Επιμέλεια άρθρων του Νάιτζελ Σμιθ από τη Βρετανία, που δημοσιεύτηκαν αρχικά στο Internationalist Standpoint.
Η σύντομη θητεία της Λιζ Τρας (Liz Truss) ως πρωθυπουργού της Βρετανίας τελείωσε. Με διάρκεια μόλις 45 ημέρες, αποτελεί τη συντομότερη θητεία οποιουδήποτε Βρετανού πρωθυπουργού.
Η Λιζ Τρας απέδειξε ότι δεν έχει καμία επαφή με τις ανάγκες του βρετανικού λαού, αλλά επίσης ούτε με την οικονομική προσέγγιση του καπιταλιστικού συστήματος που υποστηρίζει.
Η Τρας είναι νεοφιλελεύθερη, αλλά ο πρόχειρος και πρόωρος μίνι προϋπολογισμός της ανέδειξε μια ακραία προσέγγιση της καπιταλιστικής οικονομίας. Ένα από τα πρώτα μέτρα που ανακοίνωσε ότι θα πάρει ήταν η κατάργηση του ανώτατου ορίου της ΕΕ για τα μπόνους των τραπεζιτών, παράλληλα με μια σειρά από φορολογικές ελαφρύνσεις, που σχεδόν όλες ωφελούν τους πλούσιους. Παράλληλα, αναγκάστηκε, παρά τη θέλησή της, να αποδεχθεί την αναγκαιότητα για επιδότηση των λογαριασμών ενέργειας και να κάνει μια γενική δέσμευση ότι δεν θα επιστρέψει στη λιτότητα. Μαζί με τον Κουασί Κάρτενγκ (Kwasi Kwarteng), τον πρώην Υπουργό Οικονομικών, πέρασε εσπευσμένα έναν μη κοστολογημένο μίνι προϋπολογισμό, ο οποίος τρόμαξε τις αγορές και οδήγησε στην πτώση της στερλίνας, κάτι που τροφοδότησε περαιτέρω τον πληθωρισμό. Επιπλέον, οι πολιτικές της για την κατάργηση των περιβαλλοντικών κανονισμών και την έγκριση του fracking προκάλεσαν αντιδράσεις ακόμη και μέσα στο ίδιο της το κόμμα, τους Συντηρητικούς (Τόρις).
***
Αυτό που έκαναν καθαρό οι τελευταίες εξελίξεις στους Βρετανούς εργαζόμενους είναι το πόσο ανίκανη ήταν αυτή η κυβέρνηση και ότι, επιπλέον, τα μέσα ενημέρωσης είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους σε αυτήν. Αποτελεί επίσης μια ακόμα ένδειξη της διαδικασίας ιστορικής παρακμής στην οποία βρίσκεται ο βρετανικός ιμπεριαλισμός, ο οποίος γελοιοποιείται αυτή τη στιγμή σε όλο τον κόσμο.
Ο Ρίσι Σούνακ (Rishi Sunak) έγινε πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου χωρίς να γίνει καμία ψηφοφορία και χωρίς να κάνει δημόσιες δηλώσεις για το πως θα ηγηθεί του Συντηρητικού Κόμματος. Αυτή η εξέλιξη αποτελεί συνέχεια της καταστροφικής πρωθυπουργίας της Λιζ Τρας, η οποία είχε κερδίσει τον Σούνακ στις τελευταίες εκλογές για την ηγεσία του Συντηρητικού Κόμματος.
Ο Ρίσι Σούνακ πήγε σε δημόσιο σχολείο και σπούδασε στο Κολλέγιο του Γουίντσεστερ (Winchester College), πριν πάει στην Οξφόρδη. Είναι παντρεμένος με την Ακσάκα Μέρθι (Akshaka Murthy), κόρη του Ινδού δισεκατομμυριούχου Ναράγια Μέρθι (Naraya Murthy). Η συνολική ατομική τους περιουσία εκτιμάται σε 730 εκατομμύρια λίρες (840 εκ. ευρώ), σύμφωνα με τη λίστα των Times Rich. Πριν από μερικούς μήνες, υπήρξαν δημοσιεύματα σχετικά με το γεγονός ότι η σύζυγός του απέφευγε να πληρώσει οποιονδήποτε φόρο στο Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι βουλευτής μόλις επτά χρόνια, ενώ προηγουμένως εργαζόταν για την Goldman Sachs και σε δύο άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Είναι νεοφιλελεύθερος από οικονομική άποψη, καθώς είναι μεγάλος οπαδός της απορρύθμισης της αγοράς και υπέρμαχος της ελεύθερης διακίνησης προϊόντων και κεφαλαίων (στμ: χωρίς κρατικούς ελέγχους και δασμούς). Αυτός ο άνθρωπος δεν έχει επομένως κανέναν απολύτως τρόπο να κατανοήσει τη ζωή των εργαζομένων – εκεί που βρίσκεται πιο «κοντά» είναι οι μεγάλες επιχειρήσεις και το «Σίτι».
Στην πρώτη του ομιλία, έκανε αόριστες δηλώσεις για «ενότητα», αλλά και για τη δύσκολη οικονομική κατάσταση που υπάρχει αυτή τη στιγμή στο Ηνωμένο Βασίλειο. Αυτά τα λόγια χρησιμοποιούνται για να προετοιμάσουν πολιτικές λιτότητας και επιθέσεις στα δικαιώματα των εργαζομένων.
Ο διορισμός του έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από τον μηχανισμό του κόμματος των Τόρις, αλλά με λιγότερο ενθουσιασμό από τη δεξιά πτέρυγα του κόμματος. Η Πένυ Μορντόντ (Penny Mordaunt), η επικεφαλής της Βουλής των Κοινοτήτων, παραιτήθηκε από τη διεκδίκηση της πρωθυπουργίας επειδή δεν έλαβε την υποστήριξη περισσότερων από 100 βουλευτών (όπως απαιτείται). Και ο Μπόρις Τζόνσον παραιτήθηκε επίσης λέγοντας ότι δεν ήταν η κατάλληλη στιγμή για να θέσει υποψηφιότητα, παρά το γεγονός ότι ισχυρίστηκε πως είχε την υποστήριξη περισσότερων από 100 βουλευτών. Είναι πιθανό ότι ο Τζόνσον θα περιμένει κάποιο ολίσθημα του Σούνακ, επιδιώκοντας να ανακτήσει την ηγεσία του κόμματος των Τόρις σε μεταγενέστερο στάδιο.
Η ανάληψη της πρωθυπουργίας από τον Σούνακ θα ηρεμήσει τις εντάσεις του Συντηρητικού Κόμματος και παρόλο που υπάρχει πίεση από τους Εργατικούς και άλλα πολιτικά κόμματα για πρόωρες εκλογές, είναι μικρές οι πιθανότητες να το κάνουν αυτό ο Σούνακ και οι Συντηρητικοί πριν το τέλος της θητείας τους, που είναι το 2024.
Για την εργατική τάξη η «αλλαγή» αυτή θα είναι «μια από τα ίδια». Και παρόλο που αρκετοί στην άρχουσα τάξη είναι ευχαριστημένοι που η ανεπαρκής και εκτός επαφής Τρας έφυγε, αντικαταστάθηκε από ένα πιο ικανό αλλά όχι λιγότερο αντεργατικό άτομο. Το γεγονός ότι ο Σούνακ είναι ινδικής καταγωγής έχει σχολιαστεί πολύ από τους φιλελεύθερους. Πράγματι, δεν θα μπορούσε να φανταστεί κανείς πριν από μερικές δεκαετίες ότι κάποιος που έχει μεταναστευτικό υπόβαθρο θα μπορούσε να γίνει πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου. Αλλά και πάλι, όπως συνέβη με τον Ομπάμα ή με διάφορα ΛΟΑΤΚΙ άτομα που εξελέγησαν αρχηγοί κρατών ή υπουργοί, η ταξική (και άρα ρατσιστική) πολιτική που εφαρμόζουν δεν αλλάζει. Ούτε αναμένεται να αλλάξει τώρα.
***
Παράλληλα με αυτές τις εξελίξεις, τα συνδικάτα έχουν προχωρήσει σε κινητοποιήσεις. Υπάρχουν και πάλι περιβαλλοντικοί αγώνες και το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) βρίσκεται στα όριά του, με τους ανθρώπους των κινημάτων να προσπαθούν να ξαναχτίσουν τις αντιστάσεις.
Υπάρχουν εν εξελίξει απεργίες καθώς και νέες που πρόκειται να προκύψουν και ο όρος «Γενική Απεργία» συζητιέται πλέον ευρέως στο εργατικό κίνημα για πρώτη φορά εδώ και δεκαετίες. Η παραίτηση της Τρας αναμένεται να παίξει θετικό ρόλο για την αυτοπεποίθηση των εργαζομένων.
Δυστυχώς, η TUC (στμ: αντίστοιχο της ΓΣΕΕ) δεν έχει δείξει μέχρι στιγμής αγωνιστική διάθεση και δεν φαίνεται πρόθυμη να αναλάβει το ρόλο του συντονισμού της δράσης σε εθνικό επίπεδο.
Με τον πληθωρισμό να ξεπερνά επισήμως το 10% και τους μισθούς, ιδίως στον δημόσιο τομέα, να υπολείπονται όλο και περισσότερο από αυτό το ποσοστό, η οργή είναι βέβαιο ότι θα μεγαλώσει παράλληλα με τη φτώχεια που αντιμετωπίζουν τα πλατιά στρώματα.
***
Η οργή του βρετανικού λαού μεγαλώνει και κάποια στιγμή το επόμενο διάστημα θα μπορούσε να ξεσπάσει σε έναν παρατεταμένο αγώνα που θα μπορούσε όχι μόνο να σηματοδοτήσει το τέλος της κυβέρνησης των Τόρις αλλά και να οδηγήσει στη συνειδητοποίηση ότι πρέπει να βρεθεί μια εναλλακτική λύση σε αυτό το χαοτικό καπιταλιστικό σύστημα. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο όλοι οι μαχητικοί συνδικαλιστές, οι εργαζόμενοι, οι φοιτητές και οι πολίτες γενικότερα θα πρέπει να ενωθούν σε έναν ευρύτερο αγώνα για σοσιαλιστικές πολιτικές και πραγματική αλλαγή και να μην έχουν καμία εμπιστοσύνη ότι μια κυβέρνηση των Εργατικών θα βελτιώσει αισθητά τις συνθήκες που ζει η πλειοψηφία του πληθυσμού.