Ρολάνδος Παύλου, γιατρός
Στέλλα Χονδροματίδου, γιατρός
Άρθρο γνώμης
Στα πλαίσια των διαλόγων και αντιπαραθέσεων που αναπτύσσονται στις γραμμές της Αριστεράς, για το θέμα της αντιμετώπισης της πανδημίας, του ρόλου των εμβολιασμών, των ευθυνών της ελληνικής και των υπόλοιπων κυβερνήσεων για τις εγκληματικές πολιτικές που έχουν επιτρέψει και στην ουσία γιγαντώσει την πανδημία, παραθέτουμε άρθρο γνώμης των σ. Ρολάνδου Παύλου και Στέλλας Χονδροματίδου.
Παρακολουθούμε τον τελευταίο καιρό μια σοβαρή κλιμάκωση της πίεσης της κυβέρνησης για την επιτάχυνση των εμβολιασμών ενάντια στον κορωνοϊό η οποία περιλαμβάνει:
- Πρόσβαση σε ανοιχτούς και κλειστούς χώρους ψυχαγωγίας (μουσικά κέντρα, κλαμπ), γήπεδα, θέατρα και κινηματογράφους μόνο για εμβολιασμένους ή νοσήσαντες το τελευταίο εξάμηνο
- Πρόσβαση σε κλειστούς χώρους εστιατορίων, καφέ και μπαρ μόνο για εμβολιασμένους ή νοσήσαντες το τελευταίο εξάμηνο
- Η λειτουργία μεικτών ανοιχτών χώρων εστιατορίων, καφέ και μπαρ με εμβολιασμένους και μη θα γίνεται με αυστηρές προϋποθέσεις
- Προαιρετικά, οι ιδιοκτήτες ανοιχτών χώρων εστιατορίων, καφέ και μπαρ μπορούν να επιλέξουν να λειτουργήσουν ως αμιγείς χώροι μόνο για εμβολιασμένους ή νοσήσαντες το τελευταίο εξάμηνο
- Υποχρέωση των υπευθύνων των χώρων αυτών να διενεργούν ελέγχους στους πελάτες
- Υποχρέωση των εργαζομένων σε χώρους εστίασης είτε εμβολιασμού είτε rapid τεστ δύο φορές τη βδομάδα
Όπως είπε χαρακτηριστικά ο υπουργός Ανάπτυξης Α. Γεωργιάδης
«Ήδη οι ανεμβολίαστοι υφίστανται περιορισμούς. Μόνοι τους το επέλεξαν. Είτε θα εμβολιαστούμε είτε θα έχουμε πρόβλημα».
Ο Γεωργιάδης δήλωσε επίσης πως
«η υφιστάμενη νομοθεσία καλύπτει τις επιχειρήσεις που θα αποφασίσουν να απολύσουν εργαζόμενους που αρνούνται να εμβολιαστούν».
Ο περιορισμός πρόσβασης σε δημόσιους χώρους αντιβαίνει βέβαια στο ψήφισμα του Συμβουλίου της Ευρώπης αρ. 2361 της 27ης Ιανουαρίου (το οποίο ψήφισαν και οι Έλληνες εκπρόσωποι) που αναφέρει ρητά πως
«ο εμβολιασμός δεν είναι υποχρεωτικός και κανείς δεν υπόκειται σε πολιτική, κοινωνική ή άλλη πίεση να εμβολιαστεί εάν δεν το επιθυμεί».
Αλλά, η ελληνική κυβέρνηση έχει αποδείξει πως πρωτοπορεί και δείχνει το δρόμο …
Τόσο τα μέτρα διαχωρισμού που αφορούν ακόμα και ανοιχτούς χώρους, όσο και το «δώρο» των 150 ευρώ στους νέους που θα επιλέξουν να εμβολιαστούν δείχνουν τον εκνευρισμό της κυβέρνησης που αντιλαμβάνεται πως οι ρυθμοί εμβολιασμών έπεσαν καθώς σημαντικά ποσοστά στην κοινωνία δεν θέλουν να εμβολιαστούν.
Ένα τέταρτο κύμα είναι αναπόφευκτο, ανεξάρτητα από την πορεία των εμβολιασμών. Θα εξηγήσουμε πιο κάτω τους λόγους. Όμως, η κυβέρνηση σπεύδει από τώρα να χρεώσει το επόμενο κύμα στους μη εμβολιασμένους, εξαγγέλλοντας από τώρα πως τα όποια περιοριστικά μέτρα θα αφορούν μόνο τους μη εμβολιασμένους, δηλαδή ακόμα μεγαλύτερες διακρίσεις.
Η κυβέρνηση για μια ακόμα φορά μεταθέτει τις δικές της ευθύνες ελλιπούς ενίσχυσης των δομών Υγείας και ανυπαρξίας συστηματικής επιδημιολογικής επιτήρησης και συντονισμού, σε άλλους – αυτή τη φορά στους μη εμβολιασμένους.
Η στάση της αυτή δημιουργεί στην κοινωνία μια διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους υπέρμαχους του εμβολιασμού (ή ακόμα και της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού) και όσους αντιτίθενται στην υποχρεωτικότητα και πυροδοτεί επικίνδυνους μηχανισμούς κοινωνικού αυτοματισμού – μηχανισμούς που στρέφουν τη συνείδηση των λαϊκών στρωμάτων μακριά από τα πραγματικά προβλήματα και τους πραγματικούς υπευθύνους γι’ αυτά.
Ταύτιση με Ακροδεξιά
Η κυβέρνηση προσπάθησε να ταυτίσει τους αντίθετους με την πολιτική της με την Ακροδεξιά, προσπάθησε να τους στιγματίσει ως «ψεκασμένους», «συνωμοσιολόγους» κλπ. Όμως, οι κινητοποιήσεις της 14ης Ιουλίου, έδειξαν πως η Ακροδεξιά και οι ρασοφόροι με τα λάβαρα και τους σταυρούς ήταν μια μειοψηφία. Η πλειοψηφία όσων συμμετείχαν ήταν απλοί πολίτες που αντιδρούσαν στην υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού και την ανυπαρξία άλλων μέτρων αντιμετώπισης της πανδημίας από την κυβέρνηση. Δυστυχώς, στην προσπάθεια στιγματισμού όσων πήραν μέρος στις συγκεντρώσεις συμμετείχε και η «Αυγή» που στο πρωτοσέλιδο της προσπάθησε να ταυτίσει τις συγκεντρώσεις με τη Χρυσή Αυγή, συγκρίνοντας τις με τις συγκεντρώσεις για τη Μακεδονία.
Η διαχωριστική γραμμή που δημιούργησε η πανδημία διαπερνά όλα τα κοινωνικά στρώματα και τους πολιτικούς σχηματισμούς. Όσοι αντιτίθενται προβάλλουν το θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα (που κατοχυρώνεται ακόμα και στο αστικό νομικό σύστημα) όλων των πολιτών να αποφασίζουν για τις ιατρικές πράξεις που γίνονται πάνω στο σώμα τους. Οι υπέρμαχοι της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού αντιτείνουν πως οι ατομικές ελευθερίες είναι δυνατόν να περιοριστούν σε καταστάσεις που απειλείται το αγαθό της δημόσιας υγείας, πως το κοινό καλό είναι πάντα πιο πάνω από τις ατομικές ελευθερίες.
Επαναστατική Αριστερά και υποχρεωτικότητα
Ακόμα και να θεωρούσαμε πως το κοινό καλό επιβάλλει τον καθολικό εμβολιασμό, ακόμα και να ξέραμε με επιστημονική σιγουριά πως ο εμβολιασμός δεν θέτει τον εμβολιαζόμενο σε κανέναν απολύτως κίνδυνο για την υγεία του, ακόμα και να ξέραμε πως αυτό θα σημαίνει το οριστικό τέλος της πανδημίας, η θέση μας θα έπρεπε να παραμείνει αυτή της καλλιέργειας κλίματος αλληλεγγύης, θα παραμέναμε υπέρμαχοι της προαιρετικότητας, εξαντλώντας όλα τα περιθώρια ελεύθερου δημόσιου διαλόγου. Με άλλα λόγια, θα κάναμε το ακριβώς αντίθετο από τον στιγματισμό και τη δαιμονοποίηση απόψεων και ανθρώπων. Είμαστε αντίθετοι στον στιγματισμό των μη εμβολιασμένων και τον εκδικητικό αποκλεισμό τους.
Η κυβέρνηση δεν είχε και δεν μπορεί να έχει τη δυνατότητα επίκλησης του αισθήματος αλληλεγγύης της κοινωνίας. Οι συνεχείς παλινωδίες και επιστημονικές ανακρίβειες (η μάσκα είναι επικίνδυνη – η μάσκα είναι απαραίτητη, μετά τα μεσάνυχτα κολλάει, με μουσική κολλάει, στο δρόμο κολλάει – τώρα δεν κολλάει), η άρνηση της να ενισχύσει τις δομές Υγείας, σε συνδυασμό με την προκλητική προσπάθεια της να περάσει σαρωτικά αντεργατικά νομοσχέδια στο κλίμα φόβου της πανδημίας, όλα αυτά οδηγούν μεγάλο ποσοστό της κοινωνίας σε καχυποψία τόσο απέναντι στην κυβέρνηση όσο και απέναντι στους «ειδικούς» που βάζουν πλάτη στις πολιτικές επιλογές της.
Τείχος προστασίας – ανοσία της αγέλης
Μέχρι το τέλος της περασμένης χρονιάς, ο εμβολιασμός παρουσιαζόταν ως το τέλος της πανδημίας, γι’ αυτό και η εκστρατεία εμβολιασμού ονομάστηκε επιχείρηση «Ελευθερία». Διακήρυσσε μέσω των «ειδικών» της πως αν πετυχαίναμε ένα ποσοστό 70% εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού θα επιτυγχάνονταν η περιβόητη «ανοσία της αγέλης» και θα σταματούσε η διάδοση του κορωνοϊού. Το ποσοστό αυτό δεν φαίνεται να υπακούει στους θεωρητικούς μαθηματικούς τύπους και εκτιμάται από 60% μέχρι και 85% από διαφορετικούς φορείς διεθνώς. Ο (επικεφαλής επιδημιολόγος των ΗΠΑ) Φάουτσι το εκτιμά ανάμεσα στο 70-85%, χαρακτηρίζοντας το από τον περασμένο Μάρτη «απροσδιόριστο» (“elusive”).
Ωστόσο, στις αρχές του 2021 η ελληνική κυβέρνηση διόρθωσε τη στάση της και διευκρίνισε πως οι εμβολιασμένοι συνεχίζουν να έχουν τη δυνατότητα να μεταφέρουν ή να κολλήσουν τον ιό, να τον μεταδώσουν, ακόμα και να νοσήσουν, επομένως θα έπρεπε να συνεχίσουν να φορούν μάσκες και να τηρούν αποστάσεις.
Το πόσο μειώνεται η πιθανότητα να μολυνθεί ένας εμβολιασμένος και επομένως να συνεχίσει τη μετάδοση του ιού παραμένει ένα ερώτημα που ακόμα διερευνάται στις πραγματικές συνθήκες χωρών με ψηλά ποσοστά εμβολιασμού.
Αλλά, τα στοιχεία από το Ισραήλ αποτελούν μια σημαντική ένδειξη. Πριν προλάβουν τα ελληνικά ΜΜΕ να τελειώσουν τους διθυράμβους για την ισραηλινή επιτυχία, ήρθαν τα πρόσφατα στοιχεία του ίδιου του υπουργείου Υγείας του Ισραήλ να ανατρέψουν την εικόνα. Ένα νέο κύμα της πανδημίας έχει ήδη εμφανιστεί και η κυβέρνηση συζητά την εκ νέου επιβολή περιοριστικών μέτρων.
Κι αυτό δεν οφείλεται στο ποσοστό ανεμβολίαστων. Γιατί, μεγάλο ποσοστό των νέων κρουσμάτων και εισαγωγών στα νοσοκομεία αφορά τους πλήρως εμβολιασμένους. Σε επίσημη ενημέρωση στις 16 Ιουλίου, ο ίδιος ο ισραηλινός πρωθυπουργός Ναφτάλι Μπένετ έδωσε στατιστικά στοιχεία σύμφωνα με τα οποία το 60% των σοβαρά νοσούντων αυτή τη στιγμή είναι εμβολιασμένοι (Jerusalem Post, 17/7/2021).
Ο Μπένετ απέδωσε την έξαρση στη νέα παραλλαγή Δέλτα που «προελαύνει και σε χώρες με ψηλά ποσοστά εμβολιασμού». Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου της Pfizer, που υπολογιζόταν στο 94% έναντι των παλιών παραλλαγών του κορωνοϊού, έπεσε στο 64% σύμφωνα με την ίδια τη Pfizer έναντι της νέας παραλλαγής.
Από την άλλη, στην περίπτωση του Ικίτος στο Περού, παρ’ όλο που ο ίδιος ο ιός είχε προσβάλει το 70% του πληθυσμού μέχρι το καλοκαίρι 2020 (εξαιτίας των άθλιων υποδομής Υγείας και της μαζικής φτώχειας και εξαθλίωσης) δεν επιτεύχθηκε κάποιου είδους ανοσία της αγέλης.
Στην περίπτωση του Μανάους, στη Βραζιλία, εξαιτίας της εγκληματικής πολιτικής του Μπολσονάρο 76% του πληθυσμού βρέθηκε να έχει περάσει τη νόσο μέχρι τον Οκτώβριο 2020. Παρ’ όλα αυτά, 3 μήνες αργότερα ακολούθησε νέο κύμα της πανδημίας, κυρίως εξαιτίας νέων μεταλλάξεων του ιού που διέφευγαν των αντισωμάτων που είχε αναπτύξει ο πληθυσμός.
Η ανοσία της αγέλης, δεν είναι ένα φαινόμενο «όλον ή ουδέν». Δηλαδή, δεν είναι κάτι που θα εμφανιστεί ως δια μαγείας μόλις φτάσουμε το μαγικό 70% συν ένα. Θεωρητικά, όσο περισσότεροι άνθρωποι εμβολιάζονται, εφόσον το εμβόλιο εμποδίζει τη μετάδοση, τόσο λιγότερο έδαφος βρίσκει ο ιός να εξαπλωθεί, περιορίζονται τα άτομα μέσω των οποίων ο ιός μπορεί να μεταδοθεί και άρα θα ανέμενε κανείς οι αριθμοί των κρουσμάτων στη διάρκεια των κυμάτων να εμφανίζουν αναλογική μείωση. Αυτό όμως δεν έχει φανεί πουθενά, ακόμα και στις χώρες που έχουν ψηλά ποσοστά εμβολιασμών.
Ο ρόλος των μεταλλάξεων
Πρακτικά είναι αδύνατο ο εμβολιασμός να πραγματοποιηθεί σε μικρό χρονικό διάστημα.
Ακόμα και χωρίς αυτούς που δεν θέλουν να εμβολιαστούν, μέχρι να ολοκληρωθεί ο εμβολιασμός δίνεται ο χρόνος στον ιό να μεταλλαχθεί και να διαφύγει της ανοσίας, είτε όσων έχουν ασθενήσει είτε όσων έχουν εμβολιαστεί. Κατ’ ακρίβεια, όσο πιο ψηλά είναι τα ποσοστά εμβολιασμού τόσο πιο μεγάλη πίεση ασκείται στους ιούς και τα μικρόβια να μεταλλαχθούν ώστε να καταφέρουν να επιβιώσουν.
Τέτοια είναι η περίπτωση της μετάλλαξης Δέλτα. Στην περίπτωση της Βρετανίας, η μετάλλαξη αυτή έδωσε (στοιχεία μέχρι τις 25 Ιουνίου) 92.029 κρούσματα και 117 θανάτους. Από αυτούς τους θανάτους, οι 50 αφορούσαν πλήρως εμβολιασμένους και 19 μερικώς (είχαν κάνει μόνο την πρώτη δόση), ποσοστά 42,7% και 16,2% αντίστοιχα (στοιχεία Public Health England).
Τα ποσοστά αυτά είναι πολύ κοντά στο ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού (ο πλήρης εμβολιασμός έχει φτάσει στο 50% του πληθυσμού και ο εμβολιασμός με μία δόση σε ακόμα 17%). Κι αυτό δείχνει χαμηλή προστασία των εμβολίων.
Δεν γνωρίζουμε αν αυτό αφορά συγκεκριμένα τη μετάλλαξη Δέλτα, αλλά αυτό φαίνεται το πιο λογικό. Κι αν εμφανιστούν και επικρατήσουν παρόμοιες μεταλλάξεις που διαφεύγουν της ανοσίας που προκλήθηκε είτε από προηγούμενη λοίμωξη είτε από εμβόλιο, είναι βέβαιο πως θα προκύψει ανάγκη δημιουργίας νέου εμβολίου, που να καλύπτει τις νέες παραλλαγές, οδηγώντας σε ένα φαύλο κύκλο.
Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να απελπιζόμαστε. Γιατί, η κυβέρνηση και οι «ειδικοί» φροντίζουν μεν να προβάλλουν την αυξημένη μεταδοτικότητα της μετάλλαξης Δέλτα (υπολογίζεται έως 60% πιο μεταδοτική από τις προηγούμενες παραλλαγές του κορωνοϊού), αλλά αποσιωπούν την πολύ χαμηλότερη βαρύτητα της νόσου.
Η μετάλλαξη Δέλτα προκαλεί 0,127% θανάτους σαν ποσοστό επί των κρουσμάτων (με βάση τα στοιχεία της περιόδου 1/2/2021-25/6/2021 του Public Health England) σε σύγκριση με 2,70% ποσοστό θανάτων επί των κρουσμάτων των άλλων παραλλαγών την ίδια περίοδο (το ποσοστό προκύπτει από σύγκριση των στοιχείων του Public Health England και του Worldometer).
Εκτός όμως από τη Δέλτα, εμφανίστηκε και μία ακόμα σημαντική μετάλλαξη, η Λάμβδα, η οποία εμφανίστηκε στο Περού τον Αύγουστο του 2020, εξαπλώθηκε σε 30 χώρες μέχρι στιγμής και στο ίδιο το Περού έφτασε τον Απρίλη του 2021 να αφορά το 97% όλων των κρουσμάτων της χώρας. Παρά τα ψηλά ποσοστά πληθυσμού της χώρας που πέρασε τη νόσο, η παραλλαγή Λάμβδα έφτασε να προκαλέσει στο νέο κύμα Απριλίου-Μαΐου 2021, 1100 θανάτους τη μέρα, σε σύγκριση με 800 θανάτους τη μέρα στο προηγούμενο κύμα του Μαΐου-Ιουνίου 2020.
Η παραλλαγή Λάμβδα δεν έχει μελετηθεί αρκετά, αλλά οι πρώτες εργασίες δείχνουν σημαντικά μειωμένη αποτελεσματικότητα των εμβολίων και των μονοκλωνικών αντισωμάτων εναντίον της.
Από την άλλη, στις ΗΠΑ, ο επικεφαλής επιδημιολόγος Α. Φάουτσι, από τον Δεκέμβρη 2020 έδωσε οδηγίες να μην μετριούνται τα αντισώματα μετά τον εμβολιασμό, και απλά να θεωρηθεί βέβαιο πως τα αντισώματα (έναντι όλων των παραλλαγών του ιού) μετά τον εμβολιασμό σταδιακά φθίνουν και πως θα προκύψει μετά από ένα διάστημα (πιθανολογείται το εξάμηνο) η ανάγκη αναμνηστικής δόσης.
Παράλληλα, από τον Αύγουστο ξεκινούν οι δοκιμές για τα σχεδιαζόμενα εμβόλια της επόμενης γενιάς που θα πιάνουν τις νέες παραλλαγές. Κι αυτό ενισχύει τον φαύλο κύκλο και κάνει τον στόχο της «ανοσίας της αγέλης» στην πραγματικότητα κάτι το αδύνατο. Γιατί μέχρι να ολοκληρωθεί ο κύκλος εμβολιασμού του πληθυσμού, θα έχουν ήδη εμφανιστεί νέες μεταλλάξεις, ενώ οι πρώτοι εμβολιασμένοι πιθανότατα θα έχουν χάσει την παροδική ανοσία των εμβολίων και θα χρειάζονται επαναληπτική δόση.
Οι παράγοντες αυτοί δεν έχουν σχέση με τον αριθμό των ανθρώπων που δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν.
Πόση ανοσία αφήνει η νόσος
Προφανώς, η πολιτική του Μπολσονάρο, που κάλεσε τους Βραζιλιάνους να μην είναι «κλαψιάρηδες» (sissies) και άφησε ανεξέλεγκτη την πανδημία να εξελίσσεται προκειμένου να φτάσει υποτίθεται στην ανοσία της αγέλης, οδηγώντας σε εκατόμβες νεκρών, ήταν απαράδεχτη, εγκληματική και χυδαία. Και αποδείχτηκε πως δεν εμπόδισε τελικά την επέλαση νέων κυμάτων.
Ωστόσο, αν οι κυβερνήσεις παγκοσμίως είχαν ειλικρινή διάθεση αντιμετώπισης της πανδημίας και όχι εξυπηρέτησης συμφερόντων, θα συνυπολόγιζαν στη συλλογική ανοσία και την ανοσία που αναπτύσσουν όσοι περνούν την ίδια τη νόσο Covid-19.
Έρευνες που δημοσιεύτηκαν τον Σεπτέμβρη 2020 που αφορούσαν άτομα που νόσησαν το 2003 με SARS (που θεωρείται πως έχει ίδιο μηχανισμό ανοσίας με τον νέο κορωνοϊό) έδειξαν πως στη συντριπτική τους πλειοψηφία συνέχιζαν να έχουν επαρκή ανοσία 17 χρόνια μετά.
Αλλά και κινεζικές μελέτες που αφορούσαν τα πρώτα κρούσματα της πανδημίας έδειξαν πως τα επίπεδα αντισωμάτων ένα χρόνο μετά παρέμεναν στη μεγάλη πλειοψηφία ψηλά.
Όμως και η ελάττωση της ποσότητας των αντισωμάτων δεν σημαίνει απαραίτητα ανεπαρκή ανοσία, καθώς τα μνημονικά κύτταρα παραμένουν έτοιμα να οδηγήσουν σε νέα παραγωγή αντισωμάτων, ενώ το δεύτερο σκέλος της ανοσίας, αυτό της κυτταρικής ανοσίας, δεν φαίνεται να φθίνει με τον ίδιο ρυθμό, δημιουργώντας πιθανότατα ισόβια προστασία.
Στην πράξη, υπολογίζεται ότι σε όσους πέρασαν τη νόσο, ο κίνδυνος επαναμόλυνσης μειώνεται κατά 84%, και ο κίνδυνος να εμφανίσουν συμπτώματα μειώνεται κατά 93% (Victoria Jane Hall, The Lancet, Vol. 397, Issue 10283, p1459-1469, April 17, 2021).
Αντίθετα, η αποτελεσματικότητα του εμβολίου της Pfizer έπεσε από 94% που υπολογιζόταν αρχικά σε 64%, με βάση στοιχεία της ίδιας της εταιρείας.
Από την αρχή της συζήτησης περί εμβολιασμού, η σωστή διαδικασία θα έπρεπε να είναι η μέτρηση αντισωμάτων, ώστε να κρίνεται ποιος χρειάζεται εμβόλιο και ποιος όχι.
Ο πρώτος λόγος είναι το ποσοστό των ανθρώπων που πέρασαν Covid-19 χωρίς συμπτώματα ή αυτών που παρέμειναν στο σπίτι και δεν επιβεβαιώθηκαν ως κρούσματα. Αυτοί οι άνθρωποι, με εξαίρεση άτομα με προβλήματα υγείας που εμποδίζουν την ανάπτυξη επαρκούς ανοσίας, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως επαρκώς προστατευμένοι, χωρίς ανάγκη περαιτέρω ανοσοποίησης. Ο δεύτερος λόγος είναι πως όσοι εμβολιάζονται δεν είναι βέβαιο πως αναπτύσσουν ανοσία, και πάλι λόγω πιθανών προβλημάτων υγείας (στην αρχή ακολουθούνταν η πρακτική της μέτρησης των αντισωμάτων μετά τον εμβολιασμό αλλά γρήγορα εγκαταλείφθηκε μετά την οδηγία Φάουτσι που αναφέρθηκε πιο πάνω).
Αντί αυτής της ευέλικτης τακτικής, η κυβέρνηση (όπως και οι κυβερνήσεις διεθνώς) αρχικά επέλεξε αυθαίρετα και χωρίς επιστημονική λογική να θεωρεί πως η νόσος ισοδυναμεί με την πρώτη δόση εμβολίου και ζητούσε μετά από την ανάρρωση τη χορήγηση δεύτερης συμπληρωματικής δόσης. Αλλά, με την εισαγωγή του πράσινου πιστοποιητικού, θεωρείται πλέον εξίσου αυθαίρετα πως όσοι νόσησαν πριν από περισσότερους από 6 μήνες, θα πρέπει να κάνουν το εμβόλιο, και μάλιστα σε δύο δόσεις, καθώς είναι «άγνωστο» αν έχουν ανοσία.
Ως γενική αρχή, η νόσος δημιουργεί ισχυρότερη ανοσία από το εμβόλιο. Η πρωτεΐνη της ακίδας που χρησιμοποιείται στα εμβόλια είναι μία από τις 27 πρωτεΐνες του Sars-CoV-2. Από αυτές τις 27, οι 26 θεωρούνται αντιγονικές, δηλαδή ικανές να διεγείρουν αντίδραση του ανοσοποιητικού μας συστήματος. Όταν λοιπόν κάποιος νοσεί, η παραγωγή αντισωμάτων είναι πολύ πιο πλούσια, ισχυρή και μακροχρόνια. Ακόμα πιο σημαντικό είναι το γεγονός πως η νόσος προκαλεί εκτός από τη λεγόμενη χημική ανοσία (αντισώματα) μια ακόμα ισχυρή ανοσία, την κυτταρική, που δεν φαίνεται να φθίνει όσο τα αντισώματα.
Η δικαιολογία για αυτή την πολιτική μη μέτρησης των αντισωμάτων ήταν και παραμένει πως τα τεστ αντισωμάτων δεν έχουν ψηλή αξιοπιστία και δεν έχουν όλα ίδια ακρίβεια και πεδίο εφαρμογής.
Η πλήρης αδιαφορία των κυβερνήσεων και των φαρμακοβιομηχανιών να αναπτύξουν τεστ αντισωμάτων ψηλής αξιοπιστίας, πράγμα πολύ πιο απλό από την ανάπτυξη και δοκιμή εμβολίων και ιδιαίτερα mRNA, δεν μπορεί παρά να δημιουργεί την καχυποψία ότι υποκρύπτει προσπάθεια να ενισχυθεί η εκστρατεία εμβολιασμού ως μονόδρομος.
Έτσι, ακόμα και αν κάποιος κάνει ιδιωτικά τεστ αντισωμάτων και αποδειχτεί πως έχει ψηλά επίπεδα αντισωμάτων, δεν αναγνωρίζεται από τους κρατικούς φορείς ως επαρκώς προστατευμένος και υποχρεούται να εμβολιαστεί πλήρως προκειμένου να απολαμβάνει τα προνόμια που υπόσχεται το πράσινο πιστοποιητικό.
Παρενέργειες των εμβολίων
Σίγουρα είναι νωρίς για να έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα των παρενεργειών των εμβολίων. Τα στοιχεία που καταχωρούνται στο σύστημα παρακολούθησης παρενεργειών των εμβολίων (VAERS) του αμερικανικού κέντρου ελέγχου λοιμώξεων (CDC) δείχνουν πως μέσα σε 6 μήνες από την έναρξη των εμβολιασμών για Sars-CoV-2, οι ΗΠΑ είχαν 382.000 περιστατικά παρενεργειών και περισσότερους από 6.000 θανάτους, περισσότερους από όλα τα προηγούμενα εμβόλια μαζί (πηγή: www.medalerts.org). Τα στοιχεία είναι δημοσιευμένα και προσβάσιμα στον καθένα για επιβεβαίωση.
Το VAERS είναι ένα σύστημα καταγραφής πληροφοριών που ελέγχεται από τον αμερικανικό CDC και τον FDA (Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων), όπου ο καθένας (γιατρός ή ασθενής) μπορεί να καταχωρήσει ένα αρνητικό συμβάν χωρίς απόδειξη αιτιακής σχέσης. Αλλά, για την καταχώρηση σοβαρών περιστατικών απαιτούνται αποδεικτικά έγγραφα εξετάσεων, διαγνώσεων, αγωγής, νοσηλείας κλπ από νοσοκομείο. Επίσης, η καταχώρηση ενός συμβάντος χρειάζεται 20-30 λεπτά και οι περισσότεροι γιατροί διστάζουν να δηλώσουν την παρενέργεια, τείνοντας να θεωρήσουν το συμβάν ανεξάρτητο από τον εμβολιασμό, παρ’ όλο που ως γιατροί έχουν και νομική υποχρέωση να καταχωρούν όλες τις παρενέργειες. Η ίδια η ιστοσελίδα του VAERS σημειώνει το φαινόμενο της υπολειπόμενης καταχώρησης («underreporting») ως βασικό περιορισμό της αξιοπιστίας των πληροφοριών. Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις όπου ένα αρνητικό συμβάν αποδίδεται στο εμβόλιο χωρίς πραγματικά να σχετίζεται, καθώς θάνατοι και απροσδόκητα περιστατικά μπορεί να συμβούν μετά από εμβολιασμό που θα συνέβαιναν ούτως ή άλλως. Ας σημειώσουμε όμως πως ενώ για την καταχώρηση ενός θανάτου ως αποτέλεσμα της νόσου Covid-19 αρκεί το θετικό μοριακό τεστ (PCR), στην περίπτωση παρενέργειας των εμβολίων, οι αρχές είναι πολύ πιο διστακτικές να δεχτούν αιτιακή σχέση. Σε παλιότερες έρευνες που αφορούσαν γενικά την καταχώρηση παρενεργειών των φαρμάκων (κίτρινη κάρτα), φάνηκε πως υπάρχει ελλιπής καταχώρηση (Hazell L, Shakir SA. Under-reporting of adverse drug reactions: a systematic review. Drug Saf. 2006;29(5):385-96).
Πέραν όμως από αυτό, είναι άξιο να αναφερθεί πως τα περιστατικά επικίνδυνων παρενεργειών, όπως θρομβώσεις και μυοκαρδίτιδες/περικαρδίτιδες, δεν είχαν προβλεφθεί από τις κατασκευάστριες εταιρείες, δεν είχαν καταγραφεί στις μελέτες ασφαλείας των εμβολίων πριν την έναρξη των εμβολιασμών. Οι εταιρείες ανέλαβαν την παραγωγή των εμβολίων χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η μελέτη ασφαλείας, η οποία λήγει στις αρχές του 2023.
Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που χορηγείται ένα φάρμακο σε τόσο μαζικό επίπεδο τόσο νωρίς σε σχέση με την εξέλιξη της παρακολούθησης των παρενεργειών. Γι’ αυτό και οι εταιρείες ζήτησαν (από τις κυβερνήσεις) και πέτυχαν την απαλλαγή από ευθύνες αποζημιώσεων σε περιπτώσεις σοβαρών αρνητικών συμβάντων.
Μετά από την εμφάνιση των περιστατικών σοβαρών θρομβώσεων μετά από εμβολιασμό, έγιναν κλινικές μελέτες που αποκάλυψαν πως ο μηχανισμός δημιουργίας των θρόμβων σχετίζεται με την ίδια την πρωτεΐνη ακίδας και όχι κάποιο άλλο συστατικό των εμβολίων. Επομένως, πρόκειται για μηχανισμό που αφορά όλα τα εμβόλια, αλλά και την ίδια τη νόσο (υπάρχουν αδιευκρίνιστες διαφορές βέβαια στη συμπεριφορά της ακίδας, ανάλογα με τον τρόπο εισόδου στον οργανισμό). Η ενοχοποίηση του εμβολίου της AstraZeneca αποκλειστικά για τη δημιουργία θρόμβων δεν τεκμηριώνεται καθώς τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων δείχνουν πως αυτό το εμβόλιο έχει μόνο 25% μεγαλύτερη πιθανότητα για πρόκληση θρόμβωσης σε σχέση με τα εμβόλια Pfizer και Moderna.
Αν όμως οι εταιρείες και τα ιατρικά επιτελεία δεν είχαν προβλέψει (ή είχαν παραβλέψει;) αυτές τις παρενέργειες, σημαίνει πως ίσως δεν μπορούν να προβλέψουν και άλλες πιο μακροπρόθεσμες σοβαρές παρενέργειες που πιθανόν να εμφανιστούν.
Υπό αυτές τις συνθήκες, η επίμονη, μονότονη δήλωση των «ειδικών» και της κυβέρνησης πως τα εμβόλια είναι «απολύτως ασφαλή και αποτελεσματικά» δεν ωφελεί, παρά μόνο υποσκάπτει ακόμα περισσότερο το κύρος τους.
Ζυγίζοντας τα υπέρ και τα κατά
Μια συζήτηση για την υποχρεωτικότητα των εμβολίων δεν μπορεί να μη λάβει υπόψιν την εγγενή δυσκολία έως αδυναμία να επιτευχθεί ανοσία της αγέλης για τους λόγους που εξηγήσαμε και που δεν σχετίζονται με το ποσοστό ανθρώπων που δεν επιθυμούν να εμβολιαστούν.
Αυτό μετατρέπει τη συζήτηση από καθολική μέσα από οδηγίες, αυταρχικά μέτρα και πιέσεις, σε εξατομικευμένη εκτίμηση πιθανού κινδύνου για την υγεία του συγκεκριμένου ατόμου εάν νοσήσει με Covid-19, από τη μια, και πιθανών σοβαρών παρενεργειών εάν εμβολιαστεί, από την άλλη.
Με άλλα λόγια, ο εμβολιασμός θα έπρεπε να έχει σαν σκοπό την καλύτερη δυνατή προστασία του ίδιου του ατόμου. Κι αυτή η συζήτηση δεν μπορεί να γίνει χωρίς η τελική απόφαση να ανήκει στον ίδιο τον ενδιαφερόμενο. Από τη στιγμή που η ανοσία της αγέλης αποδεικνύεται πρακτικά ανέφικτη, η καταπάτηση στο όνομα του κοινού καλού των ατομικών ελευθεριών και του θεμελιώδους δικαιώματος απόφασης για ιατρικές πράξεις που πραγματοποιούνται στο σώμα μας και οι οποίες μπορεί να προκαλέσουν ακόμα και μόνιμη βλάβη ή θάνατο, είναι εντελώς αντιδημοκρατική και αυταρχική.
Προϋπόθεση για να μπορεί ο καθένας μας να συμμετέχει ουσιαστικά στη συζήτηση που αφορά την ίδια την υγεία μας είναι να έχει πλήρη πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες.
Το Υπουργείο Υγείας της Αυστραλίας, για παράδειγμα, παραθέτει σε ειδικό φυλλάδιο τις στατιστικές πιθανότητας θανάτου από Covid-19 και πιθανότητας σοβαρών παρενεργειών από τα εμβόλια, ανάλογα με την ηλικία, δηλώνοντας πως η απόφαση για εμβολιασμό θα πρέπει να στηρίζεται στη σχέση πιθανής ωφέλειας και πιθανού κινδύνου.
Παρόμοια, στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες η στάση των κυβερνήσεων είναι λιγότερο αυταρχική και πιεστική και περισσότερο ενημερωτική σε σχέση με την ελληνική.
Είναι αντικειμενικό το γεγονός πως στις μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες και σε άτομα με υποκείμενες καταστάσεις και νοσήματα (παχυσαρκία, υπέρταση, διαβήτης κλπ) ο κίνδυνος σοβαρής ασθένειας σε περίπτωση που κολλήσουν κορωνοϊό είναι πολλαπλάσιος.
O αμερικανικός CDC εκτιμά πως οι ηλικιωμένοι άνω των 75 ετών κινδυνεύουν να πεθάνουν, σε περίπτωση που περάσουν Covid-19, 230 φορές περισσότερο από τους νέους 18-29 ετών, όσοι είναι 65-74 ετών 95 φορές περισσότερο, όσοι είναι 50-64 ετών 35 φορές, όσοι είναι 40-49 ετών 10 φορές και όσοι είναι 30-39 ετών 4 φορές.
Επίσης, η πιθανότητα θανάτου από Covid-19 εμφανίζει τεράστια διακύμανση ανάλογα με τις περιβόητες «υποκείμενες νόσους».
Ο κίνδυνος να πεθάνει κανείς από Covid-19, ανεξαρτήτως ηλικίας, είναι λιγότερο από 1% αν κανείς είναι (έστω φαινομενικά) υγιής. Αλλά αν έχει καρδιαγγειακή νόσο ο κίνδυνος γίνεται περισσότερο από 10πλάσιος, αν είναι διαβητικός είναι 8πλάσιος, αν έχει κάποια χρόνια αναπνευστική νόσο 7πλασιάζεται και αν έχει καρκίνο 6πλασιάζεται (στοιχεία OurWorldinData.org).
Επίσης, σύμφωνα με τις στατιστικές των υπηρεσιών Υγείας για αυτές τις νόσους, το 88% των νέων κάτω των 30 ετών δεν πάσχουν από καμία από αυτές. Επομένως, μπορούμε να υποθέσουμε πόσος είναι ο κίνδυνος να πεθάνει ένα άτομο ηλικίας κάτω των 30 ετών χωρίς υποκείμενη νόσο. Το μικρό ποσοστό του 0,2% θνησιμότητας που αναφέρεται στον πρώτο πίνακα για ηλικίες κάτω των 40 ετών πιθανότατα αφορά περιπτώσεις με κάποια υποκείμενη νόσο.
Αντίθετα, ο κίνδυνος θρόμβωσης ή μυοκαρδίτιδας ή περικαρδίτιδας μετά από εμβολιασμό είναι αυξημένος σε νεαρότερες ηλικίες. Συγκεκριμένα, αν πάρουμε από μόνο του τον κίνδυνο θρομβώσεων μετά τον εμβολιασμό με εμβόλιο AstraZeneca, η πιθανότητα ένα άτομο άνω των 60 ετών να νοσήσει βαριά με Covid-19 είναι 4,3 στις 100,000, ενώ η πιθανότητα να παρουσιάσει θρόμβωση μετά από εμβολιασμό είναι 0,8 στις 100,000. Αντίθετα, ένα άτομο κάτω των 30 ετών έχει πιθανότητα 0,2 στις 100,000 να νοσήσει βαριά με Covid-19, ενώ η πιθανότητα να παρουσιάσει θρόμβωση μετά από εμβολιασμό είναι 1,9 στις 100,000 (στοιχεία Πανεπιστημίου Cambridge για τη Βρετανία).
Με βάση αυτά τα δεδομένα, που θα έπρεπε να αναλύονται σε λεπτομέρεια και σε απόλυτα κατανοητή γλώσσα δημοσίως, οι ίδιοι οι πολίτες θα έπρεπε να αφήνονται να αποφασίσουν. Χωρίς αυτή τους η απόφαση να έχει οποιεσδήποτε συνέπειες στα δικαιώματα τους, χωρίς να απειλούνται και να στιγματίζονται άδικα ως οι υπεύθυνοι της συνέχισης της πανδημίας.
Αλλά και η παρουσίαση και ερμηνεία των δεδομένων δεν είναι απλή αριθμητική. Η επιστήμη προοδεύει μόνο μέσα από τον διάλογο, την ισότιμη προβολή διαφορετικών απόψεων, τη διαφωνία, την αμφισβήτηση. Οι μεγάλοι αριθμοί προβολών στο Youtube εναλλακτικών απόψεων δείχνουν την επιθυμία της κοινωνίας για πολύπλευρη ενημέρωση.
Η επιβολή σκληρής λογοκρισίας και ο στιγματισμός της διαφορετικής άποψης ως «ψεκασμένη», «fake news», «συνωμοσιολογική» δεν βοηθά στην πρόοδο της επιστήμης και στην καλύτερη ενημέρωση των πολιτών. Άλλωστε, αν κάποιος πριν από μερικούς μήνες ισχυριζόταν πως ο ισχυρός Φάουτσι, ο κορυφαίος «ειδικός» λοιμωξιολόγος της αμερικανικής κυβέρνησης, θα βρισκόταν υπόλογος για χρηματοδότηση εργαστηρίου στην πόλη Γουχάν της Κίνας που έκανε πειράματα γενετικών τροποποιήσεων σε παραλλαγές του κορωνοϊού, θα λοιδορούνταν ως φαντασιόπληκτος ψεκασμένος…
Υποχρεωτικότητα στους υγειονομικούς;
Στην περίπτωση ειδικών κατηγοριών, όπως είναι οι υγειονομικοί σε χώρους νοσηλείας ευπαθών ομάδων ή ηλικιωμένων ή οι εργαζόμενοι σε οίκους ευγηρίας, συζητιέται ο υποχρεωτικός εμβολιασμός με την απειλή (όπως είδαμε σε άλλες χώρες) μετάθεσης, περικοπής μισθού ή και παύσης. Αν όμως οι φιλοξενούμενοι σε αυτούς τους χώρους έχουν εμβολιαστεί και έχουν αποδεδειγμένα αναπτύξει ανοσία και εφόσον λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα ατομικής προστασίας, ο κίνδυνος μετάδοσης και σοβαρής νόσου μειώνεται δραματικά. Ποια είναι λοιπόν η χρησιμότητα και η στόχευση ενός τέτοιου μέτρου;
Αλλά, ακόμα και σε περίπτωση π.χ. καρκινοπαθών, όπου η ικανότητα ανάπτυξης ανοσίας είναι μειωμένη, θα μπορούσε να συζητηθεί με τους ανεμβολίαστους υγειονομικούς η μετάθεση σε άλλη θέση, χωρίς περικοπή μισθού, απειλή παύσης ή άλλα δυσμενή μέτρα.
Πέραν από τον εμβολιασμό
Στη διαχείριση της κρίσης του κορωνοϊού, η κυβέρνηση έβαλε όλα τα αυγά της στο καλάθι της επιχείρησης «Ελευθερία», που τελικά αποδείχτηκε πως δεν είναι ο περίπατος που ονειρευόταν.
Η πανδημία δοκίμασε την ελληνική, αλλά και την παγκόσμια κοινωνία και ανέδειξε τα χρόνια προβλήματα υποδομών, οργάνωσης και περικοπής δαπανών που είναι συνυφασμένα με τη λειτουργία του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος και την επίθεση στο κράτος πρόνοιας τις προηγούμενες δεκαετίες.
Η μείωση κατά 600 εκ. ευρώ του φετινού προϋπολογισμού για την Υγεία σε σχέση με τον περσινό και η σχεδιαζόμενη συγχώνευση νοσοκομείων που θα οδηγήσει σε κλείσιμο μέχρι και 60 νοσοκομεία από τα 134 της χώρας (Δημοκρατία 11/7/2021) δείχνει τις πραγματικές προθέσεις και προτεραιότητες της κυβέρνησης.
Ο εμβολιασμός θα έπρεπε να αποτελεί ένα από τα πολλά όπλα που θα έπρεπε να επιστρατευτούν σε αυτή τη μάχη. Αλλά, από τη στιγμή που δεν μπορεί να οδηγήσει στην εξάλειψη του κορωνοϊού, μια κυβέρνηση που θα ενδιαφερόταν για το κοινό καλό κι όχι για τα οικονομικά συμφέροντα θα έπρεπε παράλληλα:
- να προχωρήσει στην εισαγωγή και χρήση των εγκεκριμένων πλέον από τον ΕΜΑ (Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκου) φαρμάκων (π.χ. 5 διαφορετικά φάρμακα μονοκλωνικών αντισωμάτων), ώστε να μειωθούν οι θάνατοι και οι εισαγωγές στις ΜΕΘ.
- να οργανώσει την επιδημιολογική επιτήρηση, ώστε να παρακολουθεί στενά τις εστίες έξαρσης
- να αξιοποιήσει την τεχνολογία των τεστ αντισωμάτων ώστε να έχει πραγματική εικόνα της ανοσίας είτε όσων εμβολιάστηκαν είτε όσων νόσησαν και δεν το γνωρίζουν
- να ενισχύσει δραστικά την Πρωτοβάθμια Περίθαλψη, ώστε να αποφεύγεται η υπερφόρτωση των νοσοκομείων σε φάσεις κορύφωσης των κυμάτων της πανδημίας
- να ενισχύσει αποφασιστικά (αντί να κλείνει!) τα νοσοκομεία με γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό, ιδιαίτερα με εξειδικευμένες γνώσεις σχετικές με την πανδημία
- να αυξήσει τα κονδύλια για κλίνες εντατικής, κλίνες αυξημένης φροντίδας και τον αναγκαίο εξοπλισμό
Η κυβέρνηση προσπάθησε να στιγματίσει τους νέους παλιότερα και τώρα τους ανεμβολίαστους ως αποκλειστικούς υπεύθυνους για τα θύματα της πανδημίας – στην πραγματικότητα αναζητά αποδιοπομπαίους τράγους για τις δικές της ευθύνες.
Ένα νέο κύμα της πανδημίας θα είναι αναπόφευκτο στους επόμενους μήνες. Η κυβέρνηση δηλώνει από τώρα πως θα επιβάλει περιοριστικά μέτρα μόνο στους ανεμβολίαστους. Αυτή η κίνηση θα έχει μόνο εκδικητικό χαρακτήρα, χωρίς καμιά πραγματική χρησιμότητα στη μάχη για την προστασία των ευπαθών και ηλικιωμένων.
Η Αριστερά θα πρέπει να αντιπαλέψει αυτή την πολιτική διακρίσεων και διαπόμπευσης. Και να διεκδικήσει, ενωτικά, πλήρη ενημέρωση, και πολύπλευρη αντιμετώπιση της πανδημίας, με αφετηρία την απαραίτητη μαζική αύξηση των κονδυλίων για την Υγεία.
Όλα τα αβγά στο καλάθι της επιχείρησης «Ελευθερία»
Η κυβέρνηση προκειμένου να προωθήσει τους εμβολιασμούς:
- Δεν αξιοποιεί τα τεστ αντισωμάτων για πραγματική εκτίμηση της ανοσίας
- Δεν αξιοποιεί τα εγκεκριμένα φάρμακα που θα μπορούσαν να σώσουν ζωές
- Αποκρύπτει τη χαμηλή νοσηρότητα/θνησιμότητα της παραλλαγής Δέλτα
- Αποκρύπτει τη χαμηλή κάλυψη των εμβολίων για την παραλλαγή Δέλτα
- Αποκρύπτει τον ψηλό ρυθμό μείωσης των αντισωμάτων στους εμβολιασμένους και τα σχέδια για επαναληπτικές δόσεις
- Αποκρύπτει τη ψηλή ανοσία που έχουν όσοι νόσησαν
Αποκρύπτει τον ανύπαρκτο ουσιαστικά κίνδυνο βαριάς νόσου νέων χωρίς υποκείμενα νοσήματα