Διασκευή άρθρου του Νάιτζελ Σμιθ, από το internationaliststandpoint.org
Με αφορμή το τραγικό περιστατικό της δολοφονίας τριών παιδιών στο Σάουθπορτ την περασμένη εβδομάδα, βλέπουμε αυτές τις μέρες να εκδηλώνονται βίαιες ακροδεξιές συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις σε όλο το Ηνωμένο Βασίλειο. Ο Τόμι Ρόμπινσον[1] και άλλες ακροδεξιές προσωπικότητες χρησιμοποίησαν αυτό το γεγονός για να τροφοδοτήσουν τα ρατσιστικά και αντιμεταναστευτικά αισθήματα, ισχυριζόμενοι ψευδώς ότι ο δολοφόνος των τριών παιδιών ήταν μετανάστης που είχε φτάσει πρόσφατα στη Βρετανία και μουσουλμάνος. Στην πραγματικότητα, ο δολοφόνος είναι όπως αποκαλύφθηκε ο δεκαεφτάχρονος Axel Rudakubana, ο οποίος έχει γεννηθεί στο Κάρντιφ και προέρχεται από χριστιανική οικογένεια.
Ωστόσο, αυτή η πραγματικότητα δεν πρόκειται να απασχολήσει τους διοργανωτές των βίαιων ρατσιστικών συγκεντρώσεων, που χρησιμοποίησαν κυνικά το περιστατικό της δολοφονίας για να αυξήσουν την απήχηση της μέχρι σήμερα ανοργάνωτης και διχασμένης παρουσίας των νεοφασιστών στο Ηνωμένο Βασίλειο. Την ίδια ώρα, το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις οι ακροδεξιές διαδηλώσεις δεν αντιμετωπίστηκαν επαρκώς από την Αριστερά, προκαλεί ανησυχία. Σε προηγούμενη φάση, οι ακροδεξιές συγκεντρώσεις αντιμετωπίζονταν κατά κανόνα με επιτυχία, από μεγαλύτερες σε αριθμούς αντιδιαδηλώσεις. Ωστόσο φαίνεται ότι τελευταία, η αποτελεσματική χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από την ακροδεξιά της επιτρέπει να βγάζει στους δρόμους σημαντικά τμήματα των υποστηρικτών της, πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά από την Αριστερά.
Την Παρασκευή 2/8 και το σαββατοκύριακο που ακολούθησε, πραγματοποιήθηκαν πάνω από 35 συγκεντρώσεις που οργανώθηκαν από την ακροδεξιά. Την Παρασκευή ένα τζαμί δέχτηκε επίθεση στο Σάντερλαντ και ένα Κέντρο Συμβουλευτικής κάηκε ολοσχερώς. Στο στόχαστρο μπήκαν ξενοδοχεία και ξενώνες που φιλοξενούν αιτούντες άσυλο, με ένα από αυτά τα ξενοδοχεία στο Χαλ να δέχεται επίθεση, ενώ καταστήματα στον κεντρικό δρόμο της πόλης λεηλατήθηκαν. Στο Λίβερπουλ μια συγκέντρωση με κεντρικό σύνθημα «Σώστε τα παιδιά μας» κατέληξε σε βίαιες επιθέσεις και λεηλασίες. Στο Μάντσεστερ ωστόσο, μια αντισυγκέντρωση 350 ατόμων ξεπέρασε σε αριθμό τους ακροδεξιούς (που ήταν λιγότεροι από τους μισούς).
Το Σάββατο 27 Ιουλίου στο Λονδίνο, η ακροδεξιά κατάφερε να οργανώσε μια συγκέντρωση στην πλατεία Τραφάλγκαρ με περίπου 15.000 άτομα. Παρόλο που αυτή δεν είναι μια μεγάλη διαδήλωση για τα βρετανικά δεδομένα, η αντιδιαδήλωση μπόρεσε να συγκεντρώσει μόνο περίπου 5.000 άτομα. Ο χαρακτήρας αυτής της διαδήλωσης ήταν σαφώς ισλαμοφοβικός και ρατσιστικός. Ο Νάιτζελ Φάρατζ του ακροδεξιού «Μεταρρυθμιστικού Κόμματος» τροφοδοτεί ακόμη περισσότερο την ένταση, λέγοντας ότι αιτία της βίας είναι η «μαζική ανεξέλεγκτη μετανάστευση», σε μια σαφή προσπάθεια να δικαιολογήσει τα ακροδεξιά πογκρόμ.
Από την άλλη, ο βουλευτής των «Εργατικών» Ίαν Μπάιρν, μιλώντας σε μια συγκέντρωση στο Λίβερπουλ κατηγόρησε για τα σημερινά προβλήματα τα 10 χρόνια λιτότητας και τα δεξιά μέσα ενημέρωσης. Και ενώ αυτή η δήλωση είναι πιο κοντά στην αλήθεια, αποτελεί ειρωνεία το γεγονός ότι ο Μπάιρν δεν βλέπει τίποτα παράδοξο στα σχέδια για συνέχιση της λιτότητας από την κυβέρνηση του κόμματός του. Οι δεξιές θέσεις των «Εργατικών» σε θέματα μετανάστευσης και η υποστήριξη του πρωθυπουργού Κιρ Στράμερ προς το Ισραήλ που ισοπεδώνει την Γάζα, έχουν επιτρέψει στην ακροδεξιά να αποκτήσει νέα αυτοπεποίθηση.
Η αργή αντίδραση της Αριστεράς σε αυτές τις ρατσιστικές διαδηλώσεις δείχνει την αποδιοργάνωση της. Η οργάνωση Stand Up to Racism («Αντίσταση στον Ρατσισμό») είναι παρούσα σε πολλές από τις αντιδιαδηλώσεις, αλλά δεν είναι σε θέση να κινητοποιήσει γρήγορα τις δυνάμεις της και δεν έχει αρκετά ισχυρή παρουσία στα συνδικάτα ή στους εργατικούς χώρους, ώστε να μπορέσει να βγάλει στους δρόμους σημαντικούς αριθμούς εργαζομένων. Η βρετανική κοινωνία έχει ανησυχίες γύρω από τη μετανάστευση, που ενισχύουν όλα τα μεγάλα πολιτικά κόμματα συμπεριλαμβανομένων των «Εργατικών», καθώς και τα δεξιά μέσα ενημέρωσης. Ωστόσο, οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι είναι σε γενικές γραμμές αντιρατσιστές και η σκέψη τους είναι πιο προοδευτική σε τέτοιου είδους ζητήματα από αυτή της άρχουσας ελίτ. Παρόλα αυτά, ο ρατσισμός εξακολουθεί να υπάρχει στην πολιτική ζωή της χώρας, καθώς ενισχύεται από τα κομμάτια του κατεστημένου.
Η Ντόνα Τζόουνς των «Τόρηδων» (Συντηρητικοί), Επίτροπος Αστυνομίας και Αντιμετώπισης του Εγκλήματος στο Χαμσάιρ από το 2021, προσπάθησε να δικαιολογήσει την ακροδεξιά βία. Σε μια ανάρτησή της που αργότερα αφαιρέθηκε, δήλωσε ότι οι διαδηλώσεις χαρακτηρίζονταν από την «επιθυμία να προστατευθεί η κυριαρχία της Βρετανίας» και «την ανάγκη να υποστηριχθούν οι βρετανικές αξίες», ενώ ζητούσε από την κυβέρνηση να βρει μια λύση για, «τη μαζική ανεξέλεγκτη μετανάστευση». Τέτοιες δηλώσεις ρίχνουν φως στις πραγματικές απόψεις πολλών πολιτικών που βρίσκονται σε θέσεις εξουσίας, και ιδιαίτερα ορισμένων από τους υπεύθυνους για την αστυνόμευση στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Από την άλλη, η Αριστερά είναι διχασμένη σε μια στιγμή που χρειάζεται να αντιμετωπίσει την ακροδεξιά περισσότερο από ποτέ. Είναι άμεση ανάγκη να οργανωθεί ο αγώνας ενάντια στη λιτότητα, από μια νέα πολιτική δύναμη που θα εκπροσωπεί πραγματικά την εργατική τάξη, αλλά και να χτιστούν οι συμμαχίες ανάμεσα στις αριστερές οργανώσεις που θα επιτρέψουν να δοθεί με καλύτερους όρους ο αντιρατσιστικός/αντιφασιστικός αγώνας.
Εδώ και δέκα μήνες πραγματοποιούνται μαζικές, ειρηνικές διαδηλώσεις αλληλεγγύης στον παλαιστινιακό λαό. Ο κόσμος που συμμετέχει σε αυτό το κίνημα, πρέπει να δει τις ρατσιστικές επιθέσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη, ως κομμάτι μιας επίθεσης που στρέφεται και ενάντια στον ίδιο, και να μπει μπροστά στις κινητοποιήσεις ενάντια στην ακροδεξιά. Μέσα από αυτή την εμπειρία, η νεολαία και οι εργαζόμενοι θα δουν ότι ο αγώνας για ταξική ενότητα και αλληλεγγύη μπορεί να οδηγήσει σε ένα καλύτερο μέλλον για όλους μας.