Λουκιανός Κηλαηδόνης: Ένας αντισυμβατικός και ταλαντούχος κάου-μπόυ

80 χρόνια από τη γέννηση ενός σπουδαίου και πρωτοπόρου τραγουδοποιού

15  Ιουλίου 1943 – 7 Φεβρουαρίου 2017

Αν ποτέ χρειαζόταν να διαλέξουμε τον πιο sui generis δημιουργό της ελληνικής δισκογραφίας, αυτόν που υιοθέτησε ένα δικό του, ιδιαίτερο στυλ, με χαρακτηριστικά που δεν μπορούν να ενταχθούν σε κανένα καλούπι, είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα επιλέγαμε τον Λουκιανό Κηλαηδόνη.

Συνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής, ξεδίπλωσε το ταλέντο του σε μια καριέρα σχεδόν 50 ετών, με αναρίθμητες συνεργασίες και μια πολύ πλούσια δισκογραφία. Μεταξύ άλλων, έγραψε τραγούδια για το θέατρο, τον κινηματογράφο, τα παιδιά. Η μουσική του υπήρξε νοσταλγική, μα και ταυτόχρονα σύγχρονη και συνδύασε πολλά διαφορετικά είδη και στοιχεία: jazz, blues, swing, ελαφρό τραγούδι, rock ‘n’ roll, country, παραδοσιακή μουσική, κ.ά. Ο Κηλαηδόνης με το έργο του έσπασε τις νόρμες της εποχής, και κατάφερε να καθιερώσει ένα ξεχωριστό και πρωτότυπο μουσικό και στιχουργικό ύφος, που παραμένει ακόμα αξεπέραστο.

«Αυτό το είδος που κάνω είναι πολύ μπάσταρδο, δεν έχει καμιά ταυτότητα, ούτε είναι αμιγές, δεν έρχεται από κάποια συγκεκριμένη πηγή. Είναι ένα κράμα πραγμάτων που άκουσα και αγάπησα και με διαμόρφωσαν όπου, ενώ κρατάω όλες μου τις μουσικές καταγωγές που βρίσκονται στο ‘40-‘50, στα παιδικά μου χρόνια και την εφηβεία μου δηλαδή, είμαι ανοιχτός σε αυτά που συμβαίνουνε και τα βάζω μέσα στα τραγούδια μου, τα παίρνω μαζί μου στην πορεία μου…»
(Από συνέντευξη του Λ. Κηλαηδόνη στο περιοδικό «Βαβέλ», Δεκέμβριος 1986)

«The fucking Fifties»: Τα παιδικά και εφηβικά χρόνια στην Κυψέλη

«Μάσκα, κοπάνα, Γκάρερ, Λάκινγκ χολ,

μπάνια στο αίμα, χωρίστρα ροκ εντ ρολ,

μάμπο, Χαυτεία, Νάκι Σινεάκ,

Βένους μηχανάκι, Μάτζικ Σίτι,

Βένους μηχανάκι και τα πρώτα μας κονιάκ.»
(«The fucking Fifties», στίχοι Λ. Κηλαηδόνης)

Ο Λουκιανός Κηλαηδόνης γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1943, επί Γερμανικής Κατοχής, στην Νέα Κυψέλη. Κατά τη διάρκεια των παιδικών του χρόνων ο πατέρας του Δημήτρης Κηλαηδόνης, ήταν είτε στην παρανομία είτε στη φυλακή και την εξορία, λόγω της αντιστασιακής του δράσης στο ΕΑΜ. Ο Λουκιανός τον γνώρισε σε ηλικία 9 χρονών, το 1952, όταν βγήκε με τους τελευταίους εξόριστους από τη Μακρόνησο, χωρίς να υπογράψει δήλωση μετάνοιας.

Η μουσική μπήκε στη ζωή του Κηλαηδόνη από πολύ μικρή ηλικία, ξεκινώντας μαθήματα πιάνου μόλις 5 χρονών, με μια δασκάλα στη γειτονιά. Περίπου 14 ετών γράφει τα πρώτα του ορχηστρικά κομμάτια στο πιάνο, με έντονες επιρροές από κλασσική μουσική και από τα αμερικάνικα ακούσματα της εποχής του ’50. Συνέχισε τις μουσικές σπουδές του μέχρι τα 17 «μετά πολλών βασάνων» όπως είχε πει κι ο ίδιος, μιας και αδυνατούσε να στρωθεί στη μελέτη «ταυτόχρονα με τις άλλες ασχολίες της εφηβείας».  Είχε ήδη όμως αποκτήσει τις κατάλληλες βάσεις για το μέλλον.

Από τα πρώτα μουσικά ακούσματα του Λουκιανού ήταν το ραδιόφωνο (ελαφρό τραγούδι, καντάδες, δημοτικά), μέχρι που μπήκαν στη ζωή του τα 45άρια:

«Με την εισβολή του rock ‘n’ roll και του αμερικάνικου τραγουδιού, ακούσαμε πάρα πολλή αμερικάνικη μουσική της εποχής από 45άρια… …Νομίζω ότι είναι εμφανή όλα αυτά, στη δουλειά μου.», είχε πει.

Τα παιδικά και εφηβικά χρόνια του Λουκιανού περιλάμβαναν, αρχικά το παιχνίδι στον δρόμο και την αλάνα, και αργότερα τα σφαιριστήρια και τα πάρτι. Ο ίδιος επηρεάστηκε από τον αμερικάνικο τρόπο ζωής που είχε αρχίσει να γίνεται μόδα στα τέλη του ’50 στην Αθήνα, και σύχναζε στα πρώτα κλαμπ που άρχισαν να εμφανίζονται στο κέντρο της πόλης (Top Hat, Chez Nous, Green Park).

Η Κυψέλη, το ευρύτερο κέντρο, τα ‘50’s παρέμειναν πάντα απόλυτα συνδεδεμένα με τη ζωή και το έργο του. Τα μπιλιαρδάδικα, τα μπλου τζην, το rock ’n’ roll, τα μακριά μαλλιά (για τα οποία είχε αποβληθεί από σχολεία), τα στέκια και οι τάσεις της εποχής, όλες αυτές οι εμπειρίες της νιότης του επηρέασαν τη δουλειά του, προσδίδοντάς της μια ιδιαίτερη αντισυμβατικότητα και νοσταλγία.

«Πώς γεννιέται ο καμικάζι»

Μετά το σχολείο και μια αποτυχημένη ναυτική θητεία σε κρουαζιερόπλοιο που κράτησε μόλις ενάμιση μήνα, ο Κηλαηδόνης καταφέρνει με την τρίτη προσπάθεια να μπει στην Αρχιτεκτονική σχολή το φθινόπωρο του ’63, μετά από πίεση των γονιών του.

Όμως η δουλειά του αρχιτέκτονα στην πράξη του φάνηκε εξαρχής μίζερη και γραφειοκρατική. Παραιτήθηκε από την πρώτη του δουλειά σε αρχιτεκτονικό γραφείο το μεσημέρι της πρώτης κιόλας μέρας. Ήταν εμφανές από νωρίς ότι το ελεύθερο πνεύμα του Λουκιανού δε ήταν εύκολο να χωρέσει σε στεγανά.

«Οι γέροι μου λοιπόν, οι φουκαράδες,
τρομάξαν να με βάλουν σε δουλειά,
μα πριν να κλείσω δυο βδομάδες
μου ‘παν να κόψω τα ωραία μου μαλλιά.
Κι εγώ που δεν σηκώνω κάτι τέτοια, παρεξηγήθηκα,
τους τράβηξα λοιπόν δυο μούντζες και παραιτήθηκα,
Κι ευχαριστήθηκα…»
(«Πώς γεννιέται ο καμικάζι», στίχοι Λ. Κηλαηδόνης)

Το ντεμπούτο της καριέρας του & οι πρώτες σημαντικές συνεργασίες

Η καλλιτεχνική πορεία του Κηλαηδόνη ξεκίνησε στις αρχές του ’70, κατόπιν της επιμονής του να γράφει τραγούδια και να γυρνάει στις δισκογραφικές εταιρίες. Στους πρώτους του δίσκους πραγματοποίησε σπουδαίες και αρκετά επιτυχημένες συνεργασίες (Γκάτσος, Μοσχολιού, Μητσιάς, Γαλάνη, Μπιθικώτσης) σε τραγούδια λαϊκά, με ελαφρά και παραδοσιακά στοιχεία.

Από το 1973 έως το 1986, ο Κηλαηδόνης γράφει μουσική για έντεκα επιθεωρήσεις του Ελευθέρου Θεάτρου, σε δημιουργίες που εξέφραζαν πιο πολύ το ελεύθερο συνθετικό του στυλ. Το ριζοσπαστικό αυτό θεατρικό εγχείρημα ξεκίνησε από μια ομάδα νεαρών αποφοίτων του Εθνικού στην καρδιά της Χούντας (μεταξύ αυτών και η σύντροφος του Κηλαηδόνη, ηθοποιός Άννα Βαγενά), σε μια προσπάθεια «να γίνει η πολιτική σκέψη καλλιτεχνική πράξη». Το Ελεύθερο Θέατρο αντιπαρατέθηκε με τη Χούντα, σημάδεψε το θέατρο της μεταπολίτευσης και ανέτρεψε πλήρως το υπάρχον θεατρικό κατεστημένο.

Την ίδια περίοδο, ο  Κηλαηδόνης έγραψε τις μουσικές για πάρα πολλές παραστάσεις του Θεσσαλικού Θεάτρου, που δημιούργησε το 1975 η Άννα Βαγενά. Το Θεσσαλικό Θέατρο ήταν το πρώτο θέατρο που εγκαταστάθηκε μόνιμα στην επαρχία και σηματοδότησε την πολιτιστική αποκέντρωση.

Το 1973 ο Κηλαηδόνης γνωρίζεται με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο, και λίγο καιρό αργότερα γράφει τη μουσική για την σπουδαία ταινία του «Ο Θίασος», που βγήκε στις αίθουσες το 1975. Στην ταινία ακούγονται πάνω από τριάντα τραγούδια και ορχηστρικά κομμάτια, μιας μεγάλης γκάμας ως προς το περιεχόμενο και τη μορφή: από ελαφρά τραγούδια, ρεμπέτικα και δημοτικά, μέχρι εμβατήρια, αντάρτικα και swing.

«Σε κάθε τόπο και σε κάθε ιστορική στιγμή, η μουσική ενός λαού εκφράζει απόλυτα την κοινωνικοπολιτική του κατάσταση. Έτσι κι εδώ, η πορεία του Θιάσου μέσα στα χρόνια ’39-’52 έπρεπε να σηματοδοτηθεί μουσικά από τα πιο αντιπροσωπευτικά είδη», είχε πει ο Κηλαηδόνης.

Η συνεργασία με τον Γιάννη Νεγρεπόντη

Δύο από τους σημαντικότερους δίσκους του Κηλαηδόνη τη δεκαετία του ’70, και όχι μόνο, ήταν αναμφίβολα τα «Μικροαστικά» (1973) και τα «Απλά Μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας» (1975), σε στίχους του σπουδαίου Γιάννη Νεγρεπόντη. Ο Νεγρεπόντης υπήρξε  στιχουργός, ποιητής και πεζογράφος, και λόγω της αριστερής του ιδεολογίας εξορίστηκε την περίοδο της Χούντας για τρία χρόνια στη Γυάρο και τη Λέρο.

Γιάννης Νεγρεπόντης – Λουκιανός Κηλαηδόνης


Τα «Μικροαστικά» κυκλοφόρησαν τον Οκτώβριο του ’73, ένα μήνα πριν τα γεγονότα του Πολυτεχνείου, σε κόκκινο βινύλιο. Από τα είκοσι τραγούδια που στάλθηκαν στη λογοκρισία πέρασαν μόλις τα δώδεκα, κάποια εκ των οποίων μετά από αλλαγές στους στίχους. Πριν την επίσημη κυκλοφορία του, ήδη από το 1971, ο δίσκος είχε γίνει γνωστός από στόμα σε στόμα, και με παράνομες κασέτες που διακινούνταν στην Ελλάδα και στους πολιτικούς εξόριστους Έλληνες του εξωτερικού. Με τους εύστοχους, και ενίοτε πικρούς, στίχους του, ο Νεγρεπόντης καυτηριάζει τον μικροαστισμό, τον οπορτουνισμό και την υποκρισία της εποχής.

«Καλά τα ’χω μ’ όλους, εμπόρους κι εφόρους,

δε θα πεινάσει η οικογένεια.

Που λέει ο λόγος, καλά όλα κι άγια,

ησυχία, τάξη κι ασφάλεια.»
(«Μακριά απ΄ την πόλη», στίχοι Γ. Νεγρεπόντης)

Τα «Απλά Μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας» που βγήκαν το 1975, αποτελούν ορόσημο στο ελληνικό πολιτικό τραγούδι, όχι μόνο για τη συγκεκριμένη περίοδο. Τα τραγούδια παρουσιάζουν με απλό τρόπο τις ιδέες του Μαρξισμού, την εργασιακή εκμετάλλευση, την υπεραξία, την ανισότητα, τον εθνικισμό. Η ακρόαση του δίσκου αποτελεί πράγματι ένα σπουδαίο και διαχρονικό μάθημα για τον τρόπο λειτουργίας του συστήματος και την ταξική πάλη.

«Ποτέ να μη σου φεύγει απ’ το μυαλό
τα χέρια σου δυο μηχανές νοικιάζεις σε μηχανισμό
πράγμα που σ’ αρέσει δεν σ’ αρέσει
σαν μηχανή δεν έχει ανθρωπισμό
πολύ δε περισσότερο συναισθηματισμό.»
(«Το σύστημα», στίχοι Γ. Νεγρεπόντης)

Και με τους δύο αυτούς δίσκους, ο Κηλαηδόνης αφενός ξεκινά να ερμηνεύει ο ίδιος τα τραγούδια του, αφετέρου κάνει το μουσικό του στίγμα πιο σαφές και ξεκάθαρο. Επιπλέον, πραγματοποιεί σε συνθετικό επίπεδο μια τομή στο πολιτικό τραγούδι της εποχής: σε αντίθεση με τις εμβληματικές συνθέσεις και δυναμικές ενορχηστρώσεις στα πολιτικά τραγούδια των Θεοδωράκη και Μαρκόπουλου, ο Κηλαηδόνης «ντύνει» με μια μουσική ανάλαφρη, σχεδόν παιχνιδιάρικη, τους στίχους του Νεγρεπόντη, χωρίς να στερεί απολύτως τίποτα από το σπουδαίο περιεχόμενό τους.

Η στροφή στην προσωπική δημιουργία

Παρά τις πιέσεις από τις δισκογραφικές εταιρίες να συνεχίσει να γράφει συνθέσεις για τους μεγάλους τραγουδιστές της εποχής, ο Κηλαηδόνης παίρνει στα τέλη της δεκαετίας του ‘70 μια μεγάλη απόφαση: να γίνει απόλυτα προσωπικός δημιουργός, γράφοντας τους στίχους, τη μουσική, και ερμηνεύοντας ο ίδιος τα τραγούδια του, κάτι που μέχρι τότε έκανε μόνο ο Διονύσης Σαββόπουλος.

Η αρχή έγινε με τον -κλασσικό πλέον- δίσκο «Είμαι ένας φτωχός και μόνος κάου-μπόυ», που κυκλοφόρησε το 1978. Πέρα από τα σπουδαία κομμάτια που περιέχει, και την τεράστια επιτυχία που γνώρισε, η δουλειά αυτή είναι σημαντική και για έναν επιπλέον λόγο: γιατί με αυτήν το κοινό αρχίζει να γνωρίζει σε βάθος τον ξεχωριστό, αιρετικό κόσμο του Λουκιανού Κηλαηδόνη.

Σε αντίστοιχο πνεύμα είναι και οι δίσκοι που ακολούθησαν «Ψυχραιμία Παιδιά» (1979), «Χαμηλή πτήση» (1982), «Τραγούδια για κακά παιδιά» (1986), «Γιατί θα γίνω μαραγκός» (1990). Οι επιτυχίες που περιλαμβάνονται σε αυτούς τους δίσκους είναι αμέτρητες.

Ειδικά με τα άλμπουμ αυτής της περιόδου, ο Κηλαηδόνης έφερε στο ελληνικό τραγούδι μία πρωτόγνωρη φρεσκάδα. Ο έρωτας, η διασκέδαση, οι γειτονιές της Αθήνας, τα πάρτι, οι παρέες, τα φλερτ, οι εκδρομές, τα θερινά σινεμά, αναδείχθηκαν με τρυφερότητα και φινέτσα μέσα από τα τραγούδια του. Άλλωστε ο Κηλαηδόνης δεν αγαπούσε απλά τη μουσική, μα την ίδια τη ζωή.

Από το 1990 και μετά, ο Κηλαηδόνης δεν έγραψε καινούργια τραγούδια, χωρίς ωστόσο να σταματήσει ποτέ να είναι δημιουργικός. Οι δίσκοι που ακολούθησαν μέχρι το τέλος της καριέρας του ήταν κυρίως νέες εκτελέσεις παλιών τραγουδιών, ηχογραφήσεις συναυλιών του, και συμμετοχές σε άλμπουμ άλλων καλλιτεχνών.

Από αυτή τη δισκογραφία ξεχωρίζει ο δίσκος «Fifties & Ξερό Ψωμί», με επανεκτελέσεις τραγουδιών της δεκαετίας του ’50, τα ακούσματα της οποίας αγάπησε βαθιά ο Λουκιανός. Όπως και ο δίσκος «Αχ Πατρίδα Μου Γλυκειά», μια ανθολόγηση με ελαφρά τραγούδια της παράδοσης (παιδικά, σχολικά, προσκοπικά, τραγούδια του δρόμου και της γειτονιάς, της κατοχής, κ.ά.). Πρόκειται για υλικό που ανήκει κυρίως στη λεγόμενη προφορική παράδοση, και το οποίο συγκέντρωσε ο Κηλαηδόνης κατόπιν εκτεταμένης έρευνας.

Ο «πολιτικός» Κηλαηδόνης: αντισυμβατικός με έναν αντισυμβατικό τρόπο

«Εγώ ήμουν πάντα στην Αριστερά και εξακολουθώ να είμαι. Δεν είχα ποτέ ενεργό δράση στην πολιτική, απλά μια συναισθηματική σχέση την οποία είχα και εξακολουθώ να έχω… …Μάλιστα αρκετά από τα τραγούδια μου έχουν και κοινωνικά και πολιτικά στοιχεία. Παρακολουθώ, με ενδιαφέρει. Την εποχή που έπρεπε έκανα τέτοιες ολοκληρωμένες δουλειές πολιτικοκοινωνικές.»
(Από συνέντευξη του Λ. Κηλαηδόνη στο περιοδικό «Η Πατησίων Ζει», Απρίλιος 2013)

Ο Κηλαηδόνης είχε δηλώσει ανοιχτά ότι ποτέ δεν ήταν οπαδός του «κλασσικού», στρατευμένου ελληνικού πολιτικού τραγουδιού. Παρόλα αυτά, ο ίδιος υπήρξε πολιτικός μέσα από τα τραγούδια του, με τον δικό του ιδιαίτερο και αντισυμβατικό τρόπο.

Πέρα από τη συνεργασία του με τον Νεγρεπόντη που είχε σαφές στίγμα, ο Κηλαηδόνης με τους στίχους του πήρε θέση για μια σειρά από κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα: τη σεξουαλική απελευθέρωση της γενιάς του («Πού βαδίζουμε κύριοι»), τη γυναικεία καταπίεση («Μια μέρα μιας Μαίρης»), την ανεργία και τις εργασιακές σχέσεις («Επαγγελματικός προσανατολισμός»), τον κοινωνικό ρατσισμό και τα ναρκωτικά («Ο ύμνος των μαύρων σκυλιών»), την ήττα της Αριστεράς και την απογοήτευση των αγωνιστών της («Το εμβατήριο της σιωπής»).

Με απίστευτη ευφυΐα, χιούμορ και λεπτή ειρωνεία, κατακεραύνωσε τον μικροαστισμό της εποχής, τους «τεχνοκράτες και τις κυρίες τους», τη σοβαροφάνεια, την κακή αισθητική, τον πουριτανισμό, τον συμβιβασμό.  

«Κοιτάω την πάρτη μου, κοιτάω την πάρτη μου,
συνήθισα πια να βλέπω καθημερινά,
μικρούς θανάτους, μικρούς στραγγαλισμούς
και πια δε δίνω μία για όλα αυτά.
Κοιτάω την πάρτη μου… πώς γίναμε έτσι παιδιά;»

(«Κοιτάω την πάρτη μου», στίχοι Λ. Κηλαηδόνης)

Πάρτι στη Βουλιαγμένη, Ιούλιος 1983

Οι καινοτόμες καλλιτεχνικές ιδέες του Λουκιανού

Το έργο του Λουκιανού Κηλαηδόνη υπήρξε πρωτοπόρο, όχι μόνο ως προς το περιεχόμενό του, αλλά και ως προς τις συνεργασίες του, και τον τρόπο που επέλεγε να μοιραστεί τη δουλειά του με το κοινό.

Τον Ιούλιο του 1982, ο Κηλαηδόνης πραγματοποιεί την πρώτη του μεγάλη συναυλία στο θέατρο του Λυκαβηττού. Λέει η Άννα Βαγενά: «Ο Λουκιανός πάντα πρωτοπόρος, “άνοιξε” με αυτή τη συναυλία το θέατρο του Λυκαβηττού και έτσι ξανάρχισε η χρήση του για συναυλίες». Ενώ το θέατρο χωρούσε περίπου 3.500 κόσμο, τελικά στη συναυλία κατέφθασαν τουλάχιστον τα διπλάσια άτομα. Κατόπιν εντολής του Κηλαηδόνη προς την αστυνομία, άνοιξαν οι πόρτες και σε όσους δεν είχαν εισιτήριο, με αποτέλεσμα ο κόσμος να γεμίσει τις κερκίδες, την αλάνα, τα βραχάκια, ακόμη και να κάτσει ανάμεσα στον Λουκιανό και την ορχήστρα.

Σημείο σταθμός για τις ζωντανές εμφανίσεις του Λουκιανού Κηλαηδόνη, υπήρξε βέβαια το θρυλικό Πάρτι στη Βουλιαγμένη, που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο του 1983 με τη συμμετοχή πολλών τραγουδιστών, και μεταδόθηκε ζωντανά από την τηλεόραση της ΕΡΤ. Η ιδέα προέκυψε μετά την τεράστια επιτυχία του Λυκαβηττού τον προηγούμενο χρόνο. Ο Κηλαηδόνης ήθελε να κάνει ένα μεγάλο πάρτι για να ευχαριστήσει το κοινό του και να διασκεδάσει μαζί του.

«Ήθελα αυτή η βραδιά στη Βουλιαγμένη, να είναι κάτι περισσότερο από μια συναυλία, να είναι μια πιο ολοκληρωμένη πρόταση της αισθητικής μου», είχε πει.

Πάρτι στη Βουλιαγμένη, Ιούλιος 1983

Η προσέλευση ξεπέρασε κάθε προσδοκία: σύμφωνα με τις εκτιμήσεις συγκεντρώθηκαν 80.000 – 100.000 άνθρωποι, ενώ πάρα πολύς κόσμος δεν κατάφερε ποτέ να φτάσει λόγω του τεράστιου μποτιλιαρίσματος που ξεκινούσε από τη λεωφόρο Συγγρού. Στη Βουλιαγμένη το ευφάνταστο μυαλό του Κηλαηδόνη οραματίστηκε και εκτέλεσε κάτι ρηξικέλευθο: συναυλία σε φυσικό χώρο, με τους μουσικούς να καταφθάνουν με ταχύπλοα στην πλωτή εξέδρα, και τον κόσμο από κάτω απολύτως ελεύθερο να χορεύει, να κολυμπά, να ξαπλώνει. Η πρωτοφανής μαζικότητα, η πρωτοτυπία του χώρου, το γεγονός ότι ο κόσμος δεν ήταν απλός θεατής, αλλά όντως καλεσμένος σε ένα ξέγνοιαστο πάρτι, όλα αυτά καθιστούν το Πάρτι στη Βουλιαγμένη ορόσημο, όχι μόνο για την καριέρα του Κηλαηδόνη, αλλά και συνολικά για τις συναυλίες ανοιχτού χώρου στην Ελλάδα.

Το 1997 ο Κηλαηδόνης ταξιδεύει στη Νέα Ορλεάνη των ΗΠΑ, τη γενέτειρα της jazz μουσικής που τόσο αγαπούσε, για να συναντήσει την «Preservation Hall Jazz Band», το θρυλικό jazz συγκρότημα της Νέας Ορλεάνης που ιδρύθηκε στις αρχές του 1960. Από εκεί ξεκινά η γνωστή συνεργασία τους με τίτλο «Νέα Κυψέλη, Νέα Ορλεάνη»,με ζωντανές εμφανίσεις στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 1997, και δύο μεγάλες συναυλίες στον Λυκαβηττό τον Σεπτέμβρη του ίδιου χρόνου. Πέρα από παραδοσιακά τραγούδια της Νέας Ορλεάνης, στις συναυλίες ακούστηκαν και τραγούδια του Κηλαηδόνη παιγμένα από την σπουδαία αυτή ορχήστρα, η οποία πρώτη φορά συνεργάστηκε με ξένο καλλιτέχνη.

Λουκιανός Κηλαηδόνης – Preservation Hall Jazz Band

Ένα πρωτοπόρο μουσικό σύμπαν που παραμένει ακόμα σύγχρονο

Τόσες δεκαετίες μετά, ο χρόνος αποδεικνύει ότι ο Λουκιανός Κηλαηδόνης υπήρξε ένα ανεπανάληπτο ταλέντο που ήταν πολύ μπροστά, όχι μόνο από την δική του εποχή, αλλά ακόμη και από τη σημερινή. Μίλησε για τη σύγχρονη ζωή με ένα ξεχωριστό χιούμορ και μία φρέσκια αισθητική, που όμοιά της δεν έχει υπάρξει. Ταυτόχρονα, προσέγγισε το κοινό του με έναν τρόπο ανέμελο και παρεΐστικο, αλλά πάντα με σεβασμό και εκτίμηση.

Η δουλειά του, ακόμα και σήμερα, μας θυμίζει τη σημασία που έχει να διεκδικούμε το δικαίωμα στη χαρά, την ομορφιά και την ελευθερία, χωρίς να κοιτάμε μονάχα «την πάρτη μας». Άλλωστε, όπως μας έμαθε ο Λουκιανός, η μουσική –όπως τελικά και η ίδια η ζωή– μπορεί να είναι ανάλαφρη και διασκεδαστική, χωρίς να στερείται περιεχομένου, σοβαρότητας και ουσίας.

«Η τέχνη είναι δεκανίκι, στήριγμα. Και για τους δημιουργούς και για τους ακροατές. Μακάρι να έρθει μια μέρα που να μη χρειαζόμαστε ούτε μουσική, ούτε τίποτα. Να είμαστε με ένα κορίτσι στην παραλία, να ακούμε το αεράκι και το κύμα, και να μας φτάνει αυτό.»


Παράρτημα- επιλεγμένα τραγούδια:

«Ο Μικρός Ήρωας»

«Δελτίον ταυτότητος»

«Κιτς Made in Greece»

«Η τάξις η μεσαία»

«Αυτές οι καλύτερες μέρες»

«Το Εμβατήριο Της Σιωπής»

«De Cadenza»

«Νέα Κυψέλη Νέα Ορλεάνη»

«Ο ύμνος των μαύρων σκυλιών»

«Επαγγελματικός προσανατολισμός»

«Μια μέρα μιας Μαίρης»

«Το πάρτι»

«Η πατρίδα»

«Ντροπή τέτοιο παιδί»

«Πού βαδίζουμε κύριοι;»

«Νύχτα Καταστροφής»

Ακολουθήστε το «Ξ» στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία άρθρα μας.

Μπορείτε επίσης να βρείτε αναρτήσεις, φωτογραφίες, γραφικά, βίντεο και ηχητικά μας σε facebook, twitter, instagram, youtube, spotify.

Ενισχύστε οικονομικά το xekinima.org

διαβάστε επίσης:

7,247ΥποστηρικτέςΚάντε Like
1,004ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
1,118ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
425ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Επίκαιρες θεματικές

Πρόσφατα άρθρα