Του Κώστα Λαπαβίτσα. Αναδημοσίευση από το costaslapavitsas.blogspot.gr
Τα νέα στοιχεία της Ελ.Στατ. για το εποχικά διορθωμένο τριμηνιαίο ΑΕΠ, τα οποία ενσωματώνουν τη μεθοδολογία που χρησιμοποιείται ευρύτερα στην ΕΕ, έδειξαν ότι η ύφεση επιτέλους τελειώνει. Βρήκε ευκαιρία η παντελώς αποτυχημένη κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου να πανηγυρίσει την «επιστροφή στην ανάπτυξη». Οι διακηρύξεις της κυβέρνησης έχουν φυσικά χάσει κάθε αξιοπιστία, όπως κατέδειξε και η τελευταία φάρσα με το νομοσχέδιο για τις οφειλές στο Δημόσιο. Το που βρίσκεται η ελληνική οικονομία τη στιγμή αυτή όμως έχει μεγάλη σημασία, ακριβώς γιατί η συγκυβέρνηση πνέει τα λοίσθια.
Τι δείχνουν τα στοιχεία της Ελ.Στατ. για κατάσταση της οικονομίας καθώς οδεύουμε προς την επόμενη κυβέρνηση που μάλλον θα είναι του ΣΥΡΙΖΑ;
Ο Πίνακας 1 απεικονίζει την πορεία του εποχικά διορθωμένου ΑΕΠ μετά το 2005 (έτος βάσης το 2010) και υποθέτοντας ότι η ανάπτυξη για το 2014 θα είναι τελικά 1%. Φαίνεται καθαρά η εποχή της αμεριμνησίας και της φθηνής πίστωσης το 2005-7, η υποχώρηση το 2008-9 και η καταστροφική συρρίκνωση το 2010-13, καθώς τα Μνημόνια συνέτριψαν την οικονομική δραστηριότητα. Το 2007 το ελληνικό ΑΕΠ ήταν 251δις, ενώ το 2013 έπεσε στα 185δις, ένα πλήγμα χωρίς προηγούμενο που αντιπροσωπεύει τεράστια σπατάλη παραγωγικών πόρων. Το 2014 ήταν έτος σταθεροποίησης, όπου η οικονομία ουσιαστικά βρέθηκε στο «νεκρό».
Πίνακας 1 Ελληνικό ΑΕΠ, εποχικά διορθωμένα στοιχεία, εκ. ευρώ
Πηγή: Ελ.Στατ.
Ο Πίνακας 2 είναι ακόμη πιο κατατοπιστικός διότι απεικονίζει την ποσοστιαία αλλαγή του τριμηνιαίου ΑΕΠ σε ετήσια βάση και χρησιμοποιώντας στοιχεία που δεν είναι εποχικά διορθωμένα. Απεικονίζει, δηλαδή, ακριβώς το ποσοστό αύξησης του ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο του 2014 που έκανε την κυβέρνηση να πανηγυρίσει γιατί ήταν 1,7%.
Πίνακας 2 Ποσοστιαία μεταβολή τριμηνιαίου ΑΕΠ ως προς το τρίμηνο του προηγούμενου έτους, μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία
Πηγή: Ελ.Στατ.
Είναι εμφανής η κατάρρευση του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας ήδη από το 2007, που μετατράπηκε σε ύφεση το 2008-9. Προς γνώσιν όμως όσων τονίζουν τον «εξαετή χαρακτήρα της κρίσης» θέλοντας να υποδηλώσουν ότι δεν φταίνε τα Μνημόνια για την καταστροφή, αλλά φταίει είτε η «κακοδαιμονία» της Ελλάδας, είτε ο «καπιταλισμός» γενικά και αόριστα, τα στοιχεία δείχνουν ότι στις αρχές του 2010 η ελληνική οικονομία φαινόταν να περνάει σε ανάκαμψη. Η καταβαράθρωση που ακολούθησε οφείλεται σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν στα Μνημόνια. Εν ολίγοις, το μνημονιακό στρατόπεδο σταθεροποίησε τα δημοσιονομικά, απέφυγε τη στάση πληρωμών στο δημόσιο χρέος και κράτησε τη χώρα μέσα στην ΟΝΕ, με τίμημα την τεράστια ανεργία και την καταστροφή του παραγωγικού ιστού.
Οι δύο πίνακες δείχνουν ότι η ύφεση τελειώνει, όπως εξάλλου ανακοίνωσε και η Γιούροστατ, η οποία μάλιστα διαπίστωσε 1,4% μεγέθυνση του τριμηνιαίου ΑΕΠ για το τρίτο τρίμηνο του 2014, χρησιμοποιώντας εποχικά διορθωμένα στοιχεία. Το ποσοστό είναι υψηλότερο του 1,2% της Γερμανίας, πράγμα όχι ιδιαίτερα δύσκολο καθώς η γερμανική οικονομία είναι κάθε άλλο παρά υγιής. Είναι όμως αρκετά χαμηλότερο αυτού της Ρουμανίας, της Πολωνίας, της Σλοβακίας, ακόμη και της Βουλγαρίας. Η ιδέα, δηλαδή, ότι η Ελλάδα αποτελεί «φωτεινή εξαίρεση» στην Ευρώπη είναι τουλάχιστον φαιδρή.
Ο θετικός ρυθμός ανάπτυξης το 2014 – ο οποίος είναι απολύτως καλοδεχούμενος – οφείλεται κυρίως στη σημαντική άνοδο του τουρισμού το καλοκαίρι. Παράλληλα σταμάτησε να πέφτει η κατανάλωση, ενώ ίσως να σταθεροποιούνται και οι επενδύσεις. Τέλος, οι υφεσιακές πιέσεις από τις δημοσιονομικές περικοπές είναι πολύ μικρότερες.
Δεν διαφαίνεται όμως δυναμισμός στην οικονομία. Αντίθετα η Ελλάδα δείχνει απολύτως εξουθενωμένη με τις εγχώριες πηγές της ζήτησης απλώς να σταθεροποιούνται. Το πλέον ανησυχητικό στοιχείο είναι το εξωτερικό εμπόριο, όπου διογκώνονται τα ελλείμματα διότι οι εξαγωγές λιμνάζουν, ή συρρικνώνονται, ενώ αυξάνονται ξανά οι εισαγωγές. Εν ολίγοις, καθώς επανέρχονται οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης, ο βαριά τραυματισμένος παραγωγικός ιστός δε μπορεί να ανταγωνιστεί διεθνώς. Πιθανώς συμβάλλει αρνητικά και η τόνωση του τουρισμού, ο οποίος έχει υψηλά ποσοστά εισαγωγών. Τα περί «στροφής στην εξωστρέφεια» μέσα από τα Μνημόνια αποδεικνύονται ευχολόγια και πολιτικαντισμοί.
Τι σημαίνει αυτό για μια πιθανή κυβέρνηση της Αριστεράς με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ; Είναι καταρχήν θετικό ότι δεν θα κληρονομήσει μια οικονομία σε προϊούσα συρρίκνωση, όπως θα γινόταν το 2012, πράγμα που θα δημιουργούσε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Δεν θα υπάρχουν επίσης τα τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα. Θα πρόκειται όμως για μια οικονομία χωρίς «ατμομηχανή της ανάπτυξης», με θηριώδη ανεργία, γιγαντιαίο χρέος και ροπή προς τη διόγκωση των εισαγωγών. Εξίσου αρνητικό είναι ότι πιθανόν να υπάρχει εδραιωμένος αποπληθωρισμός, με επίμονη πτώση των τιμών, πράγμα που θα δρα ανασταλτικά στη ζήτηση, ενώ θα επιδεινώνει και το χρέος.
Το πρώτο βήμα θα πρέπει επομένως να είναι η άμεση διευθέτηση του χρέους ώστε να ανοίξει πραγματικός χώρος για επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που να μπορεί να δράσει ως «ατμομηχανή» της οικονομίας. Παράλληλα θα πρέπει να γίνει εκκαθάριση του τραπεζικού τομέα σε δημόσια βάση ώστε να ξεκινήσει η παροχή πιστώσεων στον ιδιωτικό τομέα, ιδίως στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα θα χρειαστούν εκτεταμένες παρεμβάσεις για τη μείωση της ανεργίας, την ανακούφιση των πληγέντων από την καταστροφική ύφεση και την επαναφορά του κατώτατου μισθού, έτσι ώστε να τονωθεί και η κατανάλωση. Το τελευταίο πράγμα που θα πρέπει να φοβηθεί μια νέα κυβέρνηση στις συνθήκες αυτές είναι ο κίνδυνος του πληθωρισμού.
Η αδυναμία των εξαγωγών και η ροπή προς τις εισαγωγές δείχνει, τέλος, ότι θα χρειαστεί ταχεία παρέμβαση στη δομή της οικονομίας ώστε να υπάρξει παραγωγική ανασυγκρότηση και να αποφευχθεί η πορεία προς νέα κρίση. Οι πραγματικές «μεταρρυθμίσεις» που χρειάζεται η χώρα, οι οποίες θα τονώσουν την παραγωγικότητα, θα αυξήσουν τα εισοδήματα και θα αλλάξουν την κοινωνική ισορροπία υπέρ των πολλών και κατά του κεφαλαίου, είναι καθήκον μιας κυβέρνησης της Αριστεράς. Είναι απολύτως απαραίτητο να πετύχει.