Νίκος Αναστασιάδης
Τάκης Γιαννόπουλος
Η τρομοκρατική επίθεση του Ισραήλ με τους βομβητές, η δολοφονία του ηγέτη της Χεζμπολάχ Χασάν Νασράλα και η επίθεση του Ισραήλ στον Λίβανο άνοιξε ξανά μια συζήτηση για την πολιτική και ιδεολογική ταυτότητα της Χεζμπολάχ. Ας δούμε μερικά πράγματα για την ιστορία αυτής της οργάνωσης.
Μαζική βάση
Ο ένας χρόνος σφαγής στην Γάζα και η επιθετικότητα του κράτους του Ισραήλ απέναντι στον Λίβανο έχουν προκαλέσει τεράστια οργή στους αραβικούς πληθυσμούς της περιοχής, αλλά και παγκόσμια. Για τα λαϊκά στρώματα του Λιβάνου και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, η Χεζμπολάχ αποτελεί μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη που μπορεί να αντισταθεί στο Ισραήλ, να του επιφέρει πλήγματα ή ακόμη και ήττες όπως έδειξε το παρελθόν. Πριν την τελευταία επίθεση που δέχτηκε και η οποία συνεχίζεται, υπολογίζεται πως διέθετε 60-100.000 μαχητές (ανάλογα με την πηγή υπολογισμού – σε αυτό το νούμερο συγκαταλέγονται και οι έφεδροι) και εξοπλισμό κατά πολύ ανώτερο του επίσημου λιβανέζικου στρατού.
Ταυτόχρονα, ο στρατός της είναι εμπειροπόλεμος. Όταν ο ισραηλινός στρατός αποχώρησε από το νότιο Λίβανο το 2000 (μετά από κατοχή 15 χρόνων), η Χεζμπολάχ πήρε τα εύσημα ότι ήταν αυτή που τον έδιωξε από τη χώρα. Στον πόλεμο που ξεκίνησε το Ισραήλ με την Χεζμπολάχ το 2006, η τελευταία αντιστάθηκε σθεναρά αναγκάζοντας το Ισραήλ να υπογράψει εκεχειρία.
Μέσα στον Λίβανο, η Χεζμπολάχ εκτός από στρατιωτική δομή έχει ιδρύσει πολιτικό κόμμα με μαζική βάση στον πληθυσμό των Σιιτών. Έχει δημιουργήσει επίσης ένα δίκτυο παροχών κοινωνικής πρόνοιας με σχολεία, νοσοκομεία, επιδόματα σε οικογένειες θυμάτων του πολέμου, κ.α., κάτι πολύ σημαντικό σε μια χώρα που μαστίζεται από φτώχεια, κρίση και πολέμους εδώ και δεκαετίες (στο παρελθόν, μέχρι τον εμφύλιο της δεκαετίας του ‘70, ο Λίβανος ήταν η πιο πλούσια χώρα της περιοχής, κοσμική και με ψηλό βιοτικό επίπεδο).
Ποια είναι όμως η Χεζμπολάχ;
Στα αραβικά η λέξη Χεζμπολάχ σημαίνει «το Κόμμα του Θεού».
Δημιουργήθηκε τη δεκαετία του ’80, ενώ έγινε επίσημα κόμμα το 1985. Η περίοδος εκείνη είχε σαν βασικά χαρακτηριστικά τον αιματηρό εμφύλιο πόλεμο του Λιβάνου (1975-1991), την εισβολή του Ισραήλ το 1982 και την επανάσταση του Ιράν του 1979 που έφερε τους Ισλαμιστές στην εξουσία.
Η Χεζμπολάχ είναι ένα σιιτικό ισλαμικό κίνημα εκπαιδευμένο από τους Φρουρούς της επανάστασης του Ιράν και χρηματοδοτούμενο απευθείας από το καθεστώς του.
Ασπάζεται πλήρως τη θεωρία ότι οι θρησκευτικοί ηγέτες θα πρέπει να κατέχουν την απόλυτη πολιτική εξουσία.
Αυθεντία του αρχηγού και νεοφιλελεύθερες πολιτικές
Ο Χασάν Νασράλα, που από το 1992 έγινε γενικός γραμματέας της Χεζμπολάχ, εξηγούσε πως η αυθεντία του αρχηγού είναι και πνευματική και πολιτική και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Το πολιτικό της πρόγραμμα, παρότι αρχικά μιλούσε υπέρ των καταπιεσμένων, στην πράξη, από τη στιγμή που η Χεζμπολάχ συμμετείχε σε συμμαχικές κυβερνήσεις, αποδείχτηκε νεοφιλελεύθερο-καπιταλιστικό. Συμμετέχει στις εκλογές από το 1992. Αποτελεί κομμάτι των κυβερνήσεων του Λιβάνου από το 2005 και μετά, υπό την ηγεσία μεγιστάνων καπιταλιστών ή στρατηγών όπως ο Αούν και ο Μικάτι.
Καμία από αυτές τις κυβερνήσεις δεν έδωσε επιπλέον χρήματα για την εκπαίδευση, την υγεία ή τους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας. Η συμμετοχή της Χεζμπολάχ στην κυβέρνηση δεν σταμάτησε τη φτώχεια, την ανισότητα, την διαφθορά. Από τον Ιούλιο του 2005 ως το Νοέμβριο του 2006, ο υπουργός ενέργειας και νερού της Χεζμπολάχ, Μουχαμάντ Φιναγίς, προώθησε την ιδιωτικοποίηση του ηλεκτρισμού στον Λίβανο (EdL).
Στάση απέναντι στα κινήματα
Όταν το 2011 ξέσπασαν διαδηλώσεις και μετά εμφύλιος πόλεμος στη Συρία – μεταξύ του στρατού και ομάδων που αντιτίθενται στο καθεστώς του προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ – η Χεζμπολάχ τάχθηκε στο πλευρό της συριακής κυβέρνησης. Έστειλε μάλιστα και στρατό, κίνηση για την οποία δέχτηκε κριτική από πολλές πλευρές. Χαρακτηριστικά, ο πρώην ηγέτης της Χεζμπολάχ, Σουμπχί αλ Τουφαϊλί, δήλωσε: «Η Χεζμπολάχ δεν θα έπρεπε να υπερασπίζει ένα εγκληματικό καθεστώς που σκοτώνει τους πολίτες του και που δεν έχει ρίξει ούτε μια τουφεκιά για να υπερασπιστεί τους Παλαιστίνιους».
Το καλοκαίρι του 2015 όταν ξέσπασε το λαϊκό κίνημα «Bρωμάτε» (με αφορμή την κρίση στην διαχείριση των σκουπιδιών), το οποίο στράφηκε κατά του σάπιου συστήματος διακυβέρνησης του Λιβάνου, ο Νασράλα δήλωσε ότι «έχει ουδέτερη θέση για το κίνημα γιατί δεν ξέρει ποιά είναι η ηγεσία του και οι σκοποί του».
Η μαζική εξέγερση του 2019
Στις 17 Οκτωβρίου του 2019, ξεκίνησαν μαζικές διαδηλώσεις, με αφορμή την αύξηση της φορολογίας στο πετρέλαιο, τον καπνό και τις τηλεπικοινωνίες μέσω διαδικτύου (και συγκεκριμένα στην εφαρμογή WhatsApp η οποία χρησιμοποιείται κατά κόρον στη χώρα). Στην πραγματικότητα ήταν το φυτίλι μιας μαζικής εξέγερσης ενάντια στην διαφθορά, την ανεργία και συνολικά στο πολιτικό σύστημα που έβγαλε 2 εκατομμύρια κόσμου (το 30% του πληθυσμού) στον δρόμο, ενώ συμμετείχαν άνθρωποι από όλες τις θρησκευτικές ομάδες του Λιβάνου.
Ποια ήταν η στάση της Χεζμπολάχ -που τότε συμμετείχε στην κυβέρνηση- και του Νασράλα στις διαδηλώσεις;
Στην πρώτη του ομιλία ο Νασράλα κατηγόρησε τους διαδηλωτές ότι σπρώχνουν τη χώρα στο χάος και ότι λειτουργούν ως ξένοι δάκτυλοι. Στη συνέχεια, παρότι εκφράστηκε θετικά ως προς κάποια από τα αιτήματα του κινήματος, οργάνωσε αντισυγκεντρώσεις των υποστηρικτών της Χεζμπολάχ. Κάποιοι από τους υποστηρικτές της οργάνωσης δεν δίστασαν να επιτεθούν στις συγκεντρώσεις του κινήματος με βία.
Ο Νασράλα υποστήριξε ανοιχτά την κυβέρνηση, ενώ εκφράστηκε καθαρά ενάντια στην παραίτηση του πρωθυπουργού Χαρίρι.
Διχαστικές πολιτικές
Απόρροια των πολιτικών επιλογών της Χεζμπολάχ είναι η απώλεια μέρους της κοινωνικής υποστήριξης που διέθετε παλιότερα. Αυτό αποτυπώθηκε σε δημοσκοπήσεις και στις εκλογές του 2022 όπου η συμμαχία της Χεζμπολάχ έχασε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Δημοσκόπηση του Αραβικού Βαρομέτρου στις αρχές του 2024 έδειξε πως μόνο το 30% των Λιβανέζων εμπιστεύονται την οργάνωση, ενώ το 55% λένε ότι δεν την εμπιστεύονται καθόλου. Η οργάνωση έχει την εμπιστοσύνη του 85% των Σιιτών, αλλά μόνο του 9% των Σουνιτών και των Δρούζων και του 6% των Χριστιανών.
Ο Λίβανος είναι μια κοινωνία με πολλές θρησκευτικές κοινότητες. Οι Μουσουλμάνοι αποτελούν το 67,8% (31,9% Σουνίτες, 31,2% Σιίτες, και μικρότερα ποσοστά Αλεβιτών κ.α.), Χριστιανοί 32,4% (Μαρωνίτες Καθολικοί οι περισσότεροι), Δρούζοι 4,5%, κ.α.
Η πολιτική της Χεζμπολάχ, όπως εκφράζεται στα δύο βασικά προγραμματικά της κείμενα (εδώ και εδώ) λέει μεν ότι η κοινωνία του Λιβάνου είναι πολυθρησκευτική, αλλά επιδιώκει να εγκαθιδρύσει ένα ισλαμικό καθεστώς με τον νόμο της Σαρία.
Μόνο που, όπως λέει, δεν θέλει να το επιβάλλει αλλά επιδιώκει να το αποδεχτούν οι άλλες θρησκευτικές ομάδες… εθελοντικά. Κάτι βέβαια που δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ. Αν όμως η Χεζμπολάχ αποκτήσει κάποια στιγμή την απαιτούμενη ισχύ ας μην αμφιβάλλουμε ότι θα χρησιμοποιήσει βία για να επιβάλει το ισλαμικό κράτος που πρεσβεύει. Γενικά, το πρόγραμμα της Χεζμπολάχ δεν έχει κάποια προοδευτική γραμμή: είναι υπέρ των συμμαχιών με όλα τα αραβικά καθεστώτα (όσο διεφθαρμένα και καταπιεστικά και αν είναι), είναι υπέρ της «εθνικής ενότητας» εντός του Λιβάνου (δηλαδή μεταξύ των φτωχών και των καπιταλιστών της χώρας), ενώ θέλει ο Λίβανος να έχει ισχυρό στρατό για να παίξει «γεωπολιτικό ρόλο» – δηλαδή να είναι πιο ισχυρός στην αντιπαράθεση όχι μόνο με το Ισραήλ αλλά και μέσα στο πλαίσιο του ανταγωνισμού των διαφόρων αραβικών κρατών της περιοχής.
Ταυτόχρονα, η πολιτική της για «διάλυση του κράτους του Ισραήλ» και η μη αναγνώριση του δικαιώματος των Εβραίων να έχουν ένα δικό τους κράτος στην περιοχή, παίζει το δικό της ρόλο στο να σπρώχνει στα χέρια του Ισραηλινού κατεστημένου όλο τον εβραϊκό πληθυσμό.
Πως μπορεί να υπάρξει λύση;
Η τελευταίες εξελίξεις με την τρομοκρατική επίθεση του Ισραήλ και την δολοφονία του Νασράλα προφανώς αδυνατίζουν το κύρος της Χεζμπολάχ. Και δείχνουν κάτι ακόμα, που έχει αποδειχτεί πολλές φορές στην ιστορία. Δεν υπάρχει τρόπος το Ισραήλ να νικηθεί μόνο με στρατιωτικά μέσα. Το Ισραήλ, με την υποστήριξη των Δυτικών ιμπεριαλιστών, έχει νικήσει σε πολλαπλούς πολέμους τους συνασπισμένους στρατούς των αραβικών κρατών.
Παρόλα αυτά, σήμερα στις περισσότερες αναλύσεις του χώρου της Αριστεράς (ειδικά αυτής που προέρχεται από τον Σταλινισμό) δεν θα βρούμε ίχνος κριτικής της φυσιογνωμίας και του πολιτικού προγράμματος και της πρακτικής της Χεζμπολάχ. Κάποιοι αναλυτές του χώρου μάλιστα φτάνουν να την εκθειάζουν.
Ασφαλώς στα πλαίσια της αντιπαράθεσης με το Ισραήλ, η αντίσταση που προβάλλει η Χεζμπολάχ χρειάζεται υποστήριξη. Αν η νέα εκστρατεία του Ισραήλ ενάντια στη Χεζμπολάχ αποτύχει, όπως έγινε το 2006, αυτό θα είναι θετικό για τα κινήματα αντίστασης στην περιοχή αλλά και στο αντιιμπεριαλιστικό κίνημα διεθνώς. Υποστήριξη χρειάζεται να δοθεί επίσης σε μέτρα όπως το κοινωνικό δίκτυο με σχολεία, νοσοκομεία κ.α. που έχει στήσει η Χεζμπολάχ.
Αυτό όμως είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα από την άκριτη υποστήριξη, την πλήρη έλλειψη κριτικής απέναντι της. Στο ζήτημα της αντιπαράθεσης της Χεζμπολάχ με το Ισραήλ είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε πως οι μέθοδοι πάλης που υιοθετεί η Χεζμπολάχ δεν πρόκειται να προσφέρουν λύση στο Παλαιστινιακό πρόβλημα ούτε στα άλλα προβλήματα της περιοχής (κοινωνικά, οικονομικά, εθνικά, πολιτιστικά, κ.α.).
Τα ηρωικά κινήματα της Μέσης Ανατολής στον αγώνα τους ενάντια στην καταπίεση, την φτώχεια, τον ιμπεριαλισμό χρειάζονται διεθνιστικές σοσιαλιστικές ιδέες και μαζικά επαναστατικά κόμματα. Οτιδήποτε διαφορετικό που τείνει να υποτάσσεται στους θεοκράτες Ισλαμιστές τελικά οδηγεί σε ήττες, σφαγές και ανείπωτη δυστυχία.
Μια απλή ανάγνωση της ιστορίας της ιρανικής επανάστασης, της μετατροπής της από αντιιμπεριαλιστική-εργατική σε ισλαμιστική και της σφαγής των πρωτοπόρων εργατών, του Κουρδικού αριστερού αντάρτικου κινήματος και των μελών του μαζικού Κομμουνιστικού Κόμματος του Ιράν, Τουντέχ, είναι διδακτική.
Η Αριστερά οφείλει να μαθαίνει από τα λάθη του παρελθόντος και να μην τα επαναλαμβάνει. Η υποστήριξη των δικαιωμάτων και των αγώνων ενός λαού, δεν σημαίνει υποστήριξη και στις μεθόδους πάλης που ακολουθούν οι ηγεσίες των κινημάτων, ειδικά όταν η εσωτερική δημοκρατία σ’ αυτά είναι κάτι ανύπαρκτο. Η Αριστερά οφείλει να προσφέρει τη δική της ταξική-διεθνιστική ανάλυση και προοπτική και να μην γίνεται ουρά συντηρητικών ή κοινωνικά αντιδραστικών δυνάμεων στο όνομα του αντιιμπεριαλισμού.