Με αφορμή τις πρόσφατες εξελίξεις στην Πορτογαλία, το «Ξ» μίλησε με τον Εδουάρδο Βελόζα, μέλος της αριστερής οργάνωσης «Semear O Futuro». Ο Εδουάρδο αναφέρεται στην κυβερνητική κρίση που οδήγησε στις ερχόμενες εκλογές της 30ης Γενάρη, την άνοδο του ακροδεξιού κόμματος «Τσέγκα» και τη στάση του Κομμουνιστικού Κόμματος και του Μπλόκου της Αριστεράς.
Δείτε στη συνέχεια το βίντεο με τη συνέντευξη που πήρε ο σ. Νίκος Αναστασιάδης, ενώ παρακάτω μπορείτε να διαβάσετε και το κείμενο με τα βασικά σημεία της.
- Είμαστε εδώ με τον Εδουάρδο Βελόζα, μέλος του «Semear O Futuro» που είναι μια επαναστατική αριστερή οργάνωση στην Πορτογαλία, για να συζητήσουμε για την κυβερνητική κρίση στην Πορτογαλία. Η κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος που σχηματίστηκε το 2015, υποστηρίχθηκε από τα αριστερά κόμματα, το Κομμουνιστικό Κόμμα και το Μπλόκο της Αριστεράς- το οποίο είναι μια συμμαχία αριστερών δυνάμεων. Αυτός ο κυβερνητικός συνασπισμός κατέρρευσε και έχουν προκηρυχθεί εκλογές για τις 30 Ιανουαρίου. Οπότε, Εδουάρδο, μπορείς να μας πεις λίγα περισσότερα για το τι χαρακτηρίζει την πολιτική κρίση που αντιμετωπίζετε αυτήν τη στιγμή στην Πορτογαλία;
Πρώτα απ’ όλα, ευχαριστώ πολύ για τη φιλοξενία. Είναι μεγάλη μου χαρά που βρίσκομαι μαζί σας σήμερα για να μιλήσουμε για τις εξελίξεις.
Ο κυβερνητικός σχηματισμός που είχαμε από το 2015, διαλύθηκε στα τέλη του περασμένου έτους. Ήταν μια κεντροαριστερή κυβέρνηση που είχε έναν συγκεκριμένο σκοπό, ο οποίος δεν εκπληρώθηκε ποτέ. Ακόμη και για την Ευρώπη, ένας τέτοιος κυβερνητικός συνασπισμός δεν είναι συνηθισμένος. Αλλά ήταν ιδιαίτερος, γιατί προέκυψε μετά από μια δεξιά κυβέρνηση που εφάρμοσε όλες τις πολιτικές λιτότητας, από την περίοδο της κρίσης χρέους μέχρι το 2012-2013. Στη συνέχεια, στο τέλος αυτής της περιόδου λιτότητας, στις εκλογές, η δεξιά συμμαχία τελικά κέρδισε τις εκλογές, είχαν τις περισσότερες ψήφους.
Αλλά στον σχηματισμό του κοινοβουλίου που εξελέγη, το Σοσιαλιστικό Κόμμα με το Κομμουνιστικό Κόμμα και το Μπλόκο της Αριστεράς είχαν την πλειοψηφία. Έτσι αποφάσισαν να σχηματίσουν κυβέρνηση με κεντρικό στόχο να απαλλαγούμε από την κυβέρνηση της δεξιάς και να φτιάξουν μια κυβέρνηση που θα σταματούσε τη λιτότητα. Οπότε, έκαναν μια συμφωνία ειδικά για δύο χρόνια που περιείχε μια σειρά μέτρα όπως την αύξηση των μισθών, περικοπή ορισμένων μέτρων λιτότητας από αυτά που ίσχυαν εκείνη την εποχή.
Τώρα η κατάσταση είναι αρκετά διαφορετική από το 2015. Με την κρίση και την πανδημία και τις συνέπειές τους, το Σοσιαλιστικό Κόμμα και ιδιαίτερα η άρχουσα τάξη και η οικονομική και πολιτική ελίτ της χώρας, μπλόκαραν κάθε είδους μέτρο που κινούνταν προς τα αριστερά. Έτσι, σταμάτησε κάθε είδους διαπραγμάτευση και παραχώρηση που υπήρχε προς τα αριστερά – όχι ότι ήταν πολλές, αλλά υπήρχαν κάποιες.
Οπότε η Αριστερά, το Κομμουνιστικό Κόμμα και το Μπλόκο της Αριστεράς, οδηγήθηκαν σε μια κατάσταση που δεν μπορούσαν να συνεχίσουν να ψηφίζουν τους προϋπολογισμούς του Σοσιαλιστικού Κόμματος και της κυβέρνησης. Η κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος δεν ήθελε πλέον να κάνει καμία παραχώρηση προς τα αριστερά, γι’ αυτό διαλύθηκε ο συνασπισμός.
- Οπότε, η κρίση προκλήθηκε επειδή τα αριστερά κόμματα, το «Μπλόκο» και το ΚΚ δεν ήθελαν να υπερψηφίσουν τον προϋπολογισμό, σωστά;
Ναι, το Σοσιαλιστικό Κόμμα και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης προσπαθούν να περάσουν την εντύπωση ότι ο προϋπολογισμός δεν εγκρίθηκε επειδή το Μπλόκο της Αριστεράς και το Κομμουνιστικό Κόμμα είναι πολύ ριζοσπαστικά και διεκδικούσαν τα πάντα… κάτι το οποίο δεν ισχύει.
Αυτό που συνέβη ήταν ότι το Μπλόκο της Αριστεράς είχε εννέα σημεία-προτάσεις για όλον τον προϋπολογισμό και το Σοσιαλιστικό Κόμμα δεν αποδέχτηκε ούτε ένα. Να πούμε πως υπερψήφιζαν και ενέκριναν εδώ και χρόνια προϋπολογισμούς που αποπλήρωναν όλες τις δόσεις του χρέους, που περιλάμβαναν ιδιωτικοποιήσεις, τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς του ΝΑΤΟ κλπ. Και το Σοσιαλιστικό Κόμμα όλα αυτά τα χρόνια πάντα σιγά-σιγά μετατοπιζόταν προς τα δεξιά ή τουλάχιστον έκανε πολύ λιγότερες παραχωρήσεις από ότι τα πρώτα χρόνια.
Στην πράξη, τα δύο τελευταία χρόνια το Σοσιαλιστικό Κόμμα ψηφίζει την πλειοψηφία των νόμων και των μέτρων μαζί με το δεξιό κόμμα. Δηλαδή όλες τις κεντρικές πολιτικές, όπως για παράδειγμα την εργατική νομοθεσία κλπ, τις ψήφισαν με τη δεξιά. Αλλά τους προϋπολογισμούς τους ψήφιζαν με την Αριστερά.
Έτσι φτάσαμε σε μια κατάσταση όπου η Αριστερά ήταν σαν όμηρος. Έλεγαν «πρέπει να ψηφίσετε για τον προϋπολογισμό της κυβέρνησης, αλλιώς θα είστε υπεύθυνοι για την πολιτική κρίση, για την επιστροφή της δεξιάς» κλπ. Και στην ουσία, αυτή είναι μια πιθανότητα τώρα, μιας νέας δεξιάς κυβέρνησης – δεν είναι το πιο πιθανό με βάση τις δημοσκοπήσεις, όμως είναι μια πιθανότητα.
Η σοσιαλιστική κυβέρνηση σήμερα μιλάει περισσότερο για έναν συνασπισμό ή μια νέα κυβέρνηση με την υποστήριξη κάποιων άλλων κομμάτων, συμπεριλαμβανομένου του δεξιού κόμματος (του λεγόμενου «σοσιαλδημοκρατικού» κόμματος το οποίο είναι το παραδοσιακό δεξιό κόμμα εδώ) και όχι από τα κόμματα της Αριστεράς.
- Μπορείς να μας πεις λίγα περισσότερα για τα πεπραγμένα της κυβέρνησης; Δηλαδή, σχηματίστηκε κυβέρνηση έχοντας ένα κάποιο «αριστερό» πρόγραμμα ή προσωπείο. Ποιες ήταν οι πραγματικές πολιτικές που εφάρμοσαν στον τομέα της οικονομίας, γενικά, για τα δικαιώματα των εργαζομένων, καθώς επίσης και για την καταπολέμηση της πανδημίας;
Μέχρι και σήμερα εξακολουθεί να παρουσιάζεται στην Πορτογαλία ως η πιο αριστερή κυβέρνηση, ή ως η κυβέρνηση που τείνει περισσότερο προς τα αριστερά, που υπήρξε ποτέ στη χώρα. Πρόκειται μια κυβέρνηση που μέχρι και σήμερα είναι αντιμέτωπη με πολλές κρίσεις, αλλά και αρκετή υποστήριξη, ειδικά από το ευρύτερο αριστερό κομμάτι του πληθυσμού και της εργατικής τάξης. Αλλά σε σύγκριση με την προηγούμενη, θεωρήθηκε από τον κόσμο μια «καλή» κυβέρνηση.
Αυτό γιατί η προηγούμενη κυβέρνηση ήταν καταστροφική με τα μέτρα λιτότητας που πήρε. Ήμασταν σε μια περίοδο που διεθνώς είχαμε την εκλογή του Τραμπ, το Brexit, τον Μπολσονάρου και ούτω καθεξής. Οπότε, η πορτογαλική κυβέρνηση την εποχή εκείνη στα μάτια του λαού φαινόταν σαν μια σχεδόν ριζοσπαστική αριστερή κυβέρνηση.
Στην πραγματικότητα, στην αρχή έκαναν σημαντικές παραχωρήσεις. Όπως για παράδειγμα την αύξηση του κατώτατου μισθού σχεδόν κατά 30% μέσα σε αυτά τα έξι χρόνια, που είναι κάτι σημαντικό. Παραμένει βέβαια ένας χαμηλός μισθός αλλά η αύξηση ήταν αξιοσημείωτη. Ανέστειλαν κάποιες από τις ιδιωτικοποιήσεις που ήταν προγραμματισμένες να γίνουν, όπως στις μεταφορές, το μετρό εδώ στη Λισαβόνα, για ορισμένες από τις εταιρείες μεταφορών που επρόκειτο να ιδιωτικοποιηθούν δεν προχώρησαν τα σχέδια αυτά κλπ. Ξαναέδωσαν μερικά δικαιώματα σε σχέση με τις διακοπές και κάποια επιδόματα που είχαν κοπεί στο παρελθόν.
Ωστόσο, δεν αγγίξαν κανένα δομικό στοιχείο της οικονομίας, όπως τους βασικούς νόμους λιτότητας, οι οποίοι διατηρήθηκαν και ειδικά τον εργασιακό νόμο και την εργατική νομοθεσία που είναι πραγματικά ενάντια στους εργαζόμενους. Η πλειοψηφία και κυρίως οι μεγαλύτερες πρώην κρατικές εταιρείες που ιδιωτικοποιήθηκαν, παρέμειναν έτσι, το χρέος συνεχίστηκε να αποπληρώνεται, όλα αυτά τα δομικά στοιχεία της οικονομίας παρέμειναν όπως ήταν.
Υπήρξε μια περίοδος μεγαλύτερης οικονομικής σταθερότητας, από άποψη καπιταλιστικής οικονομίας. Η κρίση χρέους αμβλύνθηκε με την πολιτική της κεντρικής τράπεζας για το χρέος. Ο τουρισμός και ορισμένοι άλλοι τομείς που έχουν αναπτυχθεί, έπαιξαν ρόλο στο να αυξηθούν τα κέρδη και πάλι. Οπότε, ήταν μια περίοδος με αύξηση των θέσεων εργασίας, με σταθερότητα, αλλά είχε την κατάληξη που βιώσαμε. Η φάση αυτή τελείωσε με την πανδημία.
Τώρα η άρχουσα τάξη θέλει να προχωρήσει με τα πλάνα που έχει. Χρειάζονται μια πιο σταθερή κυβέρνηση που δεν πρέπει να συνδιαλέγεται με την Αριστερά.
Σε σχέση με την πανδημία και πάλι συγκρίνοντας με άλλες χώρες, δεν ήταν τόσο άσχημα τα πράγματα, αλλά υπήρξαν και προβλήματα. Συνεχώς άλλαζαν τα δεδομένα, άνοιγε και έκλεινε η οικονομία. Η κυβέρνηση όπως και σε όλα τα υπόλοιπα θέματα, ήταν στο ενδιάμεσο μιας κατάστασης: από τη μία υπήρχε πίεση για να σωθούν οι ζωές των ανθρώπων, από την άλλη, να παραμείνουν οι επιχειρήσεις σε λειτουργία. Ιδίως το σύστημα υγείας καταρρέει οπότε αυτό είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Ακόμα «επιπλέει», δεν έχει βυθιστεί, αλλά αρχίζει να καταρρέει και η κυβέρνηση δεν θέλει να το αλλάξει αυτό.
- Ένα άλλο φαινόμενο που έχει εμφανιστεί και σε άλλες χώρες είναι η άνοδος της Ακροδεξιάς και συγκεκριμένα του ακροδεξιού κόμματος «Τσεγκά». Μπορείς να μας πεις γιατί πιστεύεις ότι συνέβη αυτό και ποια είναι η κατάσταση με αυτήν την ακροδεξιά ομάδα;
Αυτό νομίζω ότι είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει η Αριστερά σήμερα, διεθνώς. Επειδή είναι στρατηγικό ζήτημα, ζωής ή θανάτου. Ακόμα και αν δεν ήταν πολύ ισχυρή η ακροδεξιά, θα έπρεπε να αποτελεί βασικό ζήτημα για εμάς.
Από την Πορτογαλική Επανάσταση, την 25η Απριλίου του 1974, ο φασισμός δέχτηκε μια πολύ μεγάλη ήττα εδώ στην Πορτογαλία, κάτι που έβαλε την ακροδεξιά ή το φασιστικό κίνημα στο περιθώριο, μέχρι τις δεκαετίες του ’90-’00. Όταν στην Ελλάδα και στη Γαλλία και σε ορισμένες άλλες χώρες υπήρχαν ήδη σημαντικά δεξιά ή φασιστικά κόμματα, εδώ δεν υπήρχαν. Αλλά αυτό άλλαξε.
Από το 2017 ειδικά, όταν άρχισε να εμφανίζεται αυτή η νέα οργάνωση. Προήλθε από ένα από τα παραδοσιακά κόμματα της δεξιάς, έχοντας στο επίκεντρο τον Αντρέ Βεντούρα, ο οποίος ήταν ένας ποδοσφαιρικός παρουσιαστής στην τηλεόραση αλλά και πολιτικός επίσης. Το 2019 εκλέχθηκε εδώ στη Λισαβόνα, και στις τελευταίες προεδρικές εκλογές, σχεδόν πριν από έναν χρόνο, πήρε σχεδόν 12% των ψήφων- περίπου μισό εκατομμύριο ψήφους. Και τώρα παίρνουν 8% στις δημοσκοπήσεις. Έτσι θα έχουν αρκετούς βουλευτές στο κοινοβούλιο, οπότε είναι ένα τεράστιο πρόβλημα.
Νομίζω ότι πρόκειται για συνδυασμό δύο πραγμάτων: την υποβάθμιση της θέσης της Πορτογαλίας στον κόσμο, ακόμη και από μια καπιταλιστική ιμπεριαλιστική άποψη, τα τελευταία χρόνια- τις τελευταίες δεκαετίες το πορτογαλικό ιμπεριαλιστικό κύρος μειώθηκε πολύ. Ακόμα, υπάρχει μια νοσταλγία με την αποικιοκρατία και με την πάλαι ποτέ πορτογαλική αυτοκρατορία. Συνεπώς ο ρατσισμός και η αποικιοκρατία είναι ισχυρά στοιχεία, τα οποία ήταν σαν να βρίσκονταν σε ύπνωση για ένα κομμάτι της κοινωνίας και τώρα κατάφεραν να βρουν έκφραση στο κόμμα «Τσέγκα» (που σημαίνει «Αρκετά»).
Δυστυχώς αυτό συνέβη ακόμα και με κάποια «βοήθεια» από κάποια τμήματα της Αριστεράς. Η πλειοψηφία της Αριστεράς προσπάθησε να τους αγνοήσει με τη λογική του «αν τους αγνοούμε θα… εξαφανιστούν». Κάτι τέτοιο βέβαια δεν συνέβη, αντίθετα αναπτύχθηκαν. Αυτό το λάθος συνέβη και σε πολλές άλλες χώρες. Τώρα που έχουν καθιερωθεί είναι πραγματικά δύσκολο να πούμε ότι δεν μπορούν να είναι νόμιμοι, ότι δεν θα έπρεπε να παίρνουν μέρος σε συζητήσεις. Όπως για παράδειγμα στα ντιμπέιτ για τις εκλογές που συνέβησαν την περασμένη εβδομάδα. Εκεί ήταν το επίκεντρο όλων των συζητήσεων, ακόμη και σε αυτές που δεν ήταν εκεί πολλές φορές η ατζέντα τους καθόριζε τις συζητήσεις. Έτσι κατάφεραν να γίνουν το επίκεντρο της συζήτησης, ακόμα και αν είναι πραγματικά μια μειοψηφία.
Είναι μια μικρή μειοψηφία του πληθυσμού, αλλά τους επιτρέπεται να παρεμβαίνουν και να δρουν οργανωμένα και αυτό αποτελεί τεράστιο πρόβλημα. Οπότε χρειάζεται ενιαίο μέτωπο εναντίον τους και όλες οι οργανώσεις θα πρέπει να συνεργαστούν και να δώσουν από κοινού τον αγώνα. Όχι μόνο για τις εκλογές, αλλά και στους δρόμους, στα σχολεία, στους χώρους εργασίας κλπ, να υπάρξουν καμπάνιες και να ένα σχέδιο για να παλέψουμε αυτούς που απειλούν την ύπαρξή μας – κάτι που αποτελεί βασικό στόχο του φασισμού, εδώ και στον υπόλοιπο κόσμο ασφαλώς.
- Αυτό προφανώς συνδέεται με την κατάσταση της Αριστεράς, οπότε ας πάμε σε αυτό το θέμα. Πως θα χαρακτήριζες την πολιτική των Αριστερών κομμάτων τα τελευταία χρόνια και τι πιστεύεις ότι πρέπει να κάνουν τώρα; Πώς νομίζεις ότι πρέπει να αξιοποιήσουν αυτήν την πολιτική κρίση, προκειμένου να βγάλουν στο προσκήνιο το πρόγραμμα της Αριστεράς;
Νομίζω ότι η Αριστερά γενικά διεθνώς βρίσκεται σε μια υπαρξιακή κρίση… Σκέφτεται πως μπορεί να προχωρήσει, κάνοντας έναν απολογισμό των τελευταίων δεκαετιών κλπ. Έτσι, νομίζω ότι κι εδώ δεν είναι διαφορετική η κατάσταση.
Θα αναφερθώ στα δύο κύρια κόμματα της Αριστεράς, το Μπλόκο της Αριστεράς και το Κομμουνιστικό Κόμμα. Τα τελευταία έξι χρόνια είχαμε αυτό που ονομάστηκε «Geringonça», έτσι αποκαλούνταν η κυβέρνηση και είναι δύσκολο να μεταφραστεί το νόημα. Με αυτήν την κυβερνητική λύση, ακόμη και αν υπήρξε κάποια πρόοδος και κάποια θετικά μέτρα για την εργατική τάξη, η αλήθεια είναι ότι η εργατική τάξη τώρα έχει μείνει χωρίς στρατηγική. Η συμφωνία που στην αρχή φαίνονταν καλή για να αποφευχθεί η συνέχιση μιας νέας δεξιάς κυβέρνησης, κατέληξε να είναι ζήτημα στρατηγικής.
Η Αριστερά, ακόμα και χωρίς να το καταλάβει, έπαψε να έχει μια ανεξάρτητη στρατηγική. Έτσι, κατέληξαν να εφαρμόζουν το πρόγραμμα του Σοσιαλιστικού Κόμματος σε μια λίγο πιο βελτιωμένη εκδοχή του.
Έτσι νομίζω ότι αυτό που χρειάζεται τώρα είναι ένα ενιαίο μέτωπο. Το Μπλόκο της Αριστεράς και το Κομμουνιστικό Κόμμα σχεδόν δεν μιλούν μεταξύ τους. Αυτό νομίζω ότι είναι ένα από τα πράγματα που χρειάζεται να αλλάξει. Γιατί πρέπει να επιστρέψουμε στους δρόμους ή τουλάχιστον να γίνει προσπάθεια να αναπτυχθούν περισσότερο οι οργανώσεις των εργαζομένων, που δεν είναι καλή κατάσταση αυτήν την περίοδο. Υπάρχουν πολλά πράγματα που χρειάζεται να γίνουν. Όπως η μάχη για τους μισθούς, το στεγαστικό ζήτημα, υπάρχουν ένα σωρό προβλήματα στην κοινωνία με τα οποία πρέπει να ασχοληθούμε. Και αυτό μπορεί να συμβεί με την ενότητα της Αριστεράς ενάντια στη Δεξιά και την άρχουσα τάξη.
Νομίζω ότι σήμερα, στις ερχόμενες εκλογές πρέπει να ψηφίσει ο κόσμος. Και να συμμετέχει στην καμπάνια του Μπλόκου της Αριστεράς, που το κεντρικό στίγμα της πολιτικής του είναι ενάντια στα δεξιά κόμματα και να αποφύγουν μια νέα κυβέρνηση της δεξιάς, αλλά παράλληλα να παρέχει μια εναλλακτική, μια αριστερή εναλλακτική λύση στην κυβέρνηση του Σοσιαλιστικού Κόμματος.
Παράλληλα, να παλέψει για μια πολιτική που υπερασπίζεται το σύστημα δημόσιας υγείας, τις κοινωνικές υπηρεσίες, τους μισθούς, την εργατική τάξη, το κλίμα. Σήμερα πρέπει να ψηφίσουμε και να συμμετέχουμε στην εκστρατεία μαζί με το Μπλόκο της Αριστεράς, αλλά πρέπει να έχουμε μια στρατηγική πιο μακροπρόθεσμη για να ενώσει την Αριστερά, ιδίως τις μικρότερες επαναστατικές οργανώσεις. Πρέπει να μιλήσουν μεταξύ τους, να ακούσει ο ένας τον άλλον, να κάνουμε περισσότερα πράγματα μαζί, επειδή νομίζω ότι τα επόμενα χρόνια θα είναι πολύ πλούσια σε γεγονότα, οπότε έχουμε πολλά πράγματα να κάνουμε. Νομίζω ότι θα είμαστε μαζί σ’ αυτή τη μάχη.
Για άλλη μια φορά ευχαριστώ πολύ. Η Ελλάδα ήταν σημείο αναφοράς για εμάς κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους και των μέτρων λιτότητας, οπότε νομίζω ότι συνεχίζουμε μαζί σε αυτόν τον αγώνα για να γίνει η ζωή μας καλύτερη.
- Εδουάρδο, σε ευχαριστούμε πολύ για αυτή τη συνέντευξη. Ήταν πολύ ενδιαφέρον που ακούσαμε όλες αυτές τις πληροφορίες. Ελπίζουμε να έχετε μια καλή προεκλογική εκστρατεία και αποτελέσματα. Θα επικοινωνήσουμε και πάλι για να μας ενημερώσετε για το αποτέλεσμα.
Ευχαριστώ πολύ που με φιλοξενήσατε!