Του Ραφαήλ Πράσινου, φοιτητή στο τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας
Σε πλήρη εφαρμογή τίθενται οι διατάξεις του πολυνομοσχεδίου για την Παιδεία, που ψηφίστηκε το καλοκαίρι του 2020, όσον αφορά στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μετά την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και τις αλλαγές στη διαδικασία των μετεγγραφών, σειρά έχει η ίδρυση ξενόγλωσσων τμημάτων στους κόλπους των πανεπιστημίων, με… το αζημίωτο φυσικά!
Η αρχή έγινε στις αρχές του 2020 με την απόφαση του ΕΚΠΑ να προσφέρει 4ετές αγγλόφωνο προπτυχιακό πρόγραμμα σε αλλοδαπούς φοιτητές με 6.000 ευρώ ετησίως, το οποίο ανέλαβε με προθυμία το Υπουργείο Παιδείας να προβάλει στο εξωτερικό ενώ δεν είχε ψηφιστεί ακόμη το νομοσχέδιο. Ένα χρόνο μετά και η Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ ανακοίνωσε ότι επεξεργάζεται σχετικό πρόγραμμα για το 2022 ενώ το καλοκαίρι που μας πέρασε και το ΑΠΘ ανακοίνωσε τη δημιουργία ξενόγλωσσου τμήματος ιατρικής στον πρώτο κύκλο σπουδών, όπου οι αιτούντες έχουν ήδη υπερκαλύψει τις θέσεις.
Συνεργασίες με ξένα Ιδρύματα
Μέχρι στιγμής τα ΑΕΙ συνεργάζονταν με τα ξένα πανεπιστήμια κυρίως στον τομέα της έρευνας αλλά και σε ορισμένες μεταπτυχιακές εργασίες, στα πιο αναγνωρισμένα ιδρύματα. Το νομοσχέδιο που ψηφίστηκε παρέχει πλέον τη δυνατότητα στα πανεπιστήμια να αναπτύξουν κοινά προγράμματα στον πρώτο και δεύτερο κύκλο σπουδών.
Πρόσφατα υπογράφτηκε μνημόνιο συνεργασίας του ΕΚΠΑ με το Χάρβαρντ με στόχο τη δημιουργία μεταπτυχιακού προγράμματος στις Μεταναστευτικές και Προσφυγικές Σπουδές που θα λειτουργήσει για φέτος ως θερινό σχολείο, ενώ το ΕΜΠ συμφώνησε σε κοινό προπτυχιακό πρόγραμμα με το Κολούμπια.
Εκ πρώτης όψεως η πρωτοβουλία αυτή φαίνεται να είναι θετική, καθώς οι φοιτητές που θα επιλέξουν να τα παρακολουθήσουν θα αποφοιτήσουν έχοντας στα χέρια τους ένα «ισχυρό» πτυχίο που παρέχεται από πανεπιστήμια που βρίσκονται στη κορυφαία 100αδα στη παγκόσμια κατάταξη.
Ωστόσο, τα προγράμματα αυτά δεν είναι καθόλου απίθανο να έχουν δίδακτρα, όπως συμβαίνει και με παραρτήματα άλλων ξένων ιδρυμάτων.
Με άλλα λόγια αυτό να αποτελεί ακόμα ένα «πάτημα» για περαιτέρω λειτουργία των δημοσίων ΑΕΙ με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια. Πράγμα που θα σημαίνει πως μόνο τα παιδιά της ελίτ που έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώσουν δίδακτρα θα μπορούν να τα παρακολουθούν…
Εξωστρέφεια και διεθνοποίηση… με όρους αγοράς
Προκειμένου να υποστηρίξουν τις θέσεις τους τόσο οι πρυτάνεις όσο και η κυβέρνηση προσπαθούν να ωραιοποιήσουν το όλο εγχείρημα παρουσιάζοντας το ως μια προσπάθεια διεθνοποίησης της εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Προπαγανδίζουν ότι με την εξωστρέφεια θα αναβαθμιστεί η θέση των πανεπιστημίων στην παγκόσμια κατάταξη την ίδια στιγμή που αδιαφορούν πλήρως για τις ανεπαρκείς εγκαταστάσεις, υποδομές, εξοπλισμό, διδακτικό και λοιπό προσωπικό κτλ. Όλα αυτά δηλαδή που επιτρέπουν την πραγματοποίηση ποιοτικών σπουδών και συνθέτουν τη συνολική εικόνα του ιδρύματος για την κατάταξή του.
Όπως καταγγέλλει ο Σύλλογος των μελών ΔΕΠ της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, τα «ξενόγλωσσα τμήματα αποτελούν κεντρική προτεραιότητα του Υπουργείου». Παράλληλα κάνουν λόγο για κίνδυνο ιδιωτικοποίησης εκ των έσω καθώς στόχος είναι η σταδιακή αλλαγή του χαρακτήρα του πανεπιστημίου από κρατικά χρηματοδοτούμενο σε αυτοχρηματοδοτούμενο, οδηγώντας το κατευθείαν στην αγκαλιά των ιδιωτικών επιχειρήσεων, μετατρέποντας έτσι την εκπαίδευση από αγαθό σε εμπόρευμα.
Το μοτίβο είναι γνωστό και από το εξωτερικό (ΗΠΑ, Βρετανία κλπ): σταδιακή ίδρυση ξενόγλωσσων τμημάτων με πρόσβαση και δίδακτρα αποκλειστικά για τους φοιτητές από το εξωτερικό πλάι σε κάθε ελληνόφωνο τμήμα, στη συνέχεια δυνατότητα εγγραφής και Ελλήνων φοιτητών και τέλος συγχώνευση των δυο αντίστοιχων τμημάτων με λίγα «συμβολικά» δίδακτρα που πολύ σύντομα θα αυξηθούν κατακόρυφα.
Έτσι θα αποκλείονται σε μεγάλο βαθμό τα χαμηλόμισθα κοινωνικά στρώματα κάνοντας την εκπαίδευση ακόμα περισσότερο ταξική και προσιτή μόνο για όσους μπορούν να πληρώσουν (καταργώντας ανάμεσα σε άλλα και το άρθρο 16 του Συντάγματος περί δημόσιας και δωρεάν παιδείας, καθολικά προσβάσιμης).
Υπάρχουν τελικά λεφτά;
Η δημιουργία ενός επιπλέον προγράμματος όμως απαιτεί νέες προσλήψεις καθηγητών, περαιτέρω τεχνολογικό εξοπλισμό για όσα έχουν ανάλογο περιεχόμενο και σε κάποιες περιπτώσεις ακόμη και επιπλέον εγκαταστάσεις, εφόσον θα έρθουν και νέοι φοιτητές. Γεννιέται λοιπόν το ερώτημα, πού θα βρεθούν όλοι αυτοί οι οικονομικοί πόροι αφού το ποσοστό του κρατικού προϋπολογισμού για τη παιδεία μειώνεται συνεχώς;
Με κάθε αφορμή οι ανακοινώσεις φοιτητικών και διδακτικών συλλόγων αναφέρονται μεταξύ άλλων και στις τραγικές ελλείψεις που έχουν τα πανεπιστήμια ζητώντας πάντα αύξηση της χρηματοδότησής τους.
Η εμπειρία ωστόσο έχει δείξει ότι όταν πρόκειται για τα κέρδη των ιδιωτών, πάντα εμφανίζονται «λεφτόδεντρα» για να τους στηρίξουν. Αντίθετα, όταν πρόκειται για κοινωνικές ανάγκες, τότε «δεν υπάρχουν λεφτά»…
***
Η κυβέρνηση των «αρίστων» δε πρόκειται ποτέ να ενισχύσει το δημόσιο σύστημα εκπαίδευσης. Το καπιταλιστικό σύστημα που υπηρετεί βασίζεται στις ανισότητες και εν προκειμένω στη δημιουργία εργαζομένων πολλών «ταχυτήτων», κάτι που θα έχει αντιστοιχία και στο μισθό που θα παίρνουν. Είναι σημαντικό οι φοιτητικοί σύλλογοι να ενημερώσουν το σύνολο των φοιτητών για το παραπάνω θέμα καθώς και για τον νέο νόμο-πλαίσιο που θα κατατεθεί και θα συμπληρώνει τα ξενόγλωσσα προγράμματα, ώστε να προετοιμάσουν τις αντιστάσεις τους.