Την Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου κατατέθηκε στη βουλή νομοσχέδιο του Υπουργείου Υγείας (περιλαμβάνει Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου του Υπουργείου Εργασίας) το οποίο, μεταξύ άλλων, νομοθετεί
- μειώσεις αποδοχών για τους εργαζόμενους,
- περικοπή Δώρου Χριστουγέννων μέχρι και 40%,
- απελευθέρωση των απολύσεων
- απλήρωτες υπερωρίες
- αύξηση του αριθμού των υπερωριών,
- αναβολή της αύξησης του κατώτατου μισθού για ακόμη ένα χρόνο, παρά τις αντίθετες προεκλογικές εξαγγελίες της κυβέρνησης της ΝΔ.
Οι παραπάνω διαχρονικές επιδιώξεις του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) γίνονται νόμος του κράτους με την αιτιολογία της προσωρινής ισχύος προκειμένου να αντιμετωπιστούν –υποτίθεται– οι οικονομικές συνέπειες της πανδημίας.
Την ίδια ώρα βέβαια τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση για να ενισχύσει το δημόσιο σύστημα υγείας και να σταματήσει την εξάπλωση του κορονοϊού χαρακτηρίζονται από τους ίδιους τους γιατρούς και τους νοσηλευτές από ανεπαρκή έως εγκληματικά.
Κατακραυγή και από εργοδοτικούς φορείς (!)
Η αρχική πρόταση του Υπουργού Εργασίας Γ. Βρούτση αφορούσε την αναπλήρωση για τους εργαζόμενους που τίθενται αναγκαστικά σε καραντίνα 7 ή 14 ημερών (λόγω πιθανού κρούσματος και εφόσον δεν υπάρχει δυνατότητα να εργαστούν με το καθεστώς της εξ αποστάσεως εργασίας, όπως πχ σε βιομηχανίες) να γίνεται με απλήρωτη υπερωρία ή υπερεργασία μέχρι και 3 ώρες καθημερινά μετά τη λήξη του κανονικού ωραρίου εργασίας τους.
Την απόσυρση της ρύθμισης αυτής ζήτησαν όχι μόνο εκπρόσωποι εργαζομένων αλλά και εργοδοτικοί φορείς όπως η ΓΣΕΒΕΕ (Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας) κάνοντας λόγο για λανθασμένη απόφαση η οποία θα έχει επιπτώσεις στην οικονομία.
Μετά τις αντιδράσεις, έγινε τροποποίηση της πρότασης η οποία στην τελική της μορφή περιλαμβάνει μέχρι 1 ώρα απλήρωτη υπερωρία ή υπερεργασία καθημερινά ως την συμπλήρωση του μισού διαστήματος προληπτικής καραντίνας που έμεινε ο εργαζόμενος.
Επιπλέον όμως αναστέλλει το ανώτατο όριο των 48 ωρών υπερωριακής εργασίας το εξάμηνο που ίσχυε έως σήμερα, με τους εργοδότες να έχουν την δυνατότητα να επιβάλουν νόμιμα επιπλέον ώρες υπερωρίας.
Η νέα διάταξη συνεχίζει να δέχεται σφοδρή κριτική τόσο από εργαζόμενους όσο και από νομικούς του εργατικού δικαίου. Όπως σχολίασε ο εργατολόγος Διονύσης Τεμπονέρας, «…είναι η πρώτη φορά που θεσμοθετείται η απλήρωτη υπερωρία στο εργατικό δίκαιο».
Ψαλίδι σε μισθούς και δώρο Χριστουγέννων – Απελευθέρωση απολύσεων
Το δώρο Χριστουγέννων, για πρώτα φορά μετά από 90 χρόνια, δεν θα υπολογισθεί επί του ονομαστικού μισθού αλλά επί του ποσού της αποζημίωσης ειδικού σκοπού που έλαβε ο εργαζόμενος για τους μήνες αυτούς.
Συνολικά 1 εκατομμύριο εργαζόμενοι οι οποίοι μπήκαν σε αναστολή σύμβασης αναμένεται να έχουν ετήσια απώλεια εισοδήματος 25%.
Υπολογίζοντας τις περικοπές μισθών και επιδομάτων από τον συνδυασμό των κυβερνητικών μέτρων όλο το τελευταίο διάστημα η μεγάλη πλειονότητα των εργαζομένων θα χάσει έως 4 από τους 14 μισθούς που δικαιούταν να λάβει κανονικά.
Ταυτόχρονα απελευθερώνονται οι απολύσεις για εργαζόμενους οι οποίοι βρίσκονταν σε αναστολή σύμβασης παρά το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις αυτές μπορεί να συνεχίσουν να επιδοτούνται(!) από το κράτος για τις εργοδοτικές εισφορές.
Παράταση εργοδοτικών διατάξεων – Αναβολή αύξησης κατώτατου μισθού
Ακόμα με το νομοσχέδιο δίνεται νέα παράταση κατά ένα μήνα σε αντεργατικές διατάξεις όπως η αναστολή συμβάσεων που έληγαν στις 30 Σεπτεμβρίου και επεκτείνεται η χρονική ισχύς του προγράμματος ΣΥΝ – Εργασία μέχρι το τέλος του έτους (περιλαμβάνει μείωση έως 20% των αποδοχών των εργαζομένων). Τέλος, παρατείνεται η διάρκεια της τηλεργασίας η οποία, ενώ σε έκτακτες περιπτώσεις μπορεί να περιορίσει τη διάδοση της πανδημίας, εάν καθιερωθεί από την εργοδοσία εγκυμονεί σημαντικούς κινδύνους απομόνωσης για τους εργαζόμενους μακροπρόθεσμα.
Η κυβέρνηση της ΝΔ είχε εξαγγείλει προεκλογικά την αύξηση του κατώτατου μισθού μέσα στο 2020 όπως όριζε και η προηγούμενη νομοθεσία. Το χρονοδιάγραμμα του νέου νόμου αναβάλει την διαδικασία διαπραγμάτευσης για την άνοιξη του 2021 και αυτή υπό προϋποθέσεις που έχουν να κάνουν με την ανάκαμψη της οικονομίας και τις υπόλοιπες οικονομικές εξελίξεις.
Με τον κατώτατο μισθό (650 ευρώ μικτά) αμείβονται σήμερα μισό εκατομμύριο εργαζόμενοι στη χώρα μας οι οποίοι απασχολούνται με πλήρη ή μερική απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα.
Νέα αύξηση της ανεργίας – Ανάγκη οργανωμένων διεκδικήσεων
Τα επίσημα στατιστικά δείχνουν την ανεργία να καλπάζει φτάνοντας στο 18,3% όμως τα πραγματικά νούμερα είναι μεγαλύτερα αν συνυπολογίσουμε όσους εργάζονται ανασφάλιστοι και αδήλωτοι.
Στην λίστα ανέργων ακόμη δεν περιλαμβάνονται άτομα που βρίσκονται σε αναστολή εργασίας για λιγότερο από 3 μήνες ή μπορεί να ξεπερνάνε το διάστημα αυτό αλλά να λαμβάνουν το 50% των αποδοχών τους.
Επιπλέον στο ποσοστό ανέργων δεν υπολογίζεται το κομμάτι του οικονομικά μη ενεργού πληθυσμού που δεν αναζητούν εργασία ή δεν είναι διαθέσιμοι να αναλάβουν άμεσα εργασία, όπως διάφορες ευπαθείς ομάδες οι οποίοι υπό τον φόβο της πανδημίας αυξάνονται συνεχώς.
Το επόμενο διάστημα, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ, αναμένεται να μείνουν άνεργοι 105.000 χιλιάδες εργαζόμενοι και οι οποίοι έρχονται να προστεθούν στις 117.000 χαμένες θέσεις εργασίας των τελευταίων μηνών. Ακόμη:
- 1 στις 4 επιχειρήσεις έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία.
- 1 στις 3 επιχειρήσεις εξέφρασε φόβο για διακοπή δραστηριότητάς το επόμενο διάστημα.
Μοναδικοί κερδισμένοι για άλλη μια φορά είναι μια σειρά μεγαλοεπιχειρηματίες, οι οποίοι συνεχίζουν να επωφελούνται από τα οριζόντια μέτρα αντιμετώπισης των επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως μεγέθους και κερδοφορίας των προηγούμενων ετών.
Τα βάρη της πανδημίας φορτώνονται ακόμη μια φορά στους εργαζόμενους, τους ανέργους, τη νεολαία και τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα.
Μοναδική διέξοδος παραμένει η προσπάθεια συλλογικής οργάνωσης και αγώνα απέναντι στα μεγάλα επιχειρηματικά συμφέροντα και τις κυβερνήσεις που τα εξυπηρετούν.