Το παρακάτω άρθρο είναι βασισμένο σε ανακοίνωση της «Επαναστατικής Αριστεράς» (τμήμα της Επιτροπής για μια Εργατική Διεθνή – CWI, και αδελφή οργάνωση του «Ξ») στη Βενεζουέλα
Πριν από ένα μήνα περίπου, η Βενεζουέλα είχε εκλογές, στις οποίες αναδείχτηκε νικητής ο Ν. Μαδούρο του PSUV (Ενωμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα Βενεζουέλας) διάδοχος του Ούγκο Τσάβες. Ο Μαδούρο πήρε 6,2 εκατομμύρια ψήφους και ακολούθησαν ο ηγέτης της δεξιάς Ενρί Φαλκόν, (στρατηγός και πρώην τοπικός κυβερνήτης) με 1,9 εκατομμύρια ψήφους, και ο Ευαγγελιστής πάστορας Χαβιέ Μπερτούτσι με 980.000 ψήφους. Η αποχή άγγιξε το 54%.
Η υποκρισία του ιμπεριαλισμού
Αμέσως μετά τις εκλογές, ο αμερικάνικος και ο ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός, όπως και δεξιές κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική, έσπευσαν να δηλώσουν ότι οι εκλογές ήταν παράτυπες και τα αποτελέσματα δεν έχουν καμία νομιμοποίηση.
Δηλώσεις τέτοιες έκαναν άνθρωποι σαν τον Ντόναλντ Τράμπ, που κέρδισε τις εκλογές παίρνοντας 3 εκατομμύρια ψήφους λιγότερες από την αντίπαλο του. Ή τον πρόεδρο της Βραζιλίας Μ. Τεμέρ, που ανέλαβε το αξίωμα του μετά από κοινοβουλευτικό πραξικόπημα. Ή τις ευρωπαϊκές ελίτ, που επιβάλλουν μη εκλεγμένες κυβερνήσεις.
Είναι εμφανές ότι οι ιμπεριαλιστές αντιμετωπίζουν τεράστιες δυσκολίες στην προσπάθειά τους να ρίξουν τον Μαδούρο και να ανεβάσουν στην εξουσία τις μαριονέτες της MUD (ο συνασπισμός δεξιάς-ακροδεξιάς). Εάν το κατάφερναν, είναι ξεκάθαρο ότι οι πολιτικές που θα εφάρμοζαν θα ήταν οι ίδιες ή και χειρότερες από τις πολιτικές που εφαρμόζονται στη Βραζιλία, την Αργεντινή, την Ονδούρα κλπ. Η MUD αποδυναμώθηκε και διχάστηκε στην προσπάθειά της να μποϋκοτάρει τις εκλογές για την Εθνική Συνταγματική Συνέλευση (ANC) που έγιναν πριν ένα χρόνο αλλά και τις προσπάθειές της να πάρει την εξουσία με τη βία το 2017.
Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ελπίζουν ότι οι συνεχείς επιθέσεις, μαζί με την οικονομική κατάρρευση και την αυξανόμενη οργή για τις πολιτικές της κυβέρνησης Μαδούρο, θα βγάλουν τους οπαδούς τους ξανά στο προσκήνιο.
Τα υψηλά επίπεδα της αποχής έδειξαν πράγματι πως η γραφειοκρατική κυβέρνηση του Μαδούρο έχει μειωμένη αποδοχή, σε αντίθεση με τη μαζική αποδοχή την οποία απολάμβανε η κυβέρνηση Τσάβες (λόγω των προοδευτικών μεταρρυθμίσεων που εφάρμοσε απαντώντας στα αιτήματα των μαζών) και αντιμετωπίζεται απλά ως το «μικρότερο κακό».
H έλλειψη εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση μαζί με τη βαθιά κρίση που περνάει η χώρα, με τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό και την παράλυση της παραγωγής, χρησιμοποιείται από τους καπιταλιστές εντός και εκτός Βενεζουέλας για να παρουσιάσουν την χώρα ως άλλη μια αποτυχία του σοσιαλισμού.
Η πραγματικότητα είναι ότι ο σοσιαλισμός δεν απέτυχε στη Βενεζουέλα, γιατί ποτέ δεν εφαρμόστηκε. Οι μεταρρυθμίσεις και οι κοινωνικές πολιτικές που εφάρμοσε ο Τσάβες και του έδωσαν μαζική υποστήριξη, αφέθηκαν στα μισά του δρόμου. Δεν έγιναν ποτέ τα βήματα που απαιτούνταν για την ανατροπή του καπιταλισμού και τη στροφή στο σοσιαλισμό, όπως οι εθνικοποιήσεις των τραπεζών και των μεγάλων επιχειρήσεων.
Χωρίς εναλλακτική
Αυτή η κατάσταση φάνηκε ήδη από την προεκλογική περίοδο, η οποία ήταν κενή περιεχομένου. Κανείς υποψήφιος δεν πρόβαλε καμία εναλλακτική που να απαντά στις ανάγκες των εργαζομένων σε αυτή τη βαθιά οικονομική και κοινωνική κρίση. Οι εκστρατείες του Ενρί Φαλκόν, που πρότεινε τη «δολαριοποίηση της οικονομίας» και του Χαβιέ Μπερτούτσι, που βασίστηκε σε μια εκστρατεία «μεταξύ πιστών», κέρδισαν ψήφους από ένα απελπισμένο και απομονωμένο κομμάτι του πληθυσμού.
Ο Μαδούρο έκανε μια προεκλογική καμπάνια κατά την οποία έγινε εμφανές το πόσο έχει καταρρεύσει η δημοφιλία του. Άμαζες συγκεντρώσεις, με απολίτικη ατμόσφαιρα, συνθήματα που δε θυμίζουν τίποτα από το παρελθόν του κόμματος, καμία αναφορά στο σοσιαλισμό, ή ακόμη και στην κληρονομιά του Τσάβες. Στην κεντρική προεκλογική του συγκέντρωση, ο Μαδούρο για μια ακόμη φορά κάλεσε σε μια «κυβέρνηση συμφιλίωσης και εθνικής ενότητας». Για την ηγεσία του PSUV, αυτό μεταφράζεται στησυνέχιση και το βάθεμα της συμμαχίας του με κομμάτια της αστικής τάξης.
Στις εκλογές της 20ης Μάη, στους δρόμους και τις γειτονιές της χώρας υπήρχε μια εκκωφαντική σιωπή. Με αυτό τον ασυνήθιστο τρόπο για τη χώρα εκφράστηκε η διαμαρτυρία απέναντι στις πολιτικές της κυβέρνησης.
Αυξανόμενη οργή από την κοινωνία
Από την εποχή του Τσάβες μέχρι σήμερα, οι κυβερνήσεις του «Ενωμένου Σοσιαλιστικού Κόμματος», PSUV, χάνουν σταθερά σε δημοτικότητα και υποστήριξη. Η κυβέρνηση Μαδούρο έχει επιβιώσει βασισμένη στην ανικανότητα της ηγεσίας της MUD να κερδίσει την υποστήριξη του κόσμου. Ο μόνος στόχος τουPSUV είναι να διατηρήσει τον έλεγχο πάνω στο κράτος μέσω του γραφειοκρατικού μηχανισμού που έχει χτίσει. Προτιμά να παραμείνει στην εξουσία χάρη στις συμφωνίες του με κομμάτια της αστικής τάξης και τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, αντί να βασίζεται στην υποστήριξη του κόσμου.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες το PSUV δεν κατάφερε να πιάσει το στόχο των 10 εκατομμυρίων ψήφων, που σύμφωνα με τις δικές τους δηλώσεις θα αποτελούσε επιτυχία και θα έδειχνε στους ιμπεριαλιστές ότι ακόμα έχει τη λαϊκή υποστήριξη.
Αυτή η κατάσταση ελλοχεύει σοβαρούς κινδύνους για το λαό και την εργατική τάξη της Βενεζουέλας. Οι ξένες δυνάμεις και η τοπική αστική τάξη γνωρίζουν ότι οι οικονομικές κυρώσεις έχουν οδηγήσει τη χώρα σε μια καταστροφική κατάσταση. Μια κατάσταση που θα μπορούσε να οδηγήσει σε κοινωνικό χάος και πλήρη κατάρρευση.
Πως παραμένει στην εξουσία το PSUV
Ο Μαδούρο, στην ομιλία του μετά την νίκη στις εκλογές, επανέλαβε την πολιτική προσέγγιση που έχει πλέον υιοθετήσει, αφήνοντας πίσω την εικόνα και τις ιδέες του Τσάβες, καλώντας διαρκώς σε συμφιλίωση ανάμεσα στα διαφορετικά τμήματα της κοινωνίας, απευθυνόμενος βασικά στα αφεντικά και τη δεξιά. Υποσχέθηκε να βάλει τέλος στον «οικονομικό πόλεμο», εξηγώντας όμως ότι τα αποτελέσματα δε θα φανούν άμεσα, επομένως οι φτωχοί πρέπει να κάνουν υπομονή.
Η κυβέρνηση Μαδούρο προσπαθεί να σταθεροποιήσει τον καπιταλισμό, με βάση έναν στιβαρό κρατικό τομέα που ελέγχεται από τη γραφειοκρατία (και ειδικότερα από την ανώτατη διοίκηση του στρατού, της οποίας η δύναμη στην κυβέρνηση αυξάνεται διαρκώς). Παράλληλα προσπαθεί να σταθεροποιήσει ένα καθεστώς, το οποίο βλέποντας τη δημοτικότητα του να μειώνεται, παίρνει όλο και πιο έντονα αυταρχικά χαρακτηριστικά και εφαρμόζει κατασταλτικά μέτρα ενάντια στην επαναστατική αριστερά, αλλά και ενάντια σε όσους ασκούν κριτική στις πολιτικές του.
Η κυβέρνηση διατηρεί προς το παρόν τη θέση της, «βολεύοντας» τους οπαδούς της (επιδόματα, ειδικές τιμές στα τρόφιμα, κλπ). Τα μέτρα αυτά όμως περιορίζονται όλο και περισσότερο και δεν μπορούν να δώσουν ουσιαστική λύση στην ανεξέλεγκτη άνοδο των τιμών και την παράλυσητης παραγωγής.
Ένας άλλος παράγοντας που έδωσε στην κυβέρνηση Μαδούρο τη δυνατότητα να παραμείνει στην εξουσία είναι η έλλειψη μιας μαζικής αριστερής εναλλακτικής που να διαχωρίζεται ανοιχτά από τη δεξιά αλλά και τη γραφειοκρατία με ένα καθαρό σοσιαλιστικό πρόγραμμα. Βέβαια, οι φωνές κριτικής στον Μαδούρο και την γραφειοκρατίας συνεχώς αυξάνονται, και προέρχονται μάλιστα όλο και περισσότερο από τις τάξεις των «Τσαβίστας».
Η ακροδεξιά και οι ιμπεριαλιστές δεν θα εγκαταλείψουν την επίθεση
H δεξιά προσπαθεί να περάσει πάλι στην αντεπίθεση, και έχει ιδρύσει το «Ευρύ Μέτωπο». Σε κάποιες περιοχές της χώρας, έχουν ήδη κινητοποιηθεί, καλώντας την «κοινωνία των πολιτών» να ηγηθεί των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων που οργανώνουν. Προσπαθούν έτσι να κρύψουν τον ρόλο των παραδοσιακών δεξιών κομμάτων, που δεν έχουν καμία συμπάθεια στα λαϊκά στρώματα.
Η προσπάθεια της δεξιάς να ξαναχτίσει τις δυνάμεις της στο δρόμο, είναι ένα δύσκολο, αλλά όχι αδύνατο εγχείρημα. Η ίδια η κυβέρνηση Μαδούρο και η διαρκής φθορά της, τους δίνει τα καλύτερα μέσα για να το πετύχουν.
Το «Ευρύ Μέτωπο» οργανώνει εθνικές συνδιασκέψεις διαφόρων τμημάτων του (νεολαίας, γυναικών, εργαζομένων, κλπ). Σε συνδυασμό με μια σειρά από κοινωνικούς ακτιβισμούς, προσπαθούν να φέρουν την οργάνωση «πιο κοντά στην κοινωνία». Είναι αναγκασμένοι να χτίσουν μια εικόνα η οποία να κρύβει τους πραγματικούς στόχους τους, για να αποκτήσουν ανοιχτά αυτιά μέσα σε τμήματα της κοινωνίας που μέχρι σήμερα τους απορρίπτουν.
Αν αυτές οι δράσεις συνδυαστούν με την ξένη παρέμβαση, μπορούν να φέρουν αποτελέσματα για τη δεξιά, την ακροδεξιά και τους ιμπεριαλιστές. Οι οικονομικές και μιντιακές επιθέσεις θα συνεχίσουν. Στόχος τους είναι η πρόκληση οικονομικής ασφυξίας, που θα έχει άμεσες επιπτώσεις πάνω στα φτωχά εργατικά στρώματα. Επιπλέον, θα δυσκολέψει ακόμη περισσότερο την κυβέρνηση στην προσπάθεια της να βρει συνάλλαγμα, εντείνοντας την κρίση στον τομέα των εισαγωγών, όπως και της χρηματοδότησης των δημοσίων εταιρειών και υπηρεσιών.
Στο χείλος του γκρεμού
Η εργατική τάξη και οι φτωχοί είναι θύματα της ατελείωτης επιθετικότητας των καπιταλιστών. Η κυβέρνηση έχει αποδειχτεί ανίκανη να επιβάλει έλεγχο στις τιμές, να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις αγαθών, να ικανοποιήσει τις βασικές κοινωνικές ανάγκες, ακόμη και να πληρώσει μισθούς, όπως έδειξε το παράδειγμα των εργαζομένων στην Τράπεζατης Βενεζουέλας.
Η οικονομική κατάρρευση έχει επηρεάσει ακόμη και την δημόσια πετρελαϊκή εταιρεία PDVSA, η οποία αντιμετωπίζει όλο και περισσότερα προβλήματα, παρά την άνοδο στις τιμές του πετρελαίου. Αδυνατεί να αυξήσει την παραγωγή της, εξαιτίας της φθοράς στις υποδομές της, σαν αποτέλεσμα της αποεπένδυσης από την κυβέρνηση, αλλά και της λεηλασίας της από τους γραφειοκράτες της κυβέρνησης και του κόμματος.
Αυτή η κατάσταση, σε συνδυασμό με την αύξηση των αντικυβερνητικών διαδηλώσεων μπορεί ανά πάσα στιγμή να μετατραπεί σε γενικευμένη σύγκρουση. Χωρίς μια συνειδητή επαναστατική ηγεσία, μια τέτοια εξέγερση θα μπορούσε να χαρίσει την εξουσία στην ακροδεξιά, ή αντιδραστικά κομμάτια της ηγεσίας του στρατού.
Το πιο σημαντικό καθήκον των σοσιαλιστών-επαναστατών, των κοινωνικών κινημάτων και της εργατικής τάξης είναι να χτίσουν μια πολιτική εναλλακτική που να ενώνει στις γραμμές της τα πιο μαχητικά τμήματα της κοινωνίας, ενάντια και στο κεφάλαιο και στις κυβερνητικές πολιτικές, για μια διαφορετική πορεία για τη Βενεζουέλα, στηριγμένη στην εθνικοποίηση των στρατηγικών τομέων, τον σχεδιασμό της οικονομίας και τον εργατικό και κοινωνικό έλεγχο και διαχείριση.