Με αφορμή τις επερχόμενες προεδρικές εκλογές στη Βραζιλία, δημοσιεύουμε μετάφραση της συνέντευξης της συντρόφισσας Βερόνικα Ο-Κέλλυ (Veronica O’ Kelly), που είναι μέλος της οργάνωσης «Σοσιαλιστική Εναλλακτική», τμήμα της «Διεθνούς Σοσιαλιστικής Ένωσης» (International Socialist League – ISL) που έδωσε στο σάιτ Internationalist Standpoint. Η «Σοσιαλιστική Εναλλακτική» στη Βραζιλία συμμετέχει στο αριστερό κόμμα «PSOL» (Κόμμα για τον Σοσιαλισμό και την Ελευθερία). Επιμέλεια: Κατερίνα Κλείτσα.
• Ο Μπολσονάρου εξελέγη στην προεδρία της Βραζιλίας το 2019. Πώς θα περιέγραφες τα χρόνια της προεδρίας του και το καθεστώς που έχει επιβάλει;
Η άνοδος του Μπολσονάρου στην εξουσία ήταν αποτέλεσμα της απογοήτευσης της κοινωνίας μετά από 12 χρόνια διακυβέρνησης του Εργατικού Κόμματος.[1] Κέρδισε τις εκλογές το 2018, αντιμετωπίζοντας μια μεγάλη κινητοποίηση των γυναικών με το σύνθημα #EleNão («Όχι Αυτόν»). Η δημοφιλία του είχε ήδη πληγεί όταν ξέσπασε η πανδημία, την οποία διαχειρίστηκε με εγκληματικό τρόπο, κάτι που προκάλεσε κρίση στην κυβέρνησή του. Το 2021 βρέθηκε αντιμέτωπος με μαζικές κινητοποιήσεις που διήρκεσαν 3 μήνες, με μαζικές και πανεθνικές πορείες με αίτημα «Κάτω ο Μπολσονάρου» (Fora Bolsonaro).
Η άρχουσα τάξη, που τον στήριξε το 2018, τον κατηγορεί σήμερα ότι δεν ολοκλήρωσε την ατζέντα των μεταρρυθμίσεων. Τον κατηγορεί ακόμα και για τη μεταρρύθμιση στο συνταξιοδοτικό σύστημα, που αν και την προχώρησε, η τελική της μορφή δεν ήταν όσο «σκληρή» επιθυμούσαν οι καπιταλιστές. Πρόκειται για μια αδύναμη κυβέρνηση που επιβιώνει λόγω της απουσίας ενός μαζικού κινήματος που θα είναι αρκετά δυνατό ώστε να την ανατρέψει και της απουσίας μιας επαναστατικής ηγεσίας με μαζική απήχηση, ώστε να δώσει ώθηση στις πιο προχωρημένες διεργασίες στην ταξική πάλη.
Το καθεστώς που είχε αποδυναμωθεί τα προηγούμενα χρόνια, έγινε ακόμα πιο αντιδραστικό μετά την πρόταση μομφής[2] που ανέτρεψε την πρώην πρόεδρο Ντίλμα Ρούσεφ. Αυτό, σε συνδυασμό με τη συμβιβαστική πολιτική του Εργατικού Κόμματος, δημιούργησαν τις συνθήκες ώστε ο Μπολσονάρου να έρθει στην εξουσία.
Η κυβέρνησή Μπολσονάρου είναι μια δεξιά λαϊκιστική και αυταρχική κυβέρνηση. Προσπάθησε να εφαρμόσει βοναπαρτιστική πολιτική, αλλά ποτέ δεν απέκτησε αρκετή υποστήριξη ώστε να καταφέρει να σπάσει τη συνοχή της αστικής δημοκρατίας.
• Όλες οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ο Λούλα, ο υποψήφιος του Εργατικού Κόμματος, μπορεί να νικήσει τον Μπολσονάρου ακόμη και από τον πρώτο γύρο των εκλογών. Ο Μπολσονάρου είχε κερδίσει τις εκλογές ασκώντας αντιπολίτευση στο Εργατικό Κόμμα όταν βρισκόταν απέναντι στην Ντίλμα Ρούσεφ. Ποιοι ήταν οι λόγοι της ήττας της Ντ. Ρούσεφ;
Το Εργατικό Κόμμα ήταν αποδυναμωμένο μετά από 12 χρόνια διακυβέρνησης, επειδή κυβέρνησε εξυπηρετώντας τα συμφέροντα του κεφαλαίου και δεν έλυσε τα προβλήματα των εργαζομένων και των φτωχών. Οι κλάδοι που αύξησαν την κερδοφορία τους εκείνα τα χρόνια ήταν οι τράπεζες και οι αγροτικές επιχειρήσεις. Η καπιταλιστική κρίση του 2008 οδήγησε σε μια περίοδο σκληρών μέτρων λιτότητας ενάντια στα λαϊκά στρώματα, με επικεφαλής την Ντίλμα στην πρώτη της θητεία. Το 2013, οι κινητοποιήσεις της νεολαίας ενάντια στην αύξηση των εισιτηρίων στα μέσα μεταφοράς έγιναν η σπίθα που πυροδότησε μια κοινωνική έκρηξη ενάντια στην κυβέρνηση.
Σε αυτές τις συνθήκες μαζικής αναταραχής, δυστυχώς καμία οργάνωση ή πόλος της Αριστεράς δεν αναδείχθηκε ως εναλλακτική ηγεσία. Αυτή που αναδύθηκε ήταν η ακροδεξιά, η οποία αρχικά εκμεταλλεύτηκε το κάλεσμα «Vem para rua» (Βγείτε στους δρόμους), στη συνέχεια ενορχήστρωσε την παραπομπή της Ντίλμα και τελικά ανέδειξε τον ελάχιστα γνωστό μέχρι τότε, Μπολσονάρου σε υποψήφιο για την προεδρία.
• Ποιες είναι οι κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες που επικρατούν σήμερα, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας; Προς ποια κατεύθυνση κινείται ο Λούλα και ποιες είναι οι σχέσεις του με την άρχουσα τάξη της Βραζιλίας;
Η Βραζιλία σήμερα χαρακτηρίζεται από μια βαθιά κοινωνική κρίση, με αυξανόμενα ποσοστά ακραίας φτώχειας και πείνας, αυξανόμενη ανεργία και πληθωρισμό, που επηρεάζει σημαντικά τα είδη πρώτης ανάγκης. Η πανδημία έχει προκαλέσει περισσότερους από 600.000 θανάτους μέχρι σήμερα και ανέδειξε την επισφάλεια ενός διαλυμένου συστήματος δημόσιας υγείας και τις εγκληματικές πολιτικές της κυβέρνησης που επωφελήθηκε από τη διαφθορά. Ο πόλεμος στην Ουκρανία προκάλεσε νέα αύξηση της τιμής των καυσίμων και μαζί με αυτήν αυξάνεται ακόμα περισσότερο ο πληθωρισμός, γεγονός που δημιουργεί περαιτέρω μείωση της στήριξης της κυβέρνησης.
Ο Λούλα ανέκτησε το δικαίωμα συμμετοχής στις εκλογές μετά την αθώωσή του από τη δικαστική υπόθεση Lava Jato (γνωστή ως «Επιχείρηση Πλυντήριο Αυτοκινήτων»). Ήταν μια ακόμη απόδειξη ότι η άρχουσα τάξη της Βραζιλίας έχει αποσύρει την υποστήριξή της από τον Μπολσονάρου και ετοιμάζεται να ποντάρει σε μια εναλλαγή στην κυβέρνηση με τον Λούλα, μετά τις αποτυχημένες προσπάθειες για τη δημιουργία ενός «τρίτου δρόμου». Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο στη συμμαχία του Λούλα συμμετέχει και ένα κομμάτι της παραδοσιακής βραζιλιάνικης δεξιάς, συμπεριλαμβανομένου του Φερνάντο Ενρίκε Καρντόσο και του Αλκμίν [3], ο οποίος έχει οριστεί υποψήφιος αντιπρόεδρος.
Ο Λούλα εκμεταλλεύεται την οργή κατά του Μπολσονάρου και εμφανίζεται ως η μόνη εναλλακτική λύση, αλλά αυτό που θα φέρει μαζί του είναι μια κυβέρνηση Λαϊκού Μετώπου που θα πρέπει να ολοκληρώσει την ατζέντα των αντεργατικών μεταρρυθμίσεων και των μέτρων λιτότητας που δεν ολοκλήρωσε ο Μπολσονάρου. Και θα πρέπει να αντιμετωπίσει την αντίσταση που θα προβάλει η εργατική τάξη, εντείνοντας την κρατική καταστολή και παίζοντας τον ρόλο του «μικρότερου κακού» στην προσπάθεια να κατευνάσει την κοινωνία.
• Το PSOL είναι ένα σημαντικό κόμμα της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, σε διεθνές επίπεδο. Μπορείς να μας πεις λίγα λόγια για την πορεία του – τη δημιουργία, την ανάπτυξη και τις σημερινές του θέσεις;
Το PSOL προέκυψε ως μια πολιτική συνεργασία των ρευμάτων της τροτσκιστικής αριστεράς που, αφού διαγράφηκαν από το Εργατικό Κόμμα επειδή αρνήθηκαν να ψηφίσουν την πρώτη αντεργατική συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του Λούλα, κάλεσαν στη δημιουργία ενός νέου ανεξάρτητου κόμματος με σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Επειδή συμμετείχαν σε αυτό πολλές οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων ρεφορμιστικών, προέκυψε τελικά ένας ευρύς σχηματισμός με πολλές τάσεις. Αργότερα, με την κρίση στο εσωτερικό του Εργατικού Κόμματος, που συνέχισε να διαγράφει δυνάμεις της Αριστεράς, το PSOL αναπτύχθηκε περισσότερο.
Αρχικά οι τροτσκιστικές τάσεις αποτελούσαν την πλειοψηφία του κόμματος, αλλά με τη σταδιακή ενσωμάτωση ρεφορμιστικών ομάδων και ρευμάτων, χωρίς να δίνεται η απαραίτητη προσοχή στην ισορροπία των δυνάμεων, επιτράπηκε στους ρεφορμιστές να κερδίσουν έδαφος, σε σημείο που αναδείχθηκαν στην ηγεσία του κόμματος. Η τελευταία ενσωμάτωση του Γκιλιέρμε Μπούλος (Guilherme Boulos)[4] ενίσχυσε αυτή την πορεία «νερώματος» του ιδρυτικού προγράμματος του PSOL. Από την άλλη πλευρά, τα σεχταριστικά λάθη του «Ενιαίου Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος» (PSTU)[5], το οποίο αρνήθηκε να συμμετάσχει στη διαδικασία ανασύνταξης της Αριστεράς, αποδυνάμωσαν τις τροτσκιστικές δυνάμεις σε αυτήν τη μάχη.
Σήμερα βρισκόμαστε σε μια κομβική στιγμή, σε μια κρίση που θέτει σε κίνδυνο τη συνέχεια του PSOL όπως το ξέρουμε. Σημαντικές δυνάμεις, με σημαντικές προσωπικότητες όπως ο Μπούλος, δηλώνουν δημόσια ότι είναι πρόθυμοι να αποτελέσουν μέρος της κυβέρνησης Λούλα/Αλκμίν. Εν τω μεταξύ, τροτσκιστικές οργανώσεις όπως η «Resistencia» (Αντίσταση) και η «Insurgencia» (Ανταρσία), αποτελούν μέρος της πλειοψηφίας της ηγεσίας του PSOL, προωθώντας τη λανθασμένη πολιτική της εκλογικής υποστήριξης των Λούλα/Αλκμίν και τηρώντας μια συνένοχη σιωπή για τις συμμαχίες που ετοιμάζονται να κάνουν σε μία ενδεχόμενη κυβέρνηση.
• Γίνονται πολλές συζητήσεις στο εσωτερικό του PSOL σχετικά με το τι θέση θα πάρει στις προεδρικές εκλογές του ερχόμενου Οκτωβρίου. Μπορείς να μας περιγράψεις τις διάφορες θέσεις;
Υπάρχουν δύο θέσεις: να υποστηρίξουμε τους Λούλα/Αλκμίν ή να συμμετέχουμε στις εκλογές με δική μας υποψηφιότητα.
Η πρώτη θέση προωθείται από το μπλοκ της πλειοψηφίας που σχηματίστηκε στο τελευταίο συνέδριο του PSOL (de Todos las Luchas) και που αποτελείται από τις ρεφορμιστικές δυνάμεις και τις τροτσκιστικές οργανώσεις «Resistencia», «Insurgencia» και «Subverta» (Ανατροπή). Χρησιμοποιούν την ψευδεπίγραφη αιτιολογία πως στοχεύουν σε ένα «αριστερό μέτωπο», την ίδια ώρα που ο ίδιος ο Λούλα κάνει συνεχώς σαφές πως επιδιώκει ένα ευρύ μέτωπο που να συμπεριλαμβάνει και τη «δημοκρατική» δεξιά. Το βασικό επιχείρημα αυτής της πολιτικής είναι ότι ο Μπολσονάρου αποτελεί φασιστικό κίνδυνο και πρέπει να ηττηθεί εκλογικά, δημιουργώντας ένα κοινό μέτωπο με την αστική τάξη.
Η δεύτερη θέση, που υποστηρίζεται από την αριστερά του κόμματος στην οποία ανήκουμε, υποστηρίζει την ανάδειξη μίας υποψηφιότητας του PSOL για την προεδρία, ώστε να προσφέρει στα λαϊκά στρώματα μια σοσιαλιστική πολιτική εναλλακτική της Αριστεράς, προωθώντας τον Γκλάουμπερ Μπράγκα (Glauber Braga) ως υποψήφιο για την προεδρία. Αν δεν το κάνει αυτό, θα αφήσει τον πολιτικό χώρο στα αριστερά του Εργατικού Κόμματος κενό και, για άλλη μια φορά, θα ανοίξει τον δρόμο για την ενίσχυση της δεξιάς. Εφόσον δεν υπάρχει φασιστικός κίνδυνος, η πολιτική του αντιφασιστικού μετώπου που υπερασπίζονται κάποιοι, είναι λάθος.
• Υπάρχει μια πτέρυγα στο εσωτερικό του PSOL που τάσσεται υπέρ της συμμετοχής σε μια κυβέρνηση του Λούλα. Ποιος θα είναι ο αντίκτυπος στο PSOL αν περάσει αυτή η θέση; Θα υπάρξουν διεθνείς επιπτώσεις αν λάβει χώρα μια τέτοια εξέλιξη;
Υπάρχει ένα κομμάτι στο PSOL που δηλώνει δημόσια ότι θέλει να «βοηθήσει την επόμενη κυβέρνηση να ανοικοδομήσει τη χώρα» – δηλαδή είναι έτοιμο να ενταχθεί στην κυβέρνηση του Εργατικού Κόμματος και των δεξιών συμμάχων του, παραβιάζοντας έτσι τις επαναστατικές σοσιαλιστικές αρχές πάνω στις οποίες ιδρύθηκε το PSOL. Αυτό που παραμένει ασαφές είναι τι θα κάνουν οι τροτσκιστικές οργανώσεις που αποτελούν πλέον μέρος της πλειοψηφίας, υποστηρίζοντας μια εκλογική συμμαχία με τους Λούλα/Αλκμίν. Μέχρι τώρα, δεν διαφωνούν με αυτή την πολιτική συνθηκολόγησης, αντίθετα, την υποστηρίζουν.
Αν αυτή η πολιτική δεν ηττηθεί, υπάρχει το ενδεχόμενο ρήξης μέσα στο κόμμα. Γι’ αυτό σήμερα είναι τόσο αναγκαίο να αγωνιστούμε για την πορεία που θα ακολουθήσει το κόμμα, αντιτιθέμενοι σε κάθε στήριξη ή μέτωπο με την αστική τάξη και υπερασπιζόμενοι τον ανεξάρτητο και σοσιαλιστικό χαρακτήρα του PSOL. Να προσεγγίσουμε τη βάση που είναι δυσαρεστημένη από αυτήν τη λανθασμένη πορεία και να την καλέσουμε να συμμετέχει στη δημιουργία ενός πόλου της συνεπούς σοσιαλιστικής Αριστεράς που θα αντιπαρατεθεί στην πλειοψηφία.
• Τι προτείνετε για την αντικαπιταλιστική Αριστερά στη Βραζιλία προκειμένου να προχωρήσει μπροστά και να χτίσει σημαντικές δυνάμεις, ικανές να έχουν αντίκτυπο στην εξέλιξη των ταξικών αγώνων;
Στη Βραζιλία υπάρχουν οι συνθήκες για να δημιουργηθεί ένας πολιτικός πόλος στα αριστερά του Εργατικού Κόμματος, γι’ αυτό και το PSOL ήταν το κόμμα που αναπτύχθηκε περισσότερο τα τελευταία χρόνια, παρά τις λανθασμένες πολιτικές της ηγεσίας της πλειοψηφίας. Γι’ αυτό είναι σημαντικό να αγωνιστούμε γι’ αυτό.
Και ενώ το κάνουμε αυτό, είναι απαραίτητο να ενισχύσουμε το επαναστατικό, αντικαπιταλιστικό και διεθνιστικό κόμμα, ώστε να προχωρήσει το χτίσιμο της επαναστατικής ηγεσίας που είναι απαραίτητη για να παρέμβει στις διαδικασίες της ταξικής πάλης που θα έρθουν.
Στη Βραζιλία, όπως και στον υπόλοιπο κόσμο, η κρίση του συστήματος δημιουργεί συνθήκες ώστε να αυξηθούν οι αγώνες, ως απάντηση στις καπιταλιστικές επιθέσεις. Οπότε μπορούμε να επιβεβαιώσουμε ότι θα υπάρξουν ευκαιρίες να αγωνιστούμε για την ηγεσία αυτών των αγώνων, σταθερά και με επαναστατική συνοχή.