Οι ευρωεκλογές του Μάη δε θυμίζουν σε τίποτα τις ανέφελες προεκλογικές αναμετρήσεις προηγούμενων δεκαετιών. Οι «παλιές, καλές εποχές» των υποσχέσεων για «περισσότερη Ευρώπη», για «το βάθεμα της οικονομικής και πολιτικής ενοποίησης της ΕΕ» και «για μια ΕΕ πρωταγωνίστρια στη σταθερότητα και τη δημοκρατία» έχουν περάσει και η ευρωπαϊκή άρχουσα τάξη δείχνει όλο και λιγότερο σίγουρη για το μέλλον. Ο βασικοί λόγοι της ανησυχίας των ευρωπαϊκών αστικών επιτελείων είναι δύο: η συνέχιση της οικονομικής κρίσης με το ενδεχόμενο η διεθνής οικονομία να μπει σε νέα ύφεση από τη μια, και από την άλλη το αποτύπωμα της κρίσης στα φτωχότερα λαϊκά στρώματα, με τις πολιτικές προεκτάσεις που αυτό συνεπάγεται.
Τι έχει συμβεί στην Ευρώπη τα χρόνια της κρίσης;
Είναι γνωστό και ομολογείται πλέον ανοικτά από κάθε πλευρά ότι το κόστος της κρίσης που δημιούργησαν οι τράπεζες το πλήρωσαν τα εργατικά και νεολαιίστικα στρώματα παρόλο που δεν είχαν καμιά ευθύνη για αυτό. Είναι τόσο καθαρό αυτό το συμπέρασμα ώστε επιφανή στελέχη και έντυπα του κεφαλαίου κάνουν όλο και πιο συχνά δηλώσεις και αναλύσεις «αυτοκριτικής» για το δρόμο που ακολούθησαν, χύνοντας κροκοδείλια δάκρυα.
«Έρχεται η εποχή της οργής κατά την οποία οι ανισότητες θα ξεπερνούν εκείνες της χρυσής εποχής του καπιταλισμού του 19ου αιώνα» είχε δηλώσει η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ τον περασμένο Δεκέμβριο σε ομιλία της στο Αμερικανικό Κογκρέσο, απευθυνόμενη μάλλον στον εαυτό της και την τάξη που εκπροσωπεί.
Η Handelsblatt, πριν ένα μήνα έγγραφε:
«Οι πληγείσες από τη χρηματοπιστωτική κρίση χώρες της ΕΕ έπρεπε να μειώσουν δραστικά τις δαπάνες για να λάβουν βοήθεια από την ΕΕ, την ΕΚΤ και το ΔΝΤ – προφανώς ήταν ένας ολέθρια λανθασμένος υπολογισμός»
Για τα εργατικά και φτωχά λαϊκά στρώματα όμως των χωρών της ΕΕ όλες αυτές οι πολιτικές λιτότητας που εφαρμόστηκαν τα τελευταία 10 χρόνια αποτυπώνονται σε νούμερα:
- Σύμφωνα με τη Eurostat, σε συνθήκες φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού ζουν κατά μέσο όρο ένας στους πέντε κατοίκους της ΕΕ (113 εκ. άνθρωποι).
- Σε μελέτη του Ευρωπαϊκού Συνδικαλιστικού Ινστιτούτου καταγράφεται μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα την περίοδο 2009-2019 κατά 23% στην Ελλάδα, 11% στην Κροατία, 7% στην Κύπρο, κτλ. Ο Ευρωπαϊκός μέσος όρος δείχνει στασιμότητα των μισθών για την ίδια περίοδο, κάτι που από μόνο του είναι αρνητικό, ωστόσο πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι αυτός περιλαμβάνει χώρες όπως η Βουλγαρία (αύξηση μισθών 87%) όπου οι μισθοί ακόμα και μετά τις αυξήσεις παραμένουν απειροελάχιστοι (268 ευρώ το μήνα ο ακαθάριστος ελάχιστος μισθός στη Βουλγαρία).
- Η κατάσταση των μισθών και των εργασιακών δικαιωμάτων αποτυπώνεται και στα νούμερα της ανεργίας. Φέτος υποτίθεται ότι η Ευρώπη, με ποσοστό ανεργίας στο 8,2% ξαναέπιασε τα προ κρίσης επίπεδα. Ωστόσο, όπως σημείωσε πρόσφατα και η γαλλική Le Monde στο τελευταίο αφιέρωμά της για τα 10 χρόνια της κρίσης, αυτό οφείλεται αποκλειστικά στην πλήρη αναδιάρθρωση των σχέσεων εργασίας την τελευταία δεκαετία. Συγκεκριμένα, ο πολλαπλασιασμός των μικρής διάρκειας εργασιακών συμβάσεων, η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας και η συντριπτική μείωση μισθών που αφορά κυρίως τους νέους είναι αυτά που οδήγησαν τους δείκτες της ανεργίας να φαίνονται «διορθωμένοι». Αυτό το γεγονός επιβεβαιώνεται και από τα στοιχεία του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας.
- Η περίφημη «μεσαία τάξη» έχει ήδη σε μεγάλο βαθμό συνθλιβεί σύμφωνα με έκθεση του ΟΟΣΑ, όπου σημειώνει την στασιμότητα των εισοδημάτων της, την αύξηση της εργασιακής της ανασφάλειας αλλά και την υπερχρέωσή της στις τράπεζες.
- Την ίδια ώρα στο μικροσκόπιο των διεθνών οργανισμών υγείας μπαίνουν πλέον και οι επιπτώσεις της κρίσης στη δημόσια υγεία. Και ενώ είναι διαπιστωμένο ότι οι επιπτώσεις των πολιτικών λιτότητας που έχουν χτυπήσει τις δαπάνες υγείας και κοινωνικής πρόνοιας έχουν αποδεδειγμένα αρνητικά αποτελέσματα στην ψυχική και σωματική υγεία, και στα ανεβασμένα ποσοστά αυτοκτονιών κυρίως αντρών, τώρα η διερεύνηση αφορά και στο κατά πόσο οι επιπτώσεις της κρίσης συνδέονται με τις πρόσφατες τάσεις αύξησης της θνησιμότητας.
Το τέλος της λιτότητας;
Σε αυτό το πλαίσιο, σαν ομολογία αποτυχίας των ίδιων των πολιτικών της ΕΕ τα προηγούμενα χρόνια, έχει αρχίσει να γίνεται μια συζήτηση περί «τέλους της λιτότητας» στην ΕΕ. Σε πρόσφατο άρθρο τους οι Financial Times με τίτλο «Η Ευρώπη ανοίγει τις κάνουλες των δαπανών καθώς τερματίζεται η λιτότητα» αναφέρουν ότι οι τρεις μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρωζώνης, Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία, για τους δικούς της η κάθε μία λόγους, σχεδιάζουν για το 2019 να αυξήσουν τις δαπάνες τους κατά τουλάχιστον 0,4% του μεγέθους των οικονομιών τους. Η Γαλλία κάνει κάτι τέτοιο κάτω από τις πιέσεις του κινήματος των κίτρινων γιλέκων, ενώ η Ιταλία κάτω από την πίεση της κρίσης και στα πλαίσια του συμβιβασμού της με την Κομισιόν μετά το πλάκωμα του περασμένου φθινοπώρου. Η Γερμανία σχεδιάζει φοροαπαλλαγές για επενδύσεις, επιμένουν όμως σαφώς στην ύπαρξη πρωτογενών πλεονασμάτων. Και οι τρεις οικονομίες εμφανίζονται αποφασισμένες να διοχετεύσουν κάποια χρήματα στην «αγορά», δηλαδή είτε σε επενδύσεις, είτε σε κάποιες παραχωρήσεις προς τα φτωχότερα λαϊκά στρώματα. Επί της ουσίας όμως και οι τρεις προχωρούν στη λεγόμενη «επέκταση της δημοσιονομικής τους πολιτικής» μήπως και σώσουν ότι μπορεί να σωθεί από τη νέα ύφεση που όλοι προβλέπουν αλλά κανείς δεν μπορεί να προσδιορίσει χρονικά στην παγκόσμια οικονομία. Δεν έγιναν φυσικά οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου ξαφνικά «φιλολαϊκοί». Κάνουν ό,τι χρειάζεται προκειμένου να σώσουν το σύστημά τους. Και προφανώς αυτές οι πολιτικές δεν πρόκειται να αλλάξουν ριζικά την κατάσταση των λαϊκών στρωμάτων, καθώς το συνολικό οικονομικό πλαίσιο θα παραμένει ασφυκτικό για αυτά, απλά με κάποιες «επιδοματικού» τύπου μικρές αλλαγές.
Δεν είναι τυχαίο ότι η κίνηση αυτή ήρθε μετά τις αναπάντεχες προβλέψεις της Κομισιόν για επιβράδυνση της Ευρωζώνης το επόμενο διάστημα και με τα σύννεφα της νέας κρίσης στην παγκόσμια οικονομία να πυκνώνουν. Ήδη, όλο και συχνότερα, τα επιτελεία της διεθνούς αστικής τάξης προειδοποιούν για τα χειρότερα. Το πρακτορείο Bloomberg συγκεκριμένα λέει:
«Η βιομηχανική παραγωγή σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ των 19 χωρών μειώνεται με τον ταχύτερο ρυθμό από την αρχή της χρηματοπιστωτικής κρίσης και η επιδείνωση της ζήτησης είναι εμφανής, καθώς το μπλοκ πιέζεται μεταξύ διεθνών και εγχώριων προβλημάτων. Άλλωστε, η ανάπτυξη στην Ευρωζώνη δεν θα ξεπεράσει το 1% φέτος, σημειώνοντας μια σημαντική επιβράδυνση έναντι της ανάπτυξης του 2018 (1,8%), δημιουργώντας πρόβλημα ακόμα και στην πανίσχυρη Γερμανία».
Ο στρατηγικός αναλυτής της Lombard Odier, δήλωσε στο Bloomberg: «Ανησυχώ για την Ευρώπη. Μπορεί η οικονομία της Κίνας να επιβραδύνεται, όμως επί ευρωπαϊκού εδάφους, η κατάσταση επιδεινώνεται ταχύτατα».
Ο Σεμπαστιάν Μπέκερ, οικονομολόγος της Deutsche Bank, προειδοποιεί για το επόμενο μεγάλο πρόβλημα της Ευρώπης: «Η γερμανική οικονομία το 2019 υπήρξε μέχρι τώρα μια μεγάλη απογοήτευση. Πολλοί δείκτες μας λένε ότι η γερμανική οικονομία παρασύρεται προς την ύφεση αυτή τη στιγμή».
Αυτή η αρθρογραφία έρχεται αμέσως μετά τις προειδοποιήσεις διεθνών «οίκων πιστοληπτικής ικανότητας» όπως η Moody’s που εδώ και καιρό επαναλαμβάνει ότι η Ευρώπη δεν είναι προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει μια επόμενη κρίση, μια και το χρέος της είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα και έχει ξεμείνει από «εργαλεία» αντιμετώπισης έκτακτων οικονομικών συνθηκών.
Το «τέλος της λιτότητας» επομένως που πλασάρουν οι βασικές οικονομικές δυνάμεις της Ευρωζώνης, κάτω από αυτό το πλαίσιο μοιάζει περισσότερο με μια ευχή. Η οποία όπως όλα δείχνουν θα διαψευστεί με το επόμενο φτέρνισμα της παγκόσμιας οικονομίας.
Οι πολιτικές εξελίξεις
Φυσικά τα 10 χρόνια της κρίσης δεν έχουν δημιουργήσει εξελίξεις μόνο στο οικονομικό επίπεδο. Τα οικονομικά δεδομένα αντανακλώνται στις πολιτικές εξελίξεις. Απότοκο αυτής της κρίσης ήταν το Brexit που έχει αναστατώσει τη Βρετανία και την ΕΕ. Αλλά και το κίνημα των κίτρινων γιλέκων στη Γαλλία που ανάγκασε τον Μακρόν σε σημαντικές παραχωρήσεις. Όλα αυτά αποτελούν στη βάση τους εκφράσεις οργής απέναντι στη λιτότητα, στην ανισότητα και γενικά στις «συστημικές» πολιτικές επιλογές των παραδοσιακών κομμάτων της Ευρώπης, δεξιών και σοσιαλδημοκρατικών.
Όταν αυτή η διάθεση δε συνοδεύεται από την ύπαρξη μιας αριστερής εναλλακτικής πρότασης αφήνει χώρο στην ακροδεξιά να αυξήσει τις δυνάμεις της όπως αναμένεται να το κάνει στις εκλογές του Μάη.
Η πραγματικότητα της οικονομικής χρεοκοπίας του συστήματος ανοίγει τον δρόμο της συνειδητοποίησης και της πολιτικής του χρεοκοπίας σε πλατιά στρώματα εργαζομένων της Ευρώπης. Υπάρχει βέβαια μπέρδεμα στη συνείδηση αλλά και σύγχυση. Υπάρχει ακόμα σε πλατιά στρώματα της ευρωπαϊκής κοινωνίας η αυταπάτη ότι το βιοτικό επίπεδο κάποια στιγμή θα επανέλθει στα επίπεδα προ κρίσης.
Όσο όμως θα αποκαλύπτεται ότι το σύστημα δεν μπορεί να προσφέρει ανθρώπινες λύσεις για την εργαζόμενη πλειοψηφία, όσο τα αστικά κόμματα θα αποκαλύπτουν το διεφθαρμένο τους πρόσωπο, όσο η ακροδεξιά θα αποκαλύπτει το συστημικό της χαρακτήρα, τόσο θα ανοίγει ο δρόμος για τις ιδέες της πραγματικά σοσιαλιστικής και επαναστατικής αλλαγής.