Φιλοξενούμε στη στήλη «Συνεργασίες αναγνωστών, Απόψεις, Αναδημοσιεύσεις» κείμενο που έστειλε ο φίλος του Ξ, μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού «Μαρξιστική Σκέψη» Χρήστος Κεφαλής.
Ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή, ανάμεσα στη Χαμάς και το Ισραήλ, έρχεται να προστεθεί στην αλυσίδα των πολεμικών αναφλέξεων των τελευταίων χρόνων, στην Ουκρανία, το Ναγκόρνο Καραμπάχ, αλλά και στην Ερυθραία και σε άλλες περιοχές της Αφρικής που δεν τραβούν τα φώτα της δημοσιότητας. Συνολικά παρμένες, αυτές οι συνεχείς αναφλέξεις πιστοποιούν τη βαθιά κρίση, τις αντιφάσεις και τα αδιέξοδα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού, καθώς και τις προσπάθειες των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων και τοπικών αστικών τάξεων να βγουν από αυτά τα αδιέξοδα σε βάρος των μικρότερων χωρών ή των γειτόνων τους.
Η ιστορική ευθύνη για τον συγκεκριμένο πόλεμο βαραίνει εξ ολοκλήρου το Ισραήλ. Για δεκαετίες το Ισραήλ κράτησε τον παλαιστινιακό πληθυσμό της Γάζας σε μια κατάσταση πολιορκίας, με τους Παλαιστίνιους να ζουν διαρκώς μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, στερούμενοι ακόμη και τα στοιχειώδη και αντιμετωπίζοντας μια συνεχή, βάρβαρη κρατική τρομοκρατία. Ακόμη χειρότερα, το Ισραήλ ήταν αυτό που τορπίλισε την ειρηνευτική διαδικασία με τους Παλαιστίνους στη δεκαετία του 1990, όταν στις συνομιλίες στο Καμπ Ντέιβιντ το 2000 έκανε πίσω ακόμη και από τις αναιμικές εδαφικές παραχωρήσεις που το ίδιο είχε υπογράψει στις προηγούμενες συμφωνίες. Η κατάρρευση της ειρηνευτικής διαδικασίας είχε μεταξύ άλλων ως αποτέλεσμα το παραμέρισμα της «μετριοπαθούς» PLO και την άνοδο της «εξτρεμιστικής» Χαμάς. Με αυτή την έννοια, το αντιδραστικό, ακροδεξιό κατεστημένο του Ισραήλ θερίζει σήμερα τους καρπούς που το ίδιο έσπειρε, θρέφοντας επί δεκαετίες την οργή και το μίσος του παλαιστινιακού λαού.
Η αριστερά στις διάφορες αποχρώσεις της υποστήριζε πάντα την αυτοδιάθεση των Παλαιστινίων με τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους, καταγγέλλοντας τις ισραηλινές ωμότητες. Αυτό το περιστατικό ωθεί σήμερα μια μερίδα της να πάρει αντανακλαστικά μια άμεση ή έμμεση θέση υπέρ της Χαμάς, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την εξής τοποθέτηση του Ριζοσπάστη: «Κόντρα σε όσους καλούν σε “αλληλεγγύη” με το ισραηλινό κράτος – δολοφόνο, απέναντι στους διάφορους θιασώτες των “ίσων αποστάσεων” ανάμεσα στον θύτη και το θύμα, ο ελληνικός λαός, αλλά και κάθε λαός της Γης, έχει κάθε λόγο να σταθεί ακόμα πιο αποφασιστικά στο πλευρό του Παλαιστινιακού λαού και στον αγώνα του για ελεύθερη πατρίδα» («Ισραήλ-Κατεχόμενη Παλαιστίνη. Η νέα ανάφλεξη δεν είναι κεραυνός εν αιθρία», Ριζοσπάστης, 9.10.2023).
Το να παίρνει κανείς μια τέτοια θέση στην παρούσα στιγμή σημαίνει να θεωρεί αυτονόητο ότι ο πόλεμος που εξαπέλυσε η Χαμάς υπηρετεί τα συμφέροντα των Παλαιστίνιων και των άλλων λαών της περιοχής. Αυτό όμως δεν είναι καθόλου αυτονόητο· απεναντίας, μια συγκεκριμένη εξέταση θα δείξει ότι το εντελώς αντίθετο αληθεύει.
Τα τελευταία ένα-δυο χρόνια πλήθαιναν τα σημάδια στην ευρεία Μέση Ανατολή για μια νέα άνοδο των κοινωνικών κινημάτων, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια αναζωογόνηση των αραβικών επαναστάσεων. Στο Ιράν, με αφορμή τη δολοφονία της Μαχσά Αμινί, είχαμε μια συνταρακτική λαϊκή εξέγερση, που κλόνισε το σκοταδιστικό καθεστώς των μουλάδων. Στη Συρία τον Αύγουστο και το Σεπτέμβρη του 2023 ξέσπασαν μαζικές διαδηλώσεις σε πολλές πόλεις ενάντια στην αιμοσταγή δικτατορία του Άσαντ. Και στο ίδιο το Ισραήλ σε όλο το 2023 αναπτύχθηκε ένα μεγάλο, δημοκρατικό λαϊκό κίνημα, με αφορμή την αυταρχική δικαστική μεταρρύθμιση που προώθησε η κυβέρνηση Νετανιάχου.
Ο πόλεμος ενεργεί στο να στομώσει τα κοινωνικά κινήματα και να εκτρέψει τις εξελίξεις σε γεωπολιτικά κανάλια. Στο Ιράν και σε άλλες χώρες της περιοχής τα αυταρχικά καθεστώτα, εκμεταλλευόμενα το δικαιολογημένο λαϊκό μίσος ενάντια στο Ισραήλ, θα είναι σε θέση να πυροδοτήσουν τον εθνικισμό, αναβάλλοντας το ξέσπασμα των κοινωνικών συγκρούσεων. Και στο ίδιο το Ισραήλ το δημοκρατικό κίνημα της τελευταίας χρονιάς, που έφτανε ως τις απειθαρχίες σε κυβερνητικές εντολές και αποφάσεις στο στρατό και τον κρατικό μηχανισμό, θα μπει για καιρό στον πάγο.
Αυτές οι αναγκαίες συνέπειες του πολέμου πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη σε κάθε συζήτηση για το ποιοι πυροδότησαν αυτή τη στιγμή το ξέσπασμά του. Από τη μια μεριά είναι σαφές ότι η Χαμάς δεν θα μπορούσε ποτέ να οργανώσει μια τέτοιας κλίμακας επίθεση βασισμένη μόνο στις δικές της δυνάμεις. Ο εξοπλισμός, η εκπαίδευση των δυνάμεών της, κοκ, πρέπει να εμπλέκουν ξένα κράτη και δεν θα είναι καθόλου έκπληξη αν αυτά ακούν στο όνομα του Ιράν. Από την άλλη μεριά, οπωσδήποτε προκαλεί αμφιβολίες η εκτίμηση ότι η Μοσάντ, η διαβόητη υπηρεσία πληροφοριών του Ισραήλ, δεν είχε καταλάβει τίποτα και πιάστηκε στον ύπνο. Κάτι τέτοιο φαντάζει απίθανο για μια τόσο μαζικής κλίμακας επίθεση, που προϋπέθετε και μια ανάλογης κλίμακας προετοιμασία. Δεδομένου ότι ο πόλεμος απελευθερώνει την ισραηλινή κυβέρνηση από όλες τις εσωτερικές δυσχέρειες, δεν μπορεί διόλου να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να είχαν πληροφορίες για τα σχέδια της Χαμάς και να επέλεξαν (υποτιμώντας ίσως την έκταση του πλήγματος) να επιτρέψουν την εκδήλωσή τους.
Όπως και να έχει, ο πόλεμος, δεδομένης της οξείας, συντριπτικής αντίδρασης του Ισραήλ που θα ξετυλιχτεί στο επόμενο διάστημα, θα σημάνει αναπόφευκτα μια τρομακτική ανθρωπιστική καταστροφή για τους Παλαιστίνιους. Δεν είναι λιγότερο μικροί οι κίνδυνοι επέκτασης του πολέμου, με την εμπλοκή και της Χεσμπολάχ από τον Λίβανο, και πιθανά του Ιράν. Και φυσικά, πέρα από την απειλή για την παγκόσμια ειρήνη, θα είναι βαριές οι διεθνείς οικονομικές συνέπειες, με αύξηση στις τιμές των καυσίμων και μια παραπέρα πυροδότηση της ακρίβειας, αλλά και της προσφυγικής και διατροφικής κρίσης σε όλο τον κόσμο.
Μια μαρξιστική, κομμουνιστική εκτίμηση των εξελίξεων και των συνεπειών που πυροδοτεί ο πόλεμος, πρέπει προφανώς να είναι μια εκτίμηση αρχών· όχι μια συναισθηματική αντίδραση που βλέπει σε όσα συμβαίνουν τη δίκαιη τιμωρία του Ισραήλ για τα προηγούμενα εγκλήματά του. Μια βασική αρχή, την οποία τόνιζε ο Λένιν, είναι ότι ο αγώνας για την εθνική αυτοδιάθεση αποτελεί μέρος του ευρύτερου αγώνα για τη δημοκρατία (που περιλαμβάνει ως ένα πολύ ουσιαστικό στοιχείο του τη διατήρηση της ειρήνης) και πρέπει να υποτάσσεται στα συμφέροντα αυτού του αγώνα, που με τη σειρά του πρέπει να υποτάσσεται στον αγώνα για το σοσιαλισμό.
Από αυτή την άποψη, η επιχείρηση της Χαμάς δεν συμβαδίζει ούτε με την εθνική υπόθεση των Παλαιστίνιων, ούτε με τις μακροχρόνιες προοπτικές της δημοκρατίας και του σοσιαλισμού. Από τα ίδια τα χαρακτηριστικά της είναι μια επίθεση υπολογισμένη για να προκαλέσει τη μέγιστη δυνατή αντίδραση του Ισραήλ, σε μια προοπτική γενικευμένης ανάφλεξης στην περιοχή. Η εκτέλεση 280 αμάχων νέων που συμμετείχαν σε ένα φεστιβάλ μουσικής από τους μαχητές της Χαμάς δείχνει ξεκάθαρα αυτή την κατεύθυνση· μια τέτοια ενέργεια δεν μπορεί να ήταν μια πρωτοβουλία όσων πήραν μέρος στην επίθεση, αλλά μόνο αποτέλεσμα εντολής να προκληθούν οι μεγαλύτερες δυνατές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.
Δεν πρόκειται εδώ τόσο για την ηθική διάσταση του θέματος, ότι οι λαοί και τα λαϊκά κινήματα δεν μπορεί να χρησιμοποιούν το ίδιο είδος της κτηνώδους, δολοφονικής βίας με τους καταπιεστές τους, ακόμη και αν την έχουν υποστεί από αυτούς (και η επαναστατική βία, π.χ. η βία των Μπολσεβίκων τον Οκτώβρη του 1917, διαφέρει ριζικά από την τυφλή, τζιχαντιστική βία). Το κύριο σημείο είναι ότι, με δεδομένο το συσχετισμό δυνάμεων στη Μέση Ανατολή και τη διεθνή κατάσταση, ο γενικός πόλεμος στον οποίο ώθησε η Χαμάς μπορεί να οδηγήσει μόνο στην ισοπέδωση της Γάζας, με εκατόμβες θυμάτων και καθολική προσφυγιά για τον παλαιστινιακό πληθυσμό. Το αμφίβολο πλήγμα στο γόητρο του Ισραήλ και οι απώλειές του από μια χερσαία επιχείρηση δεν θα ισορροπήσουν αυτές τις συνέπειες. Μια καταστροφή των Παλαιστίνιων, μια γεωπολιτική όξυνση στην οποία λειτουργεί ως μοχλός και μια γενίκευση του χάους τοπικά και διεθνώς – να ποια είναι τα μόνα νοητά αποτελέσματα του συγκεκριμένου πολέμου.
Το να ταυτίσουμε την υπόθεση του παλαιστινιακού λαού με τον πόλεμο της Χαμάς είναι έτσι μια τυχοδιωκτική στάση. Μια τέτοια στάση, ανεξάρτητα από τους λόγους που μπορεί να υιοθετείται –από το ΚΚΕ, π.χ., γιατί στο παρελθόν αποκήρυξε τις επαναστατικές διαδικασίες στην περιοχή και από τους φιλορώσους «αριστερούς» γιατί ταυτίζουν την εξυπηρέτηση των γεωπολιτικών βλέψεων του ρωσικού ιμπεριαλισμού με τον «αντιιμπεριαλισμό»– οδηγεί σε αδιέξοδο. Μια σοβαρή αριστερή θέση θα πρέπει αντίθετα να αναζητά τους τρόπους για να κρατηθούν ζωντανές οι προοπτικές των κοινωνικών κινημάτων στις χώρες της περιοχής στη νέα, πολύ πιο σύνθετη και ταραγμένη κατάσταση.