Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει οργιστεί, να μην έχει σφιχτεί το στομάχι του, ακούγοντας όσα καταγγέλλονται για την «Κιβωτό του Κόσμου».
Ένα σκάνδαλο που χωράει πολλά σκάνδαλα
Οι καταγγελίες αφορούν και σε σεξουαλική κακοποίηση και σε σωματική, κάνουν λόγο για περιστατικά εγκλεισμού και διακοπής επικοινωνίας με συγγενικά πρόσωπα των παιδιών, για καταναγκαστική εργασία, με το ίδρυμα να κατακρατάει όλα τα λεφτά τους, για στέρηση φαγητού, νερού και καθαρών ρούχων, για αιφνιδιαστικές και υποχρεωτικές μετακινήσεις από μία δομή της «Κιβωτού» σε άλλη, κ.α. Όσοι/ες έχουν βρει το θάρρος να μιλήσουν αυτές τις μέρες, αναφέρονται σε συμπεριφορές σαδιστικές και εξαιρετικά βάναυσες που κανένας άνθρωπος δεν αξίζει να βιώσει, πόσο μάλλον ένα παιδί ήδη ταλαιπωρημένο ή/και κακοποιημένο.
Παράλληλα ξεκίνησε και έρευνα για τα οικονομικά της δομής και τα περιουσιακά στοιχεία του επικεφαλής της «Κιβωτού του Κόσμου», στενών συγγενών του και τρίτων προσώπων τα οποία συμμετέχουν στη διαχείριση των οικονομικών της δομής, καθώς όλα δείχνουν πως υπήρχε εκτεταμένη κατάχρηση.
Καταγγελίες «ξεχασμένες» σε συρτάρια
Η «Κιβωτός του Κόσμου» ιδρύθηκε το 1988 και σήμερα έχει φτάσει να φιλοξενεί 136 ανήλικους/ες από 5 έως 18 ετών σε συνολικά έξι κλειστές δομές φιλοξενίας, οι οποίες βρίσκονται στον Πειραιά, στην Άνοιξη Αττικής, στον Βόλο, στη Χίο, στην Ήπειρο και στην Καλαμάτα – που λειτουργεί από το 2021 χωρίς τις απαραίτητες άδειες.
Για πολύ κόσμο αυτές οι καταγγελίες προκάλεσαν ειλικρινές σοκ και στενοχώρια, ενώ ένα κομμάτι αυτού του κόσμου αρνείται τις καταγγελίες και στηρίζεται στο γεγονός πως δεν γίνεται 24 χρόνια τώρα να μην έχει ακουστεί τίποτα.
Και όμως, το 2015 σύμφωνα με ρεπορτάζ, πρώην εθελόντρια παιδαγωγός στη δομή των Ιωαννίνων είχε καταγγείλει στην αστυνομία ξυλοδαρμούς παιδιών αλλά και ενός βρέφους (!), με την αστυνομία να κάνει έφοδο στη δομή, παρουσία εισαγγελέα και να παίρνει καταθέσεις από τα παιδιά. Μάλιστα, οι αστυνομικοί είπαν στην καταγγέλλουσα πως αυτά που είπαν τα παιδιά, ήταν τρομερά μπροστά σε αυτά που είχε πει η ίδια. Η υπόθεση όμως πάγωσε και δεν προχώρησε ποτέ.
Αντίστοιχα τον περασμένο Αύγουστο, εργαζόμενος στη δομή του Βόλου έκανε καταγγελία στην αστυνομία για ξυλοδαρμούς στη δομή. Μέχρι σήμερα, τα πιο γρήγορα αντανακλαστικά τα είχαν οι υπεύθυνοι της δομής που απέλυσαν τον καταγγέλλοντα, ενώ η υπόθεση δεν φάνηκε να προχωράει περαιτέρω.
Παράλληλα, πολλοί/ες που σήμερα μιλάνε για όσα βίωσαν στις δομές της «Κιβωτού», αναφέρονται και σε απόπειρές τους να μιλήσουν στους υπεύθυνους των δομών για όσα τους συνέβαιναν, οι οποίοι τους αντιμετώπιζαν με αδιαφορία, σε απειλές πως αν μιλήσουν «θα πεθάνουν» αλλά και σε σχέσεις εξάρτησης που έχτιζαν μεθοδικά και συνειδητά οι υπεύθυνοι, έτσι ώστε και μετά την ενηλικίωση τους τα παιδιά, να μην μπορούν να υψώσουν το ανάστημά τους απέναντι τους.
«Κίτρινες» ειδήσεις που καλύπτουν τις ευθύνες
Λίγο πριν ξεσπάσει η υπόθεση της «Κιβωτού», είχε γίνει γνωστός ο βιασμός ανήλικων παιδιών από έναν άλλον ανήλικο στο νοσοκομείο «Αγλαΐα Κυριακού». Αναδεικνύοντας πως σήμερα, 37 παιδιά που έχουν απομακρυνθεί από τα σπίτια τους με εισαγγελική απόφαση, είναι παρατημένα στο «Αγλαΐα Κυριακού» γιατί δεν υπάρχει δομή να τα φιλοξενήσει.
Οι υποθέσεις αυτές καλύφθηκαν/καλύπτονται από τα ΜΜΕ με έμφαση στις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες των κακοποιήσεων, αποφεύγοντας την ουσία της συζήτησης: ποιος είναι ο υπεύθυνος που υπάρχουν σήμερα ιδρύματα-κολαστήρια, δομές που κακοποιούνται ανήλικοι;
Ιδρύματα χωρίς σχέδιο και υποχρεώσεις
Μέχρι πολύ πρόσφατα, δεν υπήρχε καμία επίσημη καταγραφή για το πόσα ιδρύματα για ανήλικους λειτουργούν στη χώρα, πόσο μάλλον για το πώς λειτουργούν. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, σήμερα λειτουργούν στην Ελλάδα περίπου 100 ιδρύματα, κρατικά και ιδιωτικά, που φιλοξενούν περίπου 1.400 παιδιά.
Δεν υπάρχει συγκεκριμένο σχέδιο ή πρόταση από το Κράτος για το πώς πρέπει να λειτουργούν, πχ με ποιες εκπαιδευτικές μεθόδους, εάν θα είναι «κλειστού» (ιδρύματα που δεν στοχεύουν στο χτίσιμο σχέσης με τους παιδαγωγούς και τους φροντιστές και όπου συχνά πραγματοποιούνται όλες οι εκπαιδευτικές δραστηριότητες στο εσωτερικό τους) ή «οικογενειακού τύπου» (λιγότερα παιδιά σε σπιτάκια με μία/έναν εργαζόμενη/ο στον ρόλο φροντίδας και διαπαιδαγώγησης), οπότε το κάθε ίδρυμα λειτουργεί όπως επιλέξει. Η πλειοψηφία των δομών λειτουργεί με εργαζόμενους χωρίς εξειδίκευση και χωρίς να εφαρμόζουν συγκεκριμένες εκπαιδευτικές μεθόδους, αλλά βασίζονται πάνω στις γνώσεις και τις προσωπικές επιλογές του/της εκάστοτε εργαζόμενου/ης και διευθυντή.
Τα ιδρύματα δεν είναι καν υποχρεωμένα να έχουν παιδοψυχιάτρους, παιδοψυχολόγους, φροντίστριες και φροντιστές κατάλληλα εκπαιδευμένους, παρά μόνο κοινωνικούς λειτουργούς, μετά από πιέσεις του Συνδέσμου Κοινωνικών Λειτουργών.
Στην πραγματικότητα, δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι με τη σημερινή νομοθεσία, το μόνο που χρειάζεται για να ιδρύσει κάποιος ένα ίδρυμα για παιδιά είναι άλλα 19 άτομα για να στελεχώσει το Διοικητικό Συμβούλιο, ένα πρώτο κεφάλαιο και υπομονή ώστε να τρέξει τα διάφορα γραφειοκρατικά ζητήματα.
Αντίστοιχα στα κρατικά ιδρύματα, οι διευθυντές δεν επιλέγονται με κριτήρια γνώσης και ειδίκευσης στα ζητήματα φροντίδας ανηλίκων, αλλά από την εκάστοτε Κυβέρνηση με πολιτικά κριτήρια.
Ιδρύματα που κανείς δεν ελέγχει
Έτσι, καταλήγουμε να υπάρχουν δομές ανηλίκων για τις οποίες το Κράτος γνωρίζει ελάχιστα για το πώς λειτουργούν ενώ παράλληλα δεν γίνεται κανένας ουσιαστικός έλεγχος. Θεωρητικά οι έλεγχοι είναι αρμοδιότητα της εκάστοτε Περιφέρειας που οφείλει να συστήσει το Σώμα Κοινωνικών Συμβούλων. Αυτό που συμβαίνει στην πράξη είναι ότι είτε αυτό το Σώμα δεν συστήνεται ποτέ, είτε ότι οι κοινωνικοί σύμβουλοι είναι λιγότεροι από τις ανάγκες και συχνά χωρίς τις απαραίτητες γνώσεις για να κάνουν σωστά και επαρκείς ελέγχους στα ιδρύματα. Και φυσικά, για οικονομικούς ελέγχους δεν γίνεται καν λόγος.
Σε νόμο του 2021 για την παιδική κακοποίηση, προβλέπεται πως κάθε δομή ανηλίκων είναι υποχρεωμένη να ορίσει έναν εργαζόμενο «Υπεύθυνο Προστασίας Ανηλίκων», υπεύθυνο για τα ενδεχόμενα περιστατικά παιδικής κακοποίησης. Την επιλογή του εργαζομένου την κάνει ο διευθυντής του ιδρύματος.
Αν δούμε το παράδειγμα της «Κιβωτού», όπου οι καταγγελίες για παιδική κακοποίηση αφορούν και τα «μεγάλα κεφάλια» του ιδρύματος, καταλαβαίνουμε πως όταν ο υπεύθυνος να ελέγχει ένα ίδρυμα είναι εργαζόμενος του ιδρύματος, στην πραγματικότητα καλείται να καταγγείλει τους εργοδότες του, κάτι που είναι δύσκολο να συμβεί. Παράλληλα, ακόμα και στις περιπτώσεις που θέλει να κάνει σωστά τη δουλειά του, το να είναι μόλις ένα άτομο σημαίνει πως δύσκολα θα μπορεί να αντεπεξέλθει σε όλες τις ανάγκες του πόστου του.
Η «Κιβωτός» είναι ο κανόνας
Το χειρότερο στην όλη ιστορία είναι πως η «Κιβωτός» δεν αποτελεί μια τραγική εξαίρεση σε έναν καλό κανόνα, αλλά μάλλον το αντίθετο.
Θυμόμαστε την υπόθεση Λαλαούνη, που ήταν πρόεδρος και διευθυντής του ιδρύματος «Παιδικό Σπίτι στον Πειραιά» και που επί 35 χρόνια βίαζε και ασελγούσε σε παιδιά. Θυμόμαστε το Παπάφειο στη Θεσσαλονίκη, πρόεδρος του οποίου είναι ο μητροπολίτης Άνθιμος, όπου το 2012 ένα 7χρονο αγόρι βιάστηκε από έναν μεγαλύτερο τρόφιμο, περιστατικό που το ίδρυμα «κουκούλωσε».
Σύμφωνα με τη Unicef και διεθνείς στατιστικές, ένα παιδί σε ίδρυμα, έχει περίπου 85% πιθανότητες να κακοποιηθεί σωματικά και 30% να κακοποιηθεί σεξουαλικά μόνο και μόνο από κάποιο άλλο παιδί. Τα στατιστικά μόνο να χειροτερεύσουν μπορούν αν συμπεριλάβουμε και τις πιθανότητες κακοποίησης από κάποιον εργαζόμενο/υπεύθυνο της δομής…
Η φροντίδα των ευάλωτων παιδιών πρέπει να γίνει υπόθεση του Κράτους!
Η φροντίδα των παιδιών δεν μπορεί να είναι ούτε υπόθεση του καθένα που αποφασίζει να ιδρύσει μία «Αστική – Μη κερδοσκοπική Εταιρεία», που το πιο πιθανό είναι να το κάνει για προσωπικά οφέλη, ούτε φυσικά από την Εκκλησία, που έχει να επιδείξει μία μακρά λίστα περιστατικών παιδικών κακοποιήσεων και βιασμών.
Η φροντίδα των παιδιών πρέπει να γίνεται από το κράτος και την κοινωνία και να γίνεται σωστά! Με ιδρύματα κρατικά, εξοπλισμένα με επαρκές και σωστά εκπαιδευμένο προσωπικό: παιδοψυχιάτρους, ψυχολόγους (για τα παιδιά και το προσωπικό), κοινωνικούς λειτουργούς, παιδαγωγούς, νοσηλευτές/τριες κλπ.
Άνθρωποι χωρίς συγκεκριμένη σχετική εκπαίδευση δεν πρέπει να έχουν θέση στα ιδρύματα αυτά. Να συνταχτεί και να εφαρμοστεί συγκεκριμένο πλάνο εκπαίδευσης και φροντίδας των παιδιών, πάνω στο οποίο θα είναι εκπαιδευμένοι και θα συνεχίσουν να εκπαιδεύονται οι εργαζόμενοι.
Να υπάρχει επαρκής χρηματοδότηση που να καλύπτει τις λειτουργικές ανάγκες των ιδρυμάτων και των παιδιών και διαφάνεια στα οικονομικά της κάθε δομής.
Να υπάρχει ουσιαστικός έλεγχος στη λειτουργία των δομών από εξειδικευμένο προσωπικό εκτός των δομών, ώστε να μην υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων.
Την τελευταία περίοδο η Κυβέρνηση φαίνεται να στρέφεται και να δίνει έμφαση στην αναδοχή παιδιών, επικαλούμενη την ανάγκη «αποϊδρυματοποίησης». Φυσικά, το να μεγαλώνουν παιδιά σε σπίτια αντί για ιδρύματα όπως και το να είναι η παραμονή των παιδιών σε δομές μικρή σε διάρκεια και τα παιδιά να φιλοξενούνται σε σπίτια είναι εξαιρετικά σημαντικό. Δεν μπορεί όμως να γίνεται βεβιασμένα, όπως γίνεται στην πλειοψηφία των περιπτώσεων το τελευταίο διάστημα και χωρίς συγκεκριμένο και καλά μελετημένο σχέδιο, ώστε όλες οι πλευρές να είναι σωστά προετοιμασμένες και εκπαιδευμένες, έτσι ώστε να μην καταλήξουμε σε νέες τραυματικές εμπειρίες για τα παιδιά (πχ να καταλήξουν σε ακατάλληλες οικογένειες, να «επιστραφούν» στα ιδρύματα κλπ).
Η φροντίδα και η προστασία των παιδιών και ειδικά των πιο ευάλωτων, να γίνει υπόθεση όχι μόνο του Κράτους, αλλά και της Κοινωνίας, παλεύοντας και διεκδικώντας αρχικά καλύτερες συνθήκες ζωής για τα παιδιά στα ιδρύματα αλλά και τελικά, καλύτερες συνθήκες ζωής για όλα τα παιδιά που κινδυνεύουν από τη φτώχεια, τις ανισότητες και τις διακρίσεις που γεννά το καπιταλιστικό σύστημα.
Πηγές:
Πολλά από τα στοιχεία δόθηκαν από εργαζόμενους σε δομές φιλοξενίας παιδιών
socialpolicy.gr
popaganda.gr: Ιδρύματα που ζουν παιδιά: Ένα βαθύ πηγάδι κακοποίησης
e-nomothesia.gr: Νόμος 4837/2021 – ΦΕΚ 178/Α/1-10-2021
efsyn.gr: Η νοσηρή δράση τού «υπεράνω υποψίας» Κων. Λαλαούνη
efsyn.gr: Διώξεις για κουκούλωμα βιασμού στο Παπάφειο