Ανέστης Ταρπάγκος
Θεσσαλονίκη – Οκτώβριος 2013
Δημιουργικά στοιχεία και αντιφάσεις στην ελληνική Αριστερά
Είναι περισσότερο από προφανές και αναγκαίο ότι στις σημερινές συνθήκες παρατεταμένης, και χωρίς ορατή διέξοδο, κρίσης υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου και αδιάλειπτης εφαρμογής των μνημονιακών πολιτικών από τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, η αριστερή λαϊκή συμπαράταξη θα μπορούσε να αποτελέσει τη μοναδική φερέγγυα και αποτελεσματική απάντηση απέναντι στη χρεοκοπία του αστικού πολιτικού συστήματος, στη βύθιση της χώρας στο χρέος και στις πληρωμές τοκοχρεολυσίων, στις ολέθριες συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης που καταστρέφει την εργατική απασχόληση και τα επενδυμένα πάγια κεφάλαια.
Μια γενικευμένη αριστερή, πολιτική και κοινωνική, συμμαχία θα ήταν σε θέση να συνεγείρει τις λαϊκές συνειδήσεις, να τροφοδοτήσει ένα αγωνιστικό εργατικό κίνημα, να λειτουργήσει υποστηρικτικά στις πολύμορφες κοινωνικές κινητοποιήσεις (οικολογικές, ιδιωτικοποιήσεων, χαρατσιών κλπ.), να κατακτήσει την αυτοδύναμη κοινοβουλευτική πλειοψηφία και να εφαρμόσει μια εναλλακτική κυβερνητική πολιτική διεξόδου από την κρίση σε μια αντιμνημονιακή – ριζοσπαστική κατεύθυνση εντός ενός πλαισίου μιας προγραμματικής μεταβατικής διαδικασίας σοσιαλιστικού προσανατολισμού. Άλλωστε, μια τέτοια προοπτική θα ήταν και η πλέον ουσιαστική απάντηση στο νεοναζιστικό φαινόμενο, τόσο ως πολιτικής μορφής της οργάνωσης ποινικής εγκληματικότητας, όσο και ως κοινωνικού ρεύματος έκφρασης στρωμάτων συντηρητικής κατεύθυνσης και οικονομικής εξαθλίωσης.
Το κύριο ζήτημα που τίθεται και που λειτουργεί ανασταλτικά όλο το τελευταίο διάστημα σε μια τέτοια κατεύθυνση είναι το γεγονός ότι και στους τρεις φορείς του ελληνικού αριστερού κινήματος (ΣΥΡΙΖΑ, ΚΚΕ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ) καθώς και στις αντίστοιχες κοινωνικές τους εκφράσεις (ΠΑΜΕ, Αυτόνομη Παρέμβαση, Συσπειρώσεις, ΜΑΣ, ΕΑΑΚ, Αριστερή Ενότητα) επικρατεί ένας υβριδικός προσανατολισμός, που από τη μια πλευρά αποτυπώνει τα αναγκαία χαρακτηριστικά μιας αποτελεσματικής μετωπικής αριστερής πορείας, και από την άλλη πλευρά φέρνει στην επιφάνεια ανεπάρκειες και στρεβλώσεις που λειτουργούν ακυρωτικά για μια τέτοια σύνθεση. Συνεπώς το βασικό θέμα για την εξασφάλισή της είναι η ανάπτυξη μιας τέτοιας ενωτικής αριστερής παρέμβασης σε όλα τα επίπεδα, που να αξιοποιεί τα δημιουργικά στοιχεία των επιμέρους σχηματισμών και ταυτόχρονα να υπερβαίνει τις μερικές τους ανεπάρκειες.
Ριζοσπαστική λαϊκότητα και αντινομίες στον ΣΥΡΙΖΑ
Για τον ΣΥΡΙΖΑ, το κύριο πλεονέκτημα είναι ότι έχει εξασφαλίσει, εξ αιτίας των γόνιμων χαρακτηριστικών της πολιτικής του γραμμής πριν τις εκλογικές αναμετρήσεις του Μαίου – Ιουνίου 2012 (επικέντρωση στην αντιπαλότητα στο κύριο ζήτημα των μνημονίων, ανάδειξη του ζητήματος της αριστερής διακυβέρνησης, ενωτική αριστερή απεύθυνση κλπ.) μια ευρύτατη λαϊκότητα, κατορθώνοντας να εκφράσει εκλογικά (ουδόλως όμως κοινωνικά και πολιτικά) τα εργατικά στρώματα της σοσιαλδημοκρατίας που μετατοπίστηκαν προς τα αριστερά.
Εντούτοις από την άλλη πλευρά, και εξ αιτίας αυτής της ραγδαίας εκλογικής απογείωσής του, επικράτησαν εδώ και έναν χρόνο πολιτικές ενός μίγματος «μικροαστικού ριζοσπαστισμού – εκσυγχρονισμού» που προσέλαβαν πολύμορφες εκφράσεις : Έντονα χαρακτηριστικά αρχηγικού κόμματος, οργανωτική δόμηση τύπου εκλογικού μηχανισμού, σταδιακή εγκατάλειψη των καίριων θέσεων της προηγούμενης περιόδου, απουσία αντικαπιταλιστικών τομών για την αντιμετώπιση των μειζόνων λαϊκών προβλημάτων (μαζικής ανεργίας, κατάρρευσης των ασφαλιστικών ταμείων, συνεχιζόμενης οικονομικής ύφεσης κλπ.), θέση της αστικής τάξης στο απυρόβλητο (αιτίες της κακοδαιμονίας θεωρούνται το «τρίγωνο της διαπλοκής» και οι «λανθασμένες» κυβερνητικές πολιτικές και χειρισμοί και όχι η κρίση υπερσυσσώρευσης του κεφαλαίου και τα συνεχή μνημόνια), η επικράτηση του κλασικού μικροαστικού πολιτικού προτύπου (συνεχής επίκληση εκλογών, κοινοβουλευτισμός το ανώτατο στάδιο της δημοκρατίας, διολισθήσεις για την κατάκτηση της διακυβέρνησης) η συνεχής εσωστρεφής πολιτική του υπόσταση και γραφειοκρατικοποίηση (ένα κόμμα που συνεχώς αυτοθαυμάζεται κοιτώντας στον καθρέφτη) οι συμμαχικοί κυβερνητικοί σχεδιασμοί προς τα κεντροαριστερά και τα κεντροδεξιά, η κυριαρχία της αντίληψης της διασφάλισης των λαϊκών συμφερόντων εντός και μόνον του πλαισίου της ευρωζώνης και της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης κλπ.
Γίνεται έτσι φανερό ότι η προηγούμενη ριζοσπαστική δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ που έφερε και την ευρεία του λαϊκότητα, ακυρώνεται από την πυκνή επικάθηση της «σκόνης» του κλασικού μικροαστισμού του ΣΥΝ (δημοκρατικός εκσυγχρονισμός του αστικού καθεστώτος) με αποτέλεσμα, μέσα στις τεράστιες οικονομικές προκλήσεις της περιόδου, να τείνει να καταλήξει σε μορφές ενσωμάτωσης στο αστικό σύστημα και στην ιμπεριαλιστική διεθνοποίηση.
Ταξική υπόσταση και υπερβατική οπτική στο ΚΚΕ
Στο πεδίο του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος τα κύρια χαρακτηριστικά που λειτουργούν ενισχυτικά σε μια τέτοια κατεύθυνση είναι μεταξύ των άλλων: Η ισχυρή αντιπαλότητά του προς το αστικό οικονομικό σύστημα, η διασφάλιση ενός ορισμένου λαϊκού εργατικού και νεολαιίστικου χαρακτήρα, η αντιπολιτευτική του στάση προς τις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης και της πολιτικής των μνημονίων, η προσήλωσή του προς τον στόχο του σοσιαλισμού και της λαϊκής εξουσίας, ο διαχωρισμός του από τις πρακτικές του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, οι προτάσεις νόμων όπως για την κατάργηση των μνημονίων – δανειακών συμβάσεων – εφαρμοστικών νόμων κλπ. Ωστόσο όλα αυτά εντάσσονται στα πλαίσια μιας πολιτικής γραμμής που παρεμβαίνει στη συγκυρία με όρους ιδεολογικής αναφοράς (υποστηρίζεται ότι κανένα μείζον ζήτημα δεν επιλύεται χωρίς συνολική επαναστατική ανατροπή) και υποκατάστασης της τακτικής από την στρατηγική, δηλαδή η αντιπαράθεση με τις συγκεκριμένες αστικές μνημονιακές πολιτικές στη λογική της ευθείας εγκαθίδρυσης της λαϊκής εξουσίας και οικονομίας.
Παράλληλα αυτές οι ταξικές συγκροτήσεις και δράσεις του περιχαρακώνονται με «υγειονομικές ζώνες» έναντι των εκφράσεων των υπολοίπων μορφών του αριστερού και λαϊκού κινήματος, γεγονός που εμποδίζει καθοριστικά τις αναγκαίες συγκλίσεις και ενωτικές συνευρέσεις. Σε τελική ανάλυση η λαϊκή ταξικότητα του ΚΚΕ, παρόλη την ένταξή της στην κομμουνιστική αντίληψη και προοπτική, καθίσταται άγονη και αναποτελεσματική, με συνέπεια και η πολιτική και εκλογική του απήχηση, παρόλες τις ενδείξεις ανάκαμψής της, να παραμένει σαφώς περιορισμένη: Το ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εξαπλασίασε την εκλογική του εμβέλεια στην εκλογική αναμέτρηση του Ιουνίου 2012 και το ΚΚΕ είδε την επιρροή του να μειώνεται στο μισό, μέσα σε μια τέτοια οικονομική κρίση και κοινωνικό όλεθρο, αυτό δεν είναι απλά μια «αστική αυταπάτη».
Αντικαπιταλιστικά προτάγματα και αυτό-αναφορικότητα στο ΝΑΡ
Τέλος, στο επίπεδο της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και ιδιαίτερα του ΝΑΡ, εκείνα που αποτυπώνονται πρωτίστως και δημιουργικά είναι μεταξύ των άλλων : Η επιμονή στο στρατηγικό κομμουνιστικό πρόταγμα της καθολικής λαϊκής χειραφέτησης, κατά έναν τρόπο κριτικό ως προς τις ιστορικές εμπειρίες του 20ου αιώνα, η συστηματική επικέντρωση στην επιστημονική μαρξιστική μεθοδολογία, η αγωνιστική στράτευση, καθαρότητα και ανιδιοτέλεια που σπανίζουν στη σύγχρονη εποχή, η υιοθέτηση μιας πολιτικής γραμμής συνεχούς αναφοράς, κατάλυσης και προαγωγής του μαζικού λαϊκού εργατικού κινήματος.
Εντούτοις η μονοδιάστατη επικέντρωση σ’ αυτούς τους θεμελιώδεις στόχους της «κομμουνιστικής επανίδρυσης» κατά έναν τρόπο υποκειμενικό, έχει στερήσει από το ΝΑΡ την επίτευξη μιας ευρύτερης λαϊκής επιρροής και διεύρυνσης, με αποτέλεσμα να καταγράφεται περισσότερο ως ένα πολιτικό ρεύμα καθαρής ιδεολογικής αναφοράς, και όχι ως ένας μάχιμος λαϊκός κοινωνικός αντικαπιταλιστικός πόλος. Παράλληλα η άθροιση του συνόλου των στρατηγικών στόχων της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς μέσα στη συγκυρία, απομακρύνει το εγχείρημα από τις πολιτικές εκφράσεις των λαϊκών τάξεων, λειτουργώντας ως ο «σοφός καθηγητής», που όμως αδυνατεί να μεταδώσει τις στοιχειώδες γνώσεις στους μαθητές του.
Ενωτική σύνθεση με υπέρβαση των ανεπαρκειών μας
Γίνεται φανερό από αυτές τις αναφορές στο συνολικό αριστερό κίνημα ότι είναι παρόντα με σαφήνεια τα θεμελιακά χαρακτηριστικά της αναγκαίας αριστερής ενωτικής σύνθεσης με όρους αποτελεσματικής οργάνωσης της αντιμνημονιακής λαϊκής αντιπολίτευσης και δυναμικής κατάκτησης της αυτοδύναμης αριστερής πολιτικής διακυβέρνησης. Κατά συνέπεια η κύρια λειτουργία του εργατικού ριζοσπαστικού ρεύματος, που κατεξοχήν εντοπίζεται στις λαϊκές δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, και όχι μόνον, είναι το ιστορικό και επείγον έργο της ενωτικής σύνθεσης αυτών των δημιουργικών παραμέτρων: Της ριζοσπαστικής λαϊκότητας του ΣΥΡΙΖΑ, της ταξικής υπόστασης του ΚΚΕ, των αντικαπιταλιστικών προταγμάτων του ΝΑΡ. Ταυτόχρονα η υπέρβαση όλων εκείνων των χαρακτηριστικών που εξουδετερώνουν την υπόστασή τους: Του μικροαστικού δημοκρατισμού – εκσυγχρονισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, της διαφυγής της Κομμουνιστικής Αριστεράς στο υπερβατικό «υπερπέραν», της απογείωσης της Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στην «επαναστατική αυτό-αναφορικότητα».