του Νάιτζελ Σμιθ, Βρετανία
Η διεφθαρμένη και ανίκανη πρωθυπουργία του Μπόρις Τζόνσον φτάνει επιτέλους στο τέλος της. Ο Τζόνσον αναγκάστηκε να παραιτηθεί από αρχηγός του Συντηρητικού Κόμματος λόγω μιας σειράς σκανδάλων, αλλά μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, φαίνεται ότι μπορεί να παραμείνει στη θέση του πρωθυπουργού μέχρι να βρεθεί ο διάδοχός του – μια διαδικασία που μπορεί να διαρκέσει έως και τρεις μήνες.
Εδώ και μήνες δεχόταν πιέσεις για να παραιτηθεί, από ένα σημαντικό ποσοστό της κοινοβουλευτικής ομάδας του ίδιου του κόμματος του, των Συντηρητικών και λόγω της κατακόρυφης πτώσης της δημοτικότητάς του σε όλο το Ηνωμένο Βασίλειο. Στους Συντηρητικούς δεν αρέσουν οι ηττημένοι και τα πρόσφατα αποτελέσματα των επαναληπτικών εκλογών που έγιναν για ένα αριθμό βουλευτικών εδρών, έδειξαν μια μαζική μετατόπιση της υποστήριξης από τους Συντηρητικούς προς τους Φιλελεύθερους Δημοκράτες. Στον Βορρά, οι Συντηρητικοί κατάφεραν στις προηγούμενες εκλογές να κερδίσουν μερικές έδρες που παραδοσιακά εκλέγονταν βουλευτές του Εργατικού Κόμματος, ωστόσο φαίνεται ότι δεν πρόκειται να τις κρατήσουν αν παραμείνει ο Τζόνσον πρωθυπουργός.
Οι ψηφοφόροι της εργατικής τάξης αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για μια κυβέρνηση που βασίζεται στα ψέματα και στρέφονται κατά του Τζόνσον. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι, από την εργατική τάξη, δεν υπάρχει ιδιαίτερη αύξηση της υποστήριξης προς το Εργατικό Κόμμα που έχει επικεφαλής τον Σερ Κιρ Στάρμερ, ο οποίος δικαίως χαρακτηρίζεται ως «χλιαρός (soft) Συντηρητικός».
Τα πεπραγμένα του Τζόνσον
Υπήρξαν τόσα πολλά προβλήματα με την πρωθυπουργία του Τζόνσον που θα χρειαζόταν ένα πολύ μεγάλο άρθρο για να αναφερθεί σε όλα. Ηγήθηκε μιας κυβέρνησης χωρίς στρατηγικό σχέδιο (από την πλευρά της άρχουσας τάξης, εννοείται) η οποία άλλαζε πολιτική στάση κάθε τρεις και λίγο για να εξυπηρετήσει τη λαϊκιστική ατζέντα που ο Τζόνσον διατυμπάνιζε κατά τη διάρκεια των εκλογών. Οι προεκλογικές υποσχέσεις περί «κατάργησης των ανισοτήτων» που έκανε ο Τζόνσον ήταν ένα τέτοιο παράδειγμα – στην πράξη απέδειξε πως δεν ήταν διατεθειμένος να καταργήσει καμία ανισότητα παρά μόνο να αυξήσει τον πλούτο και τη δύναμη των επιχειρηματιών και της ελίτ στην οποία ανήκει. Τα έργα υποδομής που διατυμπάνιζε στις προηγούμενες εκλογές δεν συνέβησαν πουθενά· ενώ το Εθνικό Σύστημα Υγείας βρίσκεται σε ένα ολοένα αυξανόμενο καθοδικό σπιράλ, με την κυβέρνηση να επιτρέπει όλο και περισσότερα κέρδη να καρπώνονται από τον ιδιωτικό τομέα σε βάρος του ΕΣΥ και να κάνει ελάχιστες επενδύσεις σε προσωπικό και υποδομές.
Τους τελευταίους μήνες ο Τζόνσον έχει επίσης βρεθεί να λέει ψέματα στο κοινοβούλιο, ιδίως σε σχέση με το λεγόμενο σκάνδαλο «party-gate»: ο Τζόνσον και οι φίλοι του –συμπεριλαμβανομένου του κορυφαίου πρώην υπουργού Ρίσι Σουνάκ– παραβίαζαν τον νόμο γλεντώντας, ενώ η υπόλοιπη χώρα ζούσε υπό την αυστηρότητα των λοκ-ντάουν. Έγινε επίσης απολύτως σαφές ότι ο Τζόνσον δεν είχε τύψεις γι’ αυτό και ότι η αίσθηση της εξουσίας και των προνομίων που κατείχε τον έκανε να πιστεύει ότι αυτός και όμοιοί του είχαν το δικαίωμα να συμπεριφέρονται διαφορετικά από τους υπόλοιπους πολίτες. Είχε τη νοοτροπία μιας τάξης που ιστορικά θεωρεί τον εαυτό της καλύτερο/ανώτερο από τους ανθρώπους που κυβερνά, με την πιο πατερναλιστική και εκμεταλλευτική συμπεριφορά από σχεδόν οποιαδήποτε άλλη άρχουσα τάξη παγκοσμίως.
Ακολούθησαν και άλλα σκάνδαλα, με τον Τζόνσον να στηρίζει έναν συνάδελφό του, τον Κρις Πίντσερ που κατηγορήθηκε ότι παρενόχλησε σεξουαλικά συναδέλφους του, παρά τις συντριπτικές αποδείξεις για την ενοχή του Πίντσερ επί σειρά ετών. Ο Τζόνσον φέρεται να έχει περιγράψει το άτομο αυτό ως «Πίντσερ απ’ το όνομα, τσιμπίδα απ’ τη φύση του» (κάνοντας λογοπαίγνιο με το επίθετο «pincher» που σημαίνει αυτός που τσιμπάει-χουφτώνει) κάτι του είδους «έχει το όνομα, έχει και τη χάρη» – ένα σοκαριστικό και αισχρό σεξιστικό σχόλιο.
Η προβληματική διαχείριση της πανδημίας του κορονοϊού καλύφθηκε σε μεγάλο βαθμό, λόγω της απουσίας αντιδράσεων από τα μέσα ενημέρωσης αλλά και από το Εργατικό Κόμμα και τη Συνομοσπονδία των Συνδικάτων. Το γεγονός ότι ο Τζόνσον υποστήριξε τον πόλεμο στην Ουκρανία και πίεσε την ουκρανική κυβέρνηση να μην αποδεχτεί κανένα συμβιβασμό με τη Ρωσία, έχει σαν βασικό αποτέλεσμα τη συνέχιση της αιματοχυσίας στην Ουκρανία, ενώ ταυτόχρονα επηρεάζει αρνητικά τις ζωές των φτωχών στρωμάτων του Ηνωμένου Βασιλείου και οδηγεί σε αυξημένα κέρδη για τις εταιρείες της πολεμικής βιομηχανίας.
Διαδοχή
Έτσι, όπως ένα παιδί δεν θέλει να αποχωριστεί το αρκουδάκι του, ο Τζόνσον θέλει να κρατηθεί στην πρωθυπουργία για όσο το δυνατόν περισσότερο πριν το πάρτι του τελειώσει και το βάλουν τελικά για ύπνο. Το πώς θα καταφέρει να κυβερνήσει είναι ένα μυστήριο, με πάνω από πενήντα βουλευτές του Συντηρητικού Κόμματος να έχουν παραιτηθεί από τις κυβερνητικές τους θέσεις, συμπεριλαμβανομένου του υπουργού Οικονομικών. Υπήρξαν, για παράδειγμα, τρεις υπουργοί Παιδείας που άλλαξαν μέσα σε τρεις ημέρες.
Ωστόσο, το Συντηρητικό Κόμμα φαίνεται να αποδέχεται την παραμονή του Τζόνσον στη θέση του μέχρι να βρεθεί διάδοχος, με πολλούς να είναι δυσαρεστημένοι με την κατάσταση αλλά τώρα να ασχολούνται με τη διαδικασία διαδοχής. Ο αγώνας για τη θέση του πρωθυπουργού συνεχίζεται, με μια ολόκληρη σειρά από βουλευτές να έχουν ήδη δηλώσει ή να αναμένεται να δηλώσουν την υποψηφιότητά τους. Το σημερινό φαβορί για να αντικαταστήσει τον Τζόνσον είναι ο Μπεν Γουάλας (υπουργός Άμυνας). Αλλά υπάρχουν τουλάχιστον άλλοι δέκα που φαίνεται πιθανό να διεκδικήσουν την πρωθυπουργία, όπως ο Ρίσι Σουνάκ (πρώην υπουργός Οικονομικών), η Λιζ Τρας (υπουργός Εξωτερικών) και ο Σατζίντ Τζάβιντ (πρώην υπουργός Υγείας).
Επιτακτική ανάγκη για μια εναλλακτική πολιτική
Όποιος κι αν τον αντικαταστήσει πιθανόν να κυβερνήσει και να συμπεριφερθεί με λιγότερο εξευτελιστικό και προσβλητικό τρόπο, αλλά δεν πρόκειται να φέρει καλύτερες ημέρες για τους εργαζόμενους. Η προοπτική μιας προοδευτικής κυβέρνησης των Εργατικών αποτελεί μια φρούδα ελπίδα. Μπορεί να έχουμε μια κυβέρνηση των Εργατικών ή μια κυβέρνηση συνασπισμού Φιλελευθέρων/Εργατικών το 2023, αλλά αυτή θα είναι μια κυβέρνηση υποταγμένη στον νεοφιλελευθερισμό, όπως ήταν και η κυβέρνηση των Εργατικών επί Τόνι Μπλερ.
Αυτή τη στιγμή, χωρίς ένα νέο κόμμα της εργατικής τάξης, η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη. Ο Τζέρεμι Κόρμπιν δεν σχεδιάζει να επιχειρήσει να δημιουργήσει ένα νέο κόμμα και τα συνδικάτα, με εξαίρεση το RMT (σιδηροδρομικοί) δεν κινούνται προς αυτή την κατεύθυνση. Ωστόσο, το UNITE, το δεύτερο μεγαλύτερο συνδικάτο που περιλαμβάνει εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, με επικεφαλής τη Σάρον Γκράχαμ, οξύνει την κριτική του προς στους Εργατικούς και μια ολόκληρη σειρά συνδικάτων επιδιώκει να προχωρήσει σε απεργιακές δράσεις τους επόμενους μήνες. Στο επίπεδο της οικονομίας δεν πρόκειται να υπάρξει καμία λύση από πλευράς συστήματος και η συνείδηση όλο και περισσότερων ανθρώπων θα μπορούσε να κάνει σημαντικά προχωρήματα αν η Αριστερά, τα μαχητικά συνδικάτα μαζί με το καλό και ταξικό κομμάτι των μελών στη βάση του Εργατικού Κόμματος συνεργάζονταν σε αυτόν τον αγώνα.
Ο επερχόμενοι εργατικοί αγώνες στη βιομηχανία θα μπορούσαν να προκαλέσουν ένα «φθινόπωρο αντίστασης», την ίδια στιγμή που στα πιο μαχητικά στρώματα της κοινωνίας ενισχύεται η κατανόηση ότι οι απαντήσεις δεν βρίσκονται στα σημερινά κοινοβουλευτικά κόμματα, αλλά είναι στα χέρια των ίδιων των εργαζομένων, μέσω απεργιών, πολιτικής δράσης και της οικοδόμησης μιας σοσιαλιστικής πολιτικής εναλλακτικής λύσης.
Η ζοφερή πραγματικότητα που αντιμετωπίζει ο λαός του Ηνωμένου Βασιλείου, θα μπορούσε να αποδειχθεί ο καταλύτης για την αναζήτηση πολιτικής εναλλακτικής. Θα υπήρχε ο χρόνος για να χτιστεί μια τέτοια εναλλακτική λύση εν όψει των εκλογών του 2023, αν τα συνδικάτα, οι αριστερές δυνάμεις και κάποιες σημαντικές φυσιογνωμίες στον χώρο της Αριστεράς, δεσμευτούν σε αυτό, βγάλουν τα συμπεράσματα από τις αποτυχίες του παρελθόντος και ξεκινήσουν μια ανοιχτή και δημοκρατική διαδικασία που θα περιλαμβάνει όλες τις δυνάμεις που επιθυμούν να συμβάλουν στην προσπάθεια.