Η απόφαση του Δικαστηρίου για τον Λιγνάδη προκάλεσε αγανάκτηση και οργή σε όσους/ες παρακολουθούν την υπόθεση, έστω και από μακριά.
Μόλις έγινε γνωστό ότι το Δικαστήριο έκρινε ένοχο τον Λιγνάδη για τους 2 από τους 4 βιασμούς για τους οποίους κατηγορούνταν και ανακοίνωσε ποινή κάθειρξης 12 χρόνων, υπήρξε μία πρώτη ανακούφιση. Μια αίσθηση ότι παρά τις πεισματικές προσπάθειες συγκάλυψης και προστασίας του Λιγνάδη, από κυβέρνηση και ΜΜΕ, αποδόθηκε μέχρι ενός σημείου δικαιοσύνη.
Όμως, στη συνέχεια, με την απόφαση αποφυλάκισης του μέχρι να εκδικαστεί στο εφετείο η υπόθεση, η αρχική ανακούφιση μετατράπηκε σε οργή, τόσο για το γεγονός πως ο Λιγνάδης θα κυκλοφορεί ελεύθερος, όσο και για την αίσθηση πως η Δικαιοσύνη για μια ακόμα φορά, μας «εμπαίζει».
Αντίστοιχη τακτική εξάλλου είδαμε και στην απόφαση της δίκης για τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου.
Ενώ αρχικά το Δικαστήριο έκρινε ένοχους τον μεσίτη και τον κοσμηματοπώλη, αθώωσε πλήρως τους αστυνομικούς που συμμετείχαν στο λιντσάρισμα του! Και περίπου 2 μήνες μετά, έγινε δεκτό το αίτημα αναστολής της ποινής του μεσίτη.
Βλέπουμε δηλαδή την προσπάθεια των δικαστικών αρχών να προσπαθούν να δημιουργήσουν εντυπώσεις και να προκαλέσουν ικανοποίηση πως οι θύτες τιμωρούνται και το επόμενο λεπτό, να συνεχίζουν να προστατεύουν τα παιδιά και τους φίλους του συστήματος.
Όπως ήταν φυσικό, η απόφαση για την αποφυλάκιση του Λιγνάδη προκάλεσε μαζικά αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Μία ιστορία συγκάλυψης που δεν σταμάτησε ποτέ
Από την πρώτη στιγμή που άρχισε να γίνεται γνωστή η υπόθεση του Λιγνάδη, είδαμε το σύστημα να κάνει ό,τι μπορεί ώστε αρχικά να μη γίνει γνωστό το όνομα του, στη συνέχεια να απαξιώσει τις καταγγελίες και τελικά να του δώσει όσο περισσότερο χρόνο ήταν δυνατόν για να κρύψει και να καταστρέψει αποδεικτικά στοιχεία της ενοχής του. Άλλωστε, η σύλληψή του και η έρευνα στο σπίτι του καθυστέρησαν απαράδεκτα!
Παράλληλα, διάφορα καθεστωτικά ΜΜΕ φρόντιζαν να μας ενημερώνουν για το «πολιτιστικό έργο» του Λιγνάδη μέσα στις φυλακές κοκ, σε μία προσπάθεια να σώσουν ό,τι σώζεται από το καταβαραθρωμένο προφίλ του.
Όλη αυτήν την περίοδο, πέρα από τους 4 βιασμούς που καταγγέλθηκαν, υπήρξαν πολλά δημοσιεύματα που έκαναν λόγο για «συνεργασία» του Λιγνάδη με δομές ανήλικων προσφύγων που έστελναν παιδιά στο θέατρό του για να κάνουν μαθήματα. Πολλά από αυτά τα παιδιά αρνήθηκαν να ξαναπάνε μετά την πρώτη τους επίσκεψη. Με άλλα λόγια, υπήρξαν δημοσιεύματα, καταγγελίες και «φήμες» με θύματα ανήλικα παιδιά, που όμως ποτέ δεν ερευνήθηκαν σοβαρά από την αστυνομία.
Έτσι, από την πρώτη στιγμή που ο Λιγνάδης οδηγήθηκε σε δίκη, υπήρχε η γενική αντίληψη πως δικάζεται για πολύ λιγότερα από τα πραγματικά του εγκλήματα.
Αποτελεί η καταδίκη του Λιγνάδη δικαίωση;
Σε αυτό το κλίμα, η καταδικαστική απόφαση και η κάθειρξη του Λιγνάδη, αν και είναι «λίγη» μπροστά σε όσα εγκλήματα φαίνεται να έχει διαπράξει, αποτέλεσε μια πρώτη, μικρή δικαίωση.
Ακόμα όμως και αυτό το αίσθημα «λειψής» δικαίωσης εξαφανίστηκε σε μεγάλο βαθμό όταν έγινε γνωστό πως ο Λιγνάδης θα αποφυλακιστεί. Θα μπορούσε η δίκη να έχει εξελιχθεί χειρότερα; Φυσικά, θα μπορούσε να έχει κριθεί αθώος για όλα όσα ήταν κατηγορούμενος και σήμερα να κυκλοφορεί όχι μόνο ελεύθερος αλλά και να δηλώνει δικαιωμένος, να είναι ακόμα πιο προκλητικός από όσο ήταν κατά την αποφυλάκισή του.
Και όντως, το γεγονός πως σήμερα το όνομά του το συνοδεύουν οι λέξεις «καταδικασμένος για 2 βιασμούς» δεν είναι το ίδιο με «αθώος για όσα τον κατηγορούσαν» και η καριέρα του έχει –τουλάχιστον προς το παρόν– τελειώσει.
Το μήνυμα όμως που έστειλε το δικαστικό σύστημα για την υπόθεση του Λιγνάδη και συνολικά, δεν αφήνει πολλά περιθώρια για πραγματική δικαίωση.
Το μήνυμα αυτό είναι διπλό. Το πρώτο μέρος είναι η υπενθύμιση πως τα παιδιά του συστήματος, δεν πρόκειται ποτέ να αντιμετωπίσουν τις ίδιες ποινές και τιμωρίες με τους «κοινούς θνητούς». Το σύστημα θα τους προστατεύσει με νύχια και με δόντια και αν χρειαστεί να κρίνει και κάποιους ενόχους κάτω από τις κοινωνικές πιέσεις, θα βρει και πάλι τρόπους να τους ρίξει στα «μαλακά».
Το δεύτερο είναι προς τα ίδια τα θύματα: ακόμα και αν βρείτε το θάρρος να μιλήσετε και να καταγγείλετε όσα σας συνέβησαν, η «Δικαιοσύνη» θα είναι πάντα με το μέρος των ισχυρών θυτών. Θα βιαστείτε ξανά και ξανά στις δικαστικές αίθουσες, για να δείτε στο τέλος τον βιαστή σας να κυκλοφορεί ελεύθερος. Άρα, η «σωστότερη» επιλογή είναι η σιωπή.
Οι αντιδράσεις μας έχουν αποτελέσματα
Σχεδόν μέσα σε ένα 24ωρο από την ανακοίνωση της απόφασης για την αποφυλάκιση του Λιγνάδη, η προϊσταμένη της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, Μαρία Γκανέ, παρήγγειλε τη διαβίβαση της απόφασης του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, για να μελετήσει το ενδεχόμενο άσκησης έφεσης.
Η εισαγγελία θα εξετάσει αν αιτιολογούνται επαρκώς οι αποφάσεις του Δικαστηρίου, οι ποινές που επιβλήθηκαν για τους δύο βιασμούς που καταδικάστηκε και η αποφυλάκιση του μετά την καταδίκη.
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε το τι θα αποφασιστεί, αλλά το γεγονός πως η εισαγγελία αποφάσισε να επανεξετάσει τη στάση του Δικαστηρίου, είναι σημαντικό από μόνο του. Και αποδεικνύει ακόμα μια φορά πως οι αντιδράσεις μας ασκούν πιέσεις και μπορούν να φέρουν αποτελέσματα.
Αν λοιπόν οι αντιδράσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι ικανές να ασκήσουν τέτοιες πιέσεις, μπορούμε να φανταστούμε τι θα σημαίνει για το σύστημα ένα μαζικό, ενωτικό, δημοκρατικά οργανωμένο κίνημα, ενάντια στους βιασμούς, την ανισότητα των φύλων και την πατριαρχία, ενάντια στους ισχυρούς που ζουν και εγκληματούν νιώθοντας άτρωτοι απέναντι στις συνέπειες των πράξεών τους.
Η αποφυλάκιση του Φιλιππίδη, του Κορκονέα και του Λιγνάδη, η απόφαση να μην παραπεμφθεί σε δίκη κανένας από όσους κατηγόρησε η Γεωργία Μπίκα για τον βιασμό της, οι καθημερινές ανισότητες που βιώνουμε, είναι η πιο καθαρή απόδειξη πως ένα τέτοιο κίνημα χρειαζόμαστε. Είναι απαραίτητο να κινηθούμε συνειδητά και επίμονα για να το χτίσουμε.