Της Μαρίας Μπουτζαρέλου
Μετά την ισραηλινή εισβολή στο Λίβανο το καλοκαίρι το πολιτικό σκηνικό και ο συσχετισμός δυνάμεων στην χώρα άλλαξαν σε μεγάλο βαθμό. Από την μια η Χεζμπολάχ κατάφερε να «ξεφτιλίσει» τον πανίσχυρο ισραηλινό στρατό και να ξεκινήσει έγκαιρα τις εργασίες για την ανοικοδόμηση κατεστραμμένων περιοχών, από την άλλη η κυβέρνηση δεν έπαιξε κανένα ουσιαστικό ρόλο στο να αποκρούσει την εισβολή και να προβάλει αντίσταση. Το αποτέλεσμα φυσικά ήταν η δημοτικότητα της Χεζμπολάχ να ανέβει κατακόρυφα ενώ αντίθετα η κυβέρνηση να χάσει κάθε κύρος στα μάτια των απλών Λιβανέζων.
Οι διαδηλώσεις που ξεκίνησαν την 1η Δεκέμβρη στόχο έχουν να πάρει η Χεζμπολάχ και η υπόλοιπη αντιπολίτευση το μερίδιο ελέγχου και εξουσίας που πιστεύουν πως τους ανήκει.
Σε αυτή την πρόταση είναι συμπυκνωμένα τα αιτήματα των διαδηλώσεων. Στην παραίτηση της κυβέρνησης Σινιόρα και στην διεξαγωγή νέων εκλογών για την συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας. Σε αυτή την κυβέρνηση η Χεζμπολάχ και οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης δεν ζητούν την πλειοψηφία αλλά αριθμό υπουργών ικανών να επηρεάσουν την λήψη αποφάσεων. Ικανών δηλαδή να ασκήσουν βέτο στις προτάσεις που δεν συμφωνούν.
Έτσι, από την 1η Δεκεμβρίου η Βηρυτός κινείται στους ρυθμούς των διαδηλώσεων που κάλεσε η αντιπολίτευση, αποτελούμενη από την Χεζμπολάχ, την Αμάλ και το Ελεύθερο Πατριωτικό Κίνημα. Το κάλεσμα ήταν για καθιστική διαμαρτυρία γύρω από κυβερνητικά κτίρια και είχε μεγάλη ανταπόκριση.
Παρά την προσπάθεια των διοργανωτών να μην προκύψουν επεισόδια που θα στιγματίσουν τις διαδηλώσεις, την τρίτη μέρα ξέσπασαν συγκρούσεις ανάμεσα σε σιίτες οπαδούς της αντιπολίτευσης και σουνίτες υποστηρικτές της κυβέρνησης, με αποτέλεσμα των θάνατο ενός νεαρού μέλους της αντιπολίτευσης ενώ πολλοί ήταν και αυτοί που τραυματίστηκαν. Η κηδεία του νεαρού Αχμάντ Μαχμούντ μετατράπηκε σε διαδήλωση με την συμμετοχή χιλιάδων σιιτών και μελών της Χεζμπολάχ και της Αμάλ.
Έπειτα από μια βδομάδα μαζικών διαδηλώσεων και καθιστικής διαμαρτυρίας ο ηγέτης της Χεζμπολάχ, Νασράλα, μίλησε μέσω βίντεο στους χιλιάδες που είχαν συγκεντρωθεί στις πλατείες της Βηρυτού μεταδίδοντας το μήνυμα πως οι αγώνες θα νικήσουν και τα αιτήματα «για πιο δίκαιη κυβέρνηση και για μεγαλύτερη εκπροσώπηση της Χεζμπολάχ και των συμμάχων της» θα ικανοποιηθούν. Επιπλέον, κάλεσε σε νέες ακόμα πιο δυναμικές κινητοποιήσεις για τις επόμενες ημέρες. Η διαδήλωση της Κυριακής που ακολούθησε αυτό το κάλεσμα ήταν η πιο μαζική διαδήλωση ξεπερνώντας σε αριθμό το 1 εκατ. (ο πληθυσμός της χώρας είναι 4 εκατ.) συμμετεχόντων πράγμα πρωτοφανές για τα μέχρι τώρα δεδομένα του Λιβάνου.
Την ίδια στιγμή σε όλη την Βηρυτό η παρουσία της αστυνομίας και του στρατού είναι έντονη και συνεχώς αυξανόμενη. Η κυβέρνηση Σινιόρα μπροστά σε όλα αυτά παρέμεινε αμετακίνητη με δηλώσεις του τύπου «η κυβέρνηση δεν πρόκειται να υποκύψει στις πιέσεις».
Η πολιτική κρίση είναι αναμφισβήτητα ο χαρακτηρισμός που ταιριάζει στο Λίβανο με την μεν αντιπολίτευση να διεκδικεί την δική της μερίδα του λέοντος και την δε κυβέρνηση να αρνείται να παραχωρήσει οτιδήποτε.
Ωστόσο, αυτή η διαμάχη ξεφεύγει από την ουσία και τα πραγματικά προβλήματα που υπάρχουν αυτή την στιγμή στον Λίβανο ιδιαίτερα έπειτα από την εισβολή του Ισραήλ το καλοκαίρι.
Την στιγμή λοιπόν που κυβέρνηση και αντιπολίτευση μαλώνουνε «σε ξένο αχυρώνα» η κατάσταση που βιώνουν οι Λιβανέζοι είναι εκρηκτική.
Χιλιάδες άνθρωποι δεν έχουν σπίτια, φαγητό και δουλειά. Τα σχολεία και τα νοσοκομεία είναι ακόμα κατεστραμμένα από τους βομβαρδισμούς των ισραηλινών στρατευμάτων.
Επιπλέον, ο νότιος Λίβανος βρίσκεται ακόμα υπό τον έλεγχο των Ηνωμένων Εθνών, που κατά την διάρκεια της εισβολής του Ισραήλ απλά παρακολουθούσε σηκώνοντας τα χέρια ψηλά.
Τι επιλογές όμως έχουν οι εργαζόμενοι και η νεολαία του Λιβάνου;
Από την μια η διεφθαρμένη κυβέρνηση Σινιόρα, με την βοήθεια των ΗΠΑ, σπρώχνει τον λαό του Λιβάνου στην βαρβαρότητα του καπιταλισμού. Είναι ανίκανη να ξαναχτίσει τον Λίβανο, να σταματήσει τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και να δώσει τέλος στις σεχταριστικές συγκρούσεις που διχάζουν τους εργαζόμενους.
Από την άλλη, η Χεζμπολάχ πολέμησε ενάντια στην εισβολή του Ισραήλ και κατάφερε να κερδίσει την υποστήριξη πολύ μεγάλου μέρους των Λιβανέζων. Στήριξε οικονομικά το χτίσιμο σπιτιών και την ανοικοδόμηση περιοχών που είχαν καταστραφεί. Μπορεί όμως ένα Σιιτικό κόμμα του οποίου η ιδεολογία βασίζεται στον ισλαμισμό και στηρίζεται από καθεστώτα τύπου Ιράν και Συρίας να αποτελέσει διέξοδο;
Μόνο οι Λιβανέζοι εργαζόμενοι μέσα από τους αγώνες ενάντια στις κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες που επικρατούν αυτή την στιγμή στον Λίβανο μπορούν να πάρουν το μέλλον τους στα χέρια τους και να ελπίζουν για κάτι πραγματικά καλύτερο. Οι ταξικοί αγώνες είναι οι μόνοι που μπορούν να δώσουν τέλος στους τεχνητούς θρησκευτικούς διαχωρισμούς και στη διάσπαση και να ενώσουν τους εργαζόμενους ενάντια στον πραγματικό εχθρό των συμφερόντων τους που δεν είναι άλλος από τον καπιταλισμό και τους εκπροσώπους του.