Η συμφωνία της κυπριακής κυβέρνησης με την Τρόικα (κλείσιμο της Λαϊκής Τράπεζας, «κούρεμα» των καταθέσεων στην Τράπεζα Κύπρου, δάνειο 10 δισ. € και είσοδο της Κύπρου στον αστερισμό των Μνημονίων) ανοίγει μια εντελώς καινούργια εποχή για τον κυπριακό λαό. Μια εποχή που σηματοδοτεί το τέλος της ευημερίας που απολάμβανε τις τελευταίες δεκαετίες μετά την ανοικοδόμηση από τον πόλεμο του 74. Μια εποχή κρίσης την οποία οι Κύπριοι εργαζόμενοι και νέοι δεν έχουν ζήσει για δεκαετίες. Γιατί, αν εξαιρέσουμε την περίοδο γύρω από το πραξικόπημα και τον πόλεμο του 1974 η Κύπρος, από την ανεξαρτησία του 1960 και μετά ήταν από τις ελάχιστες χώρες του αποικιακού κόσμου που απολάμβανε μια διαρκή οικονομική ανάπτυξη. Αυτή η ανάπτυξη διακόπτεται σήμερα απότομα και δραματικά και η κυπριακή οικονομία και κοινωνία οδηγούνται κυριολεκτικά στον γκρεμό.
Δύο είναι οι λόγοι που οδηγούν την κυπριακή κοινωνία στο τραπέζι του Προκρούστη.
-
Το «κούρεμα» των καταθέσεων σημαίνει την κατάρρευση της Κύπρου σαν κέντρο χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Ο τομέας αυτός υπολογίζεται ότι συνείσφερε στην Κύπρο το 20% του ΑΕΠ της[1]. Μετά απ’ αυτό το μέτρο η κυπριακή οικονομία βρίσκεται στην πραγματικότητα σε ελεύθερη πτώση.
-
Πέρα απ’ αυτό έρχεται και το νέο δάνειο των 10 δισ. € το οποίο θα δοθεί στην Κύπρο (υποτίθεται για να… ορθοποδήσει) και θα προστεθεί στο υπάρχον χρέος. Με το υπάρχον χρέος στο 85% του ΑΕΠ, το σύνολο του χρέους υπολογίζεται να φτάσει μέχρι το τέλος του 2014 το 150%! Τα συμπεράσματα είναι απλά: η Κύπρος εισέρχεται στον κόσμο (στην κόλαση, κατ’ ακρίβεια) των Μνημονίων. Οι Έλληνες εργαζόμενοι και νέοι ξέρουμε πολύ καλά τι σημαίνει αυτό!
Γιατί οι εργαζόμενοι πληρώνουν για τους τραπεζίτες;
Κι όμως όλοι ξέρουν πως τα δεδομένα (τα ονομαστικά μεγέθη) της κυπριακής οικονομίας ήταν «καλά». Η Κύπρος μπήκε στο ευρώ το 2008 πληρώντας πλήρως τα κριτήρια του Μάαστριχτ (όσο απαράδεκτα κι αν είναι αυτά). Είχε χρέος κάτω από 60% και στον κρατικό προϋπολογισμό είχε πλεόνασμα. Καμία σχέση δηλαδή με την εικόνα των μονίμως μεγάλων ελλειμμάτων και χρέους που χαρακτήριζαν όχι μόνο την Ελλάδα αλλά και άλλες χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, με χαρακτηριστική την Ιταλία, ή ακόμα και το Βέλγιο.
Ακόμα και μετά τη διεθνή τραπεζική κρίση του 2008, όταν η κυπριακή κυβέρνηση (του ΑΚΕΛ, τότε) δανείστηκε για να σώσει τις παραπαίουσες τράπεζες, την τουριστική βιομηχανία, κοκ, αυξάνοντας με αυτό τον τρόπο το χρέος, αυτό δεν ξεπέρασε το 85% του ΑΕΠ, που παραμένει χαμηλό σε σχέση με τους μέσους όρους και της ΕΕ και του ΟΟΣΑ!
Αυτό που πληρώνει η κυπριακή οικονομία είναι την κρίση των τραπεζών της, και ειδικά της «Κύπρου» και της «Λαϊκής» – την κρίση δύο εμπορικών, ιδιωτικών τραπεζών[2].
Με ποια λογική μια ολόκληρη οικονομία/κοινωνία πληρώνει για την χρεοκοπία δύο ιδιωτικών επιχειρήσεων, αντί η κυβέρνηση να προχωρήσει στην εθνικοποίηση των δύο τραπεζών με μοναδική υποχρέωση να διασωθούν οι καταθέσεις των 100.000 κατά άτομο; Με ποια λογική η κυπριακή κοινωνία συνθλίβεται για να παραχωρηθούν τα λεφτά που χρειάζεται η Κύπρου για να παραμείνει μια ιδιωτική τράπεζα που να συνεχίσει να κυριαρχεί στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα και να λειτουργεί με τα ίδια ακριβώς κριτήρια όπως παλιά;
Η απάντηση είναι πολύ καθαρή: με τη λογική της εξυπηρέτησης των συμφερόντων του κεφαλαίου. Πρόκειται για μια σαφή πολιτική επιλογή από μια κυβέρνηση που υπάρχει για να υπηρετεί τα συμφέροντα της κυπριακής άρχουσας τάξης και τις σχέσεις που έχει αναπτύξει με το ευρωπαϊκό και διεθνές κατεστημένο, και όχι τα συμφέροντα των λαϊκών στρωμάτων.
Υπάρχει άλλος δρόμος
Οι θέσεις της κυπριακής πολιτικής ηγεσίας ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος αποτελούν ένα ψέμα!
Υπάρχει άλλος δρόμος κι αυτός και είναι η
-
εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος,
-
η άρνηση αποπληρωμής του χρέους,
-
η σύγκρουση με την ευρωζώνη που αναπόφευκτα σημαίνει και την έξοδο από το ευρώ αν αυτή η σύγκρουση περιοριστεί σε εθνικό επίπεδο,
-
η εθνικοποίηση των βασικών τομέων της οικονομίας,
-
ο δημοκρατικός σχεδιασμός της οικονομίας για τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, κάτω από κοινωνικό και εργατικό έλεγχο και διαχείριση,
-
η κοινή πάλη με τους ευρωπαίους εργαζόμενους για μια άλλη «ένωση» για μια σοσιαλιστική ομοσπονδία των λαών και των εργαζομένων της Ευρώπης, σε δημοκρατική, εθελοντική και ισότιμη βάση (δείτε σχετικά άρθρα στο site του «Ξ» www.xekinima.org).
Αυτός είναι ο δρόμος της Αριστεράς! Ή για να είμαστε ακριβείς, αυτός θα έπρεπε να είναι ο δρόμος της Αριστεράς! Γιατί η Αριστερά στην Κύπρο είχε κάθε δυνατότητα να προσφέρει αυτή τη διέξοδο, γιατί ήταν στην κυβέρνηση της Κύπρου για τα τελευταία 5 χρόνια. Όμως δεν έκανε τίποτα από τα πιο πάνω. Αντίθετα απέτυχε παταγωδώς κι έτσι άνοιξε το δρόμο στη νίκη του Αναστασιάδη. Μιλάμε βέβαια για το ΑΚΕΛ, του οποίου οι ευθύνες για την τωρινή κρίση είναι ανυπολόγιστες!
Από το ΟΧΙ στο ΝΑΙ
Το «όχι» της κυπριακής Βουλής της Τρίτης 19/3, χωρίς καμιά αμφιβολία γέμισε τον ελληνικό λαό με περηφάνια. Κι όχι μόνο: δεκάδες εκατομμύρια εργαζομένων σε όλη την Ευρώπη, αλλά και διεθνώς, ένοιωσαν μια έντονη αλληλεγγύη: επιτέλους, κάποιος έλεγε στα κοράκια της ΕΕ «όχι». Όμως αυτό δεν κράτησε πολύ. την υπερηφάνεια και την αλληλεγγύη ακολούθησε σύντομα η απογοήτευση: η βουλή της Παρασκευής 22/3 είπε, εμμέσως πλην σαφώς, «ναι» στην υποταγή στην Τρόικα.
Αυτό το «ναι» όμως δεν το είπε ο κυπριακός λαός, το είπε η κυπριακή βουλή! Κάθε μέρα που περνάει θα μεγαλώνει η οργή στην κυπριακή κοινωνία καθώς οι εργαζόμενοι θα ανακαλύπτουν την παγίδα στην οποία τους έχουν ρίξει. Στη συνείδηση των λαϊκών στρωμάτων το «όχι» θα ενισχύεται στις μέρες που έρχονται. Το αν θα μπορέσει να ανατρέψει το «ναι» των βουλευτών και της κυβέρνησης είναι σίγουρα πολύ δύσκολο, κάτι όμως θα δείξει ο χρόνος.
Δεν έπρεπε να εκπλήξει
Το τελικό «ναι» της κυπριακής βουλής δεν θα έπρεπε στην πραγματικότητα να προκαλέσει έκπληξη (ειδικά στην Αριστερά, η οποία στηρίζεται στην ταξική ανάλυση). Κι αυτό γιατί δεν υπήρχε περίπτωση οι Κύπριοι βουλευτές να βάλουν τα συμφέροντα των εργαζομένων και του λαού πάνω από το σύστημα το οποίο είναι ταγμένοι να υπηρετήσουν, δηλαδή τον καπιταλισμό.
Η σύνθεση της Κυπριακής βουλής αποτελείται στη μεγάλη πλειοψηφία της από ανθρώπους του κεφαλαίου: της Δεξιάς (ΔΗΣΥ) και της κεντροδεξιάς (ΔΗΚΟ). Αυτοί συμπληρώνονται από μερικούς πρώην Σοσιαλιστές και νυν σοσια-ληστές και εθνικιστές (ΕΔΕΚ, αντίστοιχη του ΠΑΣΟΚ).
Η Αριστερά (ΑΚΕΛ) είναι ισχυρή, με πάνω από 30%, μόνο που είναι μια Αριστερά ευνουχισμένη και ανίκανη να αντιταχθεί πόσο μάλλον να ανατρέψει τις πολιτικές που υπηρετούν το κεφάλαιο. Υπάρχει τίποτα χαρακτηριστικότερο από το γεγονός ότι στην κρίσιμη συνεδρίαση της Βουλής της 22ας Μάρτη, οι βουλευτές του ΑΚΕΛ ψήφισαν… αποχή(!!!) για να μην υποσκάψουν, είπανε, την «εθνική ενότητα» και τον πρόεδρο Αναστασιάδη στις μάχες που δίνει;(!!!)
Το «όχι» του λαού και το «όχι» του κεφαλαίου
Το «όχι» των Κυπρίων βουλευτών αντανακλούσε μια σειρά από παράγοντες. Ένας απ’ αυτούς είναι ασφαλώς η ανησυχία τους για τις λαϊκές αντιδράσεις και ο φόβος μην έχουν την τύχη των κομμάτων της Τρόικας στην Ελλάδα, την Ιταλία κλπ. Ένας δεύτερος ήταν το γεγονός ότι η κυπριακή άρχουσα τάξη είχε αρκετή αυτοπεποίθηση από μια διαχρονικά επιτυχημένη «ανεξάρτητη» πορεία και ειδικές σχέσεις με τη Βρετανία, τον αραβικό κόσμο, τα ρωσικά κεφάλαια, κοκ, πέρα από την ΕΕ. Τέλος, όμως, και το γεγονός ότι το «κούρεμα» της Τρόικας, δεν έκοβε τόσο τις καταθέσεις των λαϊκών στρωμάτων όσο κτυπούσε το ίδιο το κυπριακό κεφάλαιο και τους διεθνείς συνεταίρους του, την τάξη δηλαδή που η πλειοψηφία του κυπριακού κοινοβουλίου εκπροσωπεί.
Όταν στη διάρκεια της προηγούμενης διετίας το ΑΚΕΛ εφάρμοζε πολιτικές λιτότητας, μειώνοντας τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων κατά 15% και εκτινάσσοντας την ανεργία στο 14%, οι βουλευτές του ΔΗΣΥ, του ΔΗΚΟ και της ΕΔΕΚ, λέγανε «κόψτε κι άλλο», «ιδιωτικοποιείστε τα πάντα»! Έτσι, τα περί κοινωνική ευαισθησίας των κομμάτων του κεφαλαίου και τα περί «κατανόησης» και «στεναχώριας» για τα βάσανα των λαϊκών στρωμάτων, κλπ… καλύτερα να λείπουν.
Το κούρεμα των καταθέσεων πάνω από 100.000 κτυπούσε το μεγάλο κεφάλαιο – είτε αυτό ήταν κυπριακό, είτε ρωσικό, είτε βρετανικό, κλπ. Κάτι που σήμαινε πως την επόμενη κιόλας μέρα της εφαρμογής των μέτρων της Τρόικας θα ξεκινούσε η φυγή των κεφαλαίων – ξένων και κυπριακών.
Αυτό θα οδηγούσε το μοντέλο του τεράστιου τραπεζικού τομέα και της παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, που αντιπροσωπεύει το 20% περίπου του ΑΕΠ του νησιού, σε πλήρη κατάρρευση. Αυτό ήταν που πάνω απ’ όλα δημιουργούσε πανικό στους εκπροσώπους του ντόπιου και ξένου κεφαλαίου – την πλειοψηφία δηλαδή της κυπριακής βουλής.
Η κυπριακή βουλή δεν είχε στην πραγματικότητα καμία εναλλακτική πρόταση απέναντι στην Τρόικα. Δοκίμασε να πιέσει λέγοντας «όχι» και στέλνοντας τον υπουργό οικονομικών (Σαρρή) στη Ρωσία για να διερευνήσει τις προθέσεις του ρωσικού κεφαλαίου. Το αποτέλεσμα ήταν μηδέν στο πηλίκο.
Η ρωσική άρνηση και το τέλος της «διαπραγμάτευσης»
Από τη στιγμή που η ρωσική κυβέρνηση αρνήθηκε (όπως ήταν αναμενόμενο) να «διασώσει» την Κύπρο, η κυπριακή κυβέρνηση είχε μόνο δύο επιλογές: είτε να υποταχτεί στην Τρόικα είτε να αποχωρήσει από το ευρώ. Τρίτη λύση δεν υπήρχε.
Η κυπριακή κυβέρνηση όμως δεν ήταν διατεθειμένη να αποχωρήσει από το ευρώ. Έμμεσα, δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι εξέταζε το ενδεχόμενο αυτό, πράγμα που ενισχύθηκε από το «άνοιγμα» (επίσκεψη Σαρρή) προς τη Μόσχα. Στην πραγματικότητα η στάση της ισοδυναμούσε με μία μπλόφα (συνειδητή ή ασυνείδητη δεν έχει πολλή σημασία). Η κυπριακή πολιτική ηγεσία χρησιμοποίησε την «απειλή» της εξόδου από το € (έμμεσα, παρότι σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες των ΜΜΕ ο Σαρρής απείλησε και άμεσα) για να αποσπάσει κάποιες υποχωρήσεις από την πλευρά της Τρόικας. Το χρησιμοποίησε δηλαδή σαν διαπραγματευτικό χαρτί, πράγμα που παρέσυρε την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να δηλώσει με έπαρση: να, έτσι γίνεται η πραγματική διαπραγμάτευση. Η Τρόικα όμως ήταν ανυποχώρητη κι έδειξε στην Κύπρο «την πόρτα». Η μπλόφα δεν έπιασε.
Η πιο πάνω εικόνα θέτει με οξύτητα δύο ερωτήματα που αφορούν την Αριστερά.
Το ένα έχει σχέση με την άποψη ενός μέρους της Αριστεράς, ότι μπορεί να πιέσει και να επιβάλει πιο ουσιαστικές διαπραγματεύσεις με την Τρόικα. Το δεύτερο με την άποψη ότι θα μπορούσε η Κύπρος (και η Ελλάδα, την προηγούμενη περίοδο) να στηριχτεί στη Ρωσία για να «σωθεί».[3]
Η χρεοκοπία της ιδέας της «πραγματικής διαπραγμάτευσης» με την Τρόικα
Το πρώτο «ερώτημα» απευθύνεται στο πλειοψηφικό ρεύμα στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, που όταν η βουλή ψήφισε «όχι» ο ΣΥΡΙΖΑ χαρακτήρισε την απόφασή τους σαν «πραγματική διαπραγμάτευση» – μη φανταζόμενη προφανώς πως μέσα σε μερικές μόνο μέρες η κυπριακή βουλή θα έκανε κωλοτούμπα και το ΑΚΕΛ θα… απείχε για να στηρίξει (άκουσον, άκουσον!) τον αγώνα του προέδρου…
Και ναι μεν είναι αλήθεια ότι μέχρι αυτή τη στιγμή, στη διάρκεια των τελευταίων 3 χρόνων, καμία από τις άρχουσες τάξεις των άλλων χωρών που είναι αντιμέτωπες με την κρίση του χρέους δεν «φώναξε» και δεν «κλώτσησε» περισσότερο από την κυπριακή, όμως η Αριστερά οφείλει να «βλέπει» πιο μακριά!
Απ’ αυτό το αποτέλεσμα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε, και οφείλει, να βγάλει ένα απλό και καθαρό συμπέρασμα, ότι: διαπραγμάτευση με την Τρόικα δεν μπορεί να υπάρξει. Όταν αρνηθείς να κάνεις αυτά που ζητούν θα σε πετάξουν εκτός ευρώ. Κι επομένως η άποψη ότι μπορείς να αρνηθείς να εφαρμόσεις αντιλαϊκές πολιτικές και την ίδια στιγμή να παραμείνεις στο ευρώ, που αποτελεί τη βασική γραμμή στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί αυταπάτη!
Η χρεοκοπία της «στροφής στη Ρωσία»
Το δεύτερο «ερώτημα» απευθύνεται στην Αριστερά που θεωρεί ότι πρέπει να υπάρξει φιλο-ρωσική στροφή στην πολιτική και της Ελλάδας και της Κύπρου. Κι εδώ έχουμε μεγάλες αυταπάτες…
Και πρόκειται για αυταπάτες, γιατί, κατ’ αρχήν, τα ρωσικά κεφάλαια δεν είναι ούτε πιο όμορφα, ούτε πιο καλοσυνάτα ούτε πιο χριστιανικά από τα άλλα. Είναι κεφάλαια, και αν δεν κοιτάνε τα κέρδη τους θα εξαλειφθούν –θα πάψουν να υπάρχουν ως κεφάλαια. Επομένως αν η Ρωσία είχε διαθέσιμα πολλά δισ. €, αρκετά για να «διασώσουν» την Κύπρο, γιατί να τα «επενδύσει» στην Κύπρο κι όχι κάπου αλλού, προπάντων αν η παρέμβαση στην Κύπρο τη φέρνει σε σύγκρουση με τους πιο σημαντικούς οικονομικούς και εμπορικούς εταίρους της όπως είναι για παράδειγμα η Γερμανία; Ακόμα, αν «έρθουν οι Ρώσοι» στην Κύπρο θα το κάνουν για τη ψυχή της μάνας τους, ή για να «υποτάξουν» με το δικό τους τρόπο το νησί; Υπάρχει κάτι πιο… ευσπλαχνικό στον ρωσικό νέο-αποικισμό από τον Γερμανικό η ευρωπαϊκό νεο-αποικισμό; Τέλος και σημαντικότερο, από πότε η Αριστερά αναζητεί «προστάτες» σε άρχουσες τάξεις άλλων χωρών επειδή αυτές μπορεί να έχουν αντικρουόμενα συμφέροντα με άλλα τμήματα του διεθνούς κεφαλαίου;
Το να ζητά η Αριστερά στροφή στη ρωσική άρχουσα τάξη σημαίνει, αντικειμενικά, εκτός από όλα τα πιο πάνω, ότι εγκαταλείπει την εθνικοποίηση/κοινωνικοποίηση των τραπεζών και των στρατηγικών τομέων της οικονομίας, εγκαταλείπει τη διαγραφή του χρέους, καθώς και κάθε σκέψη για το σχεδιασμό της οικονομίας και τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Γιατί «στροφή στη Ρωσία», δηλαδή στα ρωσικά κεφάλαια και το κράτος τους, σημαίνει εξ ορισμού άρνηση όλων των πιο πάνω, άρνηση της σοσιαλιστικής προοπτικής.
Η Αριστερά που προτείνει στροφή στη Ρωσία, είτε το αναγνωρίζει ανοιχτά είτε όχι, αντιλαμβάνεται αυτή τη στροφή μέσα στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος. Έχει η ίδια δηλαδή απεμπολήσει την έξοδο από τον καπιταλισμό και τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό σαν το μόνο τρόπο να σωθεί η οικονομία, η κοινωνία, η ζωή και η αξιοπρέπεια των εργαζομένων.
Το κυπριακό εργατικό κίνημα όπως και το ελληνικό, όπως οι εργαζόμενοι όλου του Νότου έχουν μόνο ένα δρόμο για τη λύση των προβλημάτων τους: την πάλη για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να ξεφύγουν από τη βαρβαρότητα του καπιταλιστικού συστήματος.
Κι έχουν μόνο ένα σύμμαχο: τους εργαζόμενους των άλλων χωρών που υποφέρουν με παρόμοιο τρόπο. Αυτός είναι ο δύσκολος δρόμος. Όμως δεν υπάρχει άλλος.
_________________________
[1] Το σύνολο των καταθέσεων στις κυπριακές τράπεζες πλησιάζει τα 70 δισ. ευρώ, ενώ το ενεργητικό είναι γύρω στα 120 δισ. €. Με το ΑΕΠ της χώρας στα 18 δισ. ευρώ, βλέπουμε ότι το μέγεθος του τραπεζικού τομέα είναι 7 περίπου φορές το μέγεθος του ΑΕΠ. Επομένως είναι τεράστιο και οι ζημιές αυτού του τομέα, ακόμα και αν είναι μόνο στο ύψος του 10-15% του μεγέθους του, αρκετές για να οδηγήσουν την οικονομία συνολικά στην κατάρρευση και στη χρεοκοπία.
[2] Σημ: η Τράπεζα Κύπρου δεν είναι η κεντρική τράπεζα του συστήματος, όπως εδώ είναι η Τράπεζα της Ελλάδος. Η αντίστοιχη της «Τράπεζας της Ελλάδος» στην Κύπρο ονομάζεται «Κεντρική Τράπεζα»
[3] Δείτε για παράδειγμα, άρθρο του Γιώργου Δελαστίκ στο ΕΘΝΟΣ, 29/03/2013.