Οι φετινές φοιτητικές εκλογές ήρθαν στον απόηχο του φοιτητικού κινήματος, των καταλήψεων και κινητοποιήσεων διαρκείας ενάντια στο νομοσχέδιο που κατοχυρώνει τη δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων.
Η ΠΚΣ (η παράταξη που πρόσκειται στην ΚΝΕ) αναδείχθηκε για τρίτη συνεχόμενη χρονιά πρώτη δύναμη, γεγονός που πρέπει να σημειωθεί ως θετικό. Η αποκαθηλωμένη παράταξη της ΔΑΠ κατάφερε μόνο να διατηρήσει τα ποσοστά της με μικρή φθορά, ενώ η ΠΑΣΠ (ΠΑΣΟΚ) βγήκε τρίτη λόγω της διάσπασης των δυνάμεων των ΕΑΑΚ και της κατάρρευσης της συνεργασίας ΕΑΑΚ-ΑΡ.ΕΝ. (σχήματα της εξ. Αριστεράς)
Παρά τα πολύ σοβαρά προβλήματα των μεγάλων παρατάξεων της φοιτητικής Aριστεράς, η ΠΚΣ βγήκε πρώτη δύναμη και αθροιστικά η Αριστερά στα πανεπιστήμια πήρε 52%. Το αποτέλεσμα των εκλογών της 22ης του Μάη αποτελεί για ακόμη μια φορά ένα μήνυμα αντίστασης ενάντια στην κυβερνητική παράταξη της ΔΑΠ, αλλά και συνολικότερα εναντίωσης στις πολιτικές που εφαρμόζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Χαμηλή συμμετοχή
Παρά τα θετικά αποτελέσματα που σημειώνονται, πρέπει την ίδια στιγμή να ληφθούν υπόψιν τα διαχρονικά ψηλά ποσοστά αποχής στις φοιτητικές εκλογές και γενικότερα στους φοιτητικούς συλλόγους. Το πρόβλημα εντοπίζεται στο ότι από τους ενεργούς φοιτητές στην Ελλάδα, ψήφισαν μόνο 52.000, δηλαδή ένα μικρό κομμάτι του συνόλου, ενώ υπάρχει και μια πτώση στα ποσοστά συμμετοχής από το 2023, όταν ψήφισαν 56.081 φοιτητές. Αν υπολογίζουμε τους ενεργούς φοιτητές με βάση τις δηλώσεις των μαθημάτων, αυτοί υπολογίζονται κοντά στους 200.000. άρα μιλάμε για ποσοστό συμμετοχής γύρω στο 26-27%.
Η εικόνα αυτή δείχνει αδιαφορία και απαξίωση προς τον φοιτητικό συνδικαλισμό από τη μεγαλύτερη μερίδα των φοιτητών
Δεν θα σταθούμε στον ρόλο της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ. Είναι γνωστό ότι οι δυνάμεις αυτές αναπαράγουν μέσα στα πανεπιστήμια την σαπίλα της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Δεν έχουν κανένα θετικό ρόλο να παίξουν, ενώ η απομαζικοποίηση των φοιτητικών συλλόγων και η αποχή των φοιτητών από τις διαδικασίες, τους βολεύει. Επιτρέπει στα κόμματά τους να περνάνε νόμους και πολιτικές συναντώντας λιγότερες αντιστάσεις.
Η αποχή και η απαξίωση του φοιτητικού συνδικαλισμού όμως, πρέπει να προβληματίσει τις δυνάμεις της φοιτητικής Αριστεράς που θέλει, χρειάζεται και πρέπει να επιδιώκει μαζικούς και ενεργούς φοιτητικούς συλλόγους. Για αυτό είναι αναγκαία η κριτική, η αυτοκριτική και ο ειλικρινής διάλογος για τα προβλήματα.
Οι συνεχείς συγκρούσεις μεταξύ των αριστερών παρατάξεων για δευτερεύουσας σημασίας πράγματα, τόσο την περίοδο του κινήματος ενάντια στην ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων αλλά και συνολικά, είναι ένας παράγοντας που απομαζικοποιεί τις Γενικές Συνελεύσεις και αποθαρρύνει τη συμμετοχή στους Φοιτητικούς Συλλόγους, καθώς η πλειοψηφία των φοιτητών ούτε καταλαβαίνει γιατί γίνονται αυτοί οι καβγάδες, ούτε νιώθει πως την αφορούν.
Στις φετινές εκλογές οι συγκρούσεις αυτές κορυφώθηκαν με την πολυδιάσπαση των δυνάμεων που πρόσκεινται σε οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Τα ΕΑΑΚ τα τελευταία χρόνια κατέβαιναν σε συνεργασία με την ΑΡ.ΕΝ. και συνολικά λάμβαναν περίπου το 15-20% των ψήφων. Στις φετινές εκλογές τα ΕΑΑΚ έσπασαν σε τέσσερα κομμάτια. Τα Σχήματα που διατήρησαν το όνομα ΕΑΑΚ (ΑΡΑΣ και ΣΕΚ) συγκέντρωσαν 8,41%, η ATTACK (ΝΑΡ) 6,03%, η Συσπείρωση Αριστερών Σχημάτων (ΑΡΙΣ) 3,38%. Παράλληλα κατέρρευσε και η συνεργασία ΕΑΑΚ – ΑΡ.ΕΝ. Η ΑΡ.ΕΝ. μαζί με δυνάμεις που αποχώρησαν από τα ΕΑΑΚ (ΑΡΑΝ) καταγράφηκαν ως Αριστερή Ενωτική Συνεργασία και συγκέντρωσαν 2,56% των ψήφων. Αθροιστικά λοιπόν, τα τέσσερα διαφορετικά «κατεβάσματα» συγκεντρώνουν 20,38%. Όμως αποκομμένα μεταξύ τους, δεν παρουσιάζουν μια ελκυστική εικόνα που να μπορεί να εμπνεύσει τους φοιτητές, να μαζικοποιήσει τις διαδικασίες των φοιτητικών συλλόγων και να οδηγήσει σε μαζικούς διεκδικητικούς αγώνες.
Παράλληλα, σημαντικό ρόλο στην κατάσταση των φοιτητικών συλλόγων παίζει η γραφειοκρατική αντιμετώπιση τους από τις παρατάξεις της Αριστεράς που έχουν καταφέρει να πάρουν την πλειοψηφία στα ΔΣ των συλλόγων. Και αυτό γιατί κατά κανόνα όλες οι αποφάσεις παίρνονται από τα ΔΣ, αντί μέσα από συνελεύσεις και διαδικασίες που να προσπαθούν να εμπλέξουν όλο και περισσότερους φοιτητές, με πραγματικό διάλογο και ζύμωση ιδεών και προτάσεων.
Λίγα λόγια για το κίνημα …
Το κίνημα ενάντια στα ιδιωτικά πανεπιστήμια, αν και δεν κατάφερε να βάλει φρένο στην υπερψήφιση του νόμου, ήταν ένα δυναμικό και μαζικό κίνημα. Απείχε σε μαζικότητα και διάρκεια από τους φοιτητικούς αγώνες του 2006 και του 2007, ωστόσο ήταν ένα από τα πιο μαζικά και δυνατά κινήματα της περιόδου που διανύουμε -μιας περιόδου ύφεσης των κινημάτων συνολικά- και οργανώθηκε από τη φοιτητική Αριστερά. Άντεξε στις πιέσεις και στην τρομοκρατία της κυβέρνησης, όμως δεν κατάφερε να ανατρέψει τα σχέδια της. Οι λόγοι για αυτό έχουν κατά κύριο λόγο να κάνουν με την απουσία συντονισμού των διαφορετικών δυνάμεων της Αριστεράς που οργάνωσαν και βγήκαν μπροστά στο κίνημα και με την απουσία ενός καλά επεξεργασμένου σχεδίου αγώνα που να στοχεύει σε κλιμάκωση μέσα από τη συγκρότηση ενός πραγματικού πανεκπαιδευτικού μετώπου αλλά και με απεύθυνση στο εργατικό κίνημα συνολικά.
Οι αδυναμίες αυτές και η ήττα του κινήματος δεν θα μπορούσαν να μην αντανακλαστούν στο αποτέλεσμα των φοιτητικών εκλογών, με αύξηση της αποχής και μια μικρή μείωση των ψήφων της φοιτητικής Αριστεράς – κυρίως της ΠΚΣ που ως μεγαλύτερη δύναμη έχει και τις μεγαλύτερες ευθύνες.
Παρά τα μεγάλα προβλήματα, τα πανεπιστήμια αποτελούν ένα προνομιακό χώρο για την Αριστερά. Αν βγουν τα σωστά συμπεράσματα και αντιστραφεί η πορεία της πολυδιάσπασης, οι δυνάμεις που υπάρχουν είναι επαρκείς για να συγκροτηθεί ένα φοιτητικό κίνημα που μπορεί να βάλει φρένο στην αντι-εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης, να γίνει εμπόδιο στις επιθέσεις που δεχόμαστε και να εμπνεύσει ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας.