Συνέντευξη με τον Βαγγέλη Στογιάννη
Η προοπτική της καύσης εκατοντάδων χιλιάδων τόνων σκουπιδιών με τη μορφή RDF από την ΑΓΕΤ έχει δικαιολογημένα προκαλέσει τεράστια ανησυχία στους κατοίκους του Βόλου και της ευρύτερης περιοχής. Για το θέμα της καύσης RDF και τις επιπτώσεις από αυτή μιλήσαμε με το σύντροφο Βαγγέλη Στογιάννη. Ο Βαγγέλης Στογιάννης είναι γεωπόνος και μέλος της «Πρωτοβουλίας Συνεννόησης για τη Διαχείριση των Απορριμμάτων» (ΠΡΩΣΥΝΑΤ). Στο παρελθόν έχει επισκεφτεί την περιοχή μας στα πλαίσια εκδηλώσεων για την παρουσίαση της ολοκληρωμένης πρότασης για τη διαχείριση των απορριμμάτων την οποία υιοθετεί και προτείνει και το Ξεκίνημα.
Βαγγέλη, τι είδους ρύποι εκλύονται από την καύση RDF; Ποιες είναι οι επιπτώσεις στην υγεία και το περιβάλλον;
Από την καύση του RDF κυρίως απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα, διοξίνες και φουράνια, καθώς και εξαιρετικά επικίνδυνα μικροσωματίδια ρύπων, ενώ οι τέφρες που προκύπτουν είναι εξαιρετικά επιβαρυμένες κυρίως με επικίνδυνα βαρέα μέταλλα (μόλυβδος, ψευδάργυρος, χρώμιο κλπ.).
Εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι κατά κανόνα δευτερογενή καύσιμα (RDF-SRF) που προέρχονται από ελληνικά ή ιταλικά αστικά σύμμικτα απορρίμματα (ΑΣΑ) κατά κανόνα, είναι χιλιάδες φορές πιο επικίνδυνα σε ότι αφορά τις υπολειμματικότητες τοξικών ουσιών από αντίστοιχα με προέλευση άλλες χώρες της Ευρώπης.
Ο λόγος είναι ότι τόσο στην Ελλάδα όσο και στη γειτονική μας Ιταλία γίνεται εκτεταμένη παράτυπη αποκομιδή βιομηχανικών και βιοτεχνικών αποβλήτων τα οποία χρεώνονται στους παραγωγούς τους με τέλη αποκομιδής αστικών σκουπιδιών από «πρόθυμους» δημάρχους οι οποίοι έτσι διευκολύνουν τους παραγωγούς της περιοχής τους προκειμένου οι τελευταίοι να αποφύγουν το υψηλό κόστος που συνεπάγεται η ασφαλής διάθεση τέτοιων αποβλήτων και το οποίο φτάνει τα 1.000 ευρώ τον τόνο.
Χαρακτηριστικά και προκειμένου να αντιληφθούμε το μέγεθος του προβλήματος στη χώρα μας αρκεί να αναφέρουμε πως από τις περίπου 700.000 τόνους ετήσια παραγωγή τέτοιων αποβλήτων της Ελλάδας πρωτόκολλα ασφαλούς διάθεσης και καταστροφής υπάρχουν για λιγότερους από 100.000 τόνους το χρόνο.
Τα υπόλοιπα αποκομίζονται προφανώς παράνομα, σαν αστικά σκουπίδια και ανακατεύονται με τα ΑΣΑ τα οποία έτσι μετατρέπονται από ΑΣΑ σε μεικτά επιμολυσμένα με ειδικά τοξικά απόβλητα, για τα οποία η επιστήμη και η τεχνολογία σήμερα δεν είναι σε θέση να μας δώσουν ασφαλή μέθοδο διαχείρισης.
Οι επιπτώσεις από τους ρύπους που απελευθερώνονται από την εκτεταμένη καύση αυτού του μείγματος για την υγεία και το περιβάλλον είναι τραγικές καθώς απελευθερώνονται ανεξέλεγκτα τοξικές, καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες ουσίες που επιδρούν στην γονιμότητα καταστρέφοντας κυριολεκτικά τη δημόσια υγεία.
Ταυτόχρονα οι ρύποι αυτοί εισχωρούν στο έδαφος και στα υπόγεια νερά δηλητηριάζοντας το χώμα, τους υδροφορείς και τα αγροτικά προϊόντα με τα οποία τρεφόμαστε.
Η εκτεταμένη καύση τέτοιου RDF το οποίο εκτός από τα αφυδατωμένα ΑΣΑ είναι και επιμολυσμένο με μέταλλα, φυτοφάρμακα, ορμονικούς αναστολείς, φορμόλες, διαλύτες, υγειονομικά απόβλητα, ορυκτέλαια κλπ. μπορούμε επιγραμματικά να πούμε ότι συνιστά έναν υγειονομικό και περιβαλλοντικό εφιάλτη.
Οι υπέρμαχοι της καύσης λένε ότι σε υψηλές θερμοκρασίες και με την χρήση φίλτρων υπάρχει η δυνατότητα να μην εκλύονται επικίνδυνοι ρύποι ή να συγκρατούνται από τα φίλτρα. Ποια είναι η γνώμη σου, μπορεί να υπάρξει ασφαλής καύσης RDF από την ΑΓΕΤ;
Απαντώντας στην ερώτηση επίτρεψέ μου να ξαναθυμίσω τις απαντήσεις που είχαμε δώσει ακριβώς στο ίδιο ερώτημα λίγα χρόνια πριν, αντικρούοντας τα ίδια και απαράλαχτα επιχειρήματα που πρόβαλλαν οι υποστηρικτές της καύσης για ηλεκτροπαραγωγή εισαγόμενου SRF από την ENGAL στο Βελεστίνο, αντίκρουση που οδήγησε στο να ξεσηκωθεί τότε η επιστημονική κοινότητα της Μαγνησίας και το Τεχνικό Επιμελητήριο οδηγώντας στο πάγωμα εκείνης της επένδυσης, με την επισήμανση ότι τώρα μιλάμε ξανά για καύση τεράστιων ποσοτήτων δευτερογενούς καυσίμου (RDF-SRF) για την οποία ισχύουν ακριβώς τα ίδια που λέγαμε και τότε.
Οι υπέρμαχοι της καύσης λοιπόν μας λένε και πάλι ότι πρόκειται για καύση σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες από τις οποίες δεν εκλύονται υποτίθεται διοξίνες και φουράνια λέγοντάς μας ξανά την ίδια μισή αλήθεια ή αν προτιμάτε το ίδιο ολόκληρο ψέμα.
Βλέπετε οι διοξίνες και τα φουράνια δεν εκλύονται σε υψηλές θερμοκρασίες, ωστόσο εκλύονται τμηματικά στην αρχή στο τέλος ή κατά τις για οποιονδήποτε λόγο διακοπές της καύσης (βλάβη, συντήρηση κλπ.) καθώς και από υλικά που καίγονται στα άκρα της εστίας του καυστήρα.
Όπως είχαμε πει τότε το σκάνδαλο με τις διοξίνες στα τρόφιμα όλης της Ευρώπης κάποια χρόνια πριν, προέκυψε από την επιμόλυνση των ζωοτροφών με ποσότητα διοξινών ας πούμε ίσης με λίγες κουταλιές της σούπας, ενώ τώρα μιλάμε για καύση που θα απελευθερώνει στην ατμόσφαιρα της Μαγνησίας κάτι σαν μερικούς κουβάδες διοξίνες και φουράνια το χρόνο.
Και τότε όπως και τώρα οι υπέρμαχοι της καύσης μιλούσαν για αποτελεσματικά φίλτρα αποκονίωσης των μικροσωματιδίων και πρέπει να ξαναπούμε ότι για τα μικρότερης διατομής και πιο επικίνδυνα μικροσωματίδια που προκύπτουν μέσα στα απαέρια της καύσης, δεν υπάρχουν σήμερα φίλτρα ικανά να τα συγκρατήσουν.
Τέλος, οι υπέρμαχοι της καύσης θα πρέπει να μας πουν τι θα γίνει με τις τέφρες που θα προκύψουν από την καύση του RDF οι οποίες θα είναι τίγκα στα βαρέα μέταλλα και μάλιστα βαρέα μέταλλα που μετά την καύση θα εναποτεθούν με υψηλότατες συγκεντρώσεις στις τέφρες σε στοιχειακή μορφή μία μορφή εξαιρετικά κινητική και επικίνδυνη. Θα εναποτεθούν κάπου αυτές οι τέφρες και με ποιες προδιαγραφές ασφαλείας; Τελικά το μέλλον της Μαγνησίας είναι η τοξική εναπόθεση;
Οι υπέρμαχοι της καύσης ισχυρίζονται επίσης ότι σε χώρες της Ευρώπης (Αυστρία, Δανία, Σουηδία) γίνεται ενεργειακή αξιοποίηση των απορριμμάτων με ασφάλεια. Τι συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις;
Και εδώ οι υπέρμαχοι της καύσης δεν λένε την αλήθεια ή μάλλον μας παρουσιάζουν μια αλήθεια που τους συμφέρει.
Ξεχνάνε να μας πούνε ότι στην Αυστρία σε καύση για παραγωγή ηλεκτρικής και θερμικής ενέργειας, πηγαίνει ένα πολύ μικρό ποσοστό (υπόλειμα) των απορριμμάτων που δεν μπορεί να ανακυκλωθεί ή να κομποστοποιηθεί και μάλιστα υπόλειμμα απορριμμάτων που δεν έχουν επιμολυνθεί από άλλα απόβλητα.
Ξεχνάνε επίσης να μας πούνε ότι στη Δανία και τη Σουηδία, χώρες όπου επίσης δεν υπάρχουν επιμολυσμένα απόβλητα, λόγω των προβλημάτων που δημιούργησε η καύση στο παρελθόν αναπτύχθηκαν η διαλογή στην πηγή, η ανακύκλωση και η κομποστοποίηση του οργανικού κλάσματος των σκουπιδιών τους και ο μόνος λόγος που τα προβληματικά τους εργοστάσια καύσης λειτουργούν ακόμα είναι οι εγγυήσεις ποσοτήτων που υπέγραψαν στο παρελθόν οι φορείς διαχείρισης εκεί και οι υψηλές οικονομικές ρήτρες που τους υποχρεώνουν να εισάγουν σύμμεικτα απορρίμματα από άλλες χώρες για καύση.
Είναι η καύση η λύση για τη διαχείριση των απορριμμάτων; Ποια είναι επιγραμματικά η πρόταση για την ολοκληρωμένη διαχείριση των απορριμμάτων;
Η καύση μόνο λύση δεν είναι για τη διαχείριση των απορριμμάτων καθώς είναι μέθοδος αντιοικονομική, αντικοινωνική και περιβαλλοντικά καταστροφική η οποία απαιτεί επενδύσεις εντάσεως κεφαλαίου (που δεν δημιουργούν θέσεις εργασίας) καταστρέφει πολύτιμους πόρους και συνεπάγεται τεράστια κόστη διαχείρισης των συνεπειών της.
Εάν θέλουμε διαχείριση των απορριμμάτων προς όφελος της κοινωνίας και του περιβάλλοντος η μόνη λύση είναι ένα σύστημα αποκεντρωμένης διαχείρισης με προδιαλογή, διαχωρισμό στην πηγή, ανακύκλωση, ανάκτηση και κομποστοποίηση το οποίο θα διαθέτει το μικρό αδρανοποιημένο υπόλοιπο που θα απομένει μετά από κατεργασία σε ένα δίκτυο μικρών αποκεντρωμένων εγκαταστάσεων διαχείρισης.
Ο τρόπος αυτός έχει όλα τα καλά, καθώς είναι φιλικός στους ανθρώπους και το περιβάλλον, εξοικονομεί πολύτιμους πόρους, μειώνει δραστικά το κόστος διαχείρισης που με τους φόρους τους πληρώνουν οι πολίτες και δημιουργεί δεκάδες θέσεις εργασίας, απαιτώντας πολύ μικρές επενδύσεις εντάσεως εργασίας για να εφαρμοστεί.
Σχετικά άρθρα