Συνέντευξη του Marco Veruggio, μέλους της μαρξιστικής συλλογικότητας «Contro Corrente» (Ενάντια στο Ρεύμα) στον σ. Ανδρέα Παγιάτσο.
• Έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που η ιταλική εργατική τάξη και τα ιταλικά κοινωνικά κινήματα βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή των ευρωπαϊκών και διεθνών αγώνων της εργατικής τάξης. Αυτό δεν ισχύει πλέον. Ποια είναι η γενική κατάσταση της εργατικής τάξης σήμερα και ποιοι είναι οι λόγοι αυτής της υποχώρησης;
Σε γενικές γραμμές, αντιμετωπίζουμε μια στασιμότητα της ταξικής πάλης εδώ και σχεδόν μια δεκαετία στην Ιταλία. Παρ’ όλα αυτά, τα τελευταία χρόνια έχουν σημειωθεί κάποιες ενδιαφέρουσες εξελίξεις σε συγκεκριμένα στρώματα εργαζομένων. Οι εργαζόμενοι στην εφοδιαστική αλυσίδα (logistics), σε μεγάλο βαθμό μετανάστες, άρχισαν να οργανώνονται και να αγωνίζονται για την υπεράσπιση των βασικών τους δικαιωμάτων στους χώρους εργασίας τους. Πριν από ένα χρόνο, το σύνολο του εργατικού δυναμικού της Amazon και των υπεργολάβων της (περίπου 40.000 εργαζόμενοι) κατέβηκε σε απεργία και πέτυχε αυξήσεις μισθών και αναγνώριση του συνδικάτου στις αποθήκες της εταιρείας. Οι ντελιβεράδες κατάφεραν να τους αναγνωριστούν κάποια νομικά και συνδικαλιστικά δικαιώματα, με κάποιες πρόσφατες δικαστικές αποφάσεις. Ακόμα, πραγματοποιήθηκαν κάποιες απεργίες για θέματα ασφάλειας σε εργοστάσια του βορρά κατά το ξέσπασμα της πανδημίας COVID-19.
Όσον αφορά στους λόγους που οδήγησαν σε αυτήν την υποχώρηση, δεν θα κάναμε λόγο για προδοσία των συνδικάτων. Θα λέγαμε μάλλον ότι όλα τα συνδικάτα –τόσο οι μεγάλες ομοσπονδίες όσο και οι μικρές οργανώσεις βάσης– πάσχουν από παντελή έλλειψη στρατηγικής. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και αντικειμενικοί λόγοι. Στις 7 Φεβρουαρίου, τα συνδικάτα κάλεσαν σε πανεθνική απεργία τους εκπαιδευτικούς και μόλις το 7% του εργατικού δυναμικού συμμετείχε σε αυτήν.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι πιο σημαντικοί αγώνες που ανέφερα λαμβάνουν χώρα στους νέους και πιο δυναμικούς κλάδους της ιταλικής οικονομίας και όχι στα παραδοσιακά στρώματα της εργατικής τάξης, όπως για παράδειγμα οι μεταλλεργάτες και οι δημόσιοι υπάλληλοι.
• Λίγο περισσότερο από ένα χρόνο πριν, τον Φεβρουάριο του 2021, ένας τραπεζίτης που δεν ανήκε σε κανένα από τα πολιτικά κόμματα της Ιταλίας, ο Μάριο Ντράγκι, έγινε πρωθυπουργός. Ποιες ήταν οι πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες που οδήγησαν σε μια τέτοια εξέλιξη;
Ήταν περισσότερο μια «συνωμοσία του παλατιού» παρά αποτέλεσμα της πίεσης από τα κάτω. Η Ιταλία θα λάβει το δεύτερο μεγαλύτερο ποσό από τα ταμεία της ΕΕ ως ενίσχυση για την πανδημία, σχεδόν 200 δισεκατομμύρια ευρώ. Η ευρωπαϊκή και η ιταλική άρχουσα τάξη αποφάσισαν ότι ένας μεγάλος συνασπισμός με επικεφαλής τον Ντράγκι ήταν ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστεί η καλύτερη δυνατή κατανομή αυτού του τεράστιου ποσού χρημάτων. Η καλύτερη από τη δική τους σκοπιά, φυσικά.
• Ποιες είναι οι πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές, που εφαρμόζει σήμερα ο Μάριο Ντράγκι;
Τα κονδύλια της ΕΕ θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια ευκαιρία για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, από καπιταλιστική άποψη. Αλλά μέχρι στιγμής δεν φαίνεται ότι θα ξεφύγουν από την πεπατημένη του «business as usual». Η μόνη αλλαγή είναι ότι, χάρη στην τόσο πλατιά υποστήριξη στο Κοινοβούλιο, ο Ντράγκι έχει επιτύχει σε κάποιο βαθμό εκεί που οι προηγούμενες ιταλικές κυβερνήσεις απέτυχαν στο παρελθόν: για παράδειγμα, εφάρμοσε την πλήρη απελευθέρωση των υπεργολαβιών στον δημόσιο τομέα και την ετήσια αύξηση των στρατιωτικών δαπανών κατά 15 δισεκατομμύρια ευρώ.
• Το κυρίαρχο πολιτικό ζήτημα σήμερα είναι φυσικά ο πόλεμος στην Ουκρανία. Προμηθεύει η ιταλική κυβέρνηση όπλα την Ουκρανία και ποια είναι η στάση των Ιταλών εργαζομένων και της νεολαίας απέναντι σε αυτό;
Η ιταλική κυβέρνηση προμηθεύει όπλα την Ουκρανία, αλλά δεν γνωρίζουμε τι είδους όπλα, καθώς πρόκειται για απόρρητες πληροφορίες. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η πλειοψηφία του ιταλικού λαού τάσσεται ενάντια στην αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και υπέρ μιας διπλωματικής λύσης αντί μιας στρατιωτικής κλιμάκωσης.
Αλλά όλα αυτά τα μέτρα έχουν εγκριθεί από σχεδόν το 100% των βουλευτών. Αυτό αντανακλά ένα τεράστιο πολιτικό κενό και μια μεγάλη ευκαιρία για την Αριστερά. Στους χώρους εργασίας, υπάρχει ένας αυξανόμενος φόβος για το μέλλον, όχι μόνο όσον αφορά τη στρατιωτική κλιμάκωση, αλλά και όσον αφορά τις επιπτώσεις του πολέμου και των οικονομικών κυρώσεων στις θέσεις εργασίας και τους μισθούς. Ο Πάπας Φραγκίσκος κατηγόρησε το ΝΑΤΟ και τη στρατηγική της ΕΕ ότι «γαβγίζουν τις πόρτες της Ρωσίας» και πρόσφατα ακόμη και μία από τις πιο εξέχουσες προσωπικότητες των ιταλικών επιχειρήσεων επισήμανε ότι η Ευρώπη και η Ιταλία θα πρέπει να ζητήσουν διπλωματική λύση και να χειραφετηθούν από την αμερικανική ηγεμονία.
Η άρχουσα τάξη μας έχει επίγνωση της αδυναμίας της και η αντίδρασή της ήταν να εξαπολύσει μια λυσσαλέα εκστρατεία εναντίον όλων όσων ασκούν κριτική, συμπεριλαμβανομένης της ANPI, της οργάνωσης που ιδρύθηκε από τους Ιταλούς αντάρτες που πολέμησαν κατά του ναζισμού και του φασισμού μετά το 1943, ο ηγέτης της οποίας κατηγορήθηκε όταν δήλωσε ότι «είναι λάθος να ταυτίζεται η ιταλική αντίσταση με την ουκρανική αντίσταση».
• Όλα αυτά σχετίζονται φυσικά με την κατάσταση της Αριστεράς στην Ιταλία. Πώς θα περιέγραφες τη γενική εικόνα της Αριστεράς και των συνδικάτων;
Τα κόμματα της Αριστεράς ουσιαστικά παραπαίουν. Δηλαδή για τους εργαζομένους και κυρίως τα πιο νέα στρώματα της εργατικής τάξης δεν έχουν καμία πρακτική χρησιμότητα.
Η CGIL, η μεγαλύτερη εργατική ομοσπονδία με τα 6 εκατομμύρια μέλη της, τάσσεται κατά της αποστολής όπλων και της αύξησης των στρατιωτικών δαπανών. Διοργάνωσε μερικές διαδηλώσεις αμέσως μετά την εισβολή στην Ουκρανία, συμπεριλαμβανομένης μιας στη Ρώμη με περίπου 20.000 άτομα, αλλά δεν τολμά να καλέσει σε γενική απεργία ενάντια στον πόλεμο γύρω από ένα κεντρικό αίτημα που θα μπορούσε να είναι: αύξηση των κοινωνικών και όχι των στρατιωτικών δαπανών. Σε αυτή τη φάση μια γενική απεργία θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό πλήγμα για τον Ντράγκι, με ορισμένα κόμματα της πλειοψηφίας του να δέχονται πιέσεις από τους ψηφοφόρους τους. Και θα μπορούσε να ενισχύσει σημαντικά το εργατικό κίνημα. Η προσέγγιση της ηγετικής ομάδας της CGIL αντανακλά ένα από τα παραδοσιακά χαρακτηριστικά της παλιάς κουλτούρας του ΚΚ: όταν η χώρα απειλείται, η Αριστερά πρέπει να δείξει «υπεύθυνη» στάση. Υπεύθυνη, απέναντι σε ποιον; Σίγουρα όχι απέναντι στους εργαζόμενους. Θα λέγαμε ότι η CGIL φοβάται να πετύχει νίκες.
• Ποιος ήταν ο αντίκτυπος του πολέμου στις οργανώσεις και τα κόμματα της Αριστεράς;
Ο πόλεμος βαθαίνει τις κρίσεις ακόμα και των δυνάμεων της Αριστεράς. Οι μικρές επαναστατικές ομάδες δεν αποτελούν εξαίρεση. Οι ομάδες που έχουν ένα σταλινικό υπόβαθρο περιορίζουν την προπαγάνδα τους στην καταδίκη των πολιτικών του ΝΑΤΟ και στην ανάδειξη της παρουσίας ακροδεξιών δυνάμεων μέσα στις ουκρανικές γραμμές. Από την άλλη πλευρά, οι περισσότερες οργανώσεις και άτομα με ακροαριστερή ή και μαρξιστική παράδοση αρνούνται να πάρουν διεθνιστική στάση και κατά συνέπεια υποστηρίζουν την ουκρανική αντίσταση. Συμπεριφέρονται σαν ο Ζελένσκι να ήταν ο ηγέτης της προοδευτικής αστικής τάξης μιας μικρής χώρας που μάχεται ενάντια σε μια ιμπεριαλιστική δύναμη και η σύγκρουση να μην ήταν ένας πόλεμος δι’ αντιπροσώπων μεταξύ του αμερικανικού ιμπεριαλισμού και των ανανεωμένων μεγαλορωσικών φιλοδοξιών του Πούτιν.
Αλλά ο Ζελένσκι δεν είναι ένας νέος Μπεν Μπέλα (ηγέτης της Αλγερίας στις αρχές του ’60). Από τον Οκτώβριο, η Ομοσπονδία Ουκρανικών Συνδικάτων αγωνίζεται ενάντια σε μια εργασιακή μεταρρύθμιση που θα ακύρωνε τις εθνικές (συλλογικές) συμβάσεις εργασίας για το 75% των εργαζομένων. Ακόμη και η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO) επέκρινε το σχέδιο αυτό (το οποίο εγκρίθηκε από την ουκρανική κυβέρνηση τον Μάρτιο, εκμεταλλευόμενη την ευκαιρία του πολέμου). Επιπλέον, βασίζουν την προσέγγισή τους σε μια πολύ αφηρημένη ιδέα της αυτοδιάθεσης. Για τον Μαρξ η αυτοδιάθεση δεν ήταν ζήτημα αρχής, αλλά απλώς ένα εργαλείο που άνοιγε το δρόμο για την ταξική πάλη.
• Τι βλέπετε για την επόμενη περίοδο, σε σχέση με τις διεργασίες στην Αριστερά, στα συνδικάτα και όσον αφορά τον αγώνα και τα κοινωνικά κινήματα;
Θα είναι κάτι σαν «περιπλάνηση στην έρημο» για αρκετά χρόνια. Όχι ότι δεν θα υπάρχει όμως και πεδίο παρέμβασης. Το φθινόπωρο είναι πιθανό ότι οι επιπτώσεις του πολέμου και η κρίση της παγκόσμιας εφοδιαστικής αλυσίδας που επηρεάζει άμεσα τις συνθήκες ζωής, θα έχουν κάποιες συνέπειες όσον αφορά τους (πιθανώς) περιορισμένους και αμυντικούς αγώνες των εργαζομένων και της νεολαίας. Το μέλλον της Αριστεράς εξαρτάται από την ικανότητά της να παίξει ρόλο σε αυτούς τους αγώνες.