις μάζες που απομακρύνονταν απ’ αυτούς με μεγάλη ταχύτητα. Έτσι, με πρόταση ενός Μενσεβίκου αντιπροσώπου, το Συνέδριο αποφάσισε να καλέσει για τις 18 του μήνα διαδηλώσεις στην Πετρούπολη και όλες τις μεγάλες πόλεις, «για να δείξουν στους εχθρούς την ενότητα και τη δύναμη της δημοκρατίας». Οι Μπολσεβίκοι δέχτηκαν με ικανοποίηση την πρόκληση. «Θα πάμε στη διαδήλωση της 18», έγραφε η ΠΡΑΒΔΑ, «με τους ίδιους σκοπούς για τους οποίους θέλαμε να διαδηλώσουμε μια βδομάδα πριν».

«Οι αντιπρόσωποι του Συνεδρίου που είχαν συναχτεί στο Πεδίο του Άρεως, διαβάζανε και μετρούσαν τα πανό. Τα πρώτα μπολσεβίκικα συνθήματα έγιναν δεκτά με χλευασμούς. Μα τα ίδια συνθήματα επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά: ”Κάτω οι 10 καπιταλιστές υπουργοί”. ”Κάτω η επίθεση”. ”Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ”. Τα ειρωνικά χαμόγελα πάγωσαν στα πρόσωπα κι έπειτα, αργά, αποσπάστηκαν απ’ αυτά. Οι μπολσεβίκικες σημαίες κυμάτιζαν όσο έβλεπε το μάτι σου…. Ένα από τα εργοστάσια είχε υψώσει τούτο το πανό: ”Το δικαίωμα στη ζωή είναι πάνω απ’ το δικαίωμα της ατομικής ιδιοκτησίας”. Αυτό το σύνθημα δεν το ‘χε υποβάλλει κανένα κόμμα»
(Λ. Τρότσκι, ο. π. σελ. 391)

Οι τελευταίες μέρες του Ιούνη κυλάνε μέσα σε αναβρασμό. Με οποιαδήποτε αφορμή, οι εργάτες κατεβαίνουν σε απεργίες, γίνονται πατριωτικές διαδηλώσεις, συχνά ένοπλες, οι στρατιώτες μοιάζουν να κοιμούνται με το όπλο στο χέρι. Ο μπολσεβίκικος τύπος εξηγεί και προσπαθεί να αποτρέψει μια γενικευμένη σύγκρουση. Ακόμη, ούτε όλες οι στρατιωτικές μονάδες έχουν περάσει με το μέρος τους, ούτε η επαρχία είναι έτοιμη να ακολουθήσει την πρωτεύουσα. Στις 25 του Ιούνη ο Λένιν γράφει:

«Τα ουρλιαχτά της οργής και της λύσσας που ξεσπούν απ’ όλες τις μεριές ενάντιά μας, εκφράζουν το θρηνολόγημα των Καντέτων (σ.σ.: το αστικό κόμμα των Συνταγματικών Δημοκρατών) των Σοσιαλεπαναστατών και των Μενσεβίκων μαζί, για την ίδια τους την αδυναμία. Είναι πλειοψηφία. Είναι στην εξουσία. Είναι συνασπισμένοι όλοι μαζί, και βλέπουν πως όλα τους πάνε ανάποδα! Πώς να μη χύσουν τη χολή τους πάνω στους Μπολσεβίκους;”

Τα «Ιουλιανά»

«Ο στρατιώτης βέβαια, από την πρώτη κιόλας μέρα του πολέμου, δεν είχε καμιά όρεξη να πεθάνει ούτε να πολεμήσει. Μα το απεχθανόταν αυτό με τον ίδιο τρόπο που κι ένα άλογο του πυροβολικού δεν επιθυμεί καθόλου να σύρει ένα βαρύ κανόνι μέσα στη λάσπη. Σαν το άλογο, ο στρατιώτης δεν πίστευε πως μπορούσε να απαλλαγεί από το φορτίο που είχε πέσει πάνω του. Ανάμεσα στη θέλησή του και στα γεγονότα του πολέμου δεν φαινόταν να υπάρχει καμιά σχέση. Η Επανάσταση του αποκάλυψε τη σχέση αυτή».
(Λ. Τ., ο.π. σελ. 239)

H έκρηξη δεν άργησε να έρθει. Στις 2 του Ιούλη, 4 αστοί υπουργοί αποχώρησαν από την κυβέρνηση, καθώς έβλεπαν ότι οι «Συμφιλιωτές» (Μενσεβίκοι και ΣΕ) δεν μπορούσαν να χαλιναγωγήσουν τις μάζες. Η στιγμή δεν ήταν τυχαία. Υπαγορεύτηκε από το γεγονός ότι η κατάσταση στο μέτωπο πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Ο θόρυβος από την παραίτηση των υπουργών διαδόθηκε αμέσως στην πρωτεύουσα, συγκεντρώνοντας την δυσαρέσκεια σ’ ένα μόνο στόχο: καιρός να τελειώνουμε με τον κυβερνητικό συνασπισμό, όλη η εξουσία στα Σοβιέτ!

Στις 3 του μήνα, όλη η πόλη βρισκόταν στο πόδι. Συνελεύσεις και συγκεντρώσεις γινόντουσαν παντού. Στο εργοστάσιο Πουτίλοβ έφτασε μια αντιπροσωπεία στρατιωτών. Μέσα σε επευφημίες, δήλωσαν πως είχαν πάρει εντολή να κινήσουν την επομένη για το μέτωπο, μα πως αυτοί είχαν αποφασίσει

«να βαδίσουν όχι για το γερμανικό μέτωπο, ενάντια στο γερμανικό προλεταριάτο, αλλά ενάντια στους δικούς τους καπιταλιστές υπουργούς».

Η ίδια κατάσταση επικρατούσε παντού. Ήταν πια αδύνατο να συγκρατήσει κανείς τους εργάτες και τους στρατιώτες. Με το άκουσμα της είδησης ότι και οι ναύτες της Κροστάνδης[7] ετοιμάζονται να βαδίσουν προς την Πετρούπολη, για να υποστηρίξουν τους εργάτες και τους στρατιώτες της πρωτεύουσας, και οι τελευταίοι ενδοιασμοί των Μπολσεβίκων, οι οποίοι ανησυχούσαν μήπως η κίνηση είναι πρόωρη και δεν μπορεί να συγχρονιστεί με την υπόλοιπη χώρα, υποχωρούν. Ομόφωνα αποφασίζουν να καλέσουν την επόμενη μέρα τις μάζες να συνεχίσουν τη διαδήλωση, στο όνομα πια του κόμματος.

Το κίνημα ήταν πραγματικά μεγαλειώδες. Την δεύτερη μέρα περιλάμβανε πάνω από μισό εκατομμύριο άτομα. Αυτό που του έλειπε όμως ήταν η πολιτική προοπτική. Οι μάζες δεν ήθελαν να σπάσουν με το Σοβιέτ, το οποίο έλεγχαν ακόμα οι «Συμφιλιωτές», ήθελαν αυτό να πάρει την εξουσία, μια εξουσία όμως που οι ίδιοι οι ηγέτες του Σοβιέτ πετούσαν από πάνω τους σαν πυρωμένο σίδερο. Πολλά συμπεράσματα έπρεπε ακόμη να βγουν, πριν οι εξεγερμένοι καταλάβουν την προδοσία των «Συμφιλιωτών» σ’ όλη της την έκταση.

Αυτή η έλλειψη προοπτικής έγινε φανερή μετά από 3 μέρες κινητοποιήσεων. Το κίνημα άρχισε να δείχνει σημεία κόπωσης. Τα φιλικά προς τον Μπολσεβικισμό συντάγματα άρχισαν να κινούνται προς την ουδετερότητα, ενώ οι μονάδες που στη διάρκεια των γεγονότων είχαν τηρήσει ουδετερότητα πέρασαν με το μέρος της κυβέρνησης.

Μεγάλο ρόλο έπαιξε σ’ αυτή τη μεταστροφή η παρουσίαση «αδιάσειστων» δήθεν ντοκουμέντων πως ο Λένιν ήταν πράκτορας των Γερμανών, μια κατηγορία που τον επόμενο μήνα περιέλαβε όλους τους Μπολσεβίκους ανεξαιρέτως.

Το κίνημα υποχρεώθηκε σε υποχώρηση. Η κυβέρνηση και η άρχουσα τάξη μπήκαν σε αντεπίθεση. Το τυπογραφείο των Μπολσεβίκων καταστράφηκε. Ο Λένιν και ο Ζηνόβιεφ αναγκάστηκαν να κρυφτούν για να αποφύγουν τη σύλληψη. Πολλές μονάδες που πρωτοστάτησαν στην εξέγερση διαλύθηκαν. Ο Τρότσκι και πολλοί άλλοι ηγέτες βρέθηκαν στη φυλακή.

Τον Ιούλη η επανάσταση δέχθηκε μια σημαντική ήττα. Ωστόσο η συμμετοχή των Μπολσεβίκων στα γεγονότα ήταν πολύτιμη στο να μπορέσει το κίνημα να την ξεπεράσει με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, κάνοντας μια συντεταγμένη και όχι ηρωική αλλά άτακτη οπισθοχώρηση, που θα έφερνε χιλιάδες νεκρούς και τη συντριβή της αυτοπεποίθησης των εργατών.

Το πραξικόπημα του Κορνίλοβ

Ο μήνας που ακολούθησε μπορεί να χαρακτηριστεί «ο μήνας της μεγάλης συκοφαντίας». Οι κατηγορίες και το κυνηγητό ενάντια στους Μπολσεβίκους ήταν στην ημερήσια διάταξη. Όποιος τολμούσε να μιλήσει ανοιχτά υπέρ τους συλλαμβανόταν. Κι όμως, μετά το πρώτο μούδιασμα, η υποστήριξη κι η επιρροή τους συνέχισε ν’ αυξάνεται. Είχαν δώσει τις εξετάσεις τους και τις είχαν περάσει με επιτυχία, την ίδια στιγμή που οι «Συμφιλιωτές» είχαν ξεμπροστιαστεί αμετάκλητα.

russian-rev

Για την άρχουσα τάξη ήταν πια φανερό ότι δεν υπήρχε περίπτωση να καταφέρουν οι σύμμαχοί της «Συμφιλιωτές» να αποσπάσουν τις μάζες από τον Μπολσεβικισμό. Έτσι αποφάσισαν να παίξουν το τελευταίο τους χαρτί: την στρατιωτική δικτατορία.

Για το ρόλο του δικτάτορα επιλέχθηκε ο μοναρχικός στρατηγός Κορνίλοφ, που αποφασίστηκε να βαδίσει προς την πρωτεύουσα για να αποκρούσει τάχα την επικείμενη εξέγερση των Μπολσεβίκων που χρηματοδοτούνταν, εννοείται, από το Γερμανικό Επιτελείο. Αυτή τη φορά το σκηνικό άλλαζε μόνο ως προς το γεγονός ότι ο στρατηγός δεν στρεφόταν μόνο εναντίον των «λενινιστών κατασκόπων», αλλά και εναντίον της επίσημης κυβέρνησης και του Κερένσκι, που στο μεταξύ είχε γίνει πρωθυπουργός και αρχηγός του στρατού.

Οι εργάτες και οι στρατιώτες αντιτάχθηκαν με μια κινητοποίηση άνευ προηγουμένου στα σχέδια της άρχουσας τάξης. Ο ίδιος ο Κερένσκι αναγκάστηκε να αναγνωρίσει ότι μόλις χρειάστηκε να γίνουν οχυρωματικά έργα για την άμυνα της πρωτεύουσας, «χιλιάδες εργάτες… με άμισθη εργασία εκτέλεσαν σε μερικές ώρες ένα έργο που χωρίς τη βοήθειά τους θα απαιτούσε πολλές μέρες». Ένας εργάτης του Πουτίλοβ αφηγείται: «Δουλεύαμε εκείνες τις μέρες 16 ώρες το 24ωρο… μοντάραμε κάπου εκατό κανόνια».

Το πραξικόπημα κατέληξε σε οπερέτα. Παρ’ όλη τη συμμετοχή σ’ αυτό της συντριπτικής πλειοψηφίας των στρατηγών των Επιτελείων και την υποστήριξη από την άρχουσα τάξη (που εκδηλώθηκε και με την ραγδαία άνοδο των τιμών στο χρηματιστήριο) βρέθηκε να είναι ανίκανο ακόμη και να πλησιάσει στην Πετρούπολη.

«Οι σιδηροδρομικοί χαλούσαν κι έφραζαν τις γραμμές…Οι ταχυδρομικοί και τηλεγραφικοί υπάλληλοι άρχισαν να κατακρατούν και να στέλνουν στην Επιτροπή Άμυνας τα τηλεγραφήματα και τις διαταγές του Επιτελείου… Το συνδικάτο των τυπογράφων οργάνωσε σε μερικές ώρες την έκδοση των εφημερίδων της Δευτέρας για να ενημερωθεί ο πληθυσμός γύρω από τα γεγονότα…Ο στασιαστής στρατηγός είχε χτυπήσει το πόδι του στη γη κι από τη γη ξεπήδησαν λεγεώνες – μόνο που ήταν λεγεώνες εχθρικές».
(Λ. Τ. ο.π.π. σελ. 206, 2ος τόμος)

Σ’ όλη αυτή τη φάση, οι Μπολσεβίκοι τάσσονται αποφασιστικά ενάντια στην ανάληψη οποιασδήποτε δράσης απέναντι στην κυβέρνηση. Έρχεται πρώτα το καθήκον να διαφυλάξουν την Επανάσταση από τον άμεσο εχθρό Κορνίλοφ. Αυτό είναι το μάθημα του Ενιαίου Μετώπου που αρνήθηκαν να ακολουθήσουν οι ηγέτες του εργατικού κινήματος λίγα χρόνια αργότερα, στη Γερμανία, μ’ αποτέλεσμα την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία…

Στους ναύτες που τον επισκέπτονταν εκείνες τις μέρες στη φυλακή και ρωτούσαν αν ήταν πια καιρός να συλλάβουν την κυβέρνηση, ο Τρότσκι απαντούσε:

«Όχι, δεν είναι ακόμη καιρός. Στηρίξτε το όπλο στον ώμο του Κερένσκι και ρίξτε εναντίον του Κορνίλοβ. Ύστερα θα κανονίσουμε τους λογαριασμούς μας με τον Κερένσκι».

Μετά την επανάσταση του Φλεβάρη, η εξουσία πήγε στους αστούς. Ύστερα, τον Απρίλη, η κυβέρνηση των αστών έδωσε τη θέση της σ’ ένα συνασπισμό κομμάτων, που αποδείχθηκε εξ ίσου ανίκανος. Τον Ιούνη και τον Ιούλη, τα κόμματα αυτά ήρθαν σε αντιπαράθεση, πρώτα ειρηνική κι έπειτα αιματηρή, ακριβώς με τις μάζες στις οποίες στήριζαν τη δύναμή τους. Η αντίδραση έβγαλε απ’ αυτό το σωστό συμπέρασμα πως οι μέρες της μετριοπάθειας είχαν τελειώσει και πως έμπαινε πλέον το δίλημμα: Κορνίλοβ ή Λένιν. Όταν αυτό το δίλημμα μπήκε στην πράξη, ο Κορνίλοβ έπεσε σαν σάπιο φρούτο, παρ’ όλο που εκείνη τη στιγμή ο Λένιν ήταν ακόμα υποχρεωμένος να κρύβεται. Έτσι η μόνη παραλλαγή που δεν είχε ακόμη δοκιμαστεί ήταν η παραλλαγή του Μπολσεβικισμού. Οι εργάτες έφτασαν σ’ αυτήν μέσα απ’ την εμπειρία τους και έμειναν στο εξής σταθερά προσηλωμένοι σ’ αυτή, αποδεικνύοντας περίτρανα τη ρήση της Ρόζας Λούξεμπουργκ:

«Δεν είναι η πλειοψηφία που μας οδηγεί στην επαναστατική τακτική, αλλά η επαναστατική τακτική που μας οδηγεί στην πλειοψηφία».

Η εξέγερση του Οκτώβρη

«Η Ρωσική Επανάσταση επιβεβαίωσε τα βασικά διδάγματα όλων των μεγάλων επαναστάσεων και τον ζωτικό τους νόμο: ή θα προχωρήσει εμπρός με ορμή γρήγορη και αποφασιστική, χτυπώντας με σιδερένιο χέρι όλα τα εμπόδια και προωθώντας τους σκοπούς της ολοένα και πιο πέρα, ή θα οπισθοχωρήσει, πιο πίσω κι απ’ το αδύνατο σημείο της αφετηρίας της και θα τσακιστεί από την αντεπανάσταση. Να σταματήσεις, να κάνεις βήμα σημειωτόν, να αρκεσθείς στο πρώτο στάδιο που έφτασες, είναι αδύνατον μέσα στην επανάσταση».
(Ρόζα Λούξεμπουργκ)[8]

Στις αρχές του Σεπτέμβρη δημιουργείται η τελευταία «επίσημη» κυβέρνηση, πριν την εξέγερση. Ο Κερένσκι καταφέρνει να ανακηρυχτεί όχι μόνο αρχηγός της, αλλά και αρχιστράτηγος, πετυχαίνοντας με κοινοβουλευτικά μέσα αυτό που ο Κορνίλοβ δεν μπόρεσε να πετύχει με την δύναμη των όπλων: να συγκεντρώσει όλες τις εξουσίες στα χέρια του. Ωστόσο, αυτή είναι μια πύρρεια νίκη και μάλιστα με πολύ σύντομη ημερομηνία λήξης. Η νέα κυβέρνηση δεν έχει καμιά πραγματική δύναμη. Για την υποστήριξη των μαζών ούτε λόγος να γίνεται, ενώ και η άρχουσα τάξη απλώς τον ανέχεται σαν το μικρότερο κακό. Στην Δημοκρατική Συνδιάσκεψη που έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στην νέα κυβέρνηση, έπεσε με πάταγο η τοποθέτηση ενός ναύτη αντιπρόσωπου:

«Η κυβέρνηση συνασπισμού δεν θα ‘χει ούτε την εμπιστοσύνη ούτε την υποστήριξη του στόλου της Βαλτικής και της φρουράς της Φινλανδίας…Ενάντια στη δημιουργία της, οι ναύτες ύψωσαν τις σημαίες μάχης».

Ακόμη και οι ναύτες που είχαν τοποθετηθεί, από τον ίδιο τον Κερένσκι, φρουροί στη συνδιάσκεψη απευθύνονταν στον Τρότσκι και τον ρωτούσαν βροντώντας τις ξιφολόγχες τους: «Θα μπορέσουμε σε λίγο να δουλέψουμε μ’ αυτά τα μαραφέτια;» Οι καιροί ζυγώνανε.

Εν τω μεταξύ, σ’ όλη τη χώρα ο Μπολσεβικισμός προχωράει από επιτυχία σε επιτυχία: στα περισσότερα βιομηχανικά κέντρα αλλά και σε πολλές αγροτικές περιοχές, σε συνεργασία με την αριστερή πτέρυγα του κόμματος των Σοσιαλεπαναστατών, οι Μπολσεβίκοι κατακτούν την πλειοψηφία μέχρι τα μέσα του Οκτώβρη. Πολύ σημαντικό ρόλο παίζει σ’ αυτό η πάλη για το 2ο Συνέδριο των Σοβιέτ, που ενώ έπρεπε κανονικά να διεξαχθεί μέσα στον Οκτώβρη, γινόταν συστηματική προσπάθεια μποϊκοταρίσματός του από όλες τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις. Αυτοί φοβόντουσαν, και πολύ σωστά, ότι σ’ αυτό το συνέδριο, που θα αντιπροσώπευε τις ζωντανές δυνάμεις της επανάστασης, το κόμμα του Λένιν θα μπορούσε να πάρει την πλειοψηφία και να θέσει άμεσα το ζήτημα της εξουσίας. Αντ’ αυτού προτιμούσαν την «Συντακτική Συνέλευση», που και θα μπορούσε ακόμη να καθυστερήσει αρκετά, και θα έδινε δικαίωμα αντιπροσώπευσης σε δυνάμεις – φαντάσματα του παρελθόντος, από τοπικές ενώσεις και δήμους που υπήρχαν ήδη από τον καιρό του Τσάρου. Αυτό εξαγρίωσε ακόμη και περιοχές όπου οι Μπολσεβίκοι είχαν μέχρι τότε πολύ μικρή δύναμη. Το Σοβιέτ του Κίεβου π.χ., πήρε στις 15 του Σεπτέμβρη μια απόφαση η οποία αναγνώριζε το μελλοντικό Συνέδριο σαν το «υπέρτατο όργανο εξουσίας». Στο Ιβάνοβο, όλα τα Σοβιέτ της επαρχίας κηρύχθηκαν ομόφωνα σε «κατάσταση ανοιχτής και αδυσώπητης πάλης με την Προσωρινή Κυβέρνηση». Οι αντιδράσεις ήταν τόσο έντονες που η κυβέρνηση υποχώρησε άτακτα.

Μέσα στον Σεπτέμβρη οι Μπολσεβίκοι κατέκτησαν την πλειοψηφία στα δυο κυριότερα Σοβιέτ, της Πετρούπολης και της Μόσχας. Η ώρα είχε σημάνει. Ο Λένιν, που τόσο τον Απρίλη όσο και τον Ιούλη προσπαθούσε να συγκρατήσει τις μάζες από άκαιρη δράση, τώρα σπρώχνει και πιέζει μ’ όλες του τις δυνάμεις. Ο κίνδυνος τώρα δεν είναι να πας πολύ γρήγορα, αλλά να αργοπορήσεις.

Το πρόβλημα σ’ αυτές τις περιπτώσεις τίθεται ως εξής: Αν το κόμμα που χαίρει της εκτίμησης και της υποστήριξης της επαναστατικής τάξης αρνηθεί να αναλάβει δράση την κατάλληλη στιγμή, η εμπιστοσύνη προς αυτό αρχίζει να υποχωρεί ή και χάνεται. Ο εργάτης, ο στρατιώτης που θέλει όσο τίποτε άλλο την ειρήνη σκέφτονται: «Οι Μπολσεβίκοι καλά τα ‘λεγαν μέχρι τώρα που ήταν μειοψηφία, αλλά τώρα που έχουν συγκεκριμένα καθήκοντα να φέρουν σε πέρας πάνε να μας τα γυρίσουν. Δεν διαφέρουν λοιπόν από τους άλλους…».

Έτσι οι μάζες είτε ξεσπούν σε μια ανοργάνωτη εξέγερση που δεν έχει πιθανότητες επιτυχίας, είτε αφήνουν να παρασυρθούν από τις υποσχέσεις κάποιου Κερένσκι. Και στις δυο περιπτώσεις το αποτέλεσμα είναι το ίδιο, η ευκαιρία χάνεται, η επαναστατική κατάσταση ξεθυμαίνει και οι δυνάμεις της αντίδρασης βρίσκουν την ευκαιρία να ξανασηκώσουν κεφάλι. Η ιστορία είναι γεμάτη με τέτοια παραδείγματα. Όλη η δουλειά και η εκπαίδευση των επαναστατικών οργανώσεων και κομμάτων μπορεί να αποκρυσταλλωθεί ακριβώς σ’ αυτή τη φράση: Να είναι έτοιμοι για δράση την κατάλληλη στιγμή.

Η απόφαση και η προετοιμασία της εξέγερσης δεν έγινε χωρίς σοβαρούς τριγμούς μέσα στο κόμμα των Μπολσεβίκων. Ειδικά μέσα στα ηγετικά κλιμάκια, αναπτύχθηκε μια έντονη αντιπολίτευση που αντιτασσόταν στην άμεση ανάληψη δράσης. Καθόλου τυχαία, μήνες πριν, το Μάη, ο Λένιν έδωσε την ακόλουθη απάντηση σε κάποιον φιλελεύθερο που παραπονιόταν πως οι μάζες πηγαίνουν ολοένα και πιο δεξιά:

«Η χώρα, πολίτη, σας βεβαιώνω, βρίσκεται χίλιες φορές πιο αριστερά από την κυβέρνηση και εκατό φορές πιο αριστερά από μας τους Μπολσεβίκους. Όποιος ζήσει θα δει».

Όλο τον Σεπτέμβρη, ο Λένιν, που εξακολουθούσε να κρύβεται, βομβαρδίζει την Κ. Επιτροπή με γράμματα και άρθρα, στα οποία βάζει με έντονο τρόπο το ζήτημα της εξέγερσης και του χρόνου που πιέζει. Σ’ αυτή του την προσπάθεια, στηρίζεται σε πολλά στελέχη που έχουν μια πολύ κοντινή σχέση με τα εργοστάσια και τους στρατώνες και που νιώθουν πιο έντονα την πίεση των μαζών. Ωστόσο η κατάσταση δεν είναι ίδια σ’ όλα τα επίπεδα του κόμματος. Λίγες μόνο μέρες πριν την εξέγερση, ο Ζηνόβιεφ (για πολλά χρόνια το νούμερο 2 στην ιεραρχία των Μπολσεβίκων) έλεγε τα εξής:

«Οι προοπτικές του Κόμματός μας στις εκλογές για την Συντακτική Συνέλευση είναι θαυμάσιες…με μια σωστή τακτική μπορούμε να κερδίσουμε το ένα τρίτο των εδρών, ίσως μάλιστα και περισσότερο…» (!)

Η αλήθεια που αποδείχτηκε βέβαια ήταν ότι η μόνη σωστή τακτική ήταν αυτή που για πρώτη φορά στην ιστορία θα έφερνε στην εξουσία το προλεταριάτο.

Το αποκορύφωμα αυτών των αντιδράσεων ήρθε όταν ο Ζηνόβιεφ και ο Κάμενεφ δημοσιοποίησαν, με γράμμα τους στην εφημερίδα του Μαξίμ Γκόρκι, την αντίθεσή τους στην απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής που κατάφερε τελικά να αποσπάσει ο Λένιν στις 10 του Οκτώβρη, αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα τα σχέδια στον εχθρό.

Η εξέγερση σαν τέχνη

«Αν σκοπεύουμε να χειριστούμε την εξέγερση με τον μαρξιστικό τρόπο, πρέπει χωρίς να χάσουμε στιγμή, να οργανώσουμε ένα επιτελείο για τα επαναστατικά αποσπάσματα… να τοποθετήσουμε σίγουρα συντάγματα στα πιο καίρια σημεία…να συλλάβουμε το Γενικό Επιτελείο και την κυβέρνηση… Πρέπει να κινητοποιήσουμε τους οπλισμένους εργάτες και να τους καλέσουμε στην τελική μάχη ζωής ή θανάτου, να καταλάβουμε αμέσως τους τηλεγραφικούς και τηλεφωνικούς σταθμούς ώστε να έχουμε επαφή μ’ όλα τα εργοστάσια, τα συντάγματα, μ’ όλα τα κέντρα της πάλης κλπ. Αυτές είναι βέβαια μονάχα υποδείξεις, που προσπαθούν να δείξουν το γεγονός ότι, στη δοσμένη στιγμή, είναι αδύνατο να παραμείνουμε πιστοί στο μαρξισμό, πιστοί στην επανάσταση, αν δεν αντιμετωπίσουμε την εξέγερση σαν τέχνη»
(Β. Ι. Λένιν, γράμμα προς την Κ.Ε., Άπαντα, τόμος 34, σελ. 246 )  

Οι εξελίξεις μέσα στον Οκτώβρη είναι πραγματικά ραγδαίες. Προσπαθώντας να ξαναζεστάνουν τον πατριωτισμό των μαζών με την απειλή του χαμού της Πετρούπολης, οι Μενσεβίκοι φέρανε στις 9 του μήνα στο Σοβιέτ μια πρόταση για την δημιουργία «Επαναστατικής Στρατιωτικής Επιτροπής», (Ε.Σ.Ε) που θα είχε σαν καθήκον της την υπεράσπιση της πρωτεύουσας με τη βοήθεια οπλισμένων εργατικών αποσπασμάτων. Αυτό ήταν πραγματικά «θείο δώρο» για τους Μπολσεβίκους, που βρήκαν έτσι την ευκαιρία που ζητούσαν να συνδέσουν άμεσα το Σοβιέτ της Πετρούπολης με την στρατιωτική δράση.

Η πρώτη δουλειά της Επιτροπής ήταν να αρνηθεί να υπακούσει στην εντολή της κυβέρνησης να αποσταλούν τα 2/3 της φρουράς της Πετρούπολης στο μέτωπο. Μια τέτοια μαζική ανυπακοή ήταν πραγματικά η πρώτη πράξη της εξέγερσης και μαζί η πρώτη νίκη. Ο Κερένσκι προτιμούσε να δει την Πετρούπολη στα χέρια των Γερμανών, προκειμένου να απαλλαγεί από τους στρατιώτες που ήταν άμεση απειλή για τον ίδιο και το καθεστώς του. Οι Μπολσεβίκοι στηριζόμενοι και στην φυσική απροθυμία των στρατιωτών να πολεμήσουν, εξασφάλισαν μια χωρίς προηγούμενο ομοψυχία στη φρουρά και την συνέδεσαν στενά με τους εργάτες της πόλης.

Αμέσως μετά, άρχισε ο εξοπλισμός και η εκπαίδευση των εργατών, όσο βέβαια αυτό ήταν δυνατό. Τα οπλοστάσια εξακολουθούν να βρίσκονται υπό τον έλεγχο του επιτελείου, μα τα πολεμικά εργοστάσια παραδίδουν ένα μεγάλο μέρος από την παραγωγή τους κατ’ ευθείαν στο Σοβιέτ.

Την νύχτα της 23 προς 24 του Οκτώβρη, μια μόλις μέρα πριν ανοίξει επίσημα το Συνέδριο των Σοβιέτ, η κυβέρνηση, μαζεύοντας όλο το θάρρος που της είχε απομείνει και κάτω από τις ισχυρές πιέσεις της αστικής τάξης και των ξένων πρεσβειών, αποφασίζει να αναλάβει δράση. Προχωράει σε δικαστική δίωξη της Ε.Σ.Ε, στο σφράγισμα του μπολσεβίκικου τυπογραφείου και στην κλήση «σίγουρων» μονάδων από το μέτωπο. Γρήγορα θα διαπιστώσει ότι το «σίγουρο» είναι μια πολύ σχετική έννοια.

Η τελική έφοδος

Οι διαταγές της κυβέρνησης μένουν ανεκτέλεστες. Το μπολσεβίκικο τυπογραφείο ξανανοίγει μέσα σε λίγες ώρες φρουρούμενο από δυνάμεις της Ε.Σ.Ε, που ήταν, υποτίθεται, κι αυτή παράνομη. Τα στρατεύματα που πλησιάζουν προς την πρωτεύουσα, μόλις μαθαίνουν το λόγο για τον οποίο καλέστηκαν, περνούν με το μέρος της επανάστασης.

winter-palace-revolution

Οι μάσκες δε χρειάζονται πια: Καθώς ανοίγουν οι εργασίες του 2ου Συνεδρίου των Σοβιέτ, ο Λ. Τρότσκι, πρόεδρος του Σοβιέτ της Πετρούπολης, πετάει στην άκρη και τις τελευταίες συμβατικότητες:

«Ναι, οι μάζες είναι μαζί μας και εμείς τις οδηγούμε στην έφοδο! Αν δεν κλονιστείτε» λέει στους αντιπροσώπους του Συνεδρίου «δεν θα έχουμε εμφύλιο πόλεμο, οι εχθροί θα συνθηκολογήσουν αμέσως και θα καταλάβετε τη θέση που σας ανήκει δικαιωματικά, τη θέση του αφέντη της ρωσικής γης».

Τις στιγμές που λέγονται αυτά τα λόγια, τα κυριότερα σημεία της πόλης πέφτουν στα χέρια των επαναστατών χωρίς να πέσει ούτε μια τουφεκιά: τηλεφωνεία, σιδηροδρομικοί σταθμοί, ακόμη κι αυτή η Κεντρική Τράπεζα, το ιερότερο από τα ιδρύματα του αστικού κράτους. Στην κατάληψη της Τράπεζας δινόταν και μια συμβολική έννοια: Τα στελέχη του κόμματος είχαν διαπαιδαγωγηθεί με την κριτική του Μαρξ για την Κομμούνα του Παρισιού, του 1871, που δεν είχε τολμήσει να βάλει χέρι στην Τράπεζα της Γαλλίας. Οι συνεπείς επαναστάτες μπορούν βέβαια να κάνουν κι αυτοί λάθη. Όχι όμως το ίδιο λάθος δύο φορές.

Το μόνο άξιο λόγου στρατιωτικό επεισόδιο είναι η κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων, όπου έχουν μαζευτεί τα τελευταία απομεινάρια της παλιάς Ρωσίας. Αλλά και αυτή καθυστέρησε ακριβώς γιατί οι εξεγερμένοι προσπαθούν να εξαντλήσουν κάθε περιθώριο υπομονής ώστε να αποφευχθούν περιττά θύματα. Πρέπει να πούμε ότι ο λόγος γι’ αυτό δεν είναι μόνο ανθρωπιστικός. Είναι καλό να στερήσεις από τον εχθρό την ευκαιρία να δημιουργήσει ήρωες. Τέλος, κι ενώ το Συνέδριο έχει ήδη ανοίξει, το φρούριο καταλαμβάνεται με αιφνιδιαστική έφοδο. Μέσα σ’ αυτό δεν βρίσκονται παρά λίγες εκατοντάδες Γιούνγκερς (Ευέλπιδες) κι ένα γυναικείο τάγμα. Από τα εκατομμύρια των στρατιωτών της Αυτοκρατορίας, μόνο αυτοί έμειναν «σίγουροι» για την κυβέρνηση!

Το συνέδριο της Σοβιετικής εξουσίας

Η επανάσταση στο σύνολό της, είναι για την κοινωνική εξέλιξη αυτό που η ένοπλη εξέγερση είναι για την ίδια την επανάσταση: το κρίσιμο σημείο όπου η συσσωρευμένη ποσότητα μετατρέπεται με άλμα σε μια καινούρια και ανώτερη ποιότητα.

Μόνο κάτω απ’ αυτό το πρίσμα μπορεί να εξηγηθεί το καταπληκτικό φαινόμενο μια εξέγερση, στην οποία συμμετείχαν εκατομμύρια άνθρωποι, να φέρει σε πέρας τα καθήκοντά της με λιγότερα θύματα από μια μικρή αψιμαχία του πολέμου που μαινόταν γύρω της, όπου χιλιάδες νεκροί συσσωρεύονταν για σκοπούς αφάνταστα μικρότερους και πιο ταπεινούς.

Το Συνέδριο άρχισε επίσημα στις 25 του Οκτώβρη, για να επικυρώσει και τυπικά αυτό που είναι ήδη πραγματικότητα στους δρόμους της Πετρούπολης: το πέρασμα όλης της εξουσίας στα Σοβιέτ των εργατών, των στρατιωτών και των αγροτών.

Για το Προεδρείο του Συνεδρίου προτείνονται από την μεριά των Μπολσεβίκων 14 ονόματα. Έξι από αυτούς αποτελούσαν ολόκληρο το επιτελείο των εσωκομματικών αντίπαλων της εξέγερσης, μεταξύ αυτών και οι Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ. Αυτό είναι χαρακτηριστικό για τα ήθη του Κόμματος εκείνη την εποχή. Πόσο τεράστια απόσταση τα χωρίζει από το σταλινικό έκτρωμα που θα ακολουθούσε!

Μετά από λίγο ανεβαίνει στο βήμα ο Λένιν, για να καταπιαστεί με το ζήτημα της ειρήνης. Στην εμφάνισή του ατελείωτα χειροκροτήματα κι επευφημίες. Όταν κόπασαν, ο Λένιν ξεκίνησε απλά:

«Και τώρα θα ασχοληθούμε με την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής τάξης».

Με λιτές φράσεις ανακοινώνει το πρόγραμμα που για μήνες περίμενε να ακούσει η χώρα: Άμεσες διαπραγματεύσεις με τους εμπόλεμους λαούς και τις κυβερνήσεις τους, αποκλεισμός κάθε μορφής προσαρτήσεων, κατάργηση της μυστικής διπλωματίας, δημοσίευση όλων των ως τότε μυστικών συμφωνιών.

«Τώρα έχουμε ανατρέψει την κυβέρνηση των τραπεζιτών. Αυτό μας δίνει το δικαίωμα να καλέσουμε τους άλλους λαούς να κάνουν το ίδιο. Έχουμε κάθε ελπίδα να νικήσουμε».

Η εγγύηση της νίκης είναι για τον Λένιν η μετατροπή της εθνικής επανάστασης σε διεθνή.

Ο Τζον Ριντ, Αμερικανός δημοσιογράφος και συγγραφέας του χρονικού της επανάστασης Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο, διηγείται:

«Απότομα, από μια γενική παρόρμηση, βρεθήκαμε όλοι όρθιοι πιάνοντας τους συναρπαστικούς τόνους της Διεθνούς. Ένας ψαρομάλλης στρατιώτης έκλαιγε σαν μικρό παιδί…Η ρωμαλέα αρμονία διαχέονταν μέσα στην αίθουσα, τρυπώντας τζάμια και πόρτες κι ανεβαίνοντας ψηλά στον ουρανό…»

 

 

 

Σημειώσεις:
[1] Ο Γκεόργκι Πλεχάνοβ (1857 – 1918) θεωρείται ο πατέρας του ρωσικού μαρξισμού. Έπαιξε σπουδαίο ρόλο στη δημιουργία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Ρωσίας που αργότερα διασπάστηκε σε Μπολσεβίκους και Μενσεβίκους.
[2] Ο Γκριγκόρι Γιεφίμοβιτς Ρασπούτιν ήταν ένας σιβηριανός παπάς που κατάφερε να προσκολληθεί στην θεοφοβούμενη τσαρίνα και να εξελιχθεί στο σημαντικότερο πρόσωπο της βασιλικής αυλής. Αν και παπάς, η κλίση του στο ποτό και τα όργια έμειναν παροιμιώδεις.
[3] Οι ημερομηνίες ακολουθούν το παλιό ημερολόγιο, 13 μέρες πίσω από το καινούριο.
[4] Οι αστυνομικοί εκείνης της εποχής ονομαζόταν από το λαό κοροϊδευτικά «Φαραώ», λόγω των στολών που φορούσαν.
[5] Η «Πράβδα» (Αλήθεια) ήταν η επίσημη εφημερίδα του κόμματος των Μπολσεβίκων
[6] Η άποψη πως η ήττα στον πόλεμο είναι στην πραγματικότητα ήττα της εθνικής αστικής τάξης, κάτι που μπορεί να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες για την επικράτηση της εργατικής επανάστασης.
[7] Η Κροστάνδη είναι νησί στην είσοδο του κόλπου της Πετρούπολης, όπου βρισκόταν η βάση του στόλου της Βαλτικής.
[8] Ρόζα Λούξεμπουργκ, «Η Ρωσική Επανάσταση», σελ. 46 εκδόσεις Κορόντζη.

Ακολουθήστε το «Ξ» στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία άρθρα μας.

Μπορείτε επίσης να βρείτε αναρτήσεις, φωτογραφίες, γραφικά, βίντεο και ηχητικά μας σε facebook, twitter, instagram, youtube, spotify.

Ενισχύστε οικονομικά το xekinima.org

διαβάστε επίσης:

7,275ΥποστηρικτέςΚάντε Like
987ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
1,118ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
435ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Επίκαιρες θεματικές

Πρόσφατα άρθρα