Οι εργαζόμενοι και οι φτωχοί στη Νιγηρία δέχονται ξανά επίθεση από τη διεφθαρμένη ελίτ της χώρας και τους διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς που εκμεταλλεύονται τον πλούτο της. Εργατικές ενώσεις και συνδικαλιστές της βάσης διοργανώνουν κινητοποιήσεις ενάντια στις αυξήσεις των τιμών των καυσίμων και τα μέτρα λιτότητας της κυβέρνησης Μπουχάρι. Διαβάστε παρακάτω ανακοίνωση του «Επαναστατικού Σοσιαλιστικού Κινήματος» Νιγηρίας.
Το Επαναστατικό Σοσιαλιστικό Κίνημα (Revolutionary Socialist Movement – RSM) καλωσορίζει τους Νιγηριανούς εργαζόμενους και τη νεολαία στο 2022 και χαιρετίζει τον νιγηριανό λαό και τους ανυποχώρητους αγώνες του ενάντια στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της κυβέρνησης Μπουχάρι.
Καλούμε τον νιγηριανό λαό να ξεσηκωθεί, για άλλη μια φορά, ενάντια στις πολιτικές της κυβέρνησης Μπουχάρι, που στηρίζουν τους πλούσιους και στρέφονται ενάντια στους φτωχούς.
Το Εθνικό Εκτελεστικό Συμβούλιο (NEC) του Νιγηριανού Εργατικού Κογκρέσου (NLC – μιας συμμαχίας συνδικάτων με τέσσερα εκατομμύρια μέλη), στη συνεδρίασή του την Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2021, αποφάσισε να απορρίψει και να αντισταθεί στη σχεδιαζόμενη αύξηση της τιμής των καυσίμων από την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση. Σε ανακοίνωση που εκδόθηκε και κυκλοφόρησε μετά τη συνεδρίαση, αναφέρεται ότι το NLC αποφάσισε:
«…να οργανώσει συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας και στις 36 πολιτείες της χώραςστις 27 Ιανουαρίου 2022, οι οποίες θα κορυφωθούν με την υποβολή επιστολών διαμαρτυρίας και στους 36 κυβερνήτες των πολιτειών και μια ακόμη εθνική διαμαρτυρία θα πραγματοποιηθεί την 1η Φεβρουαρίου 2022 στην πρωτεύουσα Αμπούτζα … Σε περίπτωση που η κυβέρνηση αποφασίσει να ανακοινώσει νέες αυξήσεις στις τιμές της βενζίνης πριν από τις προτεινόμενες διαμαρτυρίες, η διαμαρτυρία θα ξεκινήσει αμέσως και χωρίς καμία άλλη προειδοποίηση σε κάθε πολιτεία της χώρας και στην Ομοσπονδιακή Επικράτεια της Πρωτεύουσας».
Επιπλέον, το NLC αξιοποίησε το πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του για να στείλει μια προειδοποίηση στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, ότι θα αντιμετωπίσει μαζικές κινητοποιήσεις εάν συνεχίσει να εφαρμόζει πολιτικές ενάντια στους φτωχούς, όπως αυτή της αύξησης της τιμής των καυσίμων.
Το Επαναστατικό Σοσιαλιστικό Κίνημα θα στηρίξει ενεργά και θα συμμετάσχει σε αυτές τις διαμαρτυρίες, με στόχο τη δημιουργία ενός μαζικού κινήματος αντίστασης στη νέα αυτή επίθεση.
Καλεί επίσης την κεντρική Συνδικαλιστική Ομοσπονδία της χώρας (TUC – αντίστοιχο της ΓΣΕΕ) να παρουσιάσει ένα σχέδιο δράσης και πάλης ενάντια στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της κυβέρνησης που στρέφονται ενάντια στα πιο φτωχά στρώματα.
Αυτό το σχέδιο δράσης πρέπει να περιλαμβάνει και μια48ωρη γενική απεργία που να αφορά το σύνολο των εργαζομένων. Κανένα άλλο μέσο αγώνα εκτός από την απεργία δεν θα ταρακουνήσει το κατεστημένο, κανένα άλλο είδος αγώνα δεν μπορεί να το αναγκάσει να υποχωρήσει και να βάλει φρένοστις πολιτικές του που επιτίθενται στην εργατική τάξη, τους φτωχούς και τη νεολαία. Η απεργιακή δράσησταματάει τομείς της οικονομίας και επιτίθεται στουςκαπιταλιστές εκεί που την πλήττονται περισσότερο: στα κέρδη τους.
Η κυβέρνηση της χώρας εδώ και πολύ καιρό προσπαθεί να εξαπατήσει τον λαό λέγοντας ότι είναι απαραίτητο να καταργηθεί η επιδότηση των καυσίμων. Στην αρχή της θητείας της, η τιμή των καυσίμων ήταν στα 95 Νάιρα (0,2 ευρώ) και σήμερα ο νιγηριανός λαός πληρώνει 165 Νάιρα (0,35 ευρώ). Αυτή η κυβέρνηση αύξησε τις τιμές των καυσίμων δύο φορές κατά τη διάρκεια της θητείας της.
Παρά τις διαμαρτυρίες του NLC ενάντια στην κατάργηση της επιδότησης καυσίμων, η άρχουσα τάξη στη Νιγηρία είναι αποφασισμένη να κάνει αυτό που συμφέρει τα κέρδη της και τους ιμπεριαλιστές υποστηρικτές και συμμάχους της. Για να αναφέρουμε μόνο ένα παράδειγμα, πρόσφατα η Παγκόσμια Τράπεζα δήλωσε ότι «είναι καιρός η κυβέρνηση της Νιγηρίας να καταργήσει την επιδότηση στα καύσιμα».
Η πρόσφατη δήλωση του NLC θα πρέπει να αποτελέσει την αρχή της κινητοποίησης της βάσης και του στελεχιακού δυναμικού του για την προετοιμασία κινητοποιήσεων διαρκείας, προκειμένου να μπει φρένο στα σχέδια των καπιταλιστών και των ιμπεριαλιστών στη Νιγηρία. Μόνο μέσα από τη μαζική μας δράση μπορεί να μπλοκαριστεί αυτή η νέα επίθεση.
Το συνδικαλιστικό κίνημα στη Νιγηρία οφείλει να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή αυτού του αγώνα. Η ηγεσία των Συνδικάτων όμως έχει χάσει την εμπιστοσύνη μεγάλων τμημάτων των ακτιβιστών και της εργατικής τάξης, λόγω των προδοσιών του παρελθόντος, όπως η αναστολή της Γενικής Απεργίας στις 28 Σεπτεμβρίου 2020. Οι πρωτοβουλίες από τα κάτω, από ακτιβιστές της βάσης και από τα τοπικά εργατικά κέντρα είναι ιδιαίτερα σημαντικές σε αυτή τη συγκυρία.
Το RSM χαιρετίζει όλες τις δράσεις που αποφασίζονται στην κατεύθυνση της αντίστασηςστιςεπιθέσεις τηςκυβέρνησης. Τονίζουμε ιδιαίτερα την ανάγκη για ενωτικούς αγώνες όλων των εργατικών και συνδικαλιστικών οργανώσεων, για να διασφαλίσουμε ότι το κίνημά μας δεν θα διαιρεθεί ή θα διασπαστεί. Τόσο το NLC όσο και το TUC πρέπει να σταθούν απέναντι στην επίθεση που δεχόμαστε και να απορρίψουν τα επιχειρήματα περί αδυναμίας χρηματοδότησης που χρησιμοποιεί η ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Πρέπει να εκθέσουν και να ασκήσουν αυστηρή κριτική στην πολιτική ελίτ – οι πολιτικοί αξιωματούχοι της Νιγηρίας είναι από τους πιο ακριβοπληρωμένους στον κόσμο την ίδια στιγμή που εφαρμόζουν πολιτικές λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων και των φτωχών.
Το RSM θα υποστηρίξει επίσης ενεργά την πρωτοβουλία του εναλλακτικού πολιτικού κινήματος των λαών, TPAP-M, που σχεδιάζει επετειακές εκδηλώσεις-διαμαρτυρίες για το κίνημα «Occupy Nigeria», του αγώνα ενάντια στην κατάργηση της επιδότησης των καυσίμων τον Ιανουάριο του 2012. Καλούμε το TPAP-M να συνδέσει αυτές τις κινητοποιήσεις με τον σημερινό αγώνα που δίνεται προκειμένου να μπει ένα τέλος στους υψηλούς μισθούς και τα προνόμια των κατόχων πολιτικών αξιωμάτων.
Καλούμε την NLC και την TUC να συνδέσουν αυτούς τους αγώνες με τον αγώνα ενάντια στις νέες επιθέσεις, να διεκδικήσουν την άμεση μείωση των τιμολογίων του αερίου για μαγείρεμα και του ηλεκτρικού ρεύματος, καθώς και με τον αγώνα ενάντια στην καταπίεση, την καταστολή και τις μαζικές δολοφονίες σε όλη τη Νιγηρία.
Απαιτούμε να εθνικοποιηθούν οι βασικοί τομείς της οικονομίας και να περάσουν στον έλεγχο δημοκρατικά εκλεγμένων επιτροπών, με αντιπροσώπους των εργαζομένων και του λαού.