Χ. Κεφαλής: «Εχθρός του λαού», θύμα ή θύτης; Η τραγική ιστορία του Μάρκου Μαρκοβίτη

Του Χρήστου Κεφαλή*

 

Ένα ιδιαίτερα αξιόλογο βιβλίο κυκλοφόρησε πριν μερικούς μήνες από τις Εκδόσεις Επίκεντρο. Τιτλοφορείται Όχι, δεν Είμαι Εχθρός του Λαού και συγγραφέας του είναι ο παιδοψυχίατρος Μάριος Μαρκοβίτης. Το βιβλίο αφηγείται την ιστορία του Μάρκου Μαρκοβίτη, διακεκριμένου στελέχους του ΚΚΕ και θείου του συγγραφέα, που εκτελέστηκε στις σταλινικές εκκαθαρίσεις το 1938.

Τι είναι όμως αυτό που κάνει το βιβλίο ιδιαίτερα αξιόλογο και την περίπτωση του Μάρκου Μαρκοβίτη να ξεχωρίζει από εκείνες άλλων Ελλήνων κομμουνιστών που γνώρισαν την ίδια μοίρα; Ο καλύτερος τρόπος να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, είναι να πούμε την ιστορία του και να συζητήσουμε τις διάφορες πτυχές της, που παρουσιάζονται με επιμέλεια στις σελίδες του βιβλίου.

Ο Μάρκος Μαρκοβίτης γεννήθηκε το 1905 στη Νάουσα από μια οικογένεια πλούσιων αγροτών. Ωστόσο, απαρνήθηκε την ταξική του καταγωγή και από νεαρή ηλικία στρατεύτηκε στο κομμουνιστικό κίνημα. Έγινε μέλος της ΟΚΝΕ το 1924, σε ηλικία 19 χρονών, και από το 1928 του ΚΚΕ, παίρνοντας μέρος στο μαθητικό και φοιτητικό κίνημα της περιόδου. Έχοντας ήδη κάμποσες συλλήψεις και κρατήσεις στο ενεργητικό του, στάλθηκε για την στρατιωτική του θητεία στον πειθαρχικό ουλαμό στο Καλπάκι, όπου οι στρατιώτες, συνήθως απείθαρχοι κομμουνιστές, υποβάλλονταν σε αυστηρά ως σαδιστικά καψόνια. Όταν ο Μαρκοβίτης και μερικοί ακόμη σύντροφοί του διαμαρτυρήθηκαν για την άδικη σύλληψη του Δημήτρη Βλαντά, κομμουνιστή φαντάρου τότε και αργότερα ανώτατου στελέχους του ΚΚΕ, συνελήφθησαν και παραπέμφθηκαν σε δίκη με την κατηγορία της προμελετημένης βιαιοπραγίας ενάντια στους ανωτέρους τους. Ο Μαρκοβίτης και ένας άλλος φαντάρος, ο Γιάννης Πανούσης, χωρίς να τους δοθεί ουσιαστικά η δυνατότητα να απολογηθούν, καταδικάστηκαν σε θάνατο, ποινή που αργότερα μετατράπηκε σε φυλάκιση.

Ακολουθεί τον Απρίλη του 1931 η θεαματική απόδραση από τις φυλακές Συγγρού, όπου είχε μεταφερθεί, σε ένα από τα πιο εκπληκτικά και πολυσυζητημένα γεγονότα της εποχής. Εφτά κρατούμενοι κομμουνιστές, οι Ανδρόνικος Χαϊτάς, Κώστας Ευτυχιάδης, Μάρκος Μαρκοβίτης, Βασίλης Ασίκης, Δημήτρης Παπαρήγας, Λευτέρης Αποστόλου, Ορφέας Οικονομίδης, Περικλής Καρακόγιας, με τη βοήθεια του δεκανέα Γρηγόρη Γρηγοριάδη, καταφέρνουν να το σκάσουν και διαφεύγουν στην ΕΣΣΔ. Εκεί, στην πατρίδα του σοσιαλισμού, ξεκινά σε λίγα χρόνια ο Γολγαθάς του Μαρκοβίτη. Αφού διαγραφεί από το ρωσικό κόμμα, θα κατηγορηθεί και θα εκτελεστεί στα 33 του χρόνια ως πράκτορας της Ελληνικής Ασφάλειας, που τον είχε στρατολογήσει και έστησε επίτηδες την απόδραση, για να τον στείλει σε κατασκοπευτική αποστολή στην ΕΣΣΔ. Την ίδια τύχη θα έχουν από τους δραπέτες ο Χαϊτάς και ο Ευτυχιάδης, και ενδεχόμενα και μερικοί άλλοι.

Δεν είναι λιγότερο εντυπωσιακός ο τρόπος της ανακάλυψης της τύχης του θείου του από το συγγραφέα. Τον Ιούλη του 2011 ο Μάριος Μαρκοβίτης θα λάβει ένα κακομεταφρασμένο e-mail σε αγγλικά, που λέει μεταξύ άλλων: «Αγαπητέ Μάριε, ο παππούς μου λεγόταν Μαρκοβίτης. Αναζητώ πληροφορίες για την οικογένειά του. Δεν γνωρίζω το πραγματικό του όνομα. Στην ΕΣΣΔ είχε το όνομα Ατσάλις Κονσταντίν. Τον Απρίλιο του 1931 είχε αποδράσει από τη φυλακή και κατέφυγε στην ΕΣΣΔ σαν πολιτικός πρόσφυγας. Παντρεύτηκε στη Μόσχα και απόκτησε το 1933 μια κόρη, τη Στέλλα. Το 1938 εκτελέστηκε για άδικους λόγους. Αποκαταστάθηκε το 1957. Το μόνο που έχω από τον παππού μου είναι μια φωτογραφία του 1938» (παρατίθεται στο βιβλίο, σελ. 24). Ο αποστολέας, Νμίτρι Αρακελιάντς, είναι γιος της Στέλλας και εγγονός του Μάρκου, με τον οποίο ο Μάριος Μαρκοβίτης, που ως τότε δεν είχε καμιά έγκυρη πληροφόρηση για την τύχη του θείου του, θα συναντηθεί στη Μόσχα. Εκεί θα γνωρίσει και την κόρη του Μάρκου, τη Στέλλα, και θα ξεκινήσει η Οδύσσεια της έρευνας στα ρωσικά αρχεία, που θα αποκαλύψει την τραγική του πορεία.

Στα δέκα κεφάλαια του βιβλίου –το οποίο περιλαμβάνει και ένα κατατοπιστικό πρόλογο του Στράτου Δορδανά– παρακολουθούμε βήμα-βήμα τη διαδρομή του Μάρκου, από τα πρώτα νεανικά του χρόνια και την ένταξή του στο ΚΚΕ ως το τελικό δράμα της σύλληψης και της εκτέλεσής του στην ΕΣΣΔ. Το ενδιαφέρον ενισχύεται από το γεγονός ότι ο συγγραφέας, ενώ τεκμηριώνει αδιάλειπτα τις θέσεις του με βιβλιογραφικές αναφορές, ακολουθεί μια λογοτεχνική αφήγηση, διανθίζοντας με πλήθος λεπτομέρειες που μεταφέρουν το κλίμα της κάθε περιόδου και με πλούσιο φωτογραφικό υλικό. Τέλος, σε ένα καταληκτικό μέρος, παρατίθενται μεταφρασμένα τα πιο σημαντικά έγγραφα από το φάκελο του Μάριου Μαρκοβίτη στο NKVD και ένα άρθρο του Μάρκου από τις φυλακές Συγγρού.

Τα τρία πρώτα κεφάλαια αφιερώνονται στο ελλαδικό μέρος της ζωής του Μάρκου Μαρκοβίτη. Στην περίοδο αυτή ο Μάρκος αναδεικνύεται σε ένα ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ στη Νάουσα, με πλούσια δράση στην περιοχή, ιδιαίτερα στο χώρο της νεολαίας. Η σύλληψή του στο Καλπάκι και η καταδίκη του από το στρατοδικείο σε θάνατο ξεσηκώνουν ένα κύμα συμπαράστασης στην Ελλάδα και διεθνώς. Στις 13 Δεκέμβρη του 1930 δημοσιεύεται στο Ριζοσπάστη μια έκκληση 30 διανοουμένων για «επιείκεια», υπογραφόμενη μεταξύ άλλων από τους Κ. Παλαμά, Π. Νιρβάνα, Δ. Καμπούρογλου, Γρ. Ξενόπουλο, Μ. Μαλακάση, Ν. και Γ. Καζαντζάκη, Άγγ. Τερζάκη, Κ. Βάρναλη, Δ. Γληνό, Π. Πικρό. Ακολουθούν συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας στην Αθήνα και μια καμπάνια στο εξωτερικό, στην οποία συμμετέχει και ο Αϊνστάιν, υπογράφοντας τη σχετική επιστολή διαμαρτυρίας προς τις ελληνικές αρχές (σελ. 79-83). Η δραπέτευση από τις φυλακές Συγγρού αφήνει κατάπληκτη την κοινή γνώμη, προκαλώντας την οργή του αντιδραστικού Τύπου, με χαρακτηριστικό το ακόλουθο πρωτοσέλιδο της Ακρόπολης στις 16 Απρίλη: «Όπου οι “σύντροφοι” γίνονται ήρωες μυθιστορηματικοί. Υπό την αρχηγίαν του περιβόητου Χαϊτά, οκτώ κομμουνισταί διέρρηξαν τας φυλακάς Συγγρού. Κάτι το σπάνιον εις τα χρονικά των φυλακών της χώρας, κάτι που ενθυμίζει απιθάνους αφηγήσεις τρομακτικών αστυνομικών μυθιστορημάτων» (σελ. 99, 102).

Στα επόμενα κεφάλαια παρακολουθούμε την πορεία του Μάρκου στην ΕΣΣΔ. Στη Μόσχα αρχικά, γίνεται μέλος του ΠΚΚ (μπ.), υιοθετώντας το όνομα Ατσάλις Κονσταντίν Βασίλιεβιτς, το μικρό όντας μια ελληνική παραφθορά του ονόματος του Στάλιν. Παντρεύεται την πρώτη του γυναίκα, την Ιρίνα, με την οποία αποκτά τη Στέλλα, και φοιτά για δυο χρόνια στο ελληνικό τμήμα του KUNMZ. Στην περίοδο αυτή μαθαίνει πολύ καλά τη ρωσική, παίρνοντας συστάσεις που τον χαρακτηρίζουν ως έναν από τους καλύτερους σπουδαστές, και εργάζεται ως μεταφραστής, μεταξύ άλλων στα 1934-35 στη Διεθνή Λενινιστική Σχολή,. Ακολουθεί μια δυσμενής μετάθεση στην Κρίμσκαγια, διοικητική έδρα της αυτόνομης ελληνικής περιοχής στην Κριμαία, όπου θα αφοσιωθεί στην κομματική δουλειά στο ελληνικό εκδοτικό Κομυνιςτίς (η γραφή είναι με την εκδοχή της δημοτικής που έχει καθιερωθεί στις ελληνικές περιοχές) συνεισφέροντας μεταφράσεις στη δουλειά του εκδοτικού (σελ. 118-124, 140-141, 165 κ.ε.).

Η κορύφωση του δράματος δίνεται στο κεφάλαιο 8, όπου ο συγγραφέας ιστορεί με λεπτομέρειες τα γεγονότα από τη σύλληψη του Μάρκου Μαρκοβίτη, στις 3 Ιανουαρίου 1938 ως την εκτέλεσή του. Ο Μάρκος, που στο μεταξύ έχει συνάψει ένα νέο γάμο με μια νεαρή φοιτήτρια, την Άλλα, μεταφέρεται στη φυλακή της Μόσχας Μπουτίρκι, όπου θα υποβληθεί σε μακρές ανακρίσεις, ως την τελική πράξη της καταδίκης σε θάνατο και της εκτέλεσης (σελ. 199-231). Στο επόμενο κεφάλαιο, ο συγγραφέας δίνει εκτενείς πληροφορίες για την τύχη άλλων Ελλήνων κομμουνιστών, υλικά για τους οποίους περιλαμβάνονται στον φάκελο του Μάρκου (σελ. 233-260). Και το κύριο μέρος του βιβλίου ολοκληρώνεται με ένα χρονικό της έρευνας του συγγραφέα, που από την πλήρη άγνοια δεκαετιών για την τύχη του Μάρκου1, θα οδηγήσει στην εξακρίβωση της αλήθειας (σελ. 263-287).

Ένα προσφιλές μοτίβο της εγχώριας σταλινικής και νεοσταλινικής φιλολογίας, όπως προσφέρεται σε διάφορες εκδόσεις του ΚΚΕ, είναι ότι οι πράξεις του Στάλιν, ακόμη και οι πιο απεχθείς, υπηρετούσαν την υπόθεση του σοσιαλισμού και ήταν επιβεβλημένες ως αναγκαία μέτρα υπεράσπισής του. Οι τροτσκιστές και οι μπουχαρινικοί, λέει το σχετικό αφήγημα, ήταν πράγματι πράκτορες των ξένων μυστικών υπηρεσιών και, συνειδητά είτε όχι, βοηθούσαν τα σχέδια των καπιταλιστικών δυνάμεων, ιδιαίτερα των ναζί, να επιτεθούν στην ΕΣΣΔ. Βέβαια, μπορεί να έγιναν ορισμένες αδικίες, να χάθηκαν και μερικοί αθώοι, αλλά συνολικά η πολιτική του Στάλιν ήταν αυτή που έσωσε το σοσιαλισμό.

Η ιδιαίτερα αξία του βιβλίου του Μαρκοβίτη έγκειται στο γεγονός ότι καταρρίπτει αυτή την επίπλαστη εκδοχή. Η αφήγησή του της ιστορίας του Μάρκου Μαρκοβίτη, αλλά και άλλων εκτελεσμένων αγωνιστών, καθιστά σαφές ότι σε όλες τις περιπτώσεις επρόκειτο για συνειδητά και κυνικά σχεδιασμένα εγκλήματα, που σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να υποκινούνταν από την πίστη στα ιδεώδη του σοσιαλισμού. Αυτό υπογραμμίζεται ακόμη περισσότερο από το «παράδοξο» γεγονός ότι ένα μεγάλο ποσοστό των θυμάτων ήταν πιστοί υποστηρικτές του Στάλιν.

Ο Μαρκοβίτης, όπως και πολλοί άλλοι από τους Έλληνες κομμουνιστές θύματα των εκκαθαρίσεων, ανήκε σε αυτή την τελευταία κατηγορία, των στελεχών που ακολουθούσαν πιστά την κομματική γραμμή. Με βάση τα γνωστά στοιχεία, δεν είχε διόλου εμπλακεί στις αντιπολιτεύσεις, τροτσκιστικής, μπουχαρινικής ή άλλης απόχρωσης, που είχαν αναπτυχθεί στις δεκαετίες του 1920 και του 1930 στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα. Στην Ελλάδα η τροτσκιστική κατεύθυνση εκπροσωπήθηκε κυρίως από τον Παντελή Πουλιόπουλο, ενώ η μπουχαρινική, «δεξιά» κατεύθυνση μπορεί να συνδεθεί με τις απόψεις των Χαϊτά και Ευτυχιάδη, βασικών ηγετών του ΚΚΕ πριν την ανάληψη της ηγεσίας από τον Ζαχαριάδη. Οι δυο τελευταίοι, δραπέτες και αυτοί από τις φυλακές Συγγρού μαζί με τον Μαρκοβίτη, πρωταγωνίστησαν στην εσωκομματική διαπάλη στα τέλη της δεκαετίας του 1920 – αρχές της δεκαετίας του 1930, κατέφυγαν στην ΕΣΣΔ και γνώρισαν την ίδια τραγική μοίρα, της καταδίκης σε θάνατο και της εκτέλεσης ως όργανα των ξένων μυστικών υπηρεσιών. Ενώ η περίπτωση των Χαϊτά και Ευτυχιάδη παρουσιάζει ενδιαφέρον σε σχέση με τις εσωκομματικές διαμάχες της περιόδου, ο Μαρκοβίτης ενσαρκώνει περισσότερο τον κομμουνιστή της βάσης, με τα τυποποιημένα γνωρίσματά του στη σταλινική εποχή: η απεριόριστη πίστη στην ΕΣΣΔ, τον Στάλιν και το κόμμα, η ταύτιση με την επίσημη γραμμή και η αυτοθυσία για την εκπλήρωσή της, η απουσία μιας κριτικής στάσης απέναντι σε ό,τι προέρχεται από την καθοδήγηση και η απόρριψη όσων ενστερνίζονται μια τέτοια στάση ως εξ ορισμού «αντικομματικών».

Στο βιβλίο, ο Μάριος Μαρκοβίτης παρουσιάζει αυτά τα γνωρίσματα, που είναι έκδηλα στις παρατιθέμενες επιστολές του Μάρκου Μαρκοβίτη, χωρίς να προσπαθεί να τα κρύψει ή να τα εξωραΐσει. Σε μια επιστολή, βλέπουμε τον Μαρκοβίτη να καταγγέλλει για «τροτσκισμό» πολλά από τα στελέχη του εκδοτικού οίκου «Κομυνιςτίς». Κύριος στόχος στην εκτενή επιστολή, έκτασης 16 σελίδων (σελ. 175-190), γίνεται ο επικεφαλής του εκδοτικού, Χριστόφορος Κατσάλοφ, στον οποίο φορτώνονται όλες οι αδυναμίες στη δουλειά του εκδοτικού. Κατά τον Μαρκοβίτη, ο Κατσάλοφ και οι συνεργάτες του είχαν συντάξει Γραμματικές που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν κάλλιστα σαν εγχειρίδιο για τη φασιστική Ελλάδα (σελ. 179), ενώ προσλάμβαναν τροτσκιστές και συγγενείς κουλάκων, τους οποίους ακόμη και όταν απέλυαν δεν φρόντιζαν να ξεσκεπάσουν (σελ. 181-182).

Ενώ ένα μέρος από τις κρίσεις του Μαρκοβίτη στην επιστολή για πρόσωπα και πράγματα μπορεί να έχει μια βάση, οι περισσότερες δεν επιβεβαιώνονται από τα γεγονότα και τις ιστορικές πληροφορίες που διαθέτουμε, και, αν τις δούμε αποσπασμένα από τις συνθήκες στις οποίες διατυπώθηκαν, θα φανούν στο σύγχρονο αναγνώστη φανατικές και εμπαθείς. Ο Χριστόφορος Κατσάλοφ, αρχισυντάκτης της εφημερίδας Κομυνιςτίς και συγγραφέας ελληνόγλωσσων αναγνωστικών, ήταν ένας ειλικρινής κομμουνιστής όπως ο Μαρκοβίτης. Πόντιος πρόσφυγας από το Καρς, είχε ονομάσει την κόρη του Οκτωβρίνα προς τιμή της Οκτωβριανής Επανάστασης, τα δε αναγνωστικά που συνέτασσε, με τίτλους όπως Οκτωβρόπουλα2, απηχούν πιστά το κομματικό πνεύμα. Χάθηκε και αυτός στις σταλινικές εκκαθαρίσεις· κατά τραγική ειρωνεία εκτελέστηκε ως εχθρός του λαού την ίδια ακριβώς μέρα με τον Μάρκο Μαρκοβίτη (σελ. 247).

Σε ένα αξιοπρόσεκτο απόσπασμα, ο συγγραφέας προβαίνει σε μια κριτική εκτίμηση της προσωπικότητας του Μαρκοβίτη και εξάγει τα ιστορικά διδάγματα που απορρέουν:

«Βγαλμένος από τη νέα σκληρή γενιά ορθόδοξων κομμουνιστών…, πιστός στους εικοσιένα όρους της Κομμουνιστικής Διεθνούς, απόλυτα και ανεπιφύλακτα αφοσιωμένος στο ΠΚΚ (μπ.) και στο μεγάλο ηγέτη Στάλιν, πίστευε ακράδαντα ότι εχθροί της ΕΣΣΔ υπήρχαν παντού, δεν ήταν μόνο οι καπιταλιστές και οι φασίστες που προετοίμαζαν τον πόλεμο· υπήρχαν και μέσα στη χώρα, κρύβονταν και δρούσαν ύπουλα. Ο ίδιος θα στεκόταν άτεγκτος σε κάθε απόκλιση από όποιον και από όπου κι αν προερχόταν. Κάθε τέτοια στάση, ακόμα και μια αθώα διστακτική αποδοχή αντί για θερμή φανερή υποστήριξη, μια ειρωνεία και ένας αστεϊσμός για κάποια κομματική απόφαση, μπορούσε να κρύβει έναν αντεπαναστάτη και μπορούσε να εξελιχθεί σε πρόβλημα για το Κόμμα. Φορείς και εκφραστές τέτοιων ιδεών ήταν πολύ πιθανό να αποδειχθούν εχθροί του μεγάλου σοβιετικού λαού. Μπορεί ο Στάλιν να εισήγαγε και να πέρασε στο λεξικό της ιστορίας την κατηγορία “εχθρός του λαού”, όμως ήδη είχαν διαμορφωθεί από χρόνια πολλοί μικροί “Στάλιν”, τυφλοί και φανατισμένοι, που εκτελούσαν τις εντολές και τις αποστολές που τους ανέθετε το Κόμμα· κάποιοι μπορούσαν να καταγγείλουν και τον πατέρα τους, πολλοί όμως, προσπαθώντας να προφυλαχτούν οι ίδιοι, έσπευδαν να κερδίσουν ή να διατηρήσουν προνόμια. Το ότι σ’ αυτόν τον κύκλο του παράλογου, παρανοϊκού τρόμου θα ερχόταν αναπόφευκτα και η δική τους η σειρά δεν μπορούσαν να το φανταστούν. Θύματα του ολοκληρωτικού αυτού συστήματος υπήρξαν τερατώδη δημιουργήματα, όπως ο Γιέζοφ και ο Γιάγκοντα…, υπήρξαν όμως και χιλιάδες αγνοί, ανυποψίαστοι επαναστάτες κομμουνιστές, μεταξύ τους και ο Ochalis. Θύτης και θύμα, χωρίς αμφιβολία» (σελ. 192-193).

Η σύλληψη και καταδίκη σε θάνατο στην Ελλάδα, η κινηματογραφική απόδραση και διαφυγή στην ΕΣΣΔ, η συνάντηση με το θάνατο εκεί, στη χώρα των ονείρων του, με την αντίστροφη κατηγορία εκείνης που του είχε αποδοθεί στην Ελλάδα –ως κατάσκοπος της αστικής Ελλάδας αντί όργανο της Μόσχας– δίνουν στην ιστορία του Μάρκου Μαρκοβίτη μια τραγική ένταση, κάνοντάς την αντιπροσωπευτική για όλους τους αγωνιστές που γνώρισαν την ίδια μοίρα. Αυτό κάνει πολύ πιο επώδυνο και πικρό για τον αναγνώστη το τελικό μέρος της αφήγησης στο βιβλίο. Ο Μαρκοβίτης συλλαμβάνεται και φυλακίζεται στο Μπουτίρκι, ομολογεί αρχικά την ενοχή του στις κατηγορίες, που τον έκαναν όργανο της ελληνικής κατασκοπίας, στη συνέχεια όμως ανακαλεί. Στέλνει δυο επιστολές στον Στάλιν όπου υπερασπίζει την αθωότητά του, επιστολές που, όπως εξηγεί ο συγγραφέας, παρακινούνταν να γράφουν οι κρατούμενοι από τους ανακριτές γιατί τους έδιναν άθελά τους πρόσθετα «στοιχεία» για να δέσουν τις κατηγορίες ενάντια στους ίδιους και σε άλλους, και οι οποίες δεν έφταναν ποτέ στον Στάλιν. Και στο τέλος, η καταδίκη δυο φορές σε θάνατο, η εκτέλεση, στις 19 Μάρτη 1938, και η ταφή στην περιοχή Κομουνάρκα Πόλιγκον, λίγο έξω από τη Μόσχα. Στην ίδια περιοχή όπου είχαν ταφεί ομαδικά περί τα 10-15.000 θύματα των εκκαθαρίσεων, μεταξύ αυτών ο Μπουχάριν, ο Ρίκοφ, ο Πιλνιάκ.

Είναι εκπληκτικό, ως μια μαρτυρία της χωρίς όρια αυθαιρεσίας και του κυνισμού των σταλινικών αρχών, το κατηγορητήριο με το οποίο παραπέμπεται ο Μαρκοβίτης. Στο έγγραφο, επικυρωμένο από τον διαβόητο εισαγγελέα των Δικών της Μόσχας Βισίνσκι στις 28/2/1938, αφού καταλογίζονται στον Μαρκοβίτη ένα πλήθος εγκληματικές δραστηριότητες, σημειώνεται στο τέλος ότι δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία για όσα του αποδίδονται:

«Ο ΑΤΣΑΛΙΣ Κονσταντίν Βασίλιεβιτς ή ΜΑΡΚΟΒΙΤΗΣ… κατηγορείται ότι:

α) Ευρισκόμενος στη φυλακή στην Αθήνα το 1931, στρατολογήθηκε από τον πράκτορα της Ελληνικής Ασφάλειας ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ, για την κατασκοπευτική-πρβοκατόρικη δουλειά στο ΚΚΕ και στη Σοβ. Ένωση.

β) Μετά τη στρατολόγηση, με την καθοδήγηση της Ελληνικής Ασφάλειας δραπέτευσε από τη φυλακή μαζί με την ομάδα από 8 άτομα που στάλθηκε από την ΚΕ του ΚΚΕ στην ΕΣΣΔ ως πολιτικός πρόσφυγας.

γ) Ευρισκόμενος στη Σοβιετική Ένωση, έκανε κατασκοπευτική – προβοκατόρικη δουλειά στην KUNMZ και στη ΔΛΣ και στο Ελληνικό τμήμα της Κομιντέρν, διαβιβάζοντας κατασκοπευτικά υλικά στον ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ…

δ) Δουλεύοντας στις Ελληνικές Περιοχές της επαρχίας Κρασναντάρ έκανε αντεπαναστατική εθνικιστική και ανατρεπτική δουλειά στο πολιτιστικό μέτωπο (τύπος, λογοτεχνία).

ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΗ

Ο κατηγορούμενος βρίσκεται στη φυλακή Μπουτίρκα από 3/1/38. Αποδεικτικά στοιχεία για την υπόθεση δεν υπάρχουν» (σελ. 222-223).

Στην τελική φάση της ανάκρισης, ο Μαρκοβίτης θα ανακαλέσει την προηγούμενη ομολογία του ότι η δραπέτευση από τις φυλακές Συγγρού είχε οργανωθεί από την ελληνική Ασφάλεια. Ο ανακριτής θα προσπαθήσει πιεστικά να του αποσπάσει μια νέα δήλωση ενοχής, χωρίς όμως επιτυχία:

«Ανακρ.: Σας ήταν γνωστό ότι τη δραπέτευση από τη φυλακή των πολιτικών κρατουμένων την είχε οργανώσει η Ασφάλεια;

Μαρκοβίτης: Όχι, δεν το γνώριζα και κανείς δεν μου το είχε πει.

Ανακρ.: Στην ανάκριση έγινε γνωστό ότι η Ασφάλεια οργάνωσε τη δραπέτευση των πολιτικών κρατουμένων από τη φυλακή, επειδή τους είχε στρατολογήσει ως πράκτορες – προβοκάτορες, στους οποίους συμπεριλαμβάνεστε και εσείς. Να λέτε την αλήθεια.

Μαρκοβίτης: Όχι, αυτό δεν το γνώριζα και κανένας δεν με στρατολόγησε από την Ελληνική Ασφάλεια και δεν ήμουν πράκτοράς της» (σελ. 220).

Το πολύ απλό ερώτημα, που θα δημιουργηθεί στον κάθε αναγνώστη, είναι: Αν δεν υπήρχαν αποδεικτικά στοιχεία για την υπόθεση και ο κατηγορούμενος αρνούνταν την ενοχή του, τότε πού στηρίχθηκαν οι κατηγορίες και η θανατική του καταδίκη;

Οι επιστολές στον Στάλιν δίνουν την εικόνα ενός ανθρώπου που φοβούμενος για τη ζωή του και ευρισκόμενος σε σύγχυση σε σχέση με τα αίτια του κατατρεγμού του αναζητά κάπου μια αχτίδα φωτός για να πιαστεί. Και εκεί ακόμη ο Μαρκοβίτης δεν εκφράζει πουθενά την παραμικρή επιφύλαξη για τις σταλινικές αρχές, ακόμη και για κάποιο τοπικό όργανο, ερευνώντας για τυχόν ευθύνες μόνο τον εαυτό του. «…Συνελήφθηκα ως “πράκτορας” της ελληνικής κατασκοπίας. Δεν μπορώ να περιγράψω την ψυχική κατάσταση, στην οποία βρίσκομαι από τότε. Δεν θυμάμαι ποτέ μου να έχω κλάψει, όμως εδώ έκλαψα… Τι έγκλημα έχω διαπράξει; Βασάνισα πολύ τον εαυτό μου να σκεφτεί έστω και ένα βλαβερό λάθος που μπορεί να είχα διαπράξει… Τίποτα, απολύτως τίποτα δεν βρήκα», γράφει στο πρώτο γράμμα του (σελ. 210). Και στο δεύτερο καταλήγει με μια συγκινητική αναφορά στην οικογένειά του: «Αγαπητέ σύντροφε Στάλιν! Ήμουν πάντα και εξακολουθώ να είμαι έντιμος και πιστός στο μεγάλο κόμμα που με ανέθρεψε και στη μεγάλη υπόθεση για την οποία είμαι πάντα έτοιμος να προσφέρω ό,τι πιο πολύτιμο έχω. Σας παρακαλώ να συνδράμετε στην απελευθέρωσή μου. Δεν έχω φταίξει σε τίποτα. Υποφέρω ακόμα περισσότερο, επειδή δεν είχα τον χρόνο να αποχαιρετήσω την οικογένειά μου. Αγαπώ πολύ τη γυναίκα μου. Είναι ένας καλός σύντροφος, ένας υπέροχος άνθρωπος και καταπληκτικός φίλος… Είναι μέλος της Κομσομόλ, και προτού παντρευτούμε μου δήλωσε ότι θα με αφήσει μόνο στην περίπτωση που αποδειχθώ εχθρός του λαού. Τώρα, πόσο θα ήθελα να την καθησυχάσω ότι, όχι, “δεν είμαι εχθρός του λαού”» (σελ. 217).

Είναι η τελευταία φράση του γράμματος, που δίνει και τον τίτλο στο βιβλίο.

Σε όλη την αφήγησή του, ο Μάριος Μαρκοβίτης δεν χάνει ευκαιρία να υπογραμμίζει την αδιαφορία και την αναλγησία της τωρινής ηγεσίας του ΚΚΕ, όχι μόνο για την περίπτωση του θείου του, αλλά και για δεκάδες ακόμη περιπτώσεις Ελλαδιτών κομμουνιστών που χάθηκαν στις σταλινικές εκκαθαρίσεις, συντρόφων του Μαρκοβίτη στην απόδραση και άλλων. Έχει εντελώς δίκιο, όπως θα το αποδείξει και η πιο στοιχειώδης ματιά στις επίσημες εκδόσεις του ΚΚΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, ενώ γίνεται αναφορά στην απόδραση από τις φυλακές Συγγρού και τη φυγάδευση των περισσότερων δραπετών στην ΕΣΣΔ, δεν θα βρούμε λέξη για τη μοίρα τους, το ότι εκτελέστηκαν ως πράκτορες της Ελληνικής Ασφάλειας, σε μεθόδευση της οποίας αποδόθηκε η ίδια η δραπέτευση3.

Αυτό, φυσικά, δεν αποτελεί παράδοξο για όποιον έχει παρακολουθήσει τις εξελίξεις των τελευταίων 2-3 δεκαετιών σε αυτό το κόμμα. Χάρη στις άοκνες προσπάθειες της ηγεσίας Παπαρήγα και της τωρινής ηγεσίας Κουτσούμπα όχι μόνο προχώρησε και ολοκληρώθηκε η επιστροφή στον Στάλιν και η αποκατάσταση των πρωτεργατών της εσωκομματικής ανωμαλίας στο ίδιο το ΚΚΕ, πρώτα και κύρια του Ζαχαριάδη, αλλά διαμορφώθηκε μια σύγχρονη πυραμίδα από μικρούς Στάλιν, από κάθε λογής ανερμάτιστους θεσιθήρες, που κυριαρχούν σήμερα στο κόμμα. Οι άνθρωποι αυτοί νοιάζονται μόνο για τη διατήρηση της εσωκομματικής εξουσίας, αναπαράγοντας στην εποχή μας το κυνικό, μακιαβελικό πνεύμα και τις λογικές του σταλινισμού. Δεν υπάρχει περίπτωση, λοιπόν, να ενδιαφερθούν για τα εγκλήματα των προκατόχων τους, γιατί θα έπρεπε τότε να στραφούν ενάντια στον ίδιο τον εαυτό τους.

Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι τα εγκλήματα αυτά, μια σελίδα από τα οποία ιστορεί ο Μάριος Μαρκοβίτης στο βιβλίο του, δεν υπήρξαν. Υπήρξαν, όπως το ίδιο υπαρκτό και απαράγραπτο είναι το χρέος όσων μιλούν στο όνομα του σοσιαλισμού να προβούν σε μια έντιμη καταδίκη και ερμηνεία τους.

Η μοίρα του Μάρκου Μαρκοβίτη δεν ήταν μια εξαίρεση αλλά ο κανόνας. Στις σταλινικές εκκαθαρίσεις του 1936-38 εκκαθαρίστηκε, ανάμεσα στα άλλα, η πλειοψηφία των ξένων κομμουνιστών που είχαν καταφύγει στην ΕΣΣΔ, για να γλιτώσουν από το φασισμό και τις διώξεις της αντίδρασης στις χώρες τους. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονταν ο ηγέτης του ΚΚ Πολωνίας, συναγωνιστής του Λένιν, Άντολφ Βάρσκι και σχεδόν όλη η ηγεσία του κόμματος· τα μέλη του ΠΓ του ΚΚ της Γερμανίας Χάιντς Νόιμαν και Χέρμαν Ρέμελε και σχεδόν όλα τα μέλη της Κεντρικής του Επιτροπής που βρέθηκαν στην ΕΣΣΔ· ο ιστορικός ηγέτες του ΚΚ της Ουγγαρίας Μπέλα Κουν και σχεδόν όλοι οι Ούγγροι κομμουνιστές·ο ηγέτης των Ελβετών κομμουνιστών, συνεργάτης του Λένιν, Φριτς Πλάτεν· ο Γραμματέας του ΚΚ της Γιουγκοσλαβίας Μίλαν Γκόρκιτς και πολλά στελέχη του· σχεδόν όλα τα ηγετικά στελέχη των ΚΚ της Εσθονίας, της Λιθουανίας και της Εσθονίας· πολλά στελέχη του ΚΚ της Αυστρίας και, φυσικά, τα περισσότερα στελέχη του ΚΚΕ. Ακόμη και οι συγκατηγορούμενοι του Δημητρόφ στη Δίκη της Λειψίας, οι Βούλγαροι κομμουνιστές Τάνεφ και Ποπόφ, φυλακίστηκαν. Οι μόνοι που επιβίωναν ήταν τα πιο πειθήνια και αδίστακτα σταλινικά στελέχη που βοηθούσαν ενεργά τις αρχές να οργανώνουν τις διώξεις –χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των Βίλχελμ Πικ και Βάλτερ Ούλμπριχτ στο ΚΚ της Γερμανίας, των μετέπειτα ηγετών της ΓΛΔ– και ελάχιστοι άλλοι που γλίτωναν από τύχη.

Ο ιστορικός ερευνητής θα συναντήσει συχνά περιπτώσεις καρμπόν με εκείνη του Μαρκοβίτη και των συντρόφων του. Ενδεικτικά θα αναφέρουμε την περίπτωση των Γερμανών κομμουνιστών που εμπλάκηκαν στην υπόθεση του «Κόκκινου φόνου», τη δολοφονία δυο αστυνομικών τον Αύγουστο του 1931 στο Βερολίνο. Όταν μετά την άνοδο των ναζί στη Γερμανία ξανάνοιξε η υπόθεση, δυο ηγετικά στελέχη του ΚΚΓ, ο Χάιντς Νόιμαν και ο Χανς Κιπενμπέργκερ, και μερικοί από τους ακτιβιστές που κατηγορήθηκαν, οι Βίλχελμ Πέσκι, Βίλχελμ Μπέκερ, Χέρμπερτ Ντομπερσάλσκε, Πάουλ Κένε και Καρλ Χολστάιν, διέφυγαν στην ΕΣΣΔ. Κανένας από αυτούς δεν επέστρεψε μετά τον πόλεμο στη Γερμανία, ενώ τρία στελέχη που δεν μπόρεσαν να διαφύγουν, οι Κλάουζε, Μάτερν και Μπρέντε, εκτελέστηκαν από τους ναζί μετά από δίκη το 19354.

Η ιστορία είχε και συνέχεια, καθώς όσοι Γερμανοί κομμουνιστές επιζούσαν στα 1940 παραδόθηκαν, στα πλαίσια του Συμφώνου Στάλιν-Χίτλερ, στην Γκεστάπο. Ανάμεσά τους και η Μαργκαρέτε Νόιμαν, η γυναίκα του εκτελεσμένου στα 1937 μέλους του ΠΓ του ΚΚ της Γερμανίας Χάιντς Νόιμαν, η οποία, αφού εξορίστηκε στη Σιβηρία, επέζησε και του ναζιστικού κολαστηρίου του Ράβενσμπρουκ, για να γράψει μετά το 1945 τις αναμνήσεις της, μια επιβλητική μαρτυρία για τις απάνθρωπες συνθήκες στις σταλινικές φυλακές και τα στρατόπεδα, διασώζοντας τις τραγικές ιστορίες πολλών αθώων θυμάτων της τρομοκρατίας.

Ο Χάιντς Νόιμαν, στενός συνεργάτης και υποστηρικτής του Στάλιν στη δεκαετία του 1920, ξεχωρίζει από τα περισσότερα άλλα θύματα των εκκαθαρίσεων, γιατί διαφοροποιήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930 από τη σταλινική γραμμή, προβλέποντας τις καταστροφικές συνέπειες που θα είχε η πολιτική του «σοσιαλφασισμού» στη Γερμανία. Τα τελευταία λόγια του στη γυναίκα του τη μέρα της σύλληψής του από το NKVD, «Ο Στάλιν έχει την ευθύνη για αμέτρητα εγκλήματα»5, συνοψίζουν την ετυμηγορία της ιστορίας για όσα συνέβησαν τα σκοτεινά εκείνα χρόνια.

Ο Μάρκος Μαρκοβίτης ήταν ένας από τους δεκάδες ή εκατοντάδες χιλιάδες κομμουνιστές που έπεσαν θύματα των εγκλημάτων του Στάλιν, είτε εκτελεσμένοι ως εχθροί του λαού, είτε εξορισμένοι στα γκούλαγκ. Ο απροκατάληπτος αναγνώστης του βιβλίου δεν θα αποτύχει να διαπιστώσει την ιστορική αλήθεια. Άνθρωποι όπως ο Μαρκοβίτης, όσα λάθη και αδυναμίες αν τους καταλογιστούν, δεν πρόδωσαν τα ιδανικά τους. Προδόθηκαν από εκείνους στους οποίους έδειχναν τυφλή εμπιστοσύνη. Ήταν κυρίως θύματα και πολύ λιγότερο θύτες.

Σήμερα, με το πλεονέκτημα της χρονικής απόστασης, μπορεί σίγουρα να βρούμε ελαφρυντικά για την ευπιστία αγωνιστών όπως ο Μαρκοβίτης. Έκριναν την ηγεσία και τον Στάλιν από τη βιτρίνα τους, διαμορφωμένη από μια επίμονη παραμορφωτική προπαγάνδα που τους εκθείαζε ως θεματοφύλακες του σοσιαλισμού, δεν γνώριζαν τις μοχθηρές πράξεις τους στα παρασκήνια και έτσι αδυνατούσαν να αναρωτηθούν για τα πραγματικά τους κίνητρα. Δεν υπάρχει όμως καμιά δικαιολογία για όσους συνεχίζουν να αποδίδουν τα εύσημα στους αλαζόνες και αδίστακτους σταλινικούς αρχηγούς, εμφανίζοντάς τους σαν προστάτες και υπερασπιστές των σοσιαλιστικών ιδανικών.

Το βιβλίο του Μάριου Μαρκοβίτη πρέπει να διαβαστεί με προσοχή από τους αριστερούς και προοδευτικούς, σκεπτόμενους ανθρώπους. Στο πρόσωπο του θείου του τιμά όλους τους αδικοχαμένους αγωνιστές που είδαν τις προσδοκίες τους να διαψεύδονται από δυνάμεις ξένες προς την υπόθεση του σοσιαλισμού.

 

Σημειώσεις
  1. Η 10η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ το Δεκέμβρη του 1966-Ιανουάριο του 1967 πήρε μια απόφαση αποκατάστασης 13 κομμουνιστών, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν οι Χαϊτάς, Ευτυχιάδης και Μαρκοβίτης, η οποία όμως δεν δημοσιεύθηκε για δεκαετίες και δόθηκε στη δημοσιότητα μόλις το 2002 (σελ. 271-273).
  2. Λ. Καΐσεβα και Χ. Κατσάλοβ, Οκτοβρόπυλα, Εκδοτικό «Κομυνιςτίς», Ροστόβ Ντον, 1932, https://drive.google.com/file/d/1Y_bS4Ro7QJ7_V85YBOHyGBawFl45gxwK/view.
  3. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Α΄ τόμος, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2012, σελ. 224.
  4. Βλέπε στο λήμμα της γερμανικής Wikipedia «Max Matern», https://de.wikipedia.org/wiki/Max_Matern.
  5. Παρατίθεται από τη Μαργκαρέτε Νόιμαν, Εξόριστη στη Σιβηρία, εκδ. Νέοι Στόχοι, Αθήνα 1971, σελ. 17.
*Ο Χρήστος Κεφαλής είναι μέλος της ΣΕ της Μαρξιστικής Σκέψης και συγγραφέας. Το 2017 κυκλοφόρησαν τα βιβλία του Λένιν. Η Διάνοια της Επανάστασης (εκδόσεις Τόπος) και Υπόθεση Κατίν. Η Ιστορική Αλήθεια και ο Ριζοσπάστης (εκδόσεις Επίκεντρο).

 

Το βιβλίο «Όχι, δεν Είμαι Εχθρός του Λαού» μπορείτε να το προμηθευτείτε από τα γραφεία του «Ξ» επικοινωνώντας με [email protected]www.xekinima.org, 2102283019 (γραφεία Αθήνας) 2310540432 (γραφεία Θεσσαλονίκης).

Ακολουθήστε το «Ξ» στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία άρθρα μας.

Μπορείτε επίσης να βρείτε αναρτήσεις, φωτογραφίες, γραφικά, βίντεο και ηχητικά μας σε facebook, twitter, instagram, youtube, spotify.

Ενισχύστε οικονομικά το xekinima.org

διαβάστε επίσης:

7,274ΥποστηρικτέςΚάντε Like
986ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
1,118ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
435ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής

Επίκαιρες θεματικές

Πρόσφατα άρθρα