Την Κυριακή 2 Οκτώβρη έγινε ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών στη Βραζιλία στον οποίο κανένας απ’ τους δύο βασικούς υποψηφίους δεν πήρε πάνω από το 50% των ψήφων. Έτσι, ο κεντροαριστερός Λούλα (PT – Κόμμα των Εργαζομένων/Workers’ Party) και ο ακροδεξιός Μπολσονάρου (PL – Φιλελεύθερο Κόμμα/Liberal Party) θα αναμετρηθούν εκ νέου στον 2ο γύρο της Κυριακής 30 Οκτώβρη.
Τα αποτελέσματα
Η «έκπληξη» του 1ου γύρου ήταν το υψηλό ποσοστό του Μπολσονάρου, στον οποίο οι δημοσκοπήσεις έδιναν τον τελευταίο χρόνο 25-35%. Τελικά όχι μόνο τις διέψευσε, αλλά πήρε και περισσότερες ψήφους σε απόλυτο αριθμό (51 εκ.) σε σχέση με τον 1ο γύρο του 2018 (είχε έρθει πρώτος με 49 εκ.). Αυτό δείχνει ότι η βραζιλιάνικη κοινωνία καθόλου δεν έχει ξεμπερδέψει με το φαινόμενο του «Μπολσοναρισμού».
Αυτό το αποτέλεσμα δίνει ελπίδες στον Μπολσονάρου να διεκδικήσει με αξιώσεις την προεδρία στον 2ο γύρο, αν και το σενάριο να εκλεγεί είναι απομακρυσμένο. Κι αυτό γιατί τα κόμματα του κέντρου, που είναι κόμματα της άρχουσας τάξης, αναμένεται να καλέσουν για ψήφο στον Λούλα στο δεύτερο γύρο, σε ένα μήνα από τώρα.
Παράλληλα με τις προεδρικές εκλογές, στήθηκαν κάλπες για την εκλογή 513 βουλευτών και 27 γερουσιαστών για τα ομοσπονδιακά όργανα, καθώς και αντιπροσώπων για τα όργανα των τοπικών κοινοβουλίων στα κρατίδια της Βραζιλίας. Όμως και εκεί τα πράγματα δεν είναι ρόδινα.
Στην ομοσπονδιακή Βουλή των Αντιπροσώπων που είναι το βασικό νομοθετικό όργανο της χώρας, ο συνδυασμός του Μπολσονάρου ήρθε πρώτος εκλέγοντας 99 βουλευτές. Του Λούλα δεύτερος με 80, ενώ υπάρχουν ακόμα 17 κόμματα και συνδυασμοί που έχουν εκλέξει τους δικούς τους βουλευτές, με τη Δεξιά να φαίνεται να έχει την πλειοψηφία.
Συνεπώς, στην προοπτική της εκλογής του στον 2ο γύρο των προεδρικών εκλογών, που είναι το πιο πιθανό, ο Λούλα δεν θα έχει τον έλεγχο των νομοθετικών οργάνων. Με αποτέλεσμα να μην μπορεί να περάσει οποιουδήποτε είδους φιλεργατική πολιτική, ακόμα και αν ήθελε ή αν αντιμετώπιζε μεγάλη πίεση από τη βάση της κοινωνίας.
Το τελευταίο σημείο αξίζει αναφοράς γιατί ο Λούλα απέδειξε από τις προηγούμενες θητείες του ότι δεν υπάρχει περίπτωση να εφαρμόσει φιλεργατικές πολιτικές που τον φέρνουν σε σύγκρουση με το Βραζιλιάνικο κεφάλαιο. Όμως η πίεση του κινήματος μπορεί κάτω από κάποιες συνθήκες να τον υποχρεώσει να στραφεί σε φιλεργατικά μέτρα. Εκεί θα βρει απέναντί του την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που δεν ελέγχει.
Ένα τελευταίο σημείο, επίσης σημαντικό, είναι ότι η συμμετοχή κυμάνθηκε στο 79%, ποσοστό που για τα ευρωπαϊκά δεδομένα αυτήν την εποχή φαίνεται πάρα πολύ υψηλό, ωστόσο για τη Βραζιλία είναι το χαμηλότερο της τελευταίας 20ετίας.
Αυτό μαζί με τις σχετικά υποτονικές προεκλογικές εκστρατείες (όπως μας έχουν ενημερώσει σύντροφοι/ισσες από τη Βραζιλία) δείχνει περιορισμένη συσπείρωση και μικρό ενθουσιασμό του κόσμου για αυτές τις εκλογές.
Η προεκλογική εκστρατεία
Στις εκλογές φάνηκε ότι υπάρχουν αντιφατικά στοιχεία.
Απ’ τη μια πλευρά η βραζιλιάνικη κοινωνία ένιωσε στο πετσί της τι σημαίνει μια 4ετία του Μπολσονάρου, ενός σκληρού ακροδεξιού πρώην στρατιωτικού, νοσταλγού της χούντας, σεξιστή, αρνητή του κορονοϊού (με αποτέλεσμα 700.000 νεκρούς από την πανδημία), φίλο του μεγάλου κεφαλαίου και καταστροφέα του περιβάλλοντος. Αυτό όμως φαίνεται πως δεν ήταν αρκετό για να τον στείλει στα σκουπίδια της ιστορίας. Ο Μπολσονάρου κατάφερε να εδραιωθεί σε ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας, μαζεύοντας γύρω του όλα τα αντιδραστικά στοιχεία.
Από την άλλη, σε σχέση με τον Λούλα, παρ’ ότι οι περισσότερες ψήφοι του προέρχονται από τα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα και τις φτωχότερες περιοχές (σε αντίθεση με του Μπολσονάρου), αυτό δεν μεταφράστηκε σε μια δυναμική εκστρατεία αυτών των στρωμάτων υπέρ του.
Παρότι το μεγαλύτερο κομμάτι της βραζιλιάνικης Αριστεράς, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το P-SOL (που ανήκει στη ριζοσπαστική-αντικαπιταλιστική Αριστερά) δεν κατέβασαν δικό τους υποψήφιο, στη λογική «να μη διασπάσουμε τη ψήφο ενάντια στον Μπολσονάρου», ο ίδιος ο Λούλα δεν το αξιοποίησε αυτό για μια μαχητική ριζοσπαστική εκστρατεία ενάντια στα συμφέροντα του κεφαλαίου. Αντίθετα, προσπάθησε να πάρει με το μέρος του τμήματα της άρχουσας τάξης, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την επιλογή του Ζεράλντο Άλκμιν, ενός ανθρώπου του συστήματος, πρώην κυβερνήτη του Σάο Πάολο με το παραδοσιακό δεξιό κόμμα (αντίστοιχο της ΝΔ), για τη θέση του Αντιπροέδρου της κυβέρνησής του.
Ο Λούλα δηλαδή όχι μόνο δεν έθεσε ένα ριζοσπαστικό πολιτικό στίγμα, αλλά δεν επιδίωξε καν μια μαχητική εκστρατεία που να κινητοποιήσει τις εργατικές μάζες, για να μη δυσαρεστήσει το κεφάλαιο. Αντίθετα η μαχητική εκστρατεία ήταν αυτή του Μπολσονάρου, και όταν μιλάμε για «μαχητική εκστρατεία» ενός ακροδεξιού υμνητή της χούντας, αυτή φτάνει στο σημείο όπου οπαδοί του δολοφονούν αριστερούς υποστηρικτές του Λούλα (έχουν αναφερθεί 54 δολοφονίες από την έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας).
Η Αριστερά
Όπως αναφέρθηκε, ο κύριος όγκος της Αριστεράς, και ιδιαίτερα το PSOL (Κόμμα για το Σοσιαλισμό και την Ελευθερία – αριστερός σχηματισμός που διασπάστηκε απ’ το PT του Λούλα το 2004, με ριζοσπαστική αντικαπιταλιστική κατεύθυνση) δεν είχαν δικό τους υποψήφιο στον 1ο γύρο. Αυτό προκάλεσε αρκετές συζητήσεις μεταξύ των οργανώσεων και των κομμάτων, από άποψη τακτικής (δείτε περισσότερα εδώ και εδώ).
Παρά τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις, στις βουλευτικές εκλογές τα αποτελέσματα του PSOL ήταν αρκετά καλά. Κατάφερε να εκλέξει 12 βουλευτές/τριες (από 10) –ο μεγαλύτερος αριθμός στην ιστορία του κόμματος– και αρκετούς ακόμα σε τοπικά κοινοβούλια.
Κατέβηκε στις εκλογές σε συνεργασία με έναν οικολογικό συνδυασμό παίρνοντας 4,65 εκ. ψήφους και ποσοστό 4,22%, αυξάνοντας δηλαδή τις δυνάμεις τους κατά 1 εκ. ψήφους και 1% σε σχέση με τις εκλογές του 2018.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με το PSOL εκλέχτηκε η Έρικα Χίλτον, η 1η τρανς γυναίκα στα χρονικά που εκλέγεται στο κοινοβούλιο, ενώ ένα από τα βασικά ηγετικά στελέχη του PSOL, ο Γκιγιέρμε Μπούλος που έλαβε πάνω από 1 εκ. ψήφους, είχε τις περισσότερες ψήφους από κάθε άλλον υποψήφιο οποιουδήποτε άλλου κόμματος στο Σάο Πάολο (τη μεγαλύτερη πόλη της Βραζιλίας με 11 εκ. πληθυσμό).
Η επόμενη μέρα
Οι εξελίξεις στη Βραζιλία είναι πολύ σημαντικές, όχι μόνο για τη χώρα αλλά για το σύνολο της Λατινικής Αμερικής. Επίσης, η πορεία της Αριστεράς στη Βραζιλία έχει ιδιαίτερη σημασία διεθνώς. Το P-SOL είναι ένας από τους νέους αριστερούς σχηματισμούς της εποχής μας με αρκετά ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά και η εξέλιξη και πορεία του θα επηρεάσει διεθνείς διεργασίες στο χώρο της Αριστεράς. Ο πρώτος γύρος των προεδρικών εκλογών με παράλληλες βουλευτικές εκλογές και εκλογές για την τοπική αυτοδιοίκηση, έχει δώσει κάποια πρώτα σημαντικά συμπεράσματα. Ο δεύτερος γύρος θα βοηθήσει στην ολοκλήρωσή τους. Θα παρακολουθούμε τις εξελίξεις, θα συζητούμε με συντρόφους/ισσες στη Βραζιλία, θα επιδιώκουμε την από κοινού εξαγωγή συμπερασμάτων και θα προσπαθούμε να μεταφέρουμε την εμπειρία και στην υπόλοιπη ελληνική Αριστερά.