Ενάντια στη νεοφιλελεύθερη δεξιά και τον ιμπεριαλισμό στη Λατινική Αμερική
Τις τελευταίες εβδομάδες και ειδικά από την περασμένη Κυριακή, οι πολιτικές εξελίξεις στη Βολιβία είναι ραγδαίες. Το εν εξελίξει πραξικόπημα οδήγησε τον πρόεδρο της χώρας Έβο Μοράλες σε παραίτηση, ενώ οι επιθέσεις στον ίδιο, στην οικογένειά του και στους υποστηρικτές του, τον οδήγησαν να φύγει εκτός χώρας και να αναζητήσει και να πάρει άσυλο στο Μεξικό. Στις μεγάλες πόλεις της χώρας έχουν αρχίσει να οργανώνονται τόσο οι δυνάμεις της αντίδρασης που οδήγησαν στην πτώση του Μοράλες, όσο και σωματεία και οργανώσεις των ιθαγενών, όπως για παράδειγμα στο Ελ Άλτο, μια πόλη λίγο έξω από τη Λα Παζ, όπου οι παραδοσιακοί υποστηρικτές του Μοράλες στήνουν οδοφράγματα και οργανώνουν επιτροπές αυτοάμυνας. Παρακάτω δημοσιεύουμε ανακοίνωση της «Ελευθερίας, Σοσιαλισμός και Επανάσταση» (Liberdade, Socialismo e Revolução – LSR), αδελφής οργάνωσης του «Ξ» στη Βραζιλία, για το πραξικόπημα στη Βολιβία και την ανατροπή του Έβο Μοράλες.
Την Κυριακή 10/11 το απόγευμα ο πρόεδρος της Βολιβίας Έβο Μοράλες και ο Αντιπρόεδρος Αλβάρο Γκαρθία Λινέρα ανακοίνωσαν την παραίτησή τους, στα πλαίσια ενός ακροδεξιού εν εξελίξει πραξικοπήματος από τους μεγαλοκτηματίες, το στρατό και τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις.
Ο Μοράλες προχώρησε σ’ αυτήν την ενέργεια λίγο μετά τη δήλωση του Αρχηγού των Ενόπλων Δυνάμεων, Στρατηγού Γουίλιαμς Κάλιμαν, ο οποίος τον κάλεσε να παραιτηθεί. Αυτό ήταν το αποκορύφωμα ενός πραξικοπήματος, που ξεκίνησε με την έναρξη της καταμέτρησης των εκλογών της 20ης Οκτώβρη.
Το εκλογικό αποτέλεσμα που έδωσε τη νίκη στον Έβο Μοράλες απ’ τον 1ο γύρο (συγκεντρώνοντας το 47% των ψήφων), αμφισβητήθηκε από τη δεξιά αντιπολίτευση, η οποία προχώρησε σε μια σειρά αντιδραστικών και ρατσιστικών ενεργειών ενάντια στην κυβέρνηση και προετοίμασε τις συνθήκες για το πραξικόπημα.
Ο δεξιός υποψήφιος που ηττήθηκε στις 20/10, Κάρλος Μέσα, ζήτησε να γίνει 2ος γύρος εκλογών. Ο Έβο Μοράλες υποχώρησε και συμφώνησε να γίνει έρευνα από τον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών (ΟΑΚ), έναν οργανισμό που είναι ξεκάθαρα συνδεδεμένος με τα συμφέροντα του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.
Αλλά το πιο αντιδραστικό και ακροδεξιό τμήμα της βολιβιανής αστικής τάξης, που δραστηριοποιείται κυρίως στην αγροβιομηχανία, απαίτησε την πτώση του Μοράλες και έθεσε βέτο στο δικαίωμά του να θέσει ξανά υποψηφιότητα. Αυτή η ακραία στάση κυριάρχησε στο πολιτικό σκηνικό της Βολιβίας τις προηγούμενες ημέρες.
Η κατάσταση χειροτέρευσε όταν στις 8 Νοέμβρη η αστυνομία της Κοτσαμπάμπα στασίασε και η κίνηση αυτή εξαπλώθηκε και στην υπόλοιπη χώρα. Μαζί με τα μπλόκα και τις επιθέσεις από ακροδεξιές ομάδες, η αστυνομία άνοιξε κι αυτή το δρόμο για το πραξικόπημα. Υπουργοί, μέλη της κυβέρνησης και των τοπικών αρχών που προέρχονταν από το MAS (το κόμμα του Μοράλες) δέχθηκαν βίαιες επιθέσεις και απειλές.
Ο Έβο Μοράλες, αντί να απευθύνει ένα ανοιχτό κάλεσμα στους εργαζόμενους, τους αγρότες και τους ιθαγενείς για να σταματήσουν το πραξικόπημα, αμφιταλαντεύτηκε και η αντίδρασή του ήταν φοβική. Η αναγνώριση του ΟΑΚ ως μεσολαβητή τον οδήγησε, σε μια κίνηση απόγνωσης για να αποτραπεί το πραξικόπημα, να συμφωνήσει σε νέες εκλογές και να αλλάξει το Ανώτατο Εκλογικό Δικαστήριο. Αλλά ήταν πολύ αργά. Η απώλεια υποστήριξης από την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων τον οδήγησε τελικά στην παραίτησή του.
Οι εργαζόμενοι και οι χωρικοί έδειξαν τη διάθεσή τους να αντισταθούν στο πραξικόπημα, αλλά η αντίστασή τους αποδυναμώθηκε από την αρχή για δύο λόγους. Κατ’ αρχήν, η κυβέρνηση υποστήριζε για χρόνια γραφειοκράτες ηγέτες σωματείων και κοινοτήτων, περιορίζοντας τη δυνατότητά τους για ανεξάρτητη και μαχητική δράση, παρά τις αγωνιστικές παραδόσεις της εργατικής τάξης και του βολιβιανού λαού. Υπάρχουν πάρα πολλά παραδείγματα συγκρούσεων μεταξύ της κυβέρνησης του Έβο Μοράλες και της κοινωνικής βάσης η οποία τον ανέδειξε στην εξουσία, συμπεριλαμβανομένων των εργαζομένων και των ιθαγενών.
Επίσης, ο Μοράλες φοβήθηκε τη ριζοσπαστικοποίηση του κόσμου μέσω της αντίστασης και προτίμησε να ποντάρει, όπως έχει κάνει και στο παρελθόν, επιλέγοντας τη λύση της διαπραγμάτευσης με τη δεξιά. Τέλος, ήλπιζε να έχει την υποστήριξη των Ενόπλων Δυνάμεων, κάτι που αποδείχθηκε αυταπάτη.
Σε μια προσπάθειά του να διατηρήσει την αφοσίωση των Ενόπλων Δυνάμεων τα προηγούμενα χρόνια, ο Μοράλες έκανε σημαντικές παραχωρήσεις στους μισθούς, ειδικές συντάξεις και έναν προνομιούχο ρόλο στη διοίκηση κρατικών εταιριών. Αυτή η πολιτική δεν ίσχυε όμως για την αστυνομία, της οποίας ο στασιασμός επιδείνωσε την κρίση. Η έλλειψη μιας ξεκάθαρης και αποφασιστικής βούλησης για αγώνα κατ’ αρχήν από την πλευρά της κυβέρνησης και κατά συνέπεια από την κοινωνική της βάση οδήγησε τελικά στην άρνηση του στρατού να σταθεί στο πλευρό της κυβέρνησης.
Την τελευταία περίοδο είχε επιτευχθεί κοινωνική πρόοδος, ως αποτέλεσμα των μαζικών εργατικών και λαϊκών αγώνων απ’ τον πόλεμο του νερού στην Κοτσαμπάμπα το 2001 και τον πόλεμο για το αέριο το 2003. Προσπάθειες για πραξικοπήματα υπήρξαν από τους μεγαλοκτηματίες της Βολιβίας, οι οποίες όμως αποτράπηκαν από τα κινήματα το 2007 και το 2008. Και όλα αυτά παρά τη συμφιλιωτική και μετριοπαθή στάση του Έβο Μοράλες και του Γκαρθία Λινέρα στην κυβέρνηση.
Σήμερα αυτές οι κατακτήσεις απειλούνται ευθέως από το πραξικόπημα, αν και ήδη υπήρξαν κάποιες υποχωρήσεις το προηγούμενο διάστημα, οι οποίες προκάλεσαν δυσαρέσκεια στα λαϊκά στρώματα. Η εμπορική κρίση επηρέασε τη Βολιβία οικονομικά και υπονόμευσε τα θεμέλια της πολιτικής της ταξικής συμφιλίωσης του Μοράλες. Πίστευε πάρα πολύ στη δική του αφήγηση που μιλούσε για τη σταθερότητα της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής κατάστασης στη Βολιβία. Οι κοινωνικές αντιθέσεις βέβαια ήταν πολύ μεγαλύτερες απ’ ότι παραδεχόταν.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών, ήταν μια ήττα με τη μορφή του αντιδραστικού πραξικοπήματος. Παρά τα καταπιεστικά μέτρα που ήδη εφαρμόζει η δεξιά αντίδραση, η αντίσταση πρέπει να συνεχιστεί και απαιτείται κάθε δυνατή στήριξη. Αν αυτό το πραξικόπημα ολοκληρωθεί, μπορεί να αποτελέσει ένα πολύ κακό προηγούμενο και για άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής, ιδιαίτερα στη Βενεζουέλα και θα πολώσει ακόμη περισσότερο την πολιτική κατάσταση σε όλη την περιοχή.
Η Λατινική Αμερική περνάει μια περίοδο βαθιάς πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής κρίσης. Το ιδιαίτερο σημάδι αυτής περιόδου είναι η κρίση των δεξιών κυβερνήσεων και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών τους στην περιοχή. Σε χώρες όπως η Χιλή και το Εκουαδόρ, οι μαζικές κινητοποιήσεις έχουν πάρει επαναστατικά χαρακτηριστικά. Σε άλλες χώρες αντίστοιχοι αγώνες έχουν οδηγήσει σε εκλογικές ήττες των νεοφιλελεύθερων δεξιών, όπως στην Αργεντινή και την Κολομβία.
Το πραξικόπημα που βρίσκεται σε εξέλιξη στη Βολιβία αποτελεί επίσης μια απάντηση του ιμπεριαλισμού και της άρχουσας τάξης της περιοχής, στην προσπάθεια ενίσχυσης του νεοφιλελευθερισμού. Κάνει επίσης ξεκάθαρο ότι η πολιτική ενός μόνιμου συμβιβασμού μεταξύ αντίθετων ταξικών συμφερόντων, όπως είναι η περίπτωση του μοντέλου του «Καπιταλισμου Άνδεων-Αμαζονίου» που υποστηρίζεται απ’ τον Μοράλες, δεν μπορεί να είναι τελικά νικηφόρο, ειδικά στην εξαρτημένη και περιφερειακή καπιταλιστική οικονομία της Λατινικής Αμερικής. Το παράδειγμα της Βολιβίας κάνει ξεκάθαρο ότι μόνο μια αντικαπιταλιστική και σοσιαλιστική εναλλακτική μπορεί να διασφαλίσει τα συμφέροντα των εργαζομένων, των χωρικών και των ιθαγενών λαών της Λατινικής Αμερικής.
Είναι απαραίτητο να καταγγείλουμε και να παλέψουμε ενάντια στο πραξικόπημα στη Βολιβία με όλες μας τις δυνάμεις και να υποστηρίξουμε με κάθε μέσο την αντίσταση ενάντια στο δεξιό, νεοφιλελεύθερο και φιλο-ιμπεριαλιστικό πραξικόπημα. Αυτό είναι το κεντρικό καθήκον των εργατικών οργανώσεων διεθνώς. Παράλληλα, είναι απαραίτητο να χτίσουμε μια συνεπή και επαναστατική σοσιαλιστική εναλλακτική στη Λατινική Αμερική και τον κόσμο.