Τα αποτελέσματα του α’ γύρου των αυτοδιοικητικών εκλογών δεν προσφέρονται για πανηγυρισμούς από κανένα τμήμα της Αριστεράς. Αντίθετα, πρέπει να αποτελέσουν πεδίο μελέτης και προβληματισμού. Κι αυτό όχι γενικά κι αφηρημένα. Αλλά γιατί σε λίγες μέρες έχουμε το β’ γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών και τις ευρωεκλογές. Η Αριστερά γενικά και ο ΣΥΡΙΖΑ ειδικά, πρέπει να βγουν νικητές απ’ αυτή τη μάχη. Τα σωστά συμπεράσματα από τον πρώτο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών είναι πολύτιμο όπλο για τη μάχη της ερχόμενης Κυριακής.
Αυτές οι εκλογές προσφέρανε την ευκαιρία να καταποντιστούν οι δυνάμεις του Μνημονίου και της Τρόικα. Κι αυτό το ξέρανε οι ίδιοι οι Τροϊκανοί, εδώ και καιρό. Γι’ αυτό κατασκεύασαν τη σκανδαλώδη «έξοδο» στις αγορές, γι’ αυτό ο ίδιος ο Σαμαράς έπαιξε ενεργό και προσωπικό ρόλο στην προεκλογική εκστρατεία, γι’ αυτό ο Βενιζέλος απειλούσε ωμά ότι αν δεν ψηφιστεί το κόμμα του θα προκαλέσει πτώση της κυβέρνησης και εκλογές, γι’ αυτό επιστρατεύτηκε και ο διεθνής παράγοντας για να τονίσει το πόσο καλά πάει η Ελλάδα και να ξαναθέσει το δίλημμα της εξόδου απ’ το ευρώ σε περίπτωση «πολιτικής αστάθειας»…
Σ’ αυτές τις εκλογές η οργή και η αγανάκτηση της κοινωνίας εκφράστηκε σε μεγάλο βαθμό αλλά διοχετεύτηκε μόνο εν μέρει στην κατεύθυνση της Αριστεράς. Ή για να το θέσουμε διαφορετικά η Αριστερά δεν κατάφερε να δημιουργήσει ενθουσιασμό και μαζική συσπείρωση σ’ αυτήν και γύρω απ’ αυτήν. Στοιχεία νίκης ασφαλώς μπορεί κάθε ένα από τα κόμματα της Αριστεράς να αναζητήσει και να βρει στο αποτέλεσμα. Το ίδιο όμως μπορούν, ως ένα βαθμό να κάνουν (και το κάνουν) και οι Μνημονιακοί/Τροϊκανοί.
Το θέμα επομένως που προκύπτει για την Αριστερά είναι να τοποθετηθεί, όχι στα επιμέρους, αλλά στο κεντρικό ζήτημα: με δεδομένο το μέγεθος της κρίσης και της οικονομικής και κοινωνικής καταστροφής, πρέπει να είναι ικανοποιημένη με το αποτέλεσμα ή να σταθεί με προβληματισμό απέναντι στον εαυτό της;
ΣΥΡΙΖΑ
Ο ΣΥΡΙΖΑ έκανε στις διπλές εκλογές του 2012 τη μεγάλη έκπληξη και τη μεγάλη ανατροπή. Την Κυριακή που πέρασε, 18 Μάη, δεν είχαμε κάτι παρόμοιο.
Στην πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μιλήσει για σημαντική επιτυχία στο δήμο της Αθήνας και στην περιφέρεια Αττικής – για πρώτη φορά οι δυνάμεις του κατεστημένου κινδυνεύουν να χάσουν τον πιο σημαντικό δήμο και την πιο σημαντική περιφέρεια της χώρας. Το αν αυτό οφείλεται εν μέρει και στη διάσπαση της ΝΔ είναι ένας δευτερεύων παράγοντας. Σημαντικό επίσης το γεγονός ότι η Αριστερά (ο ΣΥΡΙΖΑ) απειλεί να πάρει συνολικά 4 περιφέρειες στο β’ γύρο και μεγάλο αριθμό δήμων (μαζί με το ΚΚΕ που διεκδικεί 4 δήμους).
Όμως τα ποσοστά της Δούρου και του Σακελλαρίδη βρίσκονται κάτω από το αποτέλεσμα του 2012! Το ίδιο ισχύει για τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ στην πολύ μεγάλη πλειοψηφία των δήμων και περιφερειών!
Αν κάποιος χρησιμοποιεί για συγκρίσεις τα ποσοστά των τοπικών εκλογών του 2010 θα μπορεί να μιλά για μεγάλες επιτυχίες του ΣΥΡΙΖΑ. Είναι όμως σωστό κάτι τέτοιο; Σίγουρα όχι! Οι συγκρίσεις πρέπει να γίνονται με τα ποσοστά του 2012, γιατί εκεί φάνηκε η δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ που απογειώθηκε στο 27% πανελλαδικά.
Το βασικό ερώτημα λοιπόν είναι: πέρα από την επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ στην Αττική και στο δήμο της Αθήνας, κατάφερε να διατηρήσει τη δυναμική που του έδωσε η ελληνική κοινωνία, το Μάη και τον Ιούνη του ‘12;
Ας δούμε τι λένε οι αριθμοί: στην περιφέρεια Αττικής 23,8%· Στερεάς 18,7%· Θεσσαλίας 13,3%· Ηπείρου 24,5%· Βόρειου Αιγαίου 19,4% · Νότιου Αιγαίου 18,3%· Κρήτης 18,6%· Κεντρικής Μακεδονίας 11,7%· Αν. Μακεδονίας – Θράκης 11,4% · Ιονίων Νήσων 20,5%… κοκ. Η εικόνα είναι ξεκάθαρη – πουθενά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έπιασε το ποσοστό του Ιούνη του 2012. Αν δοκιμάσουμε δε να κάνουμε συγκρίσεις σε επίπεδο δήμων και ιδιαίτερα των λαϊκών συνοικιών της Αθήνας, του Πειραιά και της Θεσ/νίκης η εικόνα είναι ακόμα πιο αρνητική, με τον ΣΥΡΙΖΑ να παίρνει κατά κανόνα κάτω από το 50%, σε μερικές περιπτώσεις ακόμα και κάτω από το 30% των ποσοστών του Ιούνη του ‘12.
Ασφαλώς υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στις αυτοδιοικητικές και τις εθνικές εκλογές. Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να πολιτικοποιήσει στο έπακρο αυτές τις εκλογές – πράγμα κατά τη γνώμη μας πολύ σωστό! Εξήγησε, πολύ σωστά, πως δεν ψηφίζουμε για δημάρχους και περιφερειάρχες αλλά υπέρ ή κατά του Μνημονίου!
Προφανώς όμως ο κόσμος δεν εκτίμησε το «μήνυμα» αυτό του ΣΥΡΙΖΑ. Γιατί; Ο κόσμος βέβαια δεν είναι υπέρ του Μνημονίου – αυτό δεν χρειάζεται ανάλυση! Τότε όμως γιατί; Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπόρεσε να πείσει! Και δεν μπόρεσε να πείσει γιατί, βασικά, έβαλε νερό στο κρασί του προγραμματικά, όπως έχουμε αναλύσει άπειρες φορές, πράγμα που με τη σειρά του αντανακλάστηκε σε απαράδεκτες συμμαχίες προς τα δεξιά[1] με καιροσκόπους απ’ το ΠΑΣΟΚ και άλλους τυχάρπαστους.
ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ
Αυτό μας φέρνει στην υπόλοιπη Αριστερά. Κατάφερε μήπως το ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να καλύψουν το κενό που αφήνει ο ΣΥΡΙΖΑ και να δώσουν προοπτική στην κοινωνία;
Και το ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ μιλούν για επιτυχία, επειδή ανακάμψανε από την καταστροφική ήττα του 2012. Όμως αυτό που κατάφεραν ήταν να επιστρέψουν περίπου στα ποσοστά του 2010, προτού ακόμη η κρίση αποκτήσει την πλήρη της διάσταση. Αυτό μπορεί να θεωρηθεί μια μερική επιτυχία, αλλά, πάρα πολύ μικρή σε σχέση με το τι έχει ανάγκη σήμερα η ελληνική κοινωνία και τα πολλά εκατομμύρια των απελπισμένων εργαζομένων, ανέργων και φτωχών.
Ενδεικτικά, αναφέρουμε τα αποτελέσματα στην περιφέρεια Αττικής, που είναι η πιο μεγάλη (με διαφορά) στη χώρα, αλλά και ο «οδηγός» συχνά για τις πολιτικές διεργασίες
Έτσι στην περιφέρεια Αττικής το ΚΚΕ πήρε στις εκλογές της 18ης Μάη 10,67% – 173.000 ψήφους περίπου. Το 2010 είχε πάρει 14,5% και πάνω από 206.000 ψήφους! Κατάφερε δηλαδή να αναπληρώσει ως ένα βαθμό τις απώλειες του 2012, αλλά είναι ακόμα πίσω από την εκλογική του επιρροή του 2010!
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στην περιφέρεια Αττικής, πήρε 2,09% στις 18 Μάη, ενώ το 2010 είχε πάρει 2,29%. Σε ποσοστά υπάρχει μια μικρή μείωση παρότι σε απόλυτο αριθμό ψήφων έχουμε μια μικρή αύξηση, περίπου 1.000 επιπλέον ψήφων, φτάνοντας τον τελικό αριθμό των 34.000 περίπου.
Πανελλαδικά η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έφτασε τις 126.000 ψήφους περίπου (με συμμετοχή σε 12 περιφέρειες έναντι 11 το 2010) και το ποσοστό της πλησίασε το 2,5%. Πρόκειται για σημαντικό ποσοστό και δύναμη. Που θα μπορούσε, δυνητικά, να λειτουργήσει καταλυτικά για το σύνολο της Αριστεράς, το εργατικό κίνημα και την κοινωνία. Αυτό είναι η μία όψη.
Η άλλη όψη είναι ότι μέσα στην 4ετία του «χαμού» στην Ελλάδα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έμεινε ουσιαστικά στάσιμη! Μπορεί να είναι κανείς ικανοποιημένος μ’ αυτό και να μην αναζητά τις αιτίες σε βάθος;
Το θέμα επομένως δεν είναι να πανηγυρίζει η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, είναι να δει αν μπορεί και πώς μπορεί να αξιοποιήσει αυτή τη μικρή αλλά καθόλου αμελητέα δύναμη των 125.000 ψηφοφόρων για να δώσει διέξοδο και προοπτική. Για να το καταφέρει αυτό, όμως, πρέπει πρώτα να αντληθούν τα συμπεράσματα για τις αιτίες της στασιμότητας αυτής, δηλαδή της αδυναμίας να αξιοποιηθεί η κρίση για να ενισχυθεί η ίδια.
Αναφερόμαστε περισσότερο στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ και όχι στο ΚΚΕ γιατί στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ υπάρχουν διεργασίες και ζυμώσεις. Στο ΚΚΕ έχουμε μια σταλινική εσωκομματική δικτατορία που δεν αφήνει τίποτα να κουνηθεί. Επομένως όσο και αν είναι σωστό να θέτει κάποιος το ΚΚΕ μπροστά στις ευθύνες του, οι ελπίδες ότι μπορεί κάτι σημαντικό να αλλάξει στο προβλεπτό μέλλον είναι από ελάχιστες έως ανύπαρκτες.
Με άλλα λόγια…
ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν θα έπρεπε να είναι ικανοποιημένοι με τα αποτελέσματα τους. Γιατί ενώ τους επιτρέπουν να ανασάνουν, κι αυτό πρέπει να αναγνωριστεί, δεν αντανακλούν καμία δυναμική. Δεν δείχνουν ότι έχουν μπορέσει καθ’ οποιονδήποτε τρόπο να δώσουν σε μαζικά στρώματα στην κοινωνία τις απαντήσεις και την προοπτική που χρειάζονται. Είναι ποσοστά «επιβίωσης» αλλά δεν είναι ποσοστά κοινωνικών και πολιτικών ανατροπών – τη στιγμή που ζούμε σε μια εποχή που απαιτεί και εγκυμονεί μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές ανατροπές.
Η Αριστερά πρέπει να έχει την τόλμη να αναζητήσει τις δικές της ευθύνες. Αυτό ισχύει για το σύνολο της Αριστεράς – και τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Ας μην ακούσουμε ξανά τις εύκολες απαντήσεις του είδους «φταίει ο κόσμος» που δεν καταλαβαίνει. Όταν ο κόσμος δεν καταλαβαίνει «το μήνυμα» της Αριστεράς, τότε υπάρχει πρόβλημα με το «μήνυμα»! Ο κόσμος είναι αυτός που είναι, αποτελεί ένα «αντικειμενικό» δεδομένο για την Αριστερά – η Αριστερά έχει την ευθύνη να βρει τον τρόπο να τον προσεγγίσει και να τον πείσει για τις προτάσεις της!
Αντιφασιστική πάλη
Οι εκλογές της περασμένης Κυριακής έδωσαν στον Κασιδιάρη στην Αθήνα 16% και στον Παναγιώταρο στην Αττική 11%, ενώ ψηλά είναι τα ποσοστά της σε όλες τις περιφέρειες (κατέβηκε στις 12 από τις 13). Το μέγεθος του κινδύνου είναι πραγματικά μεγάλο! Γιατί η ΧΑ είναι πια αποδεδειγμένα μια ναζιστική οργάνωση, αποδεδειγμένα μια συμμορία που δολοφονεί της οποίας ο κύριος κορμός της ηγεσίας είναι στη φυλακή. Όταν αυτή η συμμορία λοιπόν παίρνει τόσο ψηλά ποσοστά, τότε ένα είναι σίγουρο: το φαινόμενο του φασισμού είναι εδώ «για να μείνει» και ακόμη δεν έχει δείξει το πραγματικό του πρόσωπο που είναι πολύ χειρότερο απ’ ότι έχουμε δει μέχρι τώρα.
Με την τελική καταμέτρηση να μην είναι ακόμα πλήρης την ώρα που γράφεται το άρθρο αυτό, η Χ. Αυγή πήρε στις εκλογές της 18ης Μάη 453.848 ψήφους, κατεβαίνοντας σε 12 από τις 13 περιφέρειες. Τον Ιούνη του ‘12 είχε πάρει 426.025 ψήφους. Με την ηγεσία της στη φυλακή, με όλη την «επίθεση» που έχει δεχτεί και με μία περιφέρεια λιγότερη, κατάφερε να αυξήσει τις ψήφους της κατά 30 περίπου χιλιάδες. Να κάνουμε τη δυσάρεστη σύγκριση με την πορεία των ψήφων του ΣΥΡΙΖΑ; Ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε τον Ιούνη του 2012, 1.655.000 ψήφους και στις 18 Μάη του 2014, 1.004.000 ψήφους – απώλειες περίπου 650 χιλιάδων ψήφων.
Ας επαναλάβουμε αυτό που έχουμε πει και γράψει άπειρες φορές. Η άρχουσα τάξη, η κυβέρνηση, τα δικαστήρια κλπ, δεν πρόκειται ποτέ να εξαλείψουν το φαινόμενο του φασισμού, γιατί είναι ακριβώς οι δικές τους πολιτικές που το δημιουργούν και το αναπαράγουν και γιατί στο τέλος-τέλος τους χρειάζονται για τις «δύσκολες στιγμές» ενάντια στο εργατικό κίνημα και την Αριστερά.
Για να εξαλειφθεί το φαινόμενο του φασισμού χρειάζεται κοινή αντιφασιστική δράση της Αριστεράς και πολιτική αντιπρόταση: μια εναλλακτική πολιτική πρόταση που να πείσει την κοινωνία και να εμπνεύσει τα πιο μαχητικά και πρωτοπόρα κομμάτια της.
Τι κάνουμε;
Τα αποτελέσματα προσφέρονται για μια σειρά από συμπεράσματα για την Αριστερά. Τα συμπεράσματα δεν μπορούν να είναι πλήρη γιατί έπεται ακόμη ο 2ος γύρος, και οι ευρωεκλογές, όμως είναι αρκετά ασφαλή. Και μπορούν να αποτελέσουν «όπλο» για την επόμενη και κρισιμότερη μάχη, αυτή της επόμενης Κυριακής.
1. Μπροστά στο β’ γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών πρέπει να μπούμε αποφασιστικά στη μάχη για να περάσουν οι δήμοι και οι περιφέρειες στα χέρια της Αριστεράς. Αυτό σημαίνει ψήφο στην Αριστερά στον β’ γύρο, είτε αυτό είναι το ΚΚΕ στην Πετρούπολη, την Πάτρα, το Χαϊδάρι και την Ικαρία, είτε είναι ο ΣΥΡΙΖΑ σ’ όλες τις άλλες περιπτώσεις. Αυτό μεταφράζεται στην υποχρέωση του ΣΥΡΙΖΑ να ψηφίσει ΚΚΕ στους προαναφερόμενους δήμους και του ΚΚΕ να ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ παντού όπου ο ΣΥΡΙΖΑ έχει περάσει στο β’ γύρο. Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ οφείλει να καλέσει ανοικτά σε ψήφο σε ΣΥΡΙΖΑ και ΚΚΕ στο β’ γύρο.
2. Η πιο σημαντική μάχη στις 25 Μάη αφορά τις ευρωεκλογές. Μπροστά στην άρνηση της Αριστεράς να συνεργαστεί, σαν «Ξ» καλούμε σε μαχητική, αποφασιστική εκστρατεία ψήφου στον ΣΥΡΙΖΑ. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να εμφανιστεί πρώτος με διαφορά.
3. Το 27% που έδωσε η δημοσκόπηση της Kapa Research την Κυριακή που πέρασε δείχνει πως η πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ είναι δυνατή και σημαντική – όμως εκτός του ότι δεν είναι σίγουρη, δεν φαίνεται αρκετή για να προκαλέσει πολιτικές ανατροπές. Χρειάζεται να στοχεύσουμε σ’ ένα ποσοστό αισθητά πάνω από 30%, για να ρίξει σε κρίση τους «κυβερνητικούς εταίρους» και να ανοίξει το δρόμο για την ανατροπή τους. Μόνο έτσι μπορούμε να στοχεύουμε σε μια κυβέρνηση της Αριστεράς την επόμενη περίοδο – πολύ περισσότερο αυτοδύναμη.
4. Το θέμα του ιδεολογικού και πολιτικού επανεξοπλισμού της Αριστεράς, συνολικά, παραμένει ένα γενικό και κορυφαίο καθήκον. Στον ΣΥΡΙΖΑ το πρόβλημα αφορά την άρνηση να υιοθετήσει ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα ρήξης με το κατεστημένο, την άρχουσα τάξη και την ΕΕ. Στο ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ αφορά την άρνηση τους να είναι ενωτικοί προς την υπόλοιπη Αριστερά για το χτίσιμο πλατιών κοινωνικών μετώπων και κινημάτων. Υπάρχουν όμως πολλές χιλιάδες αγωνιστές μέσα και έξω από τα κόμματα της Αριστεράς που κατανοούν αυτά τα ελλείμματα. Η πάλη όλων αυτών πρέπει να συντονιστεί για να μπορέσει να φέρει αποτελέσματα.
5. Η Αριστερά έχει υποχρέωση να δει το θέμα της Συνεργασίας της Αριστεράς σαν ένα από τα κορυφαία ζητήματα στην περίοδο που βρισκόμαστε. Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να πιεστεί να επαναφέρει το κάλεσμα στο ΚΚΕ και την ΑΝΤΑΡΣΥΑ για συνεργασία με στόχο την εξουσία. Το ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πρέπει να πιεστούν να εγκαταλείψουν τον «απομονωτισμό» και το «σεκταρισμό» τους. Αντιλήψεις του είδους «εμείς, οι μόνοι καθαροί, δεν λερώνουμε τα χέρια μας με καμιά συνεργασία, με κανένα» είναι τραγικές (αλλά και ανιστόρητες).
6. Η εκτός ΣΥΡΙΖΑ Αριστερά μαζί με την εντός ΣΥΡΙΖΑ αριστερά, που κατανοούν τα ελλείμματα των σημερινών ηγεσιών της Αριστεράς, πρέπει να δώσουν από κοινού τη μάχη για τον «επανεξοπλισμό» της Αριστεράς. Είναι μια μάχη που μπορεί και πρέπει να είναι κοινή. Αν δοθεί από κοινού, οι πιθανότητες νίκης γίνονται αυτόματα πολλαπλάσιες. Στην πραγματικότητα, στο άμεσο μέλλον, μόνο αν δοθεί από κοινού αυτή η μάχη έχει σοβαρές ελπίδες επιτυχίας και νίκης.
_________________________