Στις 7 Μαρτίου συμπληρώνονται 80 χρόνια από τη «Μάχη της Κοκκινιάς», που μαζί με το «Μπλόκο της Κοκκινιάς» (17 Αυγούστου 1944) αποτελούν κορυφαίες στιγμές της ένοπλης αντίστασης του Νικαιώτικου λαού απέναντι στους ναζί κατακτητές και τους ντόπιους συνεργάτες τους, τους ταγματασφαλίτες. Με αφορμή αυτήν την επέτειο, δημοσιεύουμε παλιότερο άρθρο του σ. Δημήτρη Πανταζόπουλου που αρχικά δημοσιεύτηκε στο Antinazi Zone.
Τη λεφτεριά δεν τη ζητάν με παρακάλια, τήνε παίρνουν,
με τα δικά τους χέρια, μοναχοί.
από το ποίημα «Λεφτεριά» του Κώστα Βάρναλη
Τα γεγονότα της «Μάχης της Κοκκινιάς» σήμερα αποκτούν ιδιαίτερη σημασία όχι ως «μνημόσυνο» των «ένδοξων στιγμών του παρελθόντος» αλλά γιατί τα ιστορικά γεγονότα αποτελούν αδιάψευστο μάρτυρα απέναντι σε αυτούς που σήμερα επιχειρούν να ξαναγράψουν την ιστορία. Δυστυχώς για τους νοσταλγούς του Χίτλερ, η ιστορία δεν παραγράφεται και όσο κι αν προσπαθούν σήμερα να σκυλεύσουν τους νεκρούς της Μάχης και του Μπλόκου της Κοκκινιάς η πραγματικότητα είναι αμείλικτη: τον Μάρτη και τον Αύγουστο του 1944 στη Νίκαια από τη μία πλευρά ήταν οι Ναζί κατακτητές και τα τάγματα ασφαλείας τα όποια οι σημερινοί φασίστες δοξάζουν και τιμούν και από την άλλη ο Νικαιώτικος λαός με μπροστάρηδες τα μέλη του ΚΚΕ, του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και της ΕΠΟΝ.
Μερικά ιστορικά στοιχεία
Μετά τη μικρασιατική καταστροφή στην περιοχή της Κοκκινιάς εγκαθίστανται πολλοί πρόσφυγες από τη Σμύρνη και τον Πόντο και αρχίζουν να δίνουν το δικό τους χαρακτήρα στη πόλη. Όπως σε όλη την Ελλάδα έτσι και στη Νίκαια οι πρόσφυγες φέρνουν έναν άλλο αέρα και στην πλειοψηφία τους εντάσσονται στο προοδευτικό κίνημα και πυκνώνουν τις γραμμές του ΚΚΕ. Ειδικά στην περιοχή της Κοκκινιάς και του Πειραιά λόγω των πολλών εργοστασίων που υπάρχουν εκεί κυριαρχεί το εργατικό στοιχείο. Οι πρόσφυγες πιάνουν δουλειά στα εργοστάσια και στο λιμάνι και οργανώνονται στα σωματεία διαδραματίζοντας ενεργό ρόλο στο συνδικαλιστικό κίνημα του μεσοπολέμου. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι πολλοί από τους διωκόμενους αγωνιστές και συνδικαλιστές από τη μεταξική δικτατορία προέρχονται από την περιοχή της Κοκκινιάς.
Από το 1941 που οι Ναζί μπαίνουν στην Αθήνα, η αντίσταση σε όλη την πόλη πυκνώνει με πολύμορφες δράσεις. Κύριος πολιτικός εκφραστής της αντίστασης είναι το ΕΑΜ. Σε όλη την πόλη εκδηλώνονται απεργίες, διαδηλώσεις και σαμποτάζ. Ταυτόχρονα το ΕΑΜ συνδέει όλες τις κινητοποιήσεις με οικονομικά αιτήματα για συσσίτια, αυξήσεις στα μεροκάματα και ενάντια στις επιστρατεύσεις και τη μεταφορά Ελλήνων στα στρατόπεδα εργασίας στη Γερμανία. Οι κατοχικές κυβερνήσεις σε αγαστή συνεργασία με τους ναζί προσπαθούν να καταπνίξουν την αντίσταση. Σε αυτό το πλαίσιο ιδρύονται και τα «τάγματα ασφαλείας» (ταγματασφαλίτες ή γερμανοτσολιάδες – λόγω της στολής τους, ή ράλληδες – λόγω της δημιουργίας τους από την κυβέρνηση του Ι. Ράλλη) που στελεχώνονται από Έλληνες συνεργάτες των ναζί με πρόσχημα την καταπολέμηση του κομμουνισμού.
Από τον Σεπτέμβρη του 1943 και μετά η αντίσταση στις πόλεις αναβαθμίζεται και παίρνει τη μορφή της ανοιχτής ένοπλης σύγκρουσης ανάμεσα στο ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και τους ναζί μέσα στις συνοικίες. Οι ταγματασφαλίτες πρωταγωνιστούν στο πλευρό των ναζί και πολλές φορές ξεπερνούν σε βιαιότητα τον γερμανικό στρατό. Οι προσφυγικές συνοικίες (Κοκκινιά, Καισαριανή, Καλογρέζα κα) και οι περιοχές όπου το εργατικό στοιχείο είναι έντονο (Παγκράτι, Περιστέρι κτλ) είναι από τις πρωτοπόρες στον αγώνα με αποτέλεσμα οι δυνάμεις κατοχής να αδυνατούν να εισέρθουν σε αυτές οργανωμένα. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι οι περισσότερες από αυτές τις γειτονιές πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος στα μπλόκα του 1944.
Ειδικά στην Κοκκινιά η συμμετοχή του πληθυσμού στην αντίσταση είναι πολύ μεγάλη. Το ΕΑΜ Κοκκινιάς ήταν η πιο ισχυρή και μαζική οργάνωση από τις 4 που διέθετε το ΕΑΜ στην περιοχή του Πειραιά ενώ από την Άνοιξη του 1943 στήθηκε στην περιοχή το παράνομο τυπογραφείο της Κοκκινιάς. Τέλος στην πόλη εδρεύει το 6ο Ανεξάρτητο Σύνταγμα του ΕΛΑΣ.
Η «Μάχη της Κοκκινιάς»
Από όλα τα παραπάνω γίνεται ξεκάθαρο γιατί οι ναζί και οι ντόπιοι συνεργάτες τους επιχείρησαν να εισβάλλουν οργανωμένα στην Κοκκινιά το Μάρτη του 1944. Για 4 μέρες, από τις 4 ως τις 7 Μάρτη, ο λαός της Νίκαιας προσπάθησε με ηρωισμό να αποκρούσει τις επιθέσεις των Ναζί και των ταγματασφαλιτών. Ακολουθεί το χρονικό της 4ήμερης μάχης από το χρονικό Μνήμης του Δήμου Νίκαιας «Το Μπλόκο της Κοκκινιάς» που δημοσιεύτηκε το 2004:
Σάββατο 4 Μάρτη 1944:
Η πόλη δέχεται πρωινή επιδρομή από δύο κατευθύνσεις. Οι επιδρομείς είναι χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες, Η πρώτη επίθεση γίνεται από τη Λεύκα με ένα καμιόνι γεμάτο χωροφύλακες που βρίσκει αμέσως αντίσταση από τις δυνάμεις του 1ου Τάγματος του 5ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ Πειραιά, οι οποίες βρίσκονται στην περιοχή και περιπολούν. Οι επιδρομείς υποχωρούν και σκορπίζονται προς τον Πειραιά.
Η δεύτερη επίθεση γίνεται από την οδό Κυδωνιών (Πέτρου Ράλλη) στο ύψος του Γ΄ Νεκροταφείου. Στην πόλη προσπαθούν να εισβάλλουν δύο καμιόνια με χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες. Αυτή η είσοδος είναι η σημαντικότερη για να εισβάλλουν οι επιδρομείς στην Κοκκινιά. Είναι η είσοδος από την Αθήνα, γεγονός που σημαίνει αυτόματα την άμεση πρόσβαση ενισχύσεων και πυρομαχικών. Επίσης, η περιοχή είναι αραιοκατοικημένη πράγμα που καθιστά ευκολότερο τον έλεγχό της από τους επιδρομείς. Αυτή η είσοδος της πόλης όμως ευνοεί και τους αμυνόμενους ΕΛΑΣίτες γιατί οι ελιγμοί τους γίνονται ευκολότεροι λόγω της αραιής κατοίκησης. Στην επιδρομή αυτή απαντά το 3ο Τάγμα του ΕΛΑΣ Κοκκινιάς, με διοικητή και καπετάνιο τον Γιάννη Πισσάνο. Οι μάχες εξαπλώνονται από το Γ΄ Νεκροταφείο μέχρι τις εργατικές πολυκατοικίες, στο σημερινό Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο της Νίκαιας. Οι επιδρομείς σκορπίζουν, κάποιοι οπισθοχωρούν προς την Αθήνα, ενώ ο κύριος όγκος τους κατευθύνεται άτακτα προς το Κουτσουκάρι, σημερινή περιοχή του Δήμου Κορυδαλλού στα όρια του Δήμου Νίκαιας κάτω από την οδό Τζουμαγιάς, την πλατεία Ελευθερίας και την οδό Ταξιαρχών.
Κατά την άτακτη φυγή τους, με 12 τραυματίες, οι ταγματασφαλίτες πυροβολούν αδιακρίτως, τρομοκρατούν, βρίζουν, λεηλατούν. Από τις αδέσποτες σφαίρες των Ταγμάτων Ασφαλείας πέφτει νεκρός ένας λούστρος και ο παλιατζής που βρίσκονταν πάντα έξω από το μπακάλικο του Λαφαζάνη στην Κυδωνιών (συμβολή Πέτρου Ράλλη και Τερψιθέας).
Το ίδιο βράδυ συγκαλείται κοινή σύσκεψη στην Κοκκινιά από στελέχη του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ και αποφασίζουν γενική επιφυλακή και ενημέρωση του λαού της πόλης. Η Κομματική Οργάνωση της Κοκκινιάς του ΚΚΕ , γραμματέας της οποίας ήταν ο Θανάσης Τάσιος, γνωστός με το ψευδώνυμο «Παράσχος», αποφασίζει να γίνει την επόμενη ημέρα συλλαλητήριο του λαού της Κοκκινιάς ενάντια στην τρομοκρατία των Ταγμάτων Ασφαλείας προς το λαό της πόλης. Στόχος ήταν να απαιτηθεί και η παροχή συσσιτίου για τα παιδιά.
Κυριακή 5 Μάρτη 1944:
Οι Κοκκινιώτες απαντούν με μεγαλειώδες συλλαλητήριο κατά της τρομοκρατίας στην πλατεία Αγίου Νικολάου και παράλληλα απαιτούν συσσίτιο για τα παιδιά.
Στο τέλος του συλλαλητηρίου η πόλη δέχεται πάλι επιδρομή από δύο κατευθύνσεις. Από τη Λεύκα, στη Θηβών, με δύο φορτηγά γεμάτα χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες. Η επιδρομή δεν βρίσκει ουσιαστική αντίσταση και καταφέρνει να φτάσει μέχρι την εκκλησία των Αγίων Αναργύρων. Εκεί τρομοκρατούν τους κατοίκους, κάνουν πλιάτσικο και συλλαμβάνουν το δημοκράτη υπαστυνόμο Νίκο Σαβαΐδη, τη γυναίκα του Άννα, που είναι δασκάλα και μέλος του ΕΑΜ, το Στέφανο Πατεράκη εργάτη από τις παράγκες της παλαιάς Κοκκινιάς και ποδοσφαιριστή της Προοδευτικής, τον δάσκαλο Γιώργο Βενέτα και τον Τσακάρα.
Η δεύτερη επίθεση γίνεται από το Γ. Νεκροταφείο με τρία καμιόνια γεμάτα γερμανοτσολιάδες. Οι μάχες εξαπλώνονται μέχρι την Παιδική Στέγη και εκεί το 3ο Τάγμα του ΕΛΑΣ Κοκκινιάς καταφέρνει να διασπάσει τους επιδρομείς. Το πρώτο φορτηγό διαφεύγει προς την παλαιά Κοκκινιά μέσω της οδού Σμύρνης, το δεύτερο προς το Κουτσουκάρι, όπου εκεί το «υποδέχονται» ΕΛΑΣίτες οπλισμένοι με χειροβομβίδες και το τρίτο φορτηγό οπισθοχωρεί προς την Αθήνα.
Όπως αναφέρει η σχετική έκθεση του 6ου ανεξάρτητου Συντάγματος του ΕΛΑΣ, την ώρα του συλλαλητηρίου μαχητές του κάνουν έρανο στην περιοχή των Άσπρων Χωμάτων για να συγκεντρώνουν τρόφιμα για τα παιδιά. Προσπαθεί να τους συλλάβει ένας χωροφύλακας ο οποίος σκοτώνεται στη μικρή ένοπλη συμπλοκή που ακολούθησε.
Ο λαός της Κοκκινιάς πανηγυρίζει που οι ΕΛΑΣίτες καταφέρνουν για δεύτερη ημέρα να αναχαιτίσουν την επίθεση των ντόπιων συνεργατών των Γερμανών. Από αυτή την επιτυχία του ΕΛΑΣ αλλά και από το μαζικό συλλαλητήριο που οργάνωσε η Κομματική Οργάνωση Κοκκινιάς του ΚΚΕ, ο διορισμένος από τον Ιωάννη Ράλλη, Δήμαρχος της Πόλης Γρηγόρης Χατζής, παραιτείται.
Δευτέρα 6 Μάρτη 1944:
Όλος ο Πειραιάς ξυπνά με μαζική πανεργατική απεργία κατά της τρομοκρατίας του λαού της Κοκκινιάς. Η συμμετοχή στην απεργία είναι απίστευτη. Νεκρώνει το λιμάνι, τα συνεργεία, τα ραφτάδικα, τα υφαντουργεία, τα σαπουνάδικα, τα λαδάδικα…σε όλο τον Πειραιά. Η απεργία αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία όχι μόνο για την αλληλεγγύη των εργατών και του λαού προς τους Κοκκινιώτες, αλλά και γιατί μπλοκάρει και σημαντικές δυνάμεις των γερμανών, των ταγμάτων Ασφαλείας και της Χωροφυλακής, στο κέντρο του Πειραιά και δεν μπορούν να εισβάλουν στην Κοκκινιά.
Η 6η Μάρτη όμως δεν θα είναι ήσυχη για την Κοκκινιά. Από νωρίς το πρωί δύο φορτηγά με ταγματασφαλίτες προσπαθούν να μπουν στην πόλη από το Γ΄ Νεκροταφείο. Τους εμποδίζουν δυνάμεις του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ και τους τρέπουν σε φυγή προς τον ελαιώνα δίπλα στο νεκροταφείο.
Σε λιγότερο από μία ώρα, από το ίδιο σημείο, η πόλη δέχεται σχεδιασμένη επιδρομή. Καταφθάνουν δέκα φορτηγά με περίπου 600 γκεσταπίτες, χωροφύλακες και ταγματασφαλίτες. Μέσω της οδού Κυδωνιών, αργά-αργά προσπαθούν να φτάσουν όσο πιο μέσα γίνεται στην Κοκκινιά. Την πρώτη αντίσταση τη συναντούν από τις ταράτσες των εργατικών πολυκατοικιών. Εκεί βρίσκεται οχυρωμένη η διμοιρία του Μιχάλη Ραφαηλάκη που η σθεναρή της άμυνα καθυστερεί σημαντικά τους επιδρομείς.
Στη συνέχεια οι φασίστες επιδρομείς δέχονται επίθεση από τη διμοιρία του «μπάρμπα-Γιώργου» (Γιώργος Κιστριάδης) στην Κυδωνιών (Πέτρου Ράλλη, στο σημείο που βρίσκεται σήμερα η ΕΥΔΑΠ).
Από τις ισχυρές επιθέσεις που δέχονται οι επιδρομείς στην Παιδική Στέγη, αναγκάζονται να σπάσουν τη φάλαγγά τους σε δύο μέρη (ό, τι ακριβώς έγινε και την προηγούμενη ημέρα). Η πρώτη φάλαγγα πάει προς το Κουτσουκάρι, όπου συνεχώς δέχεται επιθέσεις από τα στενά, από τις διμοιρίες του Κώστα Διαμαντή και του Νίκου Παπαδόπουλου. Τελικά οι φασίστες επιδρομείς σκορπίζουν σε άτακτη φυγή. Η δεύτερη φάλαγγα, που είναι πολύ μεγαλύτερη σε όγκο, οπισθοχωρεί προς την περιοχή των Άσπρων Χωμάτων. Εκεί δέχεται επιθέσεις από τις διμοιρίες του Θοδωρή Μπιζάνη και του Μιχάλη Ραφαηλάκη ο οποίος είχε μεταφερθεί εκεί από τις εργατικές πολυκατοικίες. Λίγο πιο κάτω βρίσκεται και το 1ο τάγμα του 5ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ το οποίο σταματά την επίθεση που πήγε να δεχτεί η πόλη από τη Λεύκα στη Θηβών. Κάποιοι ταγματασφαλίτες καταφέρνουν να κλειστούν στο Δημαρχείο της πόλης που τότε βρίσκονταν στη συμβολή των οδών Κονδύλη (σήμερα 7η Μάρτη 1944) και Κινικίου.
Η έκθεση του 6ου Συντάγματος του ΕΛΑΣ αναφέρει ότι ένα αυτοκίνητο με χωροφύλακες φτάνει στο Κρατικό Νοσοκομείο Σαπόρτα στην παλαιά Κοκκινιά που έχει διακομιστεί ο νεκρός χωροφύλακας από τη συμπλοκή της προηγούμενης ημέρας. Στο Νοσοκομείο Σαπόρτα οι χωροφύλακες συλλαμβάνουν κάποιους επισκέπτες και ορισμένους από το προσωπικό. Σε πεζή φάλαγγα μέσω της οδού Θηβών κατευθύνονται προς τον Πειραιά με τους αιχμαλώτους. Ξαφνικά δέχονται επίθεση από τα στενά της οδού Θηβών από το 1ο Τάγμα του ΕΛΑΣ (Σ. Κύβελος-Ν. Χιωτάκης), που ελευθερώνει τους αιχμαλώτους και τραυματίζει δέκα χωροφύλακες.
Άλλη μια επίθεση στην πόλη έχει αναχαιτιστεί. Παρά τους τραυματισμούς, τις συλλήψεις, την τρομοκρατία και το φόβο για το τι ξημερώνει την επόμενη ημέρα, ο λαός της Κοκκινιάς πανηγυρίζει. Βλέπει τα παλικάρια του ΕΛΑΣ και του ΕΑΜ να αψηφούν το θάνατο για να μην πατήσουν οι Ναζί στην Κοκκινιά.
Το βράδυ οι ΕΑΜίτες γεμίζουν την πόλη με συνθήματα στους τοίχους, ενώ τα «χωνιά» του ΕΑΜ ακούγονται σε κάθε γωνιά της πόλης.
Η μάχη της Κοκκινιάς της 7ης Μάρτη 1944:
Όλοι στην Κοκκινιά περίμεναν ποια θα είναι η απάντηση των Ναζί και των ντόπιων συνεργατών τους μετά από τρεις αποτυχημένες προσπάθειες να εισβάλουν στην πόλη.
Ο ΕΛΑΣ στην Κοκκινιά ήταν σε επιφυλακή και από πολύ αργά το βράδυ οι μαχητές του είχαν λάβει θέση μάχης και περιφρούρησης της πόλης. Η διάταξη των διμοιριών του ΕΛΑΣ ήταν σε σχήμα «Λ». Ξεκινούσαν από το Γ΄ Νεκροταφείο και έφταναν στο Κουτσουκάρι και τα Γερμανικά από τη μία πλευρά, ενώ από την άλλη ξεκινούσαν από το Γ΄ Νεκροταφείο και έφταναν στις εργατικές πολυκατοικίες, την Παιδική Στέγη και τα Άσπρα Χώματα. Η κύρια δύναμη του ΕΛΑΣ έχει οχυρωθεί στη βόρεια πλευρά από το Περιβολάκι (πλατεία Δαβάκη) και είναι το 3ο τάγμα του Γιάννη Πισσάνου. Ακριβώς πίσω από την πλατεία βρίσκεται και η κλινική του Χρυσοχέρη, στην ταράτσα της οποίας είχε στηθεί το οπλοπολυβόλο του ΕΛΑΣ με ευθύνη της διμοιρίας του Κώστα Διαμαντή.
Από τις 5:00 το πρωί υπάρχουν κινήσεις των κατακτητών γύρω από όλη την πόλη. Στις 5:45 περίπου 40 γερμανοτσολιάδες εντοπίζονται στη Θηβών στο ύψος της οδού Καραϊσκάκη. Στις 6:00 το πρωί 4 φορτηγά με Ναζί καταλαμβάνουν τις θέσεις στην πλατεία Κουτσικαρίου και δειλά-δειλά προσπαθούν να μπουν στην Κοκκινιά.
Στις 6:05 ακούγεται η σάλπιγγα του ΕΛΑΣ από το Περιβολάκι, που σημαίνει τη γενική επίθεση του λαϊκού στρατού. Σε κάθε στενό της Κοκκινιάς, γύρω από Περιβολάκι, οι μάχες είναι απερίγραπτες, πολλές φορές σώμα με σώμα. Γίνεται μάχη για την κατάληψη του κάθε δρόμου. Οι θέσεις και οι γωνιές των οικοδομικών τετραγώνων αλλάζουν συνεχώς μεταξύ επιδρομέων και μαχητών του ΕΛΑΣ.
Ο ΕΛΑΣ αρχίζει να υποχωρεί λόγω έλλειψης πυρομαχικών. Από τη μεριά του Δημαρχείου γερμανοτσολιάδες μπαίνουν στην πόλη. Τους αντιμετωπίζουν μαχητές του 3ου Τάγματος με ένα οπλοπολυβόλο και πέντε χειροβομβίδες που ρίχνει ο Στέλιος Καρδάρας και τους απωθούν πάλι πίσω. Στην διάρκεια της ΕΛΑΣίτικης επίθεσης, πίσω από τον κινηματογράφο Ορφέα, σκοτώνεται ο ταγματάρχης των γερμανοτσολιάδων Λαζάρου, 8 γερμανοτσολιάδες 3 χωροφύλακες και υπάρχουν 20 τραυματίες. Λάφυρα για τον ΕΛΑΣ μια μοτοσικλέτα και ένα πολυβόλο Τόμσον. Το 2ο Τάγμα του ΕΛΑΣ φυλάει στην οδό Καραϊσκάκη, φαίνεται όμως ότι δεν έχει πυρομαχικά να κρατήσει πολύ ακόμα. Αντέχει μέχρι τις 10:30.
Μέχρι τις 11:00, η αντίσταση του ΕΛΑΣ έχει καμφθεί. Τα πυρομαχικά είναι ελάχιστα. Οι Γερμανοί έχουν καταλάβει τις θέσεις στο περιβολάκι. Την ίδια ώρα, 15 Γερμανοί προσπαθούν να εισβάλλουν από την οδό Καραϊσκάκη οπλισμένοι με όλμους και πολυβόλα. Τους απωθεί το 2ο τάγμα με ελάχιστα πυρομαχικά. Οι πυροβολισμοί του ΕΛΑΣ είναι σποραδικοί για οικονομία πυρομαχικών αφού αυτά έχουν εξαντληθεί.
Στις 11:00 παίρνεται η απόφαση για γενική αντεπίθεση με όσα πυρομαχικά έχουν απομείνει και αν χρειαστεί ακόμα και με πέτρες ή με τα χέρια. Η αντεπίθεση έχει στόχο την πλατεία στο περιβολάκι που έχει καταληφθεί από Ναζί.
Η διμοιρία του Θοδωρή Μπιζάνη μαζί με το Στέλιο Καρδάρα επιτίθεται από την οδό Καραϊσκάκη, η διμοιρία του Μιχάλη Ραφαηλάκη από την οδό Κονδύλη, η διμοιρία του Θωμά Σεβίλια από την οδό Κυδωνιών, από τη μεριά της Λαοδίκειας, και η διμοιρία του «μπάρμπα Γιώργου» από το γήπεδο που γίνονταν η λαϊκή αγορά (πίσω από την εκκλησία της Παναγίτσας).
Γερμανοί έχουν εγκατασταθεί σε κτίριο της οδού Λαμψάκου, παρακολουθούν τη μάχη και με όλμους βάλουν συνεχώς κατά των αντεπιτιθέμενων Κοκκινιωτών.Η αντεπίθεση του ΕΛΑΣ και του λαού της Κοκκινιάς κρατά περίπου μέχρι τις 13:30. Οι Γερμανοί παρά την υπεροπλία τους και τα αρκετά πυρομαχικά αιφνιδιάζονται και σιγά-σιγά αφήνουν τις θέσεις τους. Οπισθοχωρούν συντεταγμένα προς τον Αη Γιώργη του Κορυδαλλού και τον Αη-Γιώργη της Νίκαιας. Εκεί ταμπουρώνονται μέσα στο σχολείο που υπήρχε πάνω από τον Αη-Γιώργη της Νίκαιας (στη συμβολή των οδών Γρεβενών και Ραιδεστού σήμερα).
Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ δεν έχουν καθόλου πυρομαχικά για να αντεπιτεθούν, ενώ ο ανεφοδιασμός από τις γύρω περιοχές είναι αδύνατος αφού η Κοκκινιά έχει κυκλωθεί από περίπου 1800 Ναζί.
Στις μάχες της 7ης Μάρτη σκοτώνεται και ο λοχαγός του ΕΛΑΣ Γιώργος Βογιατζής και το πτώμα του το κρεμάνε οι ταγματασφαλίτες σε ένα δέντρο στη συμβολή των οδών Ιωνία και Κασταμονής.
Η σχετική έκθεση του 6ου συντάγματος του ΕΛΑΣ αναφέρει ότι οι εισβολείς είχαν 34 νεκρούς και περισσότερους από 100 τραυματίες, ενώ ο ΕΛΑΣ έχασε 8 παλικάρια και τραυματίστηκαν 20. Η ίδια έκθεση αναφέρει ότι ο οπλισμός που διέθετε ο ΕΛΑΣ και με τον οποίο αντιστάθηκε στις μάχες ήταν 42 περίστροφα, 1 οπλοπολυβόλο με 1300 σφαίρες, 1 πολυβόλο Τόμσον με 50 φυσίγγια και 50 χειροβομβίδες.
Τετάρτη 8 Μάρτη 1944:
Όλη τη νύχτα οι Ναζί και οι ντόπιοι συνεργάτες τους είναι ταμπουρωμένοι στο σχολείο (Γρεβενών και Ραιδεστού). Περιμετρικά υπάρχουν φρουρές από Ναζί με οπλοπολυβόλα. Οι γύρω δρόμοι περιφρουρούνται από Ναζί και ταγματασφαλίτες. Όλο το βράδυ κάνουν μικρές επιδρομές στην πόλη, τρομοκρατούν και συλλαμβάνουν Κοκκινιώτες. Ψάχνουν στα σπίτια για μαχητές του ΕΛΑΣ και μέλη του ΕΑΜ.
Οι Ναζί βγάζουν τα δικά τους χωνιά και τρομοκρατούν τον κόσμο με απειλές. Προσπαθούν να στρέψουν το λαό της Κοκκινιάς κατά του ΕΛΑΣ, του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ. Φωνάζουν ότι αν δεν επιτεθεί ο ΕΛΑΣ δεν θα πειράξουν κανέναν. Δείχνουν καθαρά ότι οι ίδιοι είναι τρομοκρατημένοι.
Από νωρίς το πρωί μέσα στο σχολείο, ο Ι. Πλυντζανόπουλος φορώντας στολή έλληνα αξιωματικού διαλέγει ποιοι από τους αιχμαλώτους Κοκκινιώτες θα μεταφερθούν στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου.
Το ίδιο πρωί οι ταγματασφαλίτες εκτελούν στην πλατεία Αγίων Αναργύρων τους συλληφθέντες, από τις 5 Μάρτη 1944, υπαστυνόμο Νίκο Σαββαϊδη, το δάσκαλο Γιώργο Βενέτα, τον Δημήτρη Τσακανίκα και τον Τσακάρα.
Αργά το απόγευμα Ναζί και ταγματασφαλίτες αποχωρούν από την Κοκκινιά, μεταφέροντας 300 αιχμαλώτους Κοκκινιώτες στο Χαϊδάρι.Ο λαός της Κοκκινιάς μετά από λίγο ξεχύνεται στους αιματοβαμμένους δρόμους και τα μπαρουτοκαπνισμένα κτίρια της πόλης για να πανηγυρίσει. Πανηγυρίζει που οι επιδρομείς Ναζί και ταγματασφαλίτες δεν άντεξαν να μείνουν ούτε μια ολόκληρη ημέρα στην Κοκκινιά.
Τα «χωνιά» του ΕΑΜ πιάνουν αμέσως δουλειά, ανεβάζουν το ηθικό του λαού, ζητώντας εκδίκηση για τα 300 παλικάρια της Κοκκινιάς που πήραν οι κατακτητές στο Χαϊδάρι.
Η μάχη τη Κοκκινιάς αποτέλεσε την πρώτη μάχη που έγινε μέσα σε πόλη κατά τη διάρκεια της αντίστασης στη ναζιστική κατοχή και ήταν μια «πύρρεια νίκη» για τους ναζί και τους συνεργάτες τους οι οποίοι δε θα τολμήσουν να εισέλθουν ξανά στη συνοικία οργανωμένα παρά μόνο τον Αύγουστο του 1944 όπου ο λαός της Νικαίας θα πληρώσει ξανά βαρύ φόρο αίματος στις εκτελέσεις του «Μπλόκου της Κοκκινιάς».
Πριν κλείσουμε οφείλουμε να αναφέρουμε ένα ακόμα γεγονός που αποδεικνύει τόσο τη μεγάλη συμμετοχή του λαού της Νίκαιας στην αντίσταση όσο και το γεγονός ότι στον αντιφασιστικό αγώνα δεν χωρούσε ο ρατσισμός και οι διακρίσεις. Σημαντική συμβολή στη «μάχη της Κοκκινιάς» είχε και η αρμένικη κοινότητα της πόλης που πλήρωσε και αυτή με εκτελεσθέντες στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου την δράση της. Τι έχουν να πουν άραγε για αυτό οι οπαδοί της φυλετικής καθαρότητας;
Κλείνοντας υπογραμμίζουμε ξανά ότι τα γεγονότα του 1944 αποτελούν αγωνιστική παρακαταθήκη για τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα στη πάλη τους ενάντια στις πολιτικές που καταστρέφουν καθημερινά τη ζωή μας. Κυρίως όμως αποτελούν ατράνταχτο παράδειγμα στην πάλη εναντία στο φασισμό και τις θηριωδίες του. Τέλος οφείλουμε να τονίσουμε ότι ο αγώνας ενάντια στον φασισμό είναι και αγώνας ενάντια στη λήθη και την παραχάραξη της ιστορίας τόσο από τους καπιταλιστές όσο και από τους απογόνους των ναζί και των ταγματασφαλιτών.