Στον απολογισμό του 2021 μετρήσαμε 17 επίσημα καταγεγραμμένες γυναικοκτονίες. Πολλές και πολλοί στο τέλος της χρονιάς ευχηθήκαμε το 2022 να μη μετρήσουμε άλλα θύματα βίας, να μη μετρήσουμε άλλες δολοφονημένες.
Κι όμως, από τις πρώτες ημέρες της χρονιάς μας επισκέφτηκε η πραγματικότητα μέσα από διαφορετικές ειδήσεις, για να κάνει φανερό πως η βία κατά των γυναικών, ριζωμένη στις πατριαρχικές δομές της κοινωνίας, δεν μπορεί να εξαλειφθεί με ευχές και καλές προθέσεις.
«Γυναίκα μου είναι, ό,τι θέλω κάνω»
Την πρώτη ημέρα της χρονιάς, παρακολουθούσαμε την υπόθεση ομηρίας με θύμα μία γυναίκα και θύτη τον σύντροφό της, ο οποίος αφού τη χτύπησε βάναυσα και την απήγαγε με απειλή μαχαιριού, τη μετέφερε στο σπίτι του. Εκεί συνέχισε να τη χτυπάει ενώ στη συνέχεια, όταν έφτασε η αστυνομία, απειλούσε πως θα ανατινάξει μία μποτίλια υγραερίου, βάζοντάς φωτιά στο κτίριο.
«Αφορμή» αποτέλεσε το γεγονός πως η γυναίκα επέλεξε να περάσει τη βραδιά της Παραμονής της Πρωτοχρονιάς με διαφορετική παρέα. Αυτό εξόργισε τον σύντροφο της, ο οποίος σύμφωνα με την κατάθεση της γυναίκας πίστευε πως τον απάτησε.
Η «αιτία» είναι για μία ακόμα φορά η αντίληψη του θύτη πως η σύντροφός του του ανήκει, πως δεν είχε κανένα δικαίωμα να γιορτάσει με άλλους ανθρώπους και πως εφόσον παραβίασε αυτούς τους άγραφους κανόνες, της άξιζε η τιμωρία του ξυλοδαρμού. Αυτό αποδεικνύεται και από τα ίδια τα λόγια του άντρα, ο οποίος όταν έφτασε η αστυνομία και του είπε να αφήσει τη γυναίκα, απάντησε:
«Είναι γυναίκα μου και θα την κάνω ότι θέλω εγώ. Και να την σκοτώσω εσάς τι σας νοιάζει; Γιατί ήρθατε εδώ ποιος φώναξε;».
Το περιστατικό έληξε ευτυχώς με τη σύλληψη του δράστη, προκαλώντας ανάμεικτα συναισθήματα. Από τη μία ανακούφιση που η ιστορία δεν εξελίχτηκε σε μία νέα γυναικοκτονία, από την άλλη οργή για ένα ακόμα βάναυσο περιστατικό έμφυλης βίας.
Ξυλοδαρμός επειδή υπερίσχυσε ο φόβος της
Τη Δευτέρα 3 Γενάρη έγινε γνωστό πως στα τέλη του Δεκέμβρη, μία ακόμα γυναίκα έπεσε θύμα βίας από τον σύζυγό της, όταν αυτός βρέθηκε θετικός στον κορονοϊό μετά από τη διενέργεια σελφ τεστ και η γυναίκα του ζήτησε να φύγει από το σπίτι.
Η ίδια ανέφερε στους αστυνομικούς πως φοβήθηκε για την ίδια και για το παιδί τους και για αυτό του ζήτησε να φύγει ώστε να μην κολλήσουν. Αυτό ήταν αρκετό ώστε ο σύζυγός της να αρχίσει να τη χτυπάει στο στομάχι και στο πρόσωπο.
Στις ημέρες της πανδημίας που ζούμε, ο φόβος και η ανάγκη να προστατευθούμε και να προστατεύσουμε τους πιο ευάλωτους είναι έντονος για πολλούς από εμάς. Όχι όμως και για τον συγκεκριμένο άντρα, ο οποίος μάλλον θεώρησε πως η σύζυγός του όφειλε να ξεπεράσει οποιοδήποτε άλλο συναίσθημα και ανάγκη και να σιωπήσει μπροστά στο ενδεχόμενο νόσησης, για να μην τον «προσβάλλει» ή ξεβολέψει. Και τιμωρήθηκε με ξυλοδαρμό επειδή δεν έβαλε τις δικές του ανάγκες πάνω από τις δικές της.
Δύο καταγγελίες και δύο υπαναχωρήσεις
Την Τρίτη 4 Γενάρη, έγινε γνωστό πως ο ποδοσφαιριστής του Ολυμπιακού Ρούμπεν Σεμέδο συνελήφθη μετά από καταγγελία της συντρόφου του για ξυλοδαρμό. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, η κοπέλα τηλεφώνησε στην αστυνομία και κατήγγειλε πως ο Σεμέδο την χτύπησε και στη συνέχεια της πήρε το κινητό της και την πέταξε έξω από το σπίτι. Αρχικά ο Σεμέδο συνελήφθη το βράδυ της Δευτέρας 3 Γενάρη με την αυτόφωρη διαδικασία και κάποιες ώρες αργότερα αφέθηκε ελεύθερος.
Η σύντροφός του την επόμενη ημέρα απέσυρε την καταγγελία, ενώ ο Σεμέδο έκανε αναρτήσεις στο instagram στις οποίες έκανε λόγω για «ψευδείς ειδήσεις», αρνούμενος έμμεσα πως είχε συλληφθεί το προηγούμενο βράδυ.
Ο Σεμέδο τον περασμένο Αύγουστο βρέθηκε κατηγορούμενος για τον ομαδικό βιασμό μίας 17χρονης κοπέλας και μετά την απολογία του αφέθηκε ελεύθερος καταβάλλοντας εγγύηση. Παράλληλα στο παρελθόν έχει κατηγορηθεί και καταδικαστεί για βίαια περιστατικά, ένα από τα οποία απέναντι σε γυναίκα.
Λίγες ημέρες νωρίτερα στη Σκιάθο, μία γυναίκα κατήγγειλε τον σύζυγό της στην αστυνομία, γιατί την απείλησε λέγοντάς της «Θα δεις τι θα πάθεις όταν γυρίσουμε σπίτι». Σύμφωνα με την καταγγελία της, η γυναίκα αρνήθηκε να επιβιβαστεί στο αυτοκίνητό τους γιατί ο σύζυγός της ήταν μεθυσμένος και τότε αυτός της απηύθυνε την απειλή. Λίγο αργότερα, η γυναίκα υποστήριξε πως αυτό που της προκάλεσε φόβο είναι το να επιβιβαστεί στο αυτοκίνητο και πως γενικά δεν είναι βίαιος και η ίδια δεν ένιωσε απειλή πως θα της κάνει κακό, οπότε δεν του ασκήθηκε ποινική δίωξη.
Εφόσον και στις δύο περιπτώσεις δε θα ασκηθεί ποινική δίωξη και άρα δεν θα γίνει περαιτέρω έρευνα για τα δύο περιστατικά, δε θα γίνουν γνωστές παραπάνω λεπτομέρειες για το τι βίωσαν οι δύο γυναίκες. Ακόμα και αν δε μιλάμε για περιστατικά βίας, το σίγουρο είναι πως για να στραφούν στην αστυνομία ένιωσαν κάποια απειλή.
Εξάλλου, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο τα θύματα έμφυλης βίας ενώ αρχικά βρίσκουν το θάρρος να καταγγείλουν τον άντρα που τις κακοποίησε, στη συνέχεια να υποχωρούν και να αποσύρουν την καταγγελία τους. Η ενδοοικογενειακή βία εξάλλου βασίζεται σε ένα σύμπλεγμα συναισθημάτων και αντιλήψεων, που κάνουν τη γυναίκα να δυσκολεύεται εξαιρετικά μέχρι –αν- να δώσει τέλος. Το αίσθημα πως οι ίδιες φταίνε και έχουν προκαλέσει ό,τι τους συμβαίνει, ο φόβος για αντίποινα, οι ενοχές και οι τύψεις πως με την καταγγελία θα βλάψουν τον σύντροφό τους, οι αμφιβολίες πως ίσως υπερβάλλουν και αυτό που τους συνέβη δεν είναι τελικά τόσο σημαντικό ή επικίνδυνο, ακόμα και μία υπόσχεση από τον θύτη πως «θα αλλάξει», πως «δε θα ξανασυμβεί», είναι κάποιοι από τους λόγους που μπορεί να οδηγήσουν μία γυναίκα στο να μην καταγγείλει τη βία που δέχεται ή να αποσύρει την καταγγελία της, κοκ.
Να περάσουμε από τις ευχές στις πράξεις
Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει φανερό το πόσο συχνό και επικίνδυνο φαινόμενο είναι η βία κατά των γυναικών, που στην πιο ακραία της μορφή οδηγεί στη γυναικοκτονία. Παράλληλα, η μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας συζητάει, προβληματίζεται και αναζητά λύσεις στο φαινόμενο του σεξισμού και της έμφυλης βίας. Ένα σημαντικό κομμάτι των γυναικών αρχίζει και βγάζει το συμπέρασμα πως χρειαζόμαστε ένα μαζικό γυναικείο κίνημα- κάτι από το οποίο απέχουμε πολύ, αν και έχουν γίνει κάποιες αξιοσημείωτες εμφανίσεις στους δρόμους με συγκεντρώσεις και πορείες.
Το καλοκαίρι, μία σερβιτόρα είπε σε μία κοπέλα «Αν θέλεις βοήθεια, έλα σε εμένα», με αποτέλεσμα να αποκαλυφθεί ολόκληρο κύκλωμα σωματεμπορίας και πιθανότατα να σωθεί η ζωή της κοπέλας θύματος βίας- και η φράση της αυτή έγινε σύνθημα. Αυτές τις μέρες οργανώθηκε εκστρατεία οικονομικής ενίσχυσης για τα δικαστικά έξοδα της Ε., που έπεσε θύμα κακοποίησης ως παιδί, από συγγενικό της πρόσωπο και βρήκε το θάρρος και τον κατήγγειλε. Η εκστρατεία αυτή ολοκληρώθηκε, αφού ο στόχος της οικονομικής ενίσχυσης «πιάστηκε»! Αυτά τα παραδείγματα αναδεικνύουν τη διάθεση μεγάλου μέρους της κοινωνίας να σταθεί στο πλευρό των θυμάτων και να βοηθήσει όπως μπορεί. Αυτή τη διάθεση μπορούμε να την κάνουμε πράξη!
Να ενισχύσουμε τη συμμετοχή σε γυναικείες ομάδες και συνελεύσεις, να οργανώσουμε ενημερωτικές εκστρατείες για την έμφυλη βία στις πόλεις και τις γειτονιές μας με παρεμβάσεις και εκδηλώσεις, να οργανώσουμε δράσεις αλληλεγγύης και δίκτυα επικοινωνίας μεταξύ μας, με στόχο να κάνουμε πράξη το «καμία μόνη».
Παράλληλα να οργανώσουμε τον αγώνα μας στους δρόμους και να απαιτήσουμε -ανάμεσα σε άλλα- να δημιουργηθούν επαρκείς δομές φιλοξενίας για τα θύματα έμφυλης βίας και τα παιδιά τους, την οικονομική στήριξη των θυμάτων μέχρι να σταθούν στα πόδια τους, δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ψυχολογική υποστήριξη για τα θύματα και τα παιδιά τους, δωρεάν νομικές διαδικασίες κ.α.
Μαζί με τα παραπάνω, για να δώσουμε ένα οριστικό τέλος στη βία κατά των γυναικών και στον σεξισμό συνολικά, να αγωνιστούμε ενάντια στο καπιταλιστικό σύστημα που και επιβιώνει βασισμένο στις ανισότητες και τις διακρίσεις.