Η χτεσινή ανακοίνωση του Α. Τσίπρα για την υποψηφιότητα του Προκόπη Παυλόπουλου για την θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν ήρθε σαν κεραυνός εν αιθρία. Ήταν κοινό μυστικό ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ θα πρότεινε για Πρόεδρο της Δημοκρατίας κάποιο πρόσωπο προερχόμενο από τον χώρο της ΝΔ.
Στην ομιλία του στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, ο Α. Τσίπρας υποστήριξε πως παρότι η άποψη για εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας προερχόμενου από την Αριστερά είναι «εύλογη», εντούτοις προχωρά σε μια τέτοια επιλογή επειδή η Αριστερά «δεν υπήρξε ποτέ αλαζονική» και η «ενότητα του λαού μας» είναι σήμερα «αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε».
Από πότε όμως η «ενότητα του λαού» ταυτίζεται ή αντανακλάται στο πρόσωπο ενός προβεβλημένου στελέχους της ΝΔ, ενός εκπροσώπου δηλαδή των συμφερόντων του ταξικού αντιπάλου, του κεφαλαίου, του κόμματος που είναι (μαζί με το ΠΑΣΟΚ) υπεύθυνο για την κοινωνική καταστροφή των Μνημονίων;
Από πότε η ενότητα του λαού ταυτίζεται με τη συνεργασία με τους εχθρούς του λαού; Πόση αλήθεια «εθνική υπερηφάνεια» νοιώθουν τα εκατομμύρια των εργαζομένων της χώρας μας να βλέπουν τον Αλέξη Τσίπρα και τον «χασάπη» των δικαιωμάτων τους, Αντώνη Σαμαρά, να στηρίζουν το ίδιο άτομο για πρόεδρο της χώρας;
Κοινωνική και πολιτική συναίνεση
Ο Αλέξης Τσίπρας, ερμηνεύοντας την πρότασή του, ανέφερε πως απαραίτητη προϋπόθεση για να ανταπεξέλθουμε στις δυσκολίες είναι η «ευρύτερη δυνατή κοινωνική και πολιτική συναίνεση».
Συναίνεση με ποιον, όμως;
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως απέναντι στους εκβιασμούς των δανειστών και της ΕΕ, η μέγιστη δυνατή ενότητα των εργαζομένων, των ανέργων, των μικρομεσαίων, της νεολαίας, των φτωχών κοκ., είναι απολύτως απαραίτητη. Μια τέτοια ενότητα που διαπερνάει τις όποιες ιδεολογικές ή πολιτικές διαφορές ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν κοινά συμφέροντα, όχι μόνο είναι απαραίτητη, αλλά αυτή τη στιγμή έχει σε μεγάλο βαθμό επιτευχθεί. Μια ματιά σε όλες τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, αρκεί για να διαπιστώσει κανείς πως η κυβέρνηση έχει καταφέρει να αποκτήσει (μέχρι στιγμής τουλάχιστον) την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, ακόμα και αυτών που ψήφισαν αντίπαλα κόμματα.
Αυτό το πέτυχε επειδή εμφάνισε σθεναρή στάση απέναντι στους δανειστές, σε σύγκρουση κι όχι σε σύμπνοια με τους Σαμαράδες, τους Βενιζέλους και τα κόμματά τους.
Κάθε προσέγγιση προς τα κόμματα του Μνημονίου δεν θα φέρει ενίσχυση της ενότητας των λαϊκών στρωμάτων, θα φέρει απλά, μπέρδεμα και απογοήτευση στα στρώματα που με ενθουσιασμό στράφηκαν την πρώτη αυτή περίοδο μετά τις εκλογές στον ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτού του είδους η «ενότητα» των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων δεν έχει καμία σχέση με την προσπάθεια να βρεθεί κοινός τόπος με τη ΝΔ ή πολύ περισσότερο με τα συμφέροντα που η ΝΔ εκφράζει. Γιατί, δεν έχουν «όλοι οι Έλληνες» τα ίδια συμφέροντα, ούτε τα Μνημόνια πλήττουν γενικώς και αορίστως «τους Έλληνες». Οι εφοπλιστές, οι βιομήχανοι, οι μεγαλοεπιχειρηματίες, το μεγάλο κεφάλαιο γενικά, όχι μόνο δεν πλήγηκαν από τις πολιτικές των Μνημονίων, αλλά, αντίθετα, σαν γενικός κανόνας υποδέχτηκαν με ικανοποίηση τους αντεργατικούς νόμους και είδαν τα κέρδη τους να αυξάνονται.
Η «συνεννόηση» και οι εναγκαλισμοί με τους πολιτικούς εκπροσώπους των τραπεζιτών και των εφοπλιστών, δεν χτίζουν την αγωνιστική ενότητα στη βάση της κοινωνίας ενάντια στα μνημόνια, αλλά αποδυναμώνουν αυτή την ενότητα. Και ο Παυλόπουλος δεν εκπροσωπεί τίποτε άλλο από αυτή την τάξη – την τάξη του μεγάλου κεφαλαίου, την τάξη των Μνημονίων.
Εσωκομματική δημοκρατία
Όμως υπάρχει και μια άλλη σημαντική πτυχή. Ποιο όργανο του κόμματος αποφάσισε μέσα από δημοκρατική συζήτηση και ανταλλαγή απόψεων τον Παυλόπουλο για υποψήφιο;
Ο πρόεδρος του κόμματος Αλέξης Τσίπρας, έφερε στο «συν 5» μια πρόταση στην κοινοβουλευτική ομάδα την οποία η τελευταία δεν είχε στην ουσία καμία δυνατότητα να ανατρέψει/αλλάξει. Τα εκλεγμένα όργανα του κόμματος, η Κεντρική Επιτροπή, η Πολιτική Γραμματεία κλπ, απλά «δεν υπήρξαν» στη συγκεκριμένη διαδικασία.
Πρόκειται για εξαιρετικά επικίνδυνες τάσεις. Οι οποίες (προβλέπουμε πως) θα συνεχιστούν και θα ενταθούν. Ο Αλέξης Τσίπρας θα χρησιμοποιήσει την ισχύ που του δίνει η δημοτικότητα του μέσα και έξω από τη χώρα για να λειτουργήσει σαν η πραγματική εξουσία μέσα στο κόμμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ εξελίσσεται σε ένα κόμμα στο οποίο η εξουσία του «αρχηγού» δεν θα αμφισβητείται. Συνηθισμένο φαινόμενο σε αστικά κόμματα… Μόνο που για την Αριστερά αυτές οι νοοτροπίες αποτελούσαν πάντα κόκκινο πανί. Και η ρίζα του προβλήματος αυτού βρίσκεται, όπως γράψαμε ξανά, στο ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ το οποίο αποφάσισε την απευθείας εκλογή του προέδρου από το συνέδριο, τη στιγμή που σε όλη την ιστορία της Αριστεράς τον επικεφαλής του κόμματος εκλέγει η Κεντρική Επιτροπή ακριβώς για να μπορεί να τον ελέγχει.
Δεν μπορείς «και με τον εφοπλιστή και με τον εργάτη»
Συμπερασματικά, η επιλογή του Π. Παυλόπουλου είναι μια επιλογή που στέλνει εντελώς λάθος μηνύματα και οδηγεί σε ένα ολισθηρό δρόμο.
Πρόκειται για μια επιλογή που εντάσσεται στην προσπάθεια της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ «να πατήσει σε δύο βάρκες». Όμως αυτή η προσπάθεια είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Πολύ περισσότερο στην ταραγμένη περίοδο στην οποία βρισκόμαστε, δεν μπορείς να είσαι και με τον εφοπλιστή και με τον εργάτη, και με τον βιομήχανο και με τον άνεργο.