Η κυβέρνηση προσπαθεί, αυτές τις μέρες, να «κλείσει» το θέμα της «αξιολόγησης» των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ η ΑΔΕΔΥ συνεχίζει να καλεί σε απεργία-αποχή από τη διαδικασία. Στις προηγούμενες απόπειρες να εφαρμοστούν οι σχετικοί νόμοι περί αξιολόγησης (τόσο από την κυβέρνηση της ΝΔ όσο και από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ) η συμμετοχή στην απεργία-αποχή της ΑΔΕΔΥ ήταν καθολική με ποσοστά που ξεπερνούσαν το 90%. Ο νέος «γύρος» αυτής της μάχης ξεκίνησε στις 20 Σεπτέμβρη με την ψήφιση στη βουλή της εκβιαστικής τροπολογίας Γεροβασίλη και ολοκληρώνεται στις 23 Οκτώβρη που έχει οριστεί ως καταληκτική ημερομηνία για τους αξιολογητές.
Η «αξιολόγηση» των δημοσίων υπαλλήλων είναι 1 από τα 113 προαπαιτούμενα που καλείται να υλοποιήσει η κυβέρνηση μέχρι τον Αύγουστο του 2018, στα πλαίσια της 3ης αξιολόγησης. Το γεγονός οι «Θεσμοί» απαιτούν επίμονα την εφαρμογή ενός τέτοιου νόμου δείχνει από μόνο του ότι η διαδικασία αυτή όχι μόνο δεν στοχεύει στη βελτίωση του Δημοσίου, αλλά υποκρύπτει σημαντικούς κινδύνους.
Ποιοι αξιολογούν και τι αξιολογούν….
Το άρθρο 36 του νόμου 4489/2017 (Τροπολογία Γεροβασίλη) όρισε σφιχτά χρονοδιαγράμματα εφαρμογής του νόμου 4369/2016 (νόμος Βερναρδάκη) προβλέποντας ότι η αξιολόγηση θα πραγματοποιηθεί σε 3 δεκαήμερα στάδια: στο πρώτο δεκαήμερο ο υπάλληλος συμπληρώνει ένα φύλλο «αυτοαξιολόγησης» ενώ στο δεύτερο και τρίτο δεκαήμερο αξιολογείται από έναν (κάθε φορά) προϊστάμενο – διευθυντή (αξιολογητής Ά και αξιολογητής ΄Β).
Στο φύλλο της «αυτοαξιολόγησης» οι υπάλληλοι καλούμαστε να συμπληρώσουμε απλά τα τυπικά μας προσόντα (εκπαιδευτική βαθμίδα κλπ) και να περιγράψουμε το έργο που επιτελούμε.
Αυτά τα στοιχεία υπάρχουν όμως ήδη στον υπηρεσιακό μας φάκελο και στο οργανόγραμμα της υπηρεσίας που εργαζόμαστε αντίστοιχα. Στην πραγματικότητα το φύλλο της «αυτοαξιολόγησης» δεν έχει να κάνει με το πώς εμείς αξιολογούμε τον εαυτό μας.
Η μόνη πρακτική χρήση της συμπλήρωσης του συγκεκριμένου εντύπου, είναι να αποσπάσει τη συναίνεσή μας στην εφαρμογή του νόμου! Η πραγματική «αξιολόγηση» γίνεται από τους προϊστάμενους-διευθυντές οι οποίοι καλούνται να κρίνουν πράγματα όπως:
«Πρωτοβουλία, καινοτομίες, ιεράρχηση προτεραιοτήτων…», «Επίδειξη ενδιαφέροντος, ανάπτυξη δεξιοτήτων και αφοσίωση κατά την εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων», «Επικοινωνία και άριστη συνεργασία με συνυπηρετούντες στην ίδια ή άλλη υπηρεσιακή μονάδα, υπαλλήλους» κλπ.
Πρόκειται για κριτήρια σε μεγάλο βαθμό υποκειμενικά. Για παράδειγμα η συμμετοχή σε μια απεργία ή η άρνηση για υπερωριακή εργασία μπορεί να θεωρηθεί από έναν προϊστάμενο-διευθυντή ως «ελλιπής αφοσίωση κατά την εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων».
Δεξαμενή για απολύσεις…
Τι θα συμβεί με όσους υπαλλήλους «αξιολογηθούν» αρνητικά ή έστω μέτρια;
Ο νόμος 4369/2016 δεν προβλέπει άμεσες κυρώσεις ή απολύσεις. Ωστόσο ο φάκελος με την βαθμολογία θα συνοδεύει τον υπάλληλο σε όλο του τον εργασιακό βίο.
Έτσι, την επόμενη φορά που οι «Θεσμοί» και η όποια κυβέρνηση θα θέλουν να κάνουν απολύσεις στο Δημόσιο θα έχουν έτοιμη και τη «δεξαμενή» από την οποία θα απολύσουν καθώς και τη δικαιολογία:
«απολύονται οι δημόσιοι υπάλληλοι που αξιολογήθηκαν αρνητικά…»
Ενίσχυση των κομματικών μηχανισμών στο Δημόσιο
Μέχρι σήμερα ένα μεγάλο κομμάτι των υπαλλήλων ένιωθε ότι εξαρτάται από τον προϊστάμενο-διευθυντή για θέματα όπως άδειες, βάρδιες κλπ. Ο νόμος για την «αξιολόγηση» αυξάνει αυτή την εξάρτηση για δυο βασικούς λόγους:
Α) Η αξιολόγηση συνδέεται άμεσα με τη μισθολογική εξέλιξη του υπαλλήλου, καθώς ανάλογα με το αν υπάρχουν καλές ή κακές εκθέσεις αξιολόγησης, θα υπάρχει και ταχύτερη άνοδος στα μισθολογικά κλιμάκια ή παρατεταμένη στασιμότητα σε κάποια από αυτά (άρθρο 12 του 4354/15).
Β) Με τον κίνδυνο για απολύσεις στο Δημόσιο ανοιχτό, όσο καιρό η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς μνημονίων, ο βαθμός που θα βάζει ο προϊστάμενος-διευθυντής στον υπάλληλο συνδέεται άμεσα ή μεσοπρόθεσμα με την παραμονή του υπαλλήλου στην εργασία του.
Επιπλέον, με δεδομένο ότι ένα μεγάλο ποσοστό των προϊστάμενων-διευθυντών είναι στελέχη των κομμάτων εξουσίας είναι φανερό ότι ο νόμος για την αξιολόγηση ενισχύει ακόμα περισσότερο αυτούς τους κομματικούς μηχανισμούς στο Δημόσιο.
Η τροπολογία Γεροβασίλη και η συμμετοχή στην απεργία της ΑΔΕΔΥ
Η Τροπολογία Γεροβασίλη που ψηφίστηκε στις 20/9 προβλέπει, εκτός από την επιτάχυνση της διαδικασίας της αξιολόγησης, πως όσοι υπάλληλοι αρνηθούν να συμμετέχουν στην αξιολόγηση δεν θα έχουν δικαίωμα να προαχθούν σε θέση προϊσταμένου-διευθυντή, ενώ όσοι προϊστάμενοι και διευθυντές απέχουν από την αξιολόγηση δεν θα έχουν δικαίωμα να διατηρήσουν τη θέση τους στην επόμενη κρίση προϊσταμένων-διευθυντών.
Έτσι, επί της ουσίας, σε θέσεις ευθύνης μπορούν να βρεθούν μόνο άνθρωποι που θα κάνουν τη «βρώμικη δουλειά», θα αποδεχτούν απολύσεις, μειώσεις μισθών, εκχώρηση υπηρεσιών σε ιδιώτες προς «αναβάθμιση» κλπ.
Η κύρωση που προβλέπει η τροπολογία Γεροβασίλη δεν ήταν ικανή από μόνη της να τρομάξει τους συναδέλφους για να συμμετέχουν στην αξιολόγηση και να σπάσουν μια από τις πιο πετυχημένες κινητοποιήσεις που έχει καλέσει μέχρι σήμερα η ΑΔΕΔΥ. Γι’ αυτό το λόγο οι μηχανισμοί των κομμάτων εξουσίας τόσο από θέσεις προϊσταμένων – διευθυντών όσο και από θέσεις ΔΣ σωματείων (συχνά μάλιστα αυτά τα δυο ταυτίζονται) έσπειραν σκόπιμα ψευδείς φήμες με πιο χαρακτηριστική ότι όποιος απέχει από την αξιολόγηση θα κινδυνεύσει, δήθεν, με απόλυση. Τις φήμες αυτές συνόδευσαν με ανακοινώσεις στις οποίες καλούν τον κάθε εργαζόμενο να αναλάβει ατομικά την ευθύνη της πράξης του. Πρόκειται για μια απεργοσπαστική στάση, καθαρής στήριξης της κυβέρνησης, αφού όλη η προηγούμενη εμπειρία έχει δείξει ότι ο αποτελεσματικός τρόπος να μπλοκαριστεί ο νόμος της αξιολόγησης είναι με συλλογική αποχή-απεργία, με αποφάσεις σωματείων που λαμβάνονται μέσα από μαζικές γενικές συνελεύσεις κλπ και όχι με ατομικές πράξεις…
Μέχρι τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο, δεν έχουν ανακοινωθεί συνολικά ποσοστά συμμετοχής στην απεργία – αποχή της ΑΔΕΔΥ. Η κυβέρνηση διαρρέει ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των εργαζομένων έχει πειθαρχήσει ωστόσο η εικόνα είναι αρκετά διαφορετική. Στο χώρο της Υγείας για παράδειγμα τα ποσοστά συμμετοχής στην απεργία εξακολουθούν να κυμαίνονται 80-90%.
Αξιολόγηση για τη «βελτίωση» των δημόσιων υπηρεσιών;
Η αξιολόγηση δεν είναι κάτι που μπορεί να αποσυνδεθεί από το συνολικό μνημονιακό πακέτο για το δημόσιο. Δηλωμένος στόχος των δανειστών και των κυβερνήσεων τους, από το πρώτο μνημόνιο μέχρι και σήμερα, είναι η δημιουργία ενός «μικρού ευέλικτου και επιτελικού κράτους».
Την ίδια στιγμή οι παραπάνω κατευθύνσεις δρομολογούνται σε μια σειρά κράτη της ΕΕ. Την Τρίτη 10/10, οι δημόσιοι υπάλληλοι σε Γαλλία και Βέλγιο βγήκαν σε κινητοποιήσεις (απεργία, μαζικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας) ενάντια στην επίθεση που εξαπολύουν στον δημόσιο τομέα οι κυβερνήσεις (πάγωμα μισθών, μείωση προσωπικού, ιδιωτικοποιήσεις υπηρεσιών, χτύπημα του δικαιώματος στην απεργία κα).[1] Η δυνατότητα κινητοποιήσεων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο είναι, έτσι, αντικειμενικά δυνατή, άσχετα αν οι συνδικαλιστικές ηγεσίες δεν κάνουν τίποτα για να την αξιοποιήσουν.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μαζί με τη ΝΔ, παρά τους συχνούς «σκυλοκαβγάδες» μεταξύ τους, ψήφισαν χέρι-χέρι την εκβιαστική τροπολογία Γεροβασίλη. Από τη μια, η ΝΔ μιλά για μειοψηφίες λουφαδόρων που δεν θέλουν την αξιολόγηση[2] και από την άλλη η κυβέρνηση για συνδικαλιστικές μειοψηφίες που μπλοκάρουν την «καλή» αξιολόγηση.
Από το πάζλ του αντιδραστικού μετώπου δε θα μπορούσε βέβαια να λείπει ο ΣΕΒ ο οποίος σε έκθεσή του την άνοιξη του 2016 ζητούσε να απολυθούν 180.000 δημόσιοι υπάλληλοι για να μειωθεί το «υπερτροφικό» κράτος.[3]
Οι δημόσιοι υπάλληλοι, αλλά και οι εργαζόμενοι συνολικά, πρέπει να κρατάμε διαρκώς στο μυαλό μας, ποιος κάνει την αξιολόγηση, και με ποιους στόχους. Δεν πρόκειται για μια διαδικασία που έχει στόχο να βελτιωθούν οι δομές του δημοσίου, αλλά για μια διαδικασία που θα τις συρρικνώσει και θα τις απαξιώσει ακόμα περισσότερο έτσι ώστε να μπορέσει τελικά να δώσει κοψοχρονιά υπηρεσίες-φιλέτα σε ιδιώτες επενδυτές. Σε προηγούμενες δεκαετίες παραδόθηκαν σε εργολάβους οι τομείς της καθαριότητας, της φύλαξης, σε κάποιους χώρους ο τομέας της μηχανοργάνωσης κ.α.
Αυτό είναι λίγο-πολύ το μοντέλο το οποίο Θεσμοί, ΣΕΒ και κυβερνήσεις σχεδιάζουν μεσοπρόθεσμα για το Δημόσιο: να παραμείνει ένας μικρός αριθμός δημοσίων υπαλλήλων και η πλειοψηφία των υπηρεσιών να παραδοθεί σε εργολαβικές εταιρείες, εξωτερικούς συνεργάτες κοκ. Αυτό το σχέδιο πρέπει να το σταματήσουμε!
Ο αγώνας ενάντια στο νόμο της αξιολόγησης είναι σημαντικός και πρέπει να συνεχιστεί μέχρι να μπει φρένο στα σχέδια της κυβέρνησης που θα έχουν ως αποτέλεσμα την πλήρη απαξίωση και συρρίκνωση του δημοσίου!