Μια πολύφερνη νύφη στο πολιτικό επίκεντρο: Η καθοριστική εκλογή Προέδρου Δημοκρατίας
Ανέστης Ταρπάγκος
Διατυπώθηκε επιτέλους ανοιχτά, επίσημα και κατηγορηματικά η επιλογή των δύο πολιτικών σχηματισμών της μνημονιακής συγκυβέρνησης, όπως έχει αναδειχθεί στη ναυαρχίδα του τύπου της αστικής τάξης της χώρας, η πρόταση για την ανάδειξη του προέδρου της ΔΗΜΑΡ Φ. Κουβέλη στην Προεδρία της Δημοκρατίας, στο βαθμό που μια τέτοια περίπτωση είναι ικανή να εξασφαλίσει την πλειοψηφία των 180 βουλευτών και να επιτύχει την μακροημέρευση του βίου της σημερινής κυβέρνησης της κοινωνικής και οικονομικής καταστροφής μέχρι το καλοκαίρι του 2016, προκειμένου να ολοκληρώσει το ακραία νεοφιλελεύθερο έργο της. Και προφανώς αυτή η πανηγυρική πρόταση δεν ήρθε στην επιφάνεια με τόσο επίσημο και αδιαμφισβήτητο τρόπο χωρίς την ύπαρξη του κατάλληλου εδάφους από την πλευρά του κόμματος της Ανανεωτικής (;) Αριστεράς (;), το οποίο και βρίσκεται σε διάλογο με το μνημονιακό ΠΑΣΟΚ και άλλες δυνάμεις για την συγκρότηση της «Κεντροαριστεράς της ευθύνης» και διατηρεί σοβαρά κανάλια επικοινωνίας με τα κυβερνητικά κέντρα της ΝΔ.
Η ΔΗΜΑΡ, ως πολιτικός εκπρόσωπος μεσαίων και ανώτερων στρωμάτων των μικροαστικών τάξεων, με το 6,5 % που είχε επιτύχει στην εκλογική αναμέτρηση του Ιουνίου 2012, συμμετείχε επί έναν χρόνο στην τρικομματική μνημονιακή συγκυβέρνηση και συνετέλεσε ευθέως και χωρίς περιστροφές στην προώθηση σωρείας μνημονιακών αντιλαϊκών νομοθετημάτων και ρυθμίσεων, λειτουργώντας ως μία ακραιφνώς μνημονιακή πολιτική δύναμη. Παρόλη την αποχώρησή της από την τρικομματική κυβερνητική συμμαχία το καλοκαίρι του 2013, με αφορμή την επιβολή του «βίαιου θανάτου» της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης, συνέχισε την κλασική καιροσκοπική της τακτική να πατάει σε δύο βάρκες, μία προς την πλευρά της αστικής εξουσίας, και μία προς την πλευρά της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ισχυριζόμενη μάλιστα ότι η παρούσα Βουλή θα μπορούσε να δώσει νέα κυβέρνηση προοπτικής τετραετίας, με την επανάκαμψη της ίδιας στο κυβερνητικό μνημονιακό σχήμα κάτω από ορισμένους όρους.
Και προφανώς σήμερα τα αστικά κέντρα ισχυρίζονται ότι αναδεικνύονται πλέον αυτοί οι όροι : Έξοδος από την μέγγενη των μνημονίων, στοιχειακές φορολογικές ελαφρύνσεις, ρύθμιση του δημόσιου χρέους, επίτευξη θετικών ρυθμών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Πρόκειται βέβαια για την σταθερά επαναλαμβανόμενη αστική μυθολογία για την υπέρβαση της σημερινής κρίσης και την έξοδο από το τούνελ, η οποία άλλωστε σε κάθε φάση διαψεύδεται, και τη θέση της παίρνουν νέες μνημονιακές δεσμεύσεις, καινούρια αντεργατικά μέτρα, παράταση της παραγωγικής στασιμότητας κλπ. Σε κάθε περίπτωση η διασφάλιση μιας τέτοιας προεδρικής εκλογής, πέραν της παράτασης της ζωής της μνημονιακής συγκυβέρνησης για μια καινούρια διετία, θα προσδίδει στην αστική εξουσία μια πρόσθετη νομιμοποίηση, εφόσον για πρώτη ιστορικά φορά θα εκλεγεί «αριστερός πρόεδρος» της δημοκρατίας.
Η λαϊκή ετυμηγορία έδωσε συντριπτική απάντηση στην καιροσκοπική πολιτική της ΔΗΜΑΡ, στέλνοντάς την στο επίπεδο εκπροσώπησης του 1,4 %, πράγμα που σηματοδότησε το αντικειμενικό τέλος του εγχειρήματος της «Αριστεράς της ευθύνης». Ωστόσο παρόλα αυτά, παρόλη δηλαδή την εκλογική της καταβαράθρωση και την ουσιαστική εξαφάνισή της από τον χάρτη των πολιτικών δυνάμεων, έχει μετατραπεί σε μια «πολύφερνη νύφη», περιζήτητη και από τα δεξιά, αλλά και από τα αριστερά. Το μεν αστικό πολιτικό σύστημα επιθυμεί να προσδώσει μιαν ορισμένη «αριστερή νομιμοποίηση» με το εγχείρημα εκλογής του Φ. Κουβέλη στην Προεδρία της Δημοκρατίας, η δε Ριζοσπαστική Αριστερά επιχείρησε όλο το προηγούμενο διάστημα να αναδείξει την ΔΗΜΑΡ σε μια κατεύθυνση συμμαχικής πολιτικής δύναμης, σε μια προοδευτική και αντιμνημονιακή κυβερνητική κατεύθυνση.
Γίνεται προφανώς αντιληπτό ότι το σχέδιο αυτό της ελληνικής αστικής τάξης, εφόσον πραγματωθεί, θα έχει σοβαρές επιπτώσεις στην ίδια την πολιτική στάση του ΣΥΡΙΖΑ, με δεδομένη ακριβώς την κίνηση διαδικασιών σύγκλισης με την ΔΗΜΑΡ, που κατά κάποιον τρόπο φανερώνουν μια προσπάθεια «νεκρανάστασης» ενός εξαντλημένου και χωρίς ζήτηση πολιτικού σχηματισμού. Έτσι, στις διαδικασίες της προεδρικής εκλογής, με ποια επιχειρηματολογία θα επιχειρήσει ο ΣΥΡΙΖΑ να αποτρέψει την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, και σε κάθε περίπτωση να καταψηφίσει την υποψηφιότητα του προέδρου της ΔΗΜΑΡ ; Κι’ αυτό γιατί προέρχεται από τα πολιτικά της σπλάχνα, και κυρίως γιατί τον έχει αναγορεύσει σε σύμμαχο της αριστερής διακυβέρνησης, δύναμη της Αριστεράς που πήρε τις αποστάσεις της από τη μνημονιακή πολιτική κλπ. Κατά συνέπεια η αναγκαία καταψήφιση του Φ. Κουβέλη για την Προεδρία της Δημοκρατίας θα παραμένει έωλη: Είναι ή δεν είναι η ΔΗΜΑΡ αντιμνημονιακή, προοδευτική, λαϊκή πολιτική δύναμη;
Από την άλλη πλευρά, στην ενδεχόμενη περίπτωση συναίνεσης της Ριζοσπαστικής Αριστεράς στην εθνική αυτή εκλογή συνεννόησης, επόμενο είναι ότι η ριζοσπαστική φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ θα έχει παραχωρήσει τη θέση της σε μια διαχειριστική πολιτική πρακτική, σταθεροποίησης των καταστρεπτικών συνεπειών των μνημονίων και της καπιταλιστικής κρίσης, και όχι ανάταξής τους. Αλλά και στην περίπτωση που δεν ευοδωθεί αυτό το εγχείρημα, η θέση της ΔΗΜΑΡ και του Φ. Κουβέλη θα έχουν αναβαθμιστεί εντελώς τεχνητά (αφού η λαϊκή ετυμηγορία έστειλε τη ΔΗΜΑΡ στα αζήτητα), και από τις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος. Έτσι, εφόσον ο Φ. Κουβέλης δεν αναρριχηθεί στον προεδρικό θώκο, θα χρησιμοποιηθεί ως σύμμαχη πολιτική δύναμη προς τον ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να διαδραματίζει τον κλασικό του ρόλου της ανασχετικής δύναμης σε οποιαδήποτε αντιμνημονιακή και αριστερή κατεύθυνση.