Ένα από τα πρώτα μέτρα που λήφθηκαν λόγω κορονοϊού ήταν το κλείσιμο των σχολείων όλων των βαθμίδων, μέτρο που άνοιξε τη συζήτηση για το μέλλον της σχολικής χρονιάς, για το τι θα γίνει με τα παιδιά της Γ’ Λυκείου και τις Πανελλαδικές Εξετάσεις αλλά και με τους/ις μαθητές/τριες των μικρότερων τάξεων. Το Υπουργείο Παιδείας εισήγαγε την ηλεκτρονική εκπαίδευση, μέτρο που σχεδίαζε από τις αρχές της σχολικής χρονιάς, με στόχο να καλύψει τις εκπαιδευτικές ανάγκες πολύ μικρών περιοχών, ώστε να αποφύγει να διορίσει σε αυτές εκπαιδευτικούς. Η «τηλε-εκπαίδευση» σήμερα εφαρμόζεται με έναν τρόπο βιαστικό, χωρίς να έχει εκπαιδεύσει στην ηλεκτρονική πλατφόρμα τους εκπαιδευτικούς που καλούνται να τη χρησιμοποιήσουν και θεωρώντας δεδομένο πως τόσο οι εκπαιδευτικοί όσο και οι μαθητές έχουν πρόσβαση σε ηλεκτρονικό υπολογιστή, ίντερνετ και στον απαραίτητο εξοπλισμό. Το βασικό μέλημα του Υπουργείου είναι να φαίνεται πως γίνεται δουλειά, να παρουσιάσει κάποιο έργο και όχι η ουσία της ανάγκης των μαθητών να συνεχίσουν την εκπαιδευτική διαδικασία και να περνούν με παραγωγικό τρόπο τις ώρες στο σπίτι. Την ίδια ώρα, υπάρχουν μία σειρά από ζητήματα που αφορούν τους εκπαιδευτικούς, όπως ότι με έμμεσο τρόπο εισάγεται η διαδικασία της αξιολόγησής τους, ανάλογα με το «πόσο έργο» θα παρουσιάσουν στην ηλεκτρονική πλατφόρμα. Ενώ οι αναπληρωτές, ειδικά αυτοί που έχουν μετακομίσει στην πόλη/νησί/χωριό που διορίστηκαν βρίσκονται στο καθημερινό δίλημμα για το εάν θα πρέπει να παραμείνουν στον τόπο προσωρινού διορισμού τους και άρα να πληρώνουν διπλό ενοίκιο (στον τόπο μόνιμης κατοικίας τους και στον τόπο που έχουν διοριστεί), ή να επιστρέψουν στη μόνιμη κατοικία τους, ενώ παράλληλα «παλεύουν» με αντίξοες συνθήκες όπως το κακής ποιότητας ίντερνετ και την προσπάθεια να επικοινωνήσουν με όλους τους μαθητές τους, που μπορεί να ξεπερνούν τους 100 και σε μερικές περιπτώσεις να φτάνουν και τους 600!
Για όλα αυτά γράφει παρακάτω η αναγνώστριά μας Λένα Τσαμπούρη, διορισμένη για τη φετινή σχολική χρονιά στην Ικαρία.
Μετά από χρόνια αναμονής στους πίνακες αναπληρωτών φτάνει επιτέλους και η σειρά σου, καλείσαι σε νησί, δυσπρόσιτο και παραμεθόριο (ενώ έχει ξεκινήσει η σχολική χρονιά εδώ και δυο μήνες). Φυσικά υπάρχει η πολυτέλεια των δύο-τριών ημερών να ετοιμάσεις τα μπογαλάκια σου, να κλείσεις λογαριασμούς, να παρατήσεις οποιαδήποτε απασχόληση είχες, γιατί με κάποιο τρόπο έπρεπε να ζήσεις, να βρεις σπίτι, να κλείσεις εισιτήρια, να μαζέψεις τα χαρτιά σου, να δεις οικογένεια/φίλους, να βρεις λύση για τα υπόλοιπα που αφήνεις πίσω σου και να παρουσιαστείς.
Λες, «ψυχραιμία, το’ χω». Ανοίγεις βαλίτσα, φέρνεις βόλτες το σπίτι πάνω-κάτω μαζεύοντας τα απαραίτητα για την αρχή, ενώ μιλάς ασταμάτητα στο τηλέφωνο λες και κατεβαίνεις στις εκλογές, βάζεις πλυντήρια και το βασικότερο προσπαθείς να βρεις λεφτά για να πληρώσεις τα εισιτήριά σου, τα ξενοδοχεία σου, το φαγητό σου, κάποια απαραίτητα που πρέπει να αγοράσεις και να έχεις και καβάτζα κάποια χρήματα μέχρι να πάρεις τον πρώτο σου μισθό, ώστε να αρχίσει το πράμα να ρολάρει.
Τα καταφέρνεις, παρουσιάζεσαι και ξεκινάς να δουλεύεις. Κάθε μέρα πας και σε άλλο σχολείο/χωριό από τη μιαν άκρη στην άλλη, μιας και είσαι καθηγήτρια σε όλα τα σχολεία του νησιού και όλα αυτά χωρίς αυτοκίνητο. Φυσικά, δεν υπάρχει κάποια μέριμνα για τον τρόπο μετακίνησής σου, «βγάλ’ τα πέρα μοναχή σου, όπως κάναμε όλοι μας, γ..ώ το πορτοφόλι μας».
Εκεί που το πράμα αρχίζει να κυλάει και έχεις βρει τους ρυθμούς σου με όποιον τρόπο….ε, ε, έρχεται! Το όνομα αυτού, Κορονοϊός! Βγαίνει η απόφαση, κλειστά τα σχολεία για δυο βδομάδες και εκεί ξεκινάει ο δεύτερος γύρος παράνοιας. Τελικά τα σχολεία δε θα ανοίξουν ακόμα, μάλλον μετά το Πάσχα, αποφασίζεις να μείνεις εκεί που κάθεσαι, μιας και μπορεί να γίνεις κινητήρια βόμβα για τους γύρω σου και πώς να ζήσεις με αυτό το βάρος όταν ξέρεις ότι το σύστημα υγείας της χώρας σου είναι κατεστραμμένο; Όταν ρίχνουν όλο το βάρος της ευθύνης πάνω σου;
Καλείσαι να επιτελέσεις το έργο σου μέσα από ακριβοπληρωμένες, μη λειτουργικές ηλεκτρονικές πλατφόρμες αν και γνωρίζεις πως η φυσική σου παρουσία μέσα στην τάξη δεν μπορεί να αντικατασταθεί από τον υπολογιστή. Αν και ξέρεις πως δεν είναι το ίδιο να κάνεις μάθημα παρουσία γονέων και τι γίνεται με τα προσωπικά δεδομένα άραγε; Όμως αυτό είναι το καμάρι του Υπουργείου Παιδείας, μιας και πόνταραν σε αυτό από την αρχή της χρονιάς, παρεμπιπτόντως ας γλιτώσουμε και μερικές θέσεις εργασίας. Ο μεγάλος αδελφός σε βλέπει, πάρε και την αξιολόγησή σου.
Στο δια ταύτα, προσπαθείς να κάνεις εγγραφή στη σελίδα του Σχολικού Δικτύου. Ίντερνετ δεν έχεις, κάνεις ότι μπορείς με «δανεικό», ούτε εσύ ούτε κάποιοι από τους μαθητές σου (και να είχες πρέπει να φυσάει σωστά για να έχει σήμα, στην κυριολεξία), έχεις όμως υπολογιστή «Είμαι τυχερός, νιώθω τυχερός, τυχερός, σε ευχαριστώ», αλλά η σελίδα δε λειτουργεί, για μέρες. Κάποια στιγμή με το μάτι γαρίδα από μεταμεσονύχτιους καφέδες μπαίνεις στις τρεις το πρωί, τα κατάφερες, είναι και αυτό μια νίκη! Λίγο από δω, λίγο από ‘κει με τις γνώσεις που έχεις και με οδηγίες από βιντεάκια είσαι έτοιμη να ανεβάσεις το υλικό και…το σύστημα σε πετάει έξω! Εκεί ξεκινάνε τα ομ, τα ουμ και ο διαλογισμός, τα «πάρε δέκα βαθιές ανάσες πριν πεις ή κάνεις κάτι»…
Προσπαθείς να βρεις άλλους προτεινόμενους τρόπους να επικοινωνείς με τους μαθητές σου, πάνω από διακόσιοι. Άραγε πόσους υπολογιστές να έχει εκείνη η πολύτεκνη οικογένεια να γίνει η δουλίτσα μας; Να φαίνονται τα νούμερα; Μπες να γραφτείς και ας μην κάνεις μάθημα, το βασικότερο είναι να δείξουμε ότι δουλεύει. Τι κι αν δεν έχουν όλοι οι καθηγητές και μαθητές πρόσβαση; Τι κι αν δεν έχεις επιμορφωθεί ως προς αυτό; Τι κι αν γύρω σου όλα καταρρέουν και σου τρέφουν καθημερινά το αίσθημα του φόβου και της ανταγωνιστικότητας; Τι κι αν κυκλοφορείς σε ένα χωριό φάντασμα γιατί τα λεφτά πάνε σε ιδιωτικές κλινικές και όχι σε μαζικά τεστ ώστε να ξέρεις άμα μπορείς να συνεχίσεις τη ζωή σου απομονώνοντας μόνο τους ασθενείς και τους φορείς για ένα διάστημα; Το βλέπω να έρχεται….ναι σε όλα! Με το απαραίτητο συνειδησιακό πρόβλημα πάντα, βεβαίως, βεβαίως.
Και σα να μην έφτανε όλο αυτό έρχεται το πρώτο επιβεβαιωμένο κρούσμα με το πλοίο της γραμμής! Φυσικά και θα ερχόταν, διακοπές δεν έχουμε; Δεν θα «πάμε στο νησί η μάνα σου, εγώ και συ»; Τι κι αν υπάρχει μόνο μια κάψουλα για όλη τη νησιωτική Ελλάδα, η οποία μπορεί να μεταφέρει μόνο έναν ασθενή ανά εικοσιτετράωρο; Μήνυμα χωρίς χρέωση: «η κάψουλα είναι ένας φορητός θάλαμος αρνητικής πίεσης που δεν επιτρέπει στον αέρα να βγαίνει από μέσα προς τα έξω, άρα και στη διασπορά του ιού». Με αυτόν τον τρόπο μεταφέρονται οι ασθενείς από τα νησιά. Τώρα τα πράγματα αρχίζουν να ζορίζουν πολύ, έχεις και άσθμα, δε λέει και να πεθάνεις τέτοιες μέρες, φαντάσου ιντερνετική κηδεία, να τσουγκρίζουν το Μεταξά στις κάμερες και να κολλάει η εικόνα σε παραμορφωμένες φάτσες.
Οι μέρες περνάνε και «οπότε λέω θα φύγω, είχα πει θα φύγω, είχα πει, κι όμως είμαι ακόμα εδώ» ή το άλλο με τον Τοτό το ξέρεις; Και άμα φύγω και πάω στο άλλο το σπίτι, με μια εφάπαξ μετακίνηση, το οποίο συνεχίζω να πληρώνω παράλληλα με αυτό που μένω στο νησί, γιατί πού να πάω τα πράγματά μου και πότε να προλάβω να κάνω και τη μετακόμιση; Και πού ξέρω εγώ άμα θα με πάρουν και του χρόνου; Και πού; Και με ποιες εργασιακές συνθήκες; Άσε, με το airbnb στα ύψη ούτε ρημάδι μπορείς να νοικιάσεις πια. Οπότε τι να κάνω; Nα μείνω ή να φύγω για να μην πληρώνω δύο νοίκια κτλ.; Kι αν ανοίξουν ξανά τα σχολεία, το ξανά πάμε από την αρχή; Πάω πάνω-κάτω στο διάδρομο, ρωτάω τους τοίχους (δεν παίζει, κάποια ευθύνη θα έχουν και αυτοί) αλλά απάντηση δεν παίρνω. Κατά τα άλλα κάνουμε ζωάρα!