Η κυβέρνηση ετοιμάζεται να προχωρήσει σε θεμελιακές αλλαγές στο δημόσιο κοινωνικό σύστημα ασφάλισης μέσω της μετατροπής του από αναδιανεμητικό σε κεφαλαιοποιητικό.
Αυτό θα γίνει ξεκινώντας από την επικουρική ασφάλιση με την αιτιολογία της γήρανσης του πληθυσμού και την κακή κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα δημόσια ασφαλιστικά ταμεία.
Ο «αναδιανεμητικός» χαρακτήρας των συστημάτων ασφάλισης – συνταξιοδότησης βασίζεται από τη μια στην κρατική ενίσχυση όποτε αυτό είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση αξιοπρεπών συντάξεων κι από την άλλη στην αλληλεγγύη των γενεών, καθώς οι σημερινοί εργαζόμενοι πληρώνουν με τις εισφορές τους για τις συντάξεις των μεγαλύτερων. Το ίδιο θα συμβεί μ’ αυτούς όταν φτάσουν σε ηλικία συνταξιοδότησης.
Αντίθετα, ο κεφαλαιοποιητικός χαρακτήρας βασίζεται στις ατομικές εισφορές του καθενός εργαζόμενου οι οποίες επενδύονται με την μορφή κεφαλαίων στην χρηματοπιστωτική αγορά και εξαρτώνται επομένως από την πορεία των εταιρικών μετοχών και της παγκόσμιας οικονομίας. Αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει καμία εγγύηση για το επίπεδο των συντάξεων είτε στο άμεσο είτε στο μακροπρόθεσμο μέλλον.
«Επένδυση» και «ώθηση» στην ελληνική οικονομία
Οι κυβερνητικοί εκπρόσωποι υποστηρίζουν ότι επενδύοντας τις ασφαλιστικές εισφορές στην ελληνική οικονομία μπορούν να επιταχύνουν την ανάπτυξη, να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, να αυξήσουν την παραγωγικότητα και τους μισθούς, να επιστραφούν περισσότερα έσοδα συνολικά στον κρατικό προϋπολογισμό.
Με άλλα λόγια οι καπιταλιστές θέλουν να αξιοποιήσουν τα ασφαλιστικά ταμεία για κερδοφόρες επενδύσεις. Αν οι επενδύσεις τους καταρρεύσουν μέσα από τις οικονομικές κρίσεις που περνά το σύστημα, το κόστος δεν θα το πληρώσουν οι καπιταλιστές αλλά οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι.
Από την άλλη αποφεύγεται κάθε αναφορά στο κόστος μετάβασης από το ένα σύστημα στο άλλο το οποίο υπολογίζεται σε 64 δισ. ευρώ. Αυτό το κόστος θα κληθούν να το πληρώσουν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα μέσω της γενικής φορολογίας, καθώς επιβαρύνει τον κρατικό προϋπολογισμό.
Μοναδικοί κερδισμένοι οι πολυεθνικές διαχείρισης κεφαλαίων
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η έρευνα της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας – ILO (του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών) – για τα αποτελέσματα της κεφαλαιοποίησης των αναδιανεμητικών ασφαλιστικών συστημάτων σε χώρες που έχει εφαρμοστεί.
Η έρευνα περιλαμβάνει 15 χώρες της Λατινικής Αμερικής, της Βορειοανατολικής και κεντρικής Ευρώπης μεταξύ των οποίων οι: Αργεντινή, Βολιβία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβακία, Εσθονία και Κροατία.
Συνολικά από το 1981 μέχρι σήμερα 30 χώρες έχουν ιδιωτικοποιήσει πλήρως ή μερικώς το δημόσιο συνταξιοδοτικό τους σύστημα αλλά οι 18 από αυτές έχουν αναγκαστεί να επιστρέψουν ξανά στο προηγούμενο δημόσιο αναδιανεμητικό σύστημα! Συνοπτικά η έρευνα καταλήγει στα εξής συμπεράσματα από την εμπειρία των κεφαλαιοποιητικών συστημάτων:
- Μεγάλη μείωση της μέσης σύνταξης
- Μεγάλο κόστος μετάβασης και μεγάλες δημοσιονομικές πιέσεις
- Μεγάλη συγκέντρωση κεφαλαίων στην ιδιωτική ασφαλιστική αγορά
- Μεταφορά του δημογραφικού και χρηματοοικονομικού κινδύνου στους ασφαλισμένους και τους συνταξιούχους
Θα ρισκάρονται οι κόποι μιας ζωής
Γίνεται φανερό ότι οι εισφορές των εργαζομένων αποτελούν ένα πακτωλό χρημάτων, τα οποία διαφεύγουν από τον απόλυτο έλεγχο των τραπεζών και των μεγάλων ασφαλιστικών ιδιωτικών εταιρειών, και αυτό είναι που η κυβέρνηση θέλει τώρα να ανατρέψει.
Αυτός είναι ο αντικειμενικός στόχος των ασφαλιστικών μεταρρυθμίσεων.
Οι κόποι μιας ζωής για τους εργαζόμενους θα ρισκάρονται επενδύοντας στην αποφυγή της οικονομικής κατάρρευσης μεγάλων ασφαλιστικών εταιρειών όπως η ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ στη χώρα μας ή η πρόσφατη χρεοκοπία του επενδυτικού ομίλου Allianz στις ΗΠΑ, με τους εργαζόμενους να βλέπουν τα συνταξιοδοτικά τους προγράμματα να κάνουν φτερά.
Να υπερασπιστούμε τις κοινωνικές μας κατακτήσεις
Η κακή κατάσταση των ασφαλιστικών μας ταμείων είναι αποτελέσματα των ληστρικών κυβερνητικών πολιτικών στα δημόσια οικονομικά και της προώθησης της νεοφιλελεύθερης ατζέντας όλες τις προηγούμενες δεκαετίες. Είναι επίσης αποτέλεσμα της μαζικής ανεργίας, η οποία υποσκάπτει τα ασφαλιστικά ταμεία αφού οι άνεργοι δεν πληρώνουν εισφορές.
Οι φοροαπαλλαγές των μεγάλων επιχειρηματιών και εφοπλιστών, η εισφοροδιαφυγή, η λεηλασία των ασφαλιστικών ταμείων προς όφελος των μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων, η ανασφάλιστη εργασία και οι χαμηλοί μισθοί είναι επιπλέον παράγοντες που υποσκάπτουν τα ταμεία.
Επιπλέον η οικονομική κρίση του συστήματος και οι πολιτικές της λιτότητας διώχνουν το νεανικό πληθυσμό προς αναζήτηση καλύτερων όρων εργασίας στο εξωτερικό, αφαιρώντας από την οικονομία το πιο δυναμικό κομμάτι του πληθυσμού και επιφέροντας τη «γήρανση» της κοινωνίας ενώ δημιουργούν ακόμη μεγαλύτερα δημοσιονομικά ελλείματα.
Το κεφαλαιοποιητικό σύστημα δεν μπορεί να εγγυηθεί τις προσδοκώμενες αποδόσεις των επενδεδυμένων κεφαλαίων και να διασφαλίσει τις συντάξεις των εργαζομένων οι οποίες έχουν ήδη μειωθεί κατά 40% τα τελευταία χρόνια.
Πέρα όμως από τους σημερινούς συνταξιούχους, οι αλλαγές στο ασφαλιστικό αφορούν ολόκληρη την κοινωνία. Επηρεάζουν τα εργασιακά δικαιώματα των νέων που δε γνωρίζουν πότε και αν θα πάρουν σύνταξη, υπονομεύουν το δικαίωμα να έχουν οι σημερινοί εργαζόμενοι και οι επόμενες γενιές στοιχειώδεις παροχές υγείας και περίθαλψης και εξασθενούν την προστασία της μητρότητας για τις εργαζόμενες μητέρες.
Οι Γάλλοι εργαζόμενοι μας δείχνουν τον δρόμο του μαζικού και οργανωμένου αγώνα ο οποίος όταν σχεδιάζεται δημοκρατικά και μεθοδικά φέρνει αποτελέσματα.
Με την ανακοίνωση και μόνο της πρόθεσης της κυβέρνησης Μακρόν για μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού – συνταξιοδοτικού συστήματος βγήκαν στους δρόμους και απαίτησαν μαζικά στα τέλη του 2019 και τις αρχές του 2020 την απόσυρση του επικείμενου νομοσχεδίου.
Η συλλογική υπεράσπιση των εργασιακών και κοινωνικών μας δικαιωμάτων αποτελεί υποχρέωση για εμάς και τις επόμενες γενιές αν θέλουμε να διασφαλίσουμε ένα καλύτερο μέλλον.