Με αφορμή την πρόσφατη επέτειο από το θάνατο του φωτογράφου Γιάννη Μπεχράκη τον Μάρτιο του 2019, κάνουμε μια μικρή αναδρομή στη σπουδαία πορεία και το ανεκτίμητο έργο του.
Ακόμη κι αν δεν γνωρίζεις το όνομά του, γνωρίζεις σίγουρα το έργο του. O φωτορεπόρτερ Γιάννης Μπεχράκης ήταν παρών σε όλα τα σημαντικά γεγονότα των τελευταίων δεκαετιών σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο φακός της φωτογραφικής του μηχανής κάλυψε με μοναδικό τρόπο, ακούραστα και για δεκαετίες τους πολέμους, τη φτώχεια και τη βία, σε αναρίθμητα μέρη του πλανήτη.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1960, και σπούδασε φωτογραφία στο Athens School of Arts and Technology και στο Πανεπιστήμιο Middlesex στο Λονδίνο. Το 1988 εντάχθηκε στο δυναμικό του Reuters και στην πορεία έγινε επικεφαλής του φωτογραφικού τμήματος του ειδησεογραφικού πρακτορείου στην Ελλάδα.
Η πρώτη του αποστολή με το Reuters ήταν η κάλυψη της κρίσης στη Λιβύη τον Ιανουάριο του 1989. Έκτοτε, κάλυψε πολλά από τα μεγαλύτερα γεγονότα παγκοσμίως: Τους πολέμους στην Κροατία, το Κόσοβο, την Σιέρρα Λεόνε, τη Σομαλία, το Αφγανιστάν. Τις συρράξεις στην Αφρική, την Τσετσενία, την Παλαιστίνη. Την «Αραβική Άνοιξη» στην Αίγυπτο, τη Λιβύη και την Τυνησία. Την ευρωπαϊκή προσφυγική κρίση του 2015. Τον καταστροφικό σεισμό στο Κασμίρ. Την κηδεία του Χομεϊνί στο Ιράν. Τις αλλαγές στην Ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Την επέλαση των τζιχαντιστών του ISIS και τις μάχες στο Κομπάνι. Κι όλα αυτά πέρα βέβαια από τις ελληνικές εξελίξεις και ειδικά την ελληνική κρίση και τους αγώνες του κινήματος ενάντια στα Μνημόνια και την Τρόικα από το 2010.
Ένα έργο γεμάτο κινδύνους και βραβεύσεις
Σε πολλά από αυτά τα γεγονότα τέθηκε σε μεγάλο κίνδυνο η σωματική του ακεραιότητα, ή ακόμη και η ίδια του η ζωή. Το Μάϊο του 2000, στην κάλυψη του εμφυλίου πολέμου στη Σιέρα Λεόνε, έπεσε μαζί με άλλους δημοσιογράφους σε ενέδρα που τους έστησαν οι αντάρτες. Σώθηκε από θαύμα, αλλά είδε τον Αμερικάνο φίλο του και συνάδελφό του από το Reuters, Kurt Schork, να πέφτει νεκρός από σφαίρες δίπλα του. «Εγώ ζω γιατί ο Kurt Schork μπήκε μπροστά και σκοτώθηκε», θα πει ο Μπεχράκης πολλά χρόνια αργότερα. Τη ζωή του έχασε επίσης ο Ισπανός εικονολήπτης του Associated Press, Miguel Gil Moreno, καθώς και δέκα στρατιώτες που συνόδευαν την ομάδα των δημοσιογράφων.
Ο Μπεχράκης και ο συνάδελφός του Mark Chisholm κατάφεραν να διαφύγουν ανάμεσα σε βροχή από σφαίρες, σέρνοντας τα σώματα τους ανάμεσα στους θάμνους που οδηγούσαν στη ζούγκλα, όπου κρύφτηκαν επί ώρες μέχρι να αποχωρήσουν οι ένοπλοι. Αργότερα ο Μπεχράκης θα τραβήξει μια φωτογραφία του εαυτού του που θα μείνει στην ιστορία, με τον ίδιο να κοιτάζει καταβεβλημένος τον ουρανό.
Σε αποστολές του στην Τουρκία τον είχαν συλλάβει 3 φορές – την τελευταία μάλιστα απειλήθηκε με απέλαση. Είχε κινδυνεύσει επίσης από τις οβίδες των Τσετσένων αυτονομιστών, αλλά και στο Αφγανιστάν, στο σαπιοκάραβο με το οποίο περιπλανιόταν στην Αδριατική παραμονές Χριστουγέννων του 2018, φωτογραφίζοντας τους πρόσφυγες. Τίποτα από τα παραπάνω όμως δεν τον εμπόδισε να συνεχίζει με ζήλο και θάρρος.
Ο Γιάννης Μπεχράκης είχε βραβευτεί πολλές φορές για το έργο του από αρκετούς ξένους οργανισμούς και μέσα, με πιο σημαντική διάκριση τη λήψη του βραβείου Πούλιτζερ –για τον ίδιο και την ομάδα του– το 2016, για την κάλυψη της προσφυγικής και μεταναστευτικής κρίσης στην Ευρώπη το 2015. Για το Πούλιτζερ ο Μπεχράκης είχε δηλώσει:
«Το βραβείο αυτό είναι μία επαγγελματική αναγνώριση. Ωστόσο, το πραγματικό βραβείο για εμένα φέτος, αλλά και για κάποιους συναδέλφους μου, είναι όταν οι άνθρωποι αυτοί μας έβλεπαν σαν σωσίβια. Κυριολεκτικά. Εμείς τους δώσαμε τη βοήθεια, προκειμένου να ακουστεί η φωνή τους και να γίνει γνωστή η ιστορία τους.»
Την ίδια στιγμή, πέρα από τις επίσημες διακρίσεις, στην επαγγελματική του πορεία κέρδισε το σεβασμό πολλών συναδέλφων του παγκοσμίως για την ικανότητα και το θάρρος του. Διόλου τυχαία, μετά το θάνατό του, μεγάλα ειδησεογραφικά πρακτορεία όπως το Associated Press και το Reuters, έκαναν ειδική αναφορά και αφιερώματα στη ζωή και το έργο του.
Η φωνή όσων δεν έχουν φωνή
Πάνω απ’ όλα όμως, ο Γιάννης Μπεχράκης κέρδισε την εκτίμηση και τον θαυμασμό του κοινού και του ξένου αλλά και του ελληνικού. Ιδιαίτερα ο κόσμος του αντιρατσιστικού και αντιφασιστικού κινήματος χρωστάει πολλά στο έργο του, που ανέδειξε όσο λίγα την προσφυγική κρίση (και) στην περιοχή μας. Σε μια περίοδο που η Χρυσή Αυγή παρέμενε ακόμα σχετικά δυνατή και ο ακροδεξιός, ρατσιστικός λόγος «σάρωνε» τη δημόσια πολιτική συζήτηση, οι φωτογραφίες του Γιάννη Μπεχράκη τόλμησαν να αφηγηθούν την πραγματική ιστορία και τα βάσανα των προσφύγων. Μέσα από τον φακό του καταφέραμε να δούμε όσα δε θα μπορούσαμε αλλιώς να έχουμε δει και μπορέσαμε να ενημερωθούμε για όλα αυτά που κανένα καθεστωτικό μέσο δε θα τολμούσε ποτέ να μας πει.
Κινητήριος δύναμη στη δουλειά του ήταν η αποφασιστικότητά του να αποκαλύψει στον κόσμο τι συμβαίνει στις εμπόλεμες χώρες, στις χώρες σε κρίση, στις προσφυγικές ροές. Πίστευε στη δύναμη της εικόνας, που μπορεί να ενημερώσει τον κόσμο και να διαμορφώσει τη συνείδησή του.
«Μια φωτογραφία μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, να τον κάνει πιο δίκαιο», είχε πει.
Όπως και ότι «Η αποστολή μου είναι να σας αφηγηθώ την ιστορία, ώστε εσείς να αποφασίσετε τι θέλετε να κάνετε. Η αποστολή μου είναι να εξασφαλίσω ότι κανείς δε θα μπορεί να πει “δε γνώριζα”».
Η δύναμη του έργου του, βέβαια, δεν είναι μόνο η καλλιτεχνική του ματιά, ούτε απλά η απαθανάτιση σημαντικών στιγμών. Είναι πάνω απ’ όλα η ευαισθησία και η ανθρωπιά του ίδιου Μπεχράκη, που διαπνέει τις φωτογραφίες του. Άλλωστε κι ο ίδιος ποτέ δε δίστασε να τοποθετηθεί για όλα αυτά, μιας και όπως έλεγε
«Αν γνωρίζεις δεν μπορείς να κρύβεσαι, πρέπει να πάρεις θέση».
Σε μια συνέντευξή του το 2017 είχε πει:
«Εμένα με ενδιαφέρει να δείξω ότι αυτοί οι άνθρωποι [σ.σ. οι πρόσφυγες] μπορεί να είναι ο καθένας από μας, ένας οποιοσδήποτε άνθρωπος που αναζητά ένα καλύτερο αύριο. Γιατί η ζωή είναι μια διαρκής μετακίνηση, από ένα σπίτι σε ένα άλλο, από μια δουλειά σε μια άλλη, από μια ζωή σε μια άλλη, προς ένα καλύτερο μέλλον. Πόσω μάλλον όταν δεν σου έχει απομείνει τίποτα πια, γιατί το σπίτι σου έχει καεί ή γιατί κινδυνεύεις να πεθάνεις. Εάν λοιπόν εγώ μπορώ να δείξω με τις φωτογραφίες μου αυτό που θεωρώ δίκαιο και καλό, εάν μπορώ να εκφράσω αυτές τις πανανθρώπινες αξίες, τότε έχω κάνει το καθήκον μου. Γιατί για μένα η φωτογραφία είναι φορέας ενός μηνύματος. Και νιώθω πάρα πολύ έντονη την ανάγκη να μπορώ να μιλώ γι’ αυτούς που έχουν αδικηθεί ή γι’ αυτούς που δεν έχουν φωνή. Αυτή νιώθω ότι είναι η αποστολή μου.»
Δεν είναι τυχαίο ότι μία από τις γνωστότερες φωτογραφίες που απεικονίζουν τον ίδιο τον Μπεχράκη, είναι αυτή που ο ίδιος διασώζει ένα μικρό προσφυγόπουλο: Το 2015 βρέθηκε στη Λέσβο, για να καλύψει τις αφίξεις χιλιάδων προσφύγων που έφταναν στο νησί με κάθε μέσο. Η κατάσταση ήταν τόσο δραματική, που κάποια στιγμή ο Μπεχράκης άφησε την κάμερα και έτρεξε για να σώσει ένα παιδί από τη θάλασσα, και να το αφήσει στη γη.
Οι ιστορίες πίσω από τις φωτογραφίες
Οι ιστορίες που κρύβονται πίσω από τις φωτογραφίες του Μπεχράκη, και τις οποίες έχει αφηγηθεί κατά καιρούς ο ίδιος στις συνεντεύξεις του, μαρτυρούν την ευαισθησία και την ανθρωπιά του. Αναφέρουμε δύο ενδεικτικές:
«Υπήρξαν πάρα πολλές στιγμές που με συγκίνησαν… …Μια τέτοια στιγμή, λοιπόν, ήταν στην Ειδομένη τον χειμώνα του 2015, όταν είδα αυτόν τον πατέρα που κουβαλούσε μέσα στη βροχή, για πολλά χιλιόμετρα, την κόρη του. Φορούσε μια αυτοσχέδια κάπα από σκουπιδοσακούλες για να προστατεύεται από τη βροχή. Και κάποια στιγμή, πηγαίνοντας προς αυτό που πίστευε ότι ήταν η ελευθερία και η λύτρωση, έσφιξε την κόρη του δυνατά στην αγκαλιά του και τη φίλησε. Όταν τον είδα να περπατά στη μέση του δρόμου έτσι με μια δύναμη και μια αγάπη, μου φάνηκε τεράστιος, σαν σούπερ ήρωας… …Η σκηνή αυτή με συγκλόνισε… …Μπορεί να είναι ένας απλός άνθρωπος χωρίς μόρφωση, ένας φτωχός, ένας ζητιάνος, κάποιος που δεν του δίνεις ενδεχομένως καμία σημασία. Έρχεται όμως μια στιγμή που αυτός ο άνθρωπος θα κάνει μια πράξη τόσο δυνατή, που θα σε αφήσει άναυδο με την ομορφιά της».
«Δεν θα ξεχάσω τον Αύγουστο του 2015 στην Κω, όταν είδα μια γυναίκα κάπως ηλικιωμένη να κάθεται στην αμμουδιά. Ο ήλιος μόλις είχε ανατείλει και της φώτιζε το πρόσωπο. Χαμογελούσε. Ήταν μια πολύ ήσυχη στιγμή. Μη θέλοντας να καταστρέψω αυτή την αρμονία και τη γαλήνη, τράβηξα μερικές φωτογραφίες από κάποια απόσταση -στην παραλία πηγαινοερχόταν κόσμος, φωτογράφοι, πρόσφυγες- και κάποια στιγμή την πλησίασα και της έδωσα ένα γλυκό, έτσι σαν καλωσόρισμα ελληνικό. Και τότε κατάλαβα πως ήταν τυφλή. Η ψυχή μου πλημμύρισε από συγκίνηση. Μου έπιασε το χέρι και, συνεχίζοντας να χαμογελά, άρχισε να μου λέει ότι ένιωθε ευγνώμων που είχε μπορέσει να φτάσει έως εδώ, που μπορούσε να νιώθει αυτό το αεράκι και τη μυρωδιά της θάλασσας. Ένιωθε ξανά ότι υπάρχει ελπίδα γι’ αυτήν, για τα παιδιά και τα εγγόνια της. Ήταν Παλαιστίνια και ήταν η δεύτερη φορά που ξεριζωνόταν, την πρώτη ως πρόσφυγας από την Παλαιστίνη στη Συρία και τη δεύτερη από τη Συρία στην Ευρώπη. Και παρ’ όλα αυτά δεν είχε χάσει την πίστη της στην ελπίδα και στην ομορφιά του κόσμου».
«Φωτογραφίζω τον πόνο και τη βία, αλλά και την ελπίδα»
Την εποχή της λήθης και της καθοδηγούμενης ενημέρωσης, ο Γιάννης Μπεχράκης επέλεξε να μας αναδείξει ιστορίες με ξεκάθαρη αφήγηση, ουσιαστική κατανόηση των θεμάτων, χωρίς λογοκρισία, χωρίς καμία έκπτωση στο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Και βέβαια, το έργο του θα αποτελεί πάντα μια πολύ σημαντική παρακαταθήκη για τη συλλογική μνήμη, στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Αυτή η προσγειωμένη, πολύτιμη και βαθιά ανθρώπινη ματιά του, λείπει τώρα περισσότερο από ποτέ!
Ειδικά σε περιόδους σαν αυτή που διανύουμε, που η βία, ο θάνατος και ο ξεριζωμός των ανθρώπων πρωταγωνιστούν σταθερά στην επικαιρότητα. Και δε θα σταματήσουν, όσο υπάρχουν πόλεμοι, όσο το χρήμα μπαίνει πάνω από τον άνθρωπο, όσο μια χούφτα ανθρώπων μοιράζει εδάφη ανάλογα με τα κέρδη της, και χαράσσει σύνορα με το αίμα της ανθρωπότητας. Και μπορεί η καθεστωτική, ακροδεξιά προπαγάνδα να χωρίζει τους πρόσφυγες σε «Ευρωπαίους Χριστιανούς γαλανομάτηδες οικογενειάρχες» και «απολίτιστους αλλόθρησκους της Ανατολής», εμείς όμως γνωρίζουμε πολύ καλά –όπως γνώριζε κι ο ίδιος ο Μπεχράκης– ότι όλα αυτά μπορεί ανά πάσα στιγμή να γίνουν η σκληρή πραγματικότητα για την καθεμιά και τον καθένα από εμάς, σε οποιαδήποτε γωνιά της γης.
Όσο συμβαίνουν όλα αυτά, οι άνθρωποι αναπόφευκτα θα παλεύουμε να ξεφύγουμε από τη φρίκη, το θάνατο και τη φτώχεια. Σε αυτή τη δύσκολη μάχη μας η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη επιβάλλεται να είναι η πυξίδα μας. Γιατί μόνο αυτές μπορούν να γεννήσουν την ελπίδα. Αυτές και «ο άνθρωπος που βοηθάει».
«Φωτογραφίζω τον πόνο και τη βία, αλλά και την ελπίδα. Γιατί πάντα μέσα από αυτές τις φωτογραφίες και από αυτά τα θέματα που κάνω δε πεθαίνει ποτέ η ελπίδα. Πάντα υπάρχει κάποιος άνθρωπος ο οποίος βοηθάει, προσπαθεί, θυσιάζεται και αυτό κρατάει την ελπίδα ζωντανή.»
Γιάννης Μπεχράκης (1960 – 2 Μαρτίου 2019)