Διασκευή άρθρου της Νίνα Μο, μέλους του «Σοσιαλιστικού Αριστερού Κόμματος» (SLP – αδελφή οργάνωση του «Ξ» στην Αυστρία)
Οι σκληρές επιπτώσεις της πανδημίας έχουν οδηγήσει στην όξυνση της οικονομικής και πολιτικής κρίσης στο Ιράν. Ενώ το καθεστώς εμφανίζει ρωγμές, η εργατική τάξη και τα φτωχά στρώματα υποφέρουν από την πανδημία, την καταστολή, την αυξανόμενη ανεργία και τη φτώχεια. Αν και για κάποια στρώματα της κοινωνίας ο κινηματικός αναβρασμός έχει ανακοπεί σε ένα βαθμό λόγω της κρίση του κορονοϊού, νέα τμήματα της εργατικής τάξης βγήκαν στο προσκήνιο, συνεχίζοντας τους αγώνες και τις απεργίες τους τελευταίους μήνες.
Η κρίση του κορονοϊού συνεχίζεται
Το Ιράν, όπως και πολλές άλλες χώρες, βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα νέο κύμα της πανδημίας. Τον Ιούλιο τόσο οι αριθμοί των κρουσμάτων όσο και οι θάνατοι εκτοξεύτηκαν. Μετά από μήνες συνεχών ψεμάτων σχετικά με τις επιπτώσεις του ιού και τις καθυστερήσεις στη λήψη μέτρων προστασίας, το καθεστώς άνοιξε τον Απρίλιο τα καταστήματα και τις αγορές χωρίς να παρθούν τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας. Η κυβέρνηση προχώρησε σε αυτό το άνοιγμα, υποτίθεται σύμφωνα με τα «πρωτόκολλα υγείας», αλλά οι κακές συνθήκες διαβίωσης και εργασίας οπως και η έλλειψη πρόσβασης του πληθυσμού σε μέσα ατομικής προστασίας, οδήγησαν στην αύξηση των κρουσμάτων.
Πέρα από αυτή την κατάσταση, σημειώθηκαν ακόμη περισσότερες περικοπές και απολύσεις στον τομέα της Υγείας και στα νοσοκομεία. Τουλάχιστον 500 εργαζόμενοι στον τομέα της περίθαλψης στην επαρχία Μασάντ, 600 στο Γκιλάν και στο Νοσοκομείο Ατιέχ στην Τεχεράνη, αλλά και 500 επιπλέον νοσηλευτές απολύθηκαν τους τελευταίους μήνες. Η οικονομική κρίση χτυπά πολύ σκληρά τον τομέα της Υγείας και των κοινωνικών υπηρεσιών. Την ίδια στιγμή σημειώνεται αύξηση του αριθμού των νοσηλευτών που μολύνονται –και πεθαίνουν– λόγω έλλειψης εξοπλισμού προστασίας. Οι περισσότεροι εργαζόμενοι στην Υγεία είναι χαμηλόμισθοι και έχουν προσωρινές συμβάσεις εργασίας. Αυτή η κρίση στον τομέα της Υγείας θα οδηγήσει σε ακόμη περισσότερους θανάτους και σε μια ανεξέλεγκτη εξάπλωση του ιού.
Οι επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης
Η ραγδαία πτώση των τιμών του πετρελαίου σε συνδυασμό με τη γενικευμένη μεγάλη μείωση των εσόδων από το πετρέλαιο είχε μεγάλο αντίκτυπο στην ιρανική οικονομία, η οποία ήταν ήδη σε οριακή κατάσταση. Το Rial (ιρανικό νόμισμα), έχει χάσει το 50% της αξίας του, γεγονός που οδήγησε σε αυξήσεις τιμών σχεδόν σε όλα τα αγαθά. Αυτή τη στιγμή, μια επίσκεψη στο σούπερ μάρκετ για την αγορά λίγων μόνο βασικών αγαθών, μπορεί να κοστίσει πάνω από 1 εκατομμύριο Rial, ποσό που αντιστοιχεί σε 24 δολάρια. Πολλοί υπάλληλοι, συνταξιούχοι αλλά και ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων ζουν κάτω από το απόλυτο όριο της φτώχειας.
Τουλάχιστον δύο εκατομμύρια εργαζόμενοι από διαφορετικούς τομείς όπως οι κατασκευές, οι υπηρεσίες, ο τουρισμός, το λιανικό εμπόριο κ.λπ. αναμένεται να χάσουν τη δουλειά τους, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες είναι ήδη άνεργοι. Το ερευνητικό κέντρο του ιρανικού κοινοβουλίου υπολόγισε ότι το 12-27% των εργαζομένων θα χάσουν τη δουλειά τους προσωρινά ή μόνιμα και πολλοί από αυτούς δε θα λάβουν καν το επίδομα ανεργίας.
Οι βασικοί λόγοι που πυροδότησαν το τελευταίο κύμα διαμαρτυριών ενάντια στο καθεστώς, από τα τέλη του 2017 έως τις εξεγέρσεις του Νοεμβρίου του 2019, ήταν οι οικονομικές δυσκολίες όπως η αύξηση των τιμών, οι απλήρωτοι μισθοί κ.λπ.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο πρώην διοικητής της Ισλαμικής Φρουράς της Επανάστασης (IRGC – ιρανικές Ένοπλες Δυνάμεις) Αλιρεζά Αλαβί-Ταμπάρ, δήλωσε πρόσφατα ότι
«Εάν η τρέχουσα κατάσταση συνεχιστεί, οι άνθρωποι θα ξεσηκωθούν και η κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει μια επανάσταση ή μια κατάρρευση, την οποία πρέπει να αποτρέψουμε με κάθε κόστος».
Οι σκληροπυρηνικοί του καθεστώτος προσπαθούν να επωφεληθούν από αυτή την κατάσταση, κατηγορώντας τον πρόεδρο της χώρας, Χασάν Ρουχανί για «προδοσία εναντίον του λαού».
Με τον Ρουχανί και το πολιτικό του στρατόπεδο να βρίσκονται σε βαθιά κρίση εξαιτίας του πολύ κακού χειρισμού της κρίσης της πανδημίας, οι υπερ-συντηρητικές δυνάμεις θα μπορούσαν να καταγράψουν εκλογικά κέρδη στις βουλευτικές εκλογές του ερχόμενου Φλεβάρη. Ταυτόχρονα όμως, ολόκληρο το καθεστώς βρίσκεται σε κρίση και είναι απονομιμοποιημένο στα μάτια της κοινωνίας.
Αυτή η κρίση εκφράστηκε και με τη σκληρή κρατική καταστολή και βία κατά τη διάρκεια του πρόσφατου κύματος κινητοποιήσεων. Στη διάρκεια του προηγούμενου μεγάλου κύματος αγωνιστικών κινητοποιήσεων που χαρακτήρισε ιδιαίτερα το 2019 τουλάχιστον 1.500 διαδηλωτές σκοτώθηκαν. Ακόμα, στη διάρκεια των προηγούμενων βδομάδων ένας αριθμός διαδηλωτών καταδικάστηκαν σε θάνατο από το Ανώτατο Δικαστήριο.Εργαζόμενοι, φεμινίστριες, συνδικαλιστές και άλλοι ακτιβιστές συλλαμβάνονται και βασανίζονται όλο και πιο συχνά. Το καθεστώς προσπαθεί να κάνει επίδειξη δύναμης, επαναφέροντας τη σκληρή καταστολή της περιόδου 2017-2019, κατά τη διάρκεια της οποίας σκοτώθηκαν πάνω από 1.500 διαδηλωτές.
Εργατικοί αγώνες
Οι απλήρωτοι μισθοί, οι απολύσεις και η έλλειψη μέσων προστασίας από την πανδημία, είναι οι κύριοι λόγοι για τους οποίους οι εργαζόμενοι συνέχισαν να παλεύουν και να οργανώνουν απεργίες παρά το lockdown. Μέσα σε λίγες εβδομάδες μετά από το πρώτο σοκ που προκλήθηκε από το ξέσπασμα του ιού, οι εργατικοί αγώνες των προηγούμενων ετών ξαναβγήκαν στην επιφάνεια.
Υπολογίζεται ότι έχουν πραγματοποιηθεί περισσότερες από 200 διαφορετικές κινητοποιήσεις σε 74 πόλεις τις τελευταίες βδομάδες και μήνες: από τους ταχυδρομικούς υπαλλήλους έως τους εργάτες πετρελαίου και φυσικού αερίου και τους εκπαιδευτικούς. Σε ορισμένες πόλεις, οι γιατροί πραγματοποίησαν συγκεντρώσεις επειδή παραμένουν απλήρωτοι αλλά και εξαιτίας της έλλειψης μέτρων ασφαλείας. Οι οδηγοί λεωφορείων οργάνωσαν κινητοποιήσεις απαιτώντας να πληρωθούν, καθώς βρίσκονται για μήνες απλήρωτοι, ενώ παράλληλα διεκδικούν επιπλέον μέτρα στήριξης των εισοδημάτων τους. Οι συνταξιούχοι πραγματοποίησαν αρκετές διαμαρτυρίες τον Ιούνιο, απαιτώντας όχι μόνο τις καταβολές των συντάξεών τους αλλά και αυξήσεις, καθώς οι περισσότεροι Ιρανοί συνταξιούχοι ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας.
3.500 ανθρακωρύχοι κατέβηκαν σε απεργία απαιτώντας υψηλότερους μισθούς και να μην εφαρμοστεί το σχέδιο ιδιωτικοποίησης της κρατικής εταιρείας εξορύξεων. Από τις 14 Ιουνίου, οι εργαζόμενοι του εργοστασίου παραγωγής ζάχαρης Haft Tappeh έχουν προχωρήσει σε απεργία διαρκείας. Μεταξύ άλλων, αγωνίζονται ανοιχτά για την απομάκρυνση του εργοδότη τους και ζητούν το πέρασμα του εργοστασίου στον έλεγχο των εργαζομένων!
Το βασικό καθήκον της επόμενης περιόδου είναι ο συντονισμός όλων αυτών των αγώνων, η κλιμάκωση με γενικές απεργίες, αλλά και το χτίσιμο μιας μαζικής οργάνωσης της εργατικής τάξης, με στόχο την ανατροπή του διεφθαρμένου θεοκρατικού καθεστώτος.