Του Δημήτρη Πανταζόπουλου
Tελευταία γίνεται πολύς λόγος για τις ομοιότητες της ελληνικής κρίσης με αυτή της Αργεντινής. Η κυβέρνηση και η ΕΕ δε σταματάνε να δηλώνουν ότι δεν υπάρχει καμία περίπτωση να βαδίσει η Ελλάδα στο δρόμο της Αργεντινής. Στην πραγματικότητα αυτό που φοβούνται, πιο πολύ κι από την οικονομική χρεοκοπία, είναι μια λαϊκή εξέγερση σαν αυτή της Αργεντινής το 2001 που ανέτρεψε 5 προέδρους σε 2 βδομάδες.
Δεκαετία του ’90: Σκληρός νεοφιλελευθερισμός
Στη δεκαετία του ’90 η Αργεντινή ήταν το πρότυπο των διεθνών αγορών εξαιτίας του σκληρού νεοφιλελευθέρου οικονομικού μοντέλου που ακολούθησε η κυβέρνηση του Κάρλος Μένεμ. Ξεκίνησε με τη δολαριοποίηση του πέσο, την υιοθέτηση δηλ. της σταθερής ισοτιμίας με το δολάριο 1 προς 1 με σκοπό την καταπολέμηση του πληθωρισμού που το ’89 είχε φτάσει το 3.000%! Ακολούθησαν οι πολιτικές της λιτότητας και των ιδιωτικοποιήσεων. Όλη η «ανάπτυξη» της οικονομίας βασίστηκε στον εξωτερικό δανεισμό και τη σκληρή λιτότητα. Σαν αποτέλεσμα το εξωτερικό χρέος της χώρας που το ’91 ήταν 61 δις $ το 2000 έφτασε τα 160 δις $. Την ίδια στιγμή το ποσοστό των μισθών στο ετήσιο εθνικό εισόδημα έπεσε από το 30% το 1989 στο 18% το 1994 (τη στιγμή που το 1950 ήταν 60%) αποτέλεσμα της συνεχούς υποβάθμισης του βιοτικού επιπέδου των λαϊκών στρωμάτων.
Το ντόμινο της κρίσης
Η φούσκα όμως της Αργεντινής είχε μικρή διάρκεια – έσκασε όταν η κρίση χτύπησε την παγκόσμια οικονομία στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Μετά την κρίση του Μεξικού το 1995, είχαμε την κατάρρευση των «τίγρεων» της Ν.Α.Ασίας το 1997 που επεκτάθηκε στη Βραζιλία (και τη Ρωσία κλπ) το 1998. Η κρίση προκάλεσε μαζί με την οικονομική κατάρρευση μαζικές υποτιμήσεις νομισμάτων. Τα αργεντίνικα προϊόντα έγιναν ακριβά λόγω της ισοτιμίας με το $ – έτσι το εργαλείο της «ανάκαμψης» στην πρώτη περίοδο της δεκαετίας του 90 έγινε η καταστροφή της οικονομίας στο τέλος της δεκαετίας. Οι εξαγωγές της Αργεντινής κατέρρευσαν, ιδιαίτερα στη Βραζιλία που ήταν ο σημαντικότερος οικονομικός της εταίρος. Η χώρα οδηγήθηκε το 1999 σε αρνητική ανάπτυξη -4% και κατέφυγε στη «βοήθεια» του ΔΝΤ.
Τα «θαύματα» του ΔΝΤ
Στην Αργεντινή από το 1983 μέχρι το 1999 εφαρμόστηκαν 9 διαφορετικά προγράμματα σταθερότητας έπειτα από συμβουλές του ΔΝΤ με μόνο αποτέλεσμα το 2001 η χώρα να έχει το μεγαλύτερο εξωτερικό χρέος στη σύγχρονη ιστορία της. Και όλα αυτά για μια οικονομία που το 1950 ήταν η 9η μεγαλύτερη του κόσμου!
Το 2001 το 37% του πληθυσμού ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας, η ανεργία και η υποαπασχόληση άγγιζαν το 30%, ενώ το 50% των μισθωτών έπαιρνε λιγότερα από 500 ευρώ το μήνα. Κάθε ώρα 100 παιδιά πέθαιναν από υποσιτισμό και ασθένειες (Financial Times, Δεκέμβρης 2001).
Αντίδραση της κοινωνίας
Σαν απάντηση μέσα σε 1,5 χρόνο οργανώθηκαν 8 Γενικές Απεργίες. Σε όλες τις γειτονιές οι πολίτες άρχισαν να αυτοοργανώνονται με σκοπό να αντιμετωπίσουν -κατ’ αρχήν- τις ελλείψεις σε βασικά προϊόντα. Σε κάθε σχεδόν γειτονιά σχηματίστηκαν επιτροπές που προχωρούσαν σε ανταλλαγές προϊόντων. Η «Εθνική Ένωση» των επιτροπών αυτών προχώρησε, μέσα στο 2001, ακόμα και στην έκδοση δικού της νομίσματος (το credito). Είχαμε δε συντονισμένες απαλλοτριώσεις τροφίμων από τα σούπερ μάρκετ τα οποία μοιράζονταν στους κατοίκους.
Χρεοκοπία και λαϊκή εξέγερση
Τον Νοέμβρη του 2001 η κυβέρνηση Ντε Λα Ρούα ανακοίνωσε ότι δεν μπορεί να εκπληρώσει τις απαιτήσεις του ΔΝΤ για τον περιορισμό του ελλείμματος. Το ΔΝΤ αρνήθηκε να δώσει προς την Αργεντινή προγραμματισμένο δάνειο 1.25 δις $. Η είδηση αυτή προκάλεσε τη μαζική φυγή κεφαλαίων προς το εξωτερικό. Η κυβέρνηση προσπαθώντας να σταματήσει την τραπεζική κατάρρευση ψήφισε νόμο σύμφωνα με τον οποίο κανείς δεν μπορούσε να σηκώσει πάνω από 250 πέσος την εβδομάδα.
Αυτό προκάλεσε την απαρχή της μαζικής εξέγερσης.
Η γενική απεργία που ακολούθησε στις 18 Δεκέμβρη 2001 και οι μαζικές διαδηλώσεις που τη συνόδευσαν οδήγησαν στην ανατροπή της κυβέρνησης που είχε εκλεγεί μόλις πριν 2 μήνες. Ο νέος πρόεδρος Αδόλφος Σάα (Adolfo Saa) προχώρησε στην επίσημη αναγγελία της χρεοκοπίας της χώρας. Η εξέγερση όμως συνεχίστηκε με αποτέλεσμα σε 2 εβδομάδες να έχουν ανατραπεί 5 διαφορετικές κυβερνήσεις.
Υποτίμηση και στάση πληρωμών
Το Γενάρη η κυβέρνηση του Εντουάρντο Ντουάλντε (Eduardo Duhalde) αναγκάστηκε να σπάσει την ισοτιμία με το $ και να υποτιμήσει το πέσο κατά 28%. Την πρώτη υποτίμηση ακολούθησαν κι άλλες, το πέσο τελικά έχασε το 75% της αξίας του (ισοτιμία 1 πέσο προς 4 $) μέχρι το τέλος του 2002.
Μεχρι και το 2004 και λόγω της χρεοκοπίας της η Αργεντινή προχώρησε σε στάση πληρωμών προς τους πιστωτές της. Το 2004 πρότεινε στους πιστωτές της την αναδιάρθρωση του χρέους της, την πληρωμή δηλ. μόνο του 25 – 35% των παλιών χρεών της. Επιπλέον, η κυβέρνηση αρνήθηκε να αναγνωρίσει τους τόκους των δανείων της για το διάστημα της στάσης πληρωμών. Μετά από αρκετές διαπραγματεύσεις όλοι οι δανειστές της, εκτός από την Γερμανία και την Ιταλία, αποδέχτηκαν την αναδιάρθρωση του χρέους.
Μέχρι και σήμερα λόγω των αποφάσεων αυτών, με εξαίρεση ένα δάνειο από την Βενεζουέλα του Τσάβεζ, η Αργεντινή δεν έχει καταφέρει να προχωρήσει σε κανενός είδους εξωτερικό δανεισμό.
Πολιτική χρεοκοπία
Αυτό που ανέδειξε η κρίση αλλά κυρίως η εξέγερση στην Αργεντινή το 2001 ήταν από την μια η χρεοκοπία του νεοφιλελευθερισμού αλλά από την άλλη και η πλήρης χρεοκοπία του πολιτικού κατεστημένου, όλων των αποχρώσεων. Όλοι οι υποψήφιοι των διαφορετικών πολιτικών κομμάτων στις βουλευτικές εκλογές του 2001 κυβέρνησαν και ανατράπηκαν από την λαϊκή εξέγερση μέσα σε μερικές εβδομάδες.
Μέχρι και σήμερα η δυσπιστία των λαϊκών στρωμάτων προς τα κόμματα του κατεστημένου παραμένει ισχυρή.
Χαμένη ιστορική ευκαιρία για την Αριστερά
Η μεγάλη εξέγερση στην Αργεντινή αποτέλεσε όμως και μια μεγάλη ευκαιρία για την αριστερά της χώρας και ολόκληρης της Λατινικής Αμερικής. Πρόκειται για μια εξέγερση κατά της διάρκεια της οποία οι μάζες έφτασαν μπροστά στην πηγή της εξουσίας αλλά δεν κατάφεραν να πιουν νερό.
Στην Αργεντινή το 2001 υπήρξαν όλες αυτές οι συνθήκες που σύμφωνα με τους κλασικούς του μαρξισμού χαρακτηρίζουν μια επαναστατική κατάσταση. Παρόλα αυτά η αριστερά δεν μπόρεσε να έχει τις προτάσεις αυτές που θα έπειθαν τις μάζες των εξεγερμένων να προχωρήσουν στην ανατροπή του καπιταλισμού και την εργατική εξουσία.
Παρότι υπήρχαν αξιοσημείωτες δυνάμεις Μαοϊκών και Μορενικών (φιλο-τροτσκιστικό ρεύμα) που συμμετείχαν στις λαϊκές συνελεύσεις και τις επιτροπές αγώνα, έκαναν απαράδεκτα λάθη στην πορεία του αγώνα.
Για παράδειγμα όταν ο Ντε Λα Ρούα κρέμονταν από ένα σκοινί αντί να προτείνουν την συνέχιση και το δυνάμωμα των κινητοποιήσεων αποφάσισαν να περάσουν στην παρανομία γιατί έκριναν ότι η εξέγερση έφτανε το τέλος της και ερχόταν στρατιωτική δικτατορία.
Τα καθήκοντα της εθνικοποίησης των τραπεζών και στρατηγικών τομέων της οικονομίας, η πάλη για ανατροπή της εξουσίας των καπιταλιστών κλπ, για εργατικό έλεγχο και διαχείριση, ήταν απόντα απ’ αυτό το κίνημα, ερχόμενα ιδιαίτερα στην περίπτωση των μαοϊκών σε πλήρη διάσταση με τις «θεωρητικές» τους αντιλήψεις.
Ακόμα χειρότερα, έφτασαν να ανακοινώσουν την κάτω από όρους (κριτική) στήριξή τους στον πρόεδρο Αδόλφο Σάα ο οποίος ανατράπηκε μετά από 5 μέρες από την εξέγερση…
Στις βουλευτικές εκλογές τον Οκτώβρη του 2001 η αποχή, τα άκυρα και τα λευκά έφτασαν το πρωτοφανές 40% και οι ψήφοι της αριστεράς το 10% με πάνω από 1εκατ. ψήφους. Στην περιοχή του Μπουένος Άιρες δε, το κόμμα του πρώην φιλο-τροτσκιστή (αλλά γνωστού για το ριζοσπαστισμό του) Ζαμόρα πήρε το 20% των ψήφων.
Αυτά αποδεικνύουν τις τεράστιες δυνατότητες που υπήρχαν για την αριστερά. Όμως για μια ακόμη φορά η αριστερά εμφανίστηκε κατώτερη των περιστάσεων. Η απουσία ενός μαζικού αριστερού κόμματος, με ρίζες στην εργατική τάξη, με επαναστατικά χαρακτηριστικά και στόχους, που να στηριχτεί στα εργατικά και λαϊκά συμβούλια για να ανατρέψει την εξουσία του κεφαλαίου, οδήγησε, στην ουσία, στην ήττα της μεγαλειώδους εξέγερσης στην Αργεντινή το 2001.