Τις τελευταίες μέρες πολλές περιοχές της Νότιας Αφρικής θυμίζουν εμπόλεμη ζώνη. Οργισμένα πλήθη συγκρούονται με την αστυνομία, πυρπολούν καταστήματα, ενώ οι δυνάμεις καταστολής απαντάνε με ακραία βία, έχοντας προχωρήσει σε πάνω από δύο χιλιάδες συλλήψεις (μέχρι τις 15/7) και κάνοντας χρήση πλαστικών σφαιρών.
Οι επαρχίες Κουαζούλου-Νατάλ, Ανατολικό Ακρωτήρι, Γκαουτένγκ (όπου βρίσκονται η Πρετόρια και το Γιοχάνεσμπουργκ) και άλλες περιοχές, είναι το τελευταίο διάστημα σε μόνιμη αναταραχή, με τον εξαγριωμένο κόσμο να βρίσκεται καθημερινά στους δρόμους.
Σε πολλές περιπτώσεις άνθρωποι που βρίσκονται στα όρια της επιβίωσης, μπαίνουν στα πολυκαταστήματα και παίρνουν είδη πρώτης ανάγκης, ενώ σαν αποτέλεσμα των καθημερινών συγκρούσεων πάνω από εκατό άνθρωποι έχουν σκοτωθεί.
Πλέον, δίπλα στην αστυνομία που δυσκολεύεται να ελέγξει την κατάσταση, βρίσκονται και ισχυρές δυνάμεις του στρατού (πάνω από 20.000 στρατιώτες) ενώ οι οικονομικές επιπτώσεις των καταστροφών υπολογίζονται σε πάνω από μισό δισ. δολάρια.
Πείνα, πανδημία, φυλετικός διαχωρισμός
Αφορμή για τις κινητοποιήσεις ήταν η φυλάκιση του πρώην προέδρου Τζέικομπ Ζούμα (Jacob Zuma) ο οποίος καταδικάστηκε επειδή αρνήθηκε να παρουσιαστεί και να καταθέσει σε δικαστήριο για κατηγορίες διαφθοράς που εκκρεμούν εναντίον του.
Παρότι για κάποια τμήματα του πληθυσμού ο Ζούμα παραμένει συμπαθής (κυρίως επειδή στο παρελθόν συμμετείχε στον αγώνα ενάντια στο απαρτχάιντ ως μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος και του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου) οι βασικοί λόγοι που οδήγησαν στην εκρηκτική κατάσταση στη Ν. Αφρική έχουν να κάνουν με τη δύσκολη καθημερινότητα των φτωχών στρωμάτων του πληθυσμού.
Τους τελευταίους μήνες η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος έχει αυξηθεί ως και 17,8%, το κόστος των βασικών ειδών πρώτης ανάγκης έχει αυξηθεί κατά 7,1%, ενώ την ίδια ώρα η ανεργία έχει σπάσει κάθε ρεκόρ αγγίζοντας το 43,2% του πληθυσμού, καθώς κατά τη διάρκεια της πανδημίας 1,5 εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν τις δουλειές τους.
Ταυτόχρονα, η Νότια Αφρική βρίσκεται σε μια από τις τελευταίες θέσεις στον κόσμο ως προς τον εμβολιασμό του πληθυσμού, με μόλις το 2,3% των Νοτιοαφρικανών να έχουν εμβολιαστεί, ενώ το τρίτο κύμα της πανδημίας βρίσκεται σε εξέλιξη. Μέχρι σήμερα πάνω από 65.000 άνθρωποι έχουν πεθάνει από covid19, ενώ τα κρούσματα έχουν ξεπεράσει τα 2,25 εκατομμύρια.
Παράλληλα σήμερα, τρεις δεκαετίες μετά την πτώση του μισητού καθεστώτος του απαρτχάιντ, οι μεγάλες πόλεις της χώρας παραμένουν φυλετικά διαχωρισμένες, με τους πλούσιους λευκούς να μένουν στα προάστια σε πολυτελείς επαύλεις και τους φτωχούς μαύρους να συνωστίζονται στις φτωχογειτονιές, να παλεύουν καθημερινά με την ανεργία και την εγκληματικότητα. Δεν προκαλεί επομένως μεγάλη έκπληξη το γεγονός ότι η οργή των εργαζομένων, των φτωχών και των ανέργων ξέσπασε με τόσο εκρηκτικό τρόπο.
Μια χώρα με ισχυρές παραδόσεις αντιστάσεων…
Δεν είναι βέβαια η πρώτη κοινωνική έκρηξη στη Νότια Αφρική, ούτε και θα ήταν κάτι τέτοιο δυνατό, δεδομένου ότι πρόκειται για μια χώρα ακραίων ανισοτήτων, φτώχειας και ρατσιστικών περιορισμών.
Ο πιο σημαντικός αγώνας των προηγούμενων δεκαετιών, ήταν αναμφισβήτητα αυτός που οδήγησε στην ανατροπή του απαρτχάιντ το 1991. Το καθεστώς του απαρτχάιντ που εφαρμόστηκε από το Εθνικό Κόμμα από το 1948 έως το 1990 οδήγησε στον φυλετικό διαχωρισμό των Νοτιοαφρικάνων, αποκλείοντας τους μαύρους πολίτες. Αυτό έγινε σχεδόν σε όλα τα επίπεδα: απ’ τις περιοχές που κατοικούσαν, την απαγόρευση μεικτών γάμων, ξεχωριστές κοινωνικές υπηρεσίες, καταστήματα κλπ, μέχρι και απαγόρευση της απεργίας και της «αντίστασης» για τους μαύρους, όπως και απαγόρευση συμμετοχής στις εκλογές και στέρηση του δικαιώματος ψήφου. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες αναπτύχθηκαν μια σειρά αγώνες και κινήματα αντίστασης, τα οποία οδήγησαν στην πτώση του καθεστώτος.
Κατά την εξέγερση του Σοβέτο τον Ιούνη του 1976, ο μαύρος πληθυσμός και κυρίως η νεολαία και οι φοιτητές της περιοχής αυτής βγήκαν στο δρόμο διεκδικώντας αναγνώριση της γλώσσας και του πολιτισμού τους, αλλά και στοιχειώδη δικαιώματα που τους στερούσε το ρατσιστικό καθεστώς. Η εξέγερση άφησε πίσω της εκατοντάδες νεκρούς, αλλά παραμένει από τότε ένας από τους σημαντικότερους σταθμούς στην ιστορία του αγώνα ενάντια στο απαρτχάιντ.
Αρκετά χρόνια μετά, το νοτιοαφρικανικό εργατικό κίνημα μπήκε στη μάχη της διεκδίκησης ανθρώπινων συνθηκών δουλειάς σε έναν από τους σκληρότερους κλάδους στη χώρα. Το πρώτο μισό της δεκαετίας του 2010, οι εργαζόμενοι στα ορυχεία πλατίνας και χρυσού έδωσαν σκληρές μάχες με συνεχείς απεργίες και σε κάποιες περιπτώσεις πέτυχαν σημαντικές νίκες. Όλα αυτά, χωρίς καμία ουσιαστική στήριξη από το Εθνικό Αφρικανικό Κογκρέσο, το οποίο παρά τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε στην ανατροπή του απαρτχάιντ, είναι εδώ και δεκαετίες πλήρως ενσωματωμένο στο σύστημα και υπηρετεί ξεκάθαρα τα συμφέροντα των εργοδοτών.
Το 2015, το φοιτητικό κίνημα βγήκε στους δρόμους διεκδικώντας την κατάργηση των διδάκτρων στα πανεπιστήμια σε ένα από τα σημαντικότερα κινήματα της πρόσφατης ιστορίας της χώρας.
Η σημερινή κατάσταση έχει βέβαια σημαντικές διαφορές με τα παραπάνω κινήματα, καθώς πρόκειται για μια αυθόρμητη έκρηξη εναντίον της φτώχειας και των ανισοτήτων, χωρίς συγκεκριμένα αιτήματα και στόχους και με κεντρικό στοιχείο την ανεξέλεγκτη οργή που εκτονώνεται σε καταστροφές και λεηλασίες. Αυτού του είδους τα ξεσπάσματα δεν κατάφεραν ποτέ να βελτιώσουν πραγματικά τις συνθήκες ζωής της πλειοψηφίας της κοινωνίας, ούτε να οδηγήσουν σε σημαντικές ανατροπές στο πολιτικό σκηνικό.
Είναι όμως ενδεικτικές της οργής και της απελπισίας στην οποία έχουν οδηγηθεί πλατιά στρώματα της κοινωνίας μετά από δεκαετίες ακραίας εκμετάλλευσης και καταπίεσης. Το στοίχημα στη Νότια Αφρική, όπως και σε κάθε χώρα του κόσμου, είναι να μετατραπεί αυτή η οργή σε οργανωμένη πάλη με σχέδιο και στόχο την αντικατάσταση της εξουσίας της διεφθαρμένης πολιτικής και οικονομικής ελίτ από την ίδια την κοινωνία, τους εργαζόμενους, τη νεολαία, τους φτωχούς και τους καταπιεσμένους.
…σε μια ήπειρο που βράζει
Συνολικά, η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού της Αφρικής ζει σε συνθήκες ακραίας φτώχειας. Ο φυσικός πλούτος της ηπείρου βρίσκεται στα χέρια των μεγάλων πολυεθνικών του πλανήτη, το περιβάλλον της καταστρέφεται, ο πληθυσμός της αντιμετωπίζεται σαν φτηνά εργατικά χέρια στις πόλεις, ή εγκαταλείπεται στην τύχη του στις αγροτικές περιοχές. Μόνη απάντηση στην ακραία εκμετάλλευση είναι οι συντονισμένοι αγώνες των εργαζομένων και των φτωχών της ηπείρου ενάντια στους απογόνους των αποικιοκρατών, το ντόπιο και ξένο κεφάλαιο, που εξακολουθούν να την εκμεταλλεύονται.