Μετά από δεκαετίες επανέρχεται στο προσκήνιο η δυνατότητα μιας κυβέρνησης της Αριστεράς. Η εκτίναξη του ΣΥΡΙΖΑ από το 4,5% περίπου στο 17 % στις εκλογές της 6ης Μάη, και στη συνέχεια στο 27% στις εκλογές της 17ης Ιούνη δημιουργεί εντελώς νέα δεδομένα στο πολιτικό σκηνικό. Η εκλογική αυτή επιτυχία κάνει επίκαιρο και ρεαλιστικό το στόχο για μια κυβέρνηση της Αριστεράς και μάλιστα στο σύντομο, ή ακόμα και πολύ σύντομο μέλλον. Η συνεργασία ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΔΗΜΑΡ, δεν έχει προοπτικές. Θα συνεχίσει τις πολιτικές της λιτότητας που της επιβάλλει η Τρόικα και πολύ σύντομα θα βρεθεί αντιμέτωπη με τεράστιες τριβές στο εσωτερικό της με τους μικρότερους εταίρους, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ να προσπαθούν να αποστασιοποιηθούν από τις πολιτικές που θα τους καταστρέφουν. Όταν ο ίδιος ο νέος πρωθυπουργός λέει πως η κυβέρνηση των τριών θα είναι τουλάχιστον κυβέρνηση διετίας, εύκολα καταλαβαίνει κανείς πως από την πρώτη στιγμή αυτή θα είναι μια κυβέρνηση αστάθειας και κρίσης.
Για το ελληνικό εργατικό και μαζικό κίνημα προκύπτει μια πολύ σημαντική αλλαγή που αφορά τη διάθεση/συνείδησή του. Μέχρι τις εκλογές του Μάη και μετά από 16 γενικές απεργίες και άπειρους αγώνες που όμως δεν μπόρεσαν να αναχαιτίσουν την επίθεση των Τροϊκανών, η κατήφεια, η ηττοπάθεια, η αίσθηση της αδυναμίας, κυριαρχούσαν στο κίνημα, ιδιαίτερα την περίοδο μετά τη μεγάλη κινητοποίηση της 12ης Φλεβάρη. Από τις 6 Μάη και μετά όμως, και ιδιαίτερα από τις 17 Ιούνη και μετά, υπάρχει μια νέα κατάσταση. Το ελληνικό μαζικό κίνημα ξέρει πως αυτή η κυβέρνηση είναι μια ασταθής κυβέρνηση η οποία αργά ή γρήγορα θα πέσει για να αντικατασταθεί, αν δεν γίνουν χοντρά λάθη απ’ τον ΣΥΡΙΖΑ, από μια κυβέρνηση της Αριστεράς. Αυτό ενισχύει τις αντοχές, τις αντιστάσεις και τη διάθεση για αγώνα από τη μεριά του κινήματος.
Ο στόχος μιας μεγάλης πολιτικής ανατροπής δίνει στο κίνημα προοπτική και ηθικό. Ο ταξικός εχθρός έχει κάθε λόγο να ζει σ’ ένα εφιάλτη μέχρι την επικείμενη πτώση του. Το εργατικό κίνημα όσο και αν υποφέρει από την επίθεση των ξένων και ντόπιων Τροϊκανών σήμερα, μπορεί να ελπίζει και να προσβλέπει σε καλύτερες μέρες.
Την ίδια στιγμή όμως ένα βασανιστικό ερωτηματικό απασχολεί εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους, νέους, άνεργους, συνταξιούχους κλπ: εμείς θα καταφέρουμε να αναδείξουμε μια κυβέρνηση της Αριστεράς με επίκεντρο τον ΣΥΡΙΖΑ την επόμενη περίοδο, ο ΣΥΡΙΖΑ όμως θα τα καταφέρει να ανταποκριθεί στο βάρος της ευθύνης που του αναλογεί;
Απογοητεύσεις από το παρελθόν
Για τους πιο παλιούς η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ θυμίζει την πορεία του ΠΑΣΟΚ στη δεκαετία του ’70, όταν το ΠΑΣΟΚ είχε μια πολύ αριστερή φυσιογνωμία, μίλαγε για ανατροπή του καπιταλισμού, σοσιαλισμό κοκ. Το ΠΑΣΟΚ είχε μια θεαματική άνοδο, από το 13% στο 25% στο 48% μέσα σε 7 χρόνια. Έγινε κυβέρνηση και μετά… τα ξεπούλησε όλα. Η σημερινή νέα γενιά δεν μπορεί καν να φανταστεί πως το πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ, που σήμερα είναι κόμμα των καπιταλιστών, των Μνημονίων και των λαμογιών, στη δεκαετία του 70 ήταν πιο αριστερό απ’ ότι το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ σήμερα!
Και βέβαια, αν το ΠΑΣΟΚ ήταν το μόνο κόμμα που ακολούθησε μια τέτοια πορεία το πρόβλημα θα ήταν μικρό. Όλα τα Σοσιαλιστικά Κόμματα στις δεκαετίες μετά το β’ παγκόσμιο πόλεμο είχαν την ίδια πορεία. Όμως και τα Κομμουνιστικά Κόμματα ακολούθησαν αντίστοιχο δρόμο. Η περίπτωση του ΚΚΕ και της Βάρκιζας βέβαια είναι γνωστή στο ελληνικό εργατικό κίνημα. Η συμμετοχή του ΚΚΕ σε συγκυβέρνηση με τη ΝΔ το 1989 και μετά και με το ΠΑΣΟΚ («οικουμενική») είναι κάτι που η σημερινή ηγεσία του ΚΚΕ δεν θέλει να θυμάται… Και πάλι, το ΚΚΕ δεν ήταν μόνο του σ’ αυτές τις δεξιόστροφες «αναζητήσεις». Διεθνώς έχουμε άπειρα παραδείγματα ΚΚ που μετακινήθηκαν προς τα δεξιά, εγκαταλείποντας τις αρχικές τους διακηρύξεις, και τελικά ενσωματώθηκαν στο σύστημα, με χαρακτηριστικότερα ίσως παραδείγματα το Ιταλικό και το Γαλλικό ΚΚ που κατάφεραν από μεγαθήρια που ήταν να καταρρεύσουν.
Ακόμη και οι νέοι σχηματισμοί της («αντικαπιταλιστικής») Αριστεράς που εμφανίστηκαν στη δεκαετία του ’90 και του 2000, αφού σημείωσαν για ένα διάστημα μεγάλη άνοδο, προσφέροντας ελπίδες σε εκατομμύρια εργαζόμενους και νέους, στη συνέχεια ξεφούσκωσαν ή και κατέρρευσαν. Το πιο τραγικό παράδειγμα σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελεί η Κομμουνιστική Επανίδρυση στην Ιταλία, η οποία σήμερα βρίσκεται εκτός βουλής, κατακερματισμένη και αδύναμη. Το Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα στη Γαλλία που επίσης δημιούργησε μεγάλες ελπίδες και προσδοκίες, βρίσκεται σε πλήρη καθίζηση. Το Σκοτσέζικο Σοσιαλιστικό Κόμμα που λειτούργησε σαν πρότυπο για την Αριστερά πανευρωπαϊκά στα τέλη της δεκαετίας του ’90, είναι εκτός βουλής σε κατάσταση διάλυσης. Το Respect στη Βρετανία, διασπάστηκε κλπ, κλπ, κλπ.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν, γιατί «να τα καταφέρει»;
Εύλογες «ανησυχίες»
Μέσα σε τεράστιες μάζες των ίδιων των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, κι όχι απλά στους αγωνιστές που βρίσκονται μπροστά στις μάχες, υπάρχουν τεράστιες αμφιβολίες. Κι αυτές επιτάθηκαν στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου ενόψει των εκλογών της 17ης Ιούνη. Δεν ήταν μόνο η αμφισημία των διαφορετικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ που δεν μπορούσαν να αρθρώσουν πειστικό λόγο στην πίεση των εκπροσώπων της άρχουσας τάξης και των μίντια. Ήταν και η σταδιακή μετακίνηση στις θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ δια στόματος Αλέξη Τσίπρα αλλά και μέσα από το κυβερνητικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ: η «εθνικοποίηση» του τραπεζικού συστήματος έγινε «δημόσιος έλεγχος», η εθνικοποίηση των στρατηγικών τομέων της οικονομίας έγινε «επιστροφή σε δημόσιο έλεγχο των ιδιωτικοποιημένων ΔΕΚΟ, ανάλογα με τις αντοχές της οικονομίας», κάθε αναφορά στο σοσιαλισμό εξαφανίστηκε, και η «κυβέρνηση της Αριστεράς», το σύνθημα που απογείωσε τον ΣΥΡΙΖΑ εκλογικά, έγινε «κυβέρνηση όλων των Ελλήνων»…
Χρειάζονται περισσότερα σχόλια, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται ήδη στην πορεία την αριστερών κομμάτων που αναφέρουμε πιο πάνω, που μπροστά στη σύγκρουση με το κατεστημένο έκαναν πίσω, συμβιβάστηκαν και υποτάχτηκαν;
Στην πραγματικότητα μια κυβέρνηση της Αριστεράς (σε όλες τις ιστορικές εποχές, και ανεξάρτητα από ποια κόμματα την αποτελούν) έχει μόνο ένα δρόμο για να μπορέσει να σταθεί συνεπής στις αρχές και τις διακηρύξεις της. Κι αυτός είναι να στηριχτεί στα λαϊκά στρώματα και ειδικά στο εργατικό κίνημα για να επιβάλει πολιτικές που αφαιρούν την εξουσία από το μεγάλο κεφάλαιο και δίνουν τη δυνατότητα στην κοινωνία να καθορίζει, αυτή, την οικονομική πολιτική, να σχεδιάζει την οικονομία για τις δικές της ανάγκες. Να φύγει δηλαδή η εξουσία από τις πολυεθνικές και τις λίγες οικογένειες που ελέγχουν τα πάντα και να περάσει στην ίδια την κοινωνία. Αυτός ο δρόμος είναι στην πραγματικότητα μονόδρομος.
Γιατί ο άλλος δρόμος, αυτός της διαχείρισης του συστήματος, δηλαδή της προσπάθειας να λυθούν τα τεράστια οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα, χωρίς σύγκρουση με την εξουσία του κεφαλαίου και μέσα στα πλαίσια του καπιταλιστικού συστήματος, οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή: στην ήττα του κινήματος και την κρίση της Αριστεράς.
Όχι μόνο γιατί το ελληνικό κεφάλαιο θα είναι, με την στήριξη των ευρωπαϊκών πολυεθνικών και θεσμών, αδυσώπητο ενάντια στο εργατικό κίνημα, με σκληρές επιθέσεις και καταστολή, αλλά και για ένα επιπλέον λόγο: τη δυναμική επανεμφάνιση της ακροδεξιάς και του φασισμού της Χρυσής Αυγής. Αυτή είναι μία από τις διαφορές της σημερινής εποχής με τη δεκαετία του ’70. Τότε η χώρα έβγαινε από τη Χούντα και η κοινωνία μπορούσε να κινηθεί μόνο προς τα αριστερά. Σήμερα τα «αδιέξοδα της δημοκρατίας», η βαθιά κρίση που συνθλίβει τα πάντα και δημιουργεί μαζική απελπισία, επαναφέρουν τη φασιστική απειλή – σε μεταγενέστερο στάδιο θα επαναφέρουν ακόμα και το θέμα της παρέμβασης του στρατού.
Αν σε προηγούμενες ιστορικές εποχές θα μπορούσε να πει κανείς ότι «υπάρχει χρόνος και για λάθη» σήμερα αυτό δεν ισχύει. Ο χρόνος είναι εξαιρετικά συμπυκνωμένος. Πολλά, αν όχι όλα, θα κριθούν μέσα σε μερικούς μήνες.
Τα καθήκοντα της αμέσως επόμενης περιόδου
Αντιμέτωποι με τη νέα περίοδο που έχει ανοίξει, οι αγωνιστές του εργατικού κινήματος, των κοινωνικών κινημάτων και της Αριστεράς, έχουμε μια σειρά από καθήκοντα:
Από τη μια την πάλη για την όσο πιο γρήγορη πτώση της κυβέρνησης των τριών κομμάτων της Τρόικας, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ, μέσα από την ανάπτυξη αγώνων από τα κάτω: απεργιών, καταλήψεων, άρνησης πληρωμής, συνελεύσεων στα πρότυπα των Αγανακτισμένων κοκ. Χτίζοντας έτσι, παράλληλα, θεσμούς λαϊκού ελέγχου και λαϊκής εξουσίας στην κοινωνία.
Από την άλλη τη συσπείρωση γύρω και μαζί με τον ΣΥΡΙΖΑ, για να υπάρξει η πολιτική ανατροπή που αποζητά η κοινωνία και στην οποία στρέφονται μαζικά στρώματα της κοινωνίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ευθύνη να προωθήσει δυναμικά αυτή τη συσπείρωση, από τη μια επιμένοντας στο κάλεσμα προς την υπόλοιπη Αριστερά κι από την άλλη ανοίγοντας τις γραμμές του στη μαζική ένταξη φρέσκων στρωμάτων, τα οποία να έχουν τη δυνατότητα να πάρουν με δημοκρατικό τρόπο το συλλογικό σχήμα στα δικά τους χέρια, να ελέγχουν την πολιτική του πορεία καθώς και την ηγεσία του. Το ΚΚΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχουν ευθύνη να ανταποκριθούν στο ενωτικό κάλεσμα του ΣΥΡΙΖΑ, διαφορετικά θα συνεχιστεί η αποψίλωση των δυνάμεών τους και η αποξένωσή τους από τεράστια τμήματα της κοινωνίας.
Τέλος, το ζήτημα του πολιτικού προγράμματος. Το μεγαλύτερο τεστ θα προκύψει όταν η Αριστερά βρεθεί (κατά πάσα πιθανότητα) στην κυβέρνηση. Αν η κυβέρνηση αυτή δεν στηριχτεί από τη μια στις ζωντανές δυνάμεις της κοινωνίας που θα δίνουν τη μάχη ενάντια στη βαρβαρότητα του καπιταλισμού κι από την άλλη σε ένα σοσιαλιστικό πρόγραμμα, τότε το αποτέλεσμα θα είναι, όπως έχουμε ξαναγράψει, μια νέα τραγωδία για την Αριστερά και την κοινωνία. Το πιο σημαντικό απ’ όλα τα ζητήματα είναι, σε τελευταία ανάλυση το πολιτικό πρόγραμμα: πώς απαντά δηλαδή η Αριστερά και η κυβέρνησή της στην πρωτοφανή οικονομική κρίση, πώς απαντά στο πρόβλημα του χρέους και του ευρώ, τι αντιπροτείνει στις μνημονιακές πολιτικές, πώς απαντά στην επίθεση που θα δεχτεί αν προχωρήσει σε ανατροπή των πολιτικών των Μνημονίων, πως θέτει την οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης, πως διασφαλίζει την ευημερία των εργαζομένων και των πλατιών λαϊκών στρωμάτων.
Το θέμα του χρέους
Οποιαδήποτε συζήτηση για το πρόγραμμα της Αριστεράς δεν μπορεί παρά να ξεκινά από το θέμα του χρέους. Η ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών δεν θα γίνει ποτέ πραγματικότητα αν δεν αρνηθεί το ελληνικό εργατικό κίνημα, η Αριστερά και η κοινωνία, να πληρώσουν το χρέος στους δανειστές.
Όπως έχουμε γράψει πολλές φορές, το χρέος, που θα ξεπερνά για τα επόμενα μερικά χρόνια τα 350 δισ. € περίπου και το 160% του ΑΕΠ δεν μπορεί να ξεπληρωθεί. Πρόκειται για μια ακατάσχετη αιμορραγία που δεν πρόκειται να αφήσει την ελληνική οικονομία να πάρει ανάσα. Το ελληνικό εργατικό κίνημα δεν δημιούργησε το χρέος, δεν έχει καμία ευθύνη να το πληρώσει, πάνω απ’ όλα, δε μπορεί να το πληρώσει. Πρέπει να σταματήσει την «ακατάσχετη αιμορραγία» – διαφορετικά δεν υπάρχει καμία ελπίδα, ούτε για την οικονομία ούτε για την κοινωνία.
Από τη στιγμή όμως που μια αριστερή ελληνική κυβέρνηση πει «όχι» στους δανειστές, και ξεκινήσει τη διαδικασία ανατροπής των πολιτικών που εφαρμόζονται από το 2010 είναι αφέλεια να πιστεύει κανείς πως η Τρόικα θα συνεχίσει να παρέχει τις δόσεις των νέων δανείων που συμφωνήθηκαν στα πλαίσια του 2ου μνημονίου.
Με αυτό τον τρόπο θα ωθεί την Ελλάδα έξω από το ευρώ. Γιατί θα προκαλέσει έλλειψη χρημάτων στις τράπεζες και στην αγορά («πιστωτική ασφυξία», για να χρησιμοποιήσουμε οικονομικούς όρους) και θα αναγκάσει την ελληνική κυβέρνηση να καταφύγει στην εκτύπωση εθνικού νομίσματος (δραχμών) για να πληρώνει μισθούς και άλλες δαπάνες.
Η άρχουσα τάξη, στην Ελλάδα αλλά και την ΕΕ, χρησιμοποιεί την απειλή της εξόδου από το € για να εκβιάσει και να επιβάλει τις πολιτικές των μνημονίων για να αναγκάσει τον ελληνικό λαό να υπομένει τη λιτότητα, σαν τη μόνη διέξοδο και προοπτική. Στην πραγματικότητα πρόκειται για το απόλυτο ψέμα: η έξοδος της Ελλάδας από το € συζητιέται στα διεθνή επιτελεία και οικονομικούς κύκλους εδώ και δύο χρόνια και τους τελευταίους μήνες, καθημερινά! Η πολιτική της Τρόικας που ρίχνει την ελληνική οικονομία σε όλο και βαθύτερη ύφεση είναι που πάνω απ’ όλα οδηγεί την Ελλάδα εκτός €. Είναι κατά βάση η κρίση του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος και των πολιτικών της Τρόικας που δημιουργεί τις συνθήκες έξωσης της Ελλάδας απ’ το €.
Παρ’ όλα αυτά η Αριστερά χρειάζεται καθαρές απαντήσεις στο θέμα του νομίσματος, ιδιαίτερα καθώς δημιουργεί τεράστιες ανησυχίες στην κοινωνία, κι αυτές οι απαντήσεις είναι στενά συνδεδεμένες με το θέμα της γενικότερης οικονομικής πολιτικής.
Το Ευρώ η δραχμή και η διαμάχη στην Αριστερά
Στην ελληνική Αριστερά επικρατεί κατά τη γνώμη μας μια «απελπιστικά» επιφανειακή κόντρα στο θέμα του € ή της δραχμής.
Ένα τμήμα της Αριστεράς, κύρια μέσα στις γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι τέτοιο θέμα δεν τίθεται. Ότι οι δανειστές μας δεν θα πετάξουν την Ελλάδα εκτός ευρώ γιατί δεν υπάρχει νομική διαδικασία για κάτι τέτοιο, και γιατί δεν τους συμφέρει.
Κατά τη γνώμη μας, κι αυτό το επαναλαμβάνουμε εδώ και πολλούς μήνες1 αυτό αποτελεί φρούδα ελπίδα: η ΕΕ θα πετάξει την Ελλάδα εκτός €, αν η τελευταία δεν υπακούει στις εντολές της. Κι αυτό θα το κάνει (η ΕΕ) όχι με τυπικές διαδικασίες διαγραφής (που όντως δεν υπάρχουν) αλλά με τον «στραγγαλισμό» της οικονομίας όπως αναφέρουμε πιο πάνω και περιγράφουμε σε άλλα κείμενά μας2.
Από την άλλη έχουμε την υπόλοιπη Αριστερά, το ΚΚΕ, την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, κλπ, που υποστηρίζουν «εδώ και τώρα» έξοδο από την ΕΕ και το €, ανάγοντας το ζήτημα αυτό σε «θέμα αρχής»! Αυτή η αριστερά κάνει ένα επίσης εξαιρετικά σοβαρό λάθος: δεν καταλαβαίνει (γιατί αν καταλάβαινε είχε υποχρέωση να το εξηγήσει) ότι η «εν μια νυκτί» μετάβαση από ένα ισχυρό νόμισμα, το €, σε ένα «καινούργιο» νόμισμα, τη δραχμή, θα προκαλέσει σοκ στην οικονομία και απότομο βάθεμα της ύφεσης που κάτω από κάποιες συνθήκες μπορέσει να προκαλέσει και οικονομικό «χάος» που να κρατήσει χρόνια3. Σ’ αυτή την περίπτωση η υποστήριξη που έχει μια αριστερή κυβέρνηση στην κοινωνία κινδυνεύει να «εξανεμιστεί» με εξαιρετική ταχύτητα, και να ανοίξει ο δρόμος στους χειρότερους εχθρούς του κινήματος, την ακροδεξιά.
Με αυτά τα δεδομένα, το πρώτο πράγμα που οφείλει να κάνει η Αριστερά, και πολύ περισσότερο μια κυβέρνηση της Αριστεράς, κατά τη γνώμη μας, είναι να ξεφύγει από έμμονες ιδέες του τύπου «ζήτω το ευρώ» ή ανάποδα «ζήτω η δραχμή». Αλλά να αναγνωρίσει ότι από τη στιγμή που συγκρούεται με την ΕΕ, όπως οφείλει, υπερασπιζόμενη τα συμφέροντα και τις ζωές των Ελλήνων εργαζομένων και λαϊκών στρωμάτων, η ΕΕ που βρίσκεται στην υπηρεσία του κεφαλαίου και των πολυεθνικών, θα επιδιώξει τη συντριβή του ελληνικού κινήματος, κι αυτό θα το κάνει σε αγαστή συνεργασία με του Έλληνες καπιταλιστές – τραπεζίτες, εφοπλιστές, βιομήχανους και εργολάβους.
Οι ηγεμόνες της ΕΕ θα προκαλέσουν πιστωτική ασφυξία στην ελληνική οικονομία (όπως αναφέραμε πιο πάνω) οι Έλληνες καπιταλιστές θα μεταφέρουν (και τα τελευταία από) τα κεφάλαια τους στην Ελβετία το Λονδίνο, και αλλού, θα κάνουν πλήρες σαμποτάζ της οικονομίας με το να μην κάνουν καμία επένδυση, με το να κλείνουν τις επιχειρήσεις τους ή να τις μεταφέρουν στο εξωτερικό, κοκ.
Η Αριστερά, και πολύ περισσότερο μια κυβέρνηση της Αριστεράς, είναι υποχρεωμένη να πάρει μέτρα για να αντιμετωπίσει αυτούς τους κινδύνους κινούμενη παράλληλα και ταυτόχρονα σε μια σειρά κατευθύνσεις.
1ο βήμα: διεθνισμός
Το πρώτο βήμα είναι το άνοιγμα της πάλης σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Η Αριστερά στην Ελλάδα, ιδιαίτερα από τη στιγμή που βρεθεί με την εξουσία στα χέρια της, μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Μαζί με το υπόλοιπο εργατικό κίνημα της Ευρώπης, ειδικά του Νότου, πρέπει να δώσουμε τη μάχη, μια μάχη που δεν τελειώνει σε ένα ή δύο μήνες αλλά θα κρατήσει καιρό, με στόχο θεμελιακές ανατροπές σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Για την ανατροπή, με άλλα λόγια του καπιταλισμού σε μια σειρά από χώρες, έτσι ώστε ούτε το ελληνικό αλλά ούτε κανένα άλλο κίνημα να απομονωθεί και να χτυπηθεί από τις «αγορές» και το ευρωπαϊκό διευθυντήριο.
Ακόμα και αν οι ανατροπές αυτές δεν αφορούν το σύνολο της ΕΕ μπορούν να αγκαλιάσουν ένα αριθμό χωρών, αυτές πχ που είναι αντιμέτωπες με την κρίση του χρέους στη Νότια Ευρώπη και την Ιρλανδία. Η κοινή πάλη των Ελλήνων, Πορτογάλων, Ισπανών, Ιρλανδών, Ιταλών εργαζομένων μπορεί να έχει θεαματικά αποτελέσματα – μπορεί να φτάσει μέχρι και τη συνένωση των δυνάμεών μας στα πλαίσια μιας εθελοντικής σοσιαλιστικής ομοσπονδίας με το δικό της νόμισμα.
2o βήμα: εθνικοποιήσεις
Τα πιο πάνω ασφαλώς απαιτούν χρόνο γι αυτό χρειάζονται παράλληλα μέτρα που να σταθεροποιούν την εγχώρια οικονομία, να την βάζουν σε αναπτυξιακή τροχιά και ταυτόχρονα να ενισχύουν τις διεργασίες στο επίπεδο του διεθνιστικού καλέσματος του ελληνικού εργατικού κινήματος και της αριστεράς.
Τα μέτρα αυτά, σε συντομία, είναι:
Άμεση απάντηση στην πιστωτική ασφυξία που θα επιδιώξει η Τρόικα με εθνικοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Αυτό θα διασώσει τις καταθέσεις των Ελλήνων εργαζομένων, θα διασώσει τις περιουσίες των λαϊκών στρωμάτων που απειλούνται με κατασχέσεις, και ταυτόχρονα θα επιτρέψει να δοθούν χαμηλότοκα δάνεια στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που είναι αντιμέτωπες με την καταστροφή, για να ξαναπάρει μπρος ο κύκλος των εργασιών τους και να βοηθηθεί η ανάκαμψη της οικονομίας.
Η Τρόικα μπορεί να έχει τη δυνατότητα να ωθήσει την Ελλάδα έξω από το ευρώ, αλλά δεν έχει τη δυνατότητα να κατάσχει και απορροφήσει τα ευρώ που υπάρχουν ήδη στην ελληνική αγορά και να υποχρεώσει την κυβέρνηση της Αριστεράς να προχωρήσει την επόμενη μέρα στην επιστροφή στη δραχμή. Αυτό είναι κάτι που η κυβέρνηση της Αριστεράς πρέπει να αξιοποιήσει, προχωρώντας στο ξεκίνημα της διαδικασίας εκτύπωσης μιας ποσότητας εθνικών νομισμάτων (δραχμών – σε σταθερή ισοτιμία με το ευρώ) που να καλύπτει τα κενά που θα προκαλούνται από την πιστωτική ασφυξία που θα προκαλεί η ΕΚΤ και που θα χρησιμοποιούνται μόνο για τις ανάγκες της εσωτερικής αγοράς. Αυτό είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από την «εν μια νυκτί» αντικατάσταση των ευρώ από δραχμές που θα προκαλέσει σοκ στην οικονομία, μαζικό πληθωρισμό, απαξίωση των αποταμιεύσεων των εργαζομένων κοκ.
Αυτό το μέτρο θα πρέπει να συνοδεύεται απαραίτητα από την επιβολή ελέγχων στην κίνηση συναλλάγματος (κεφαλαίων), δηλαδή κανείς δεν θα μπορεί να μεταφέρει τα λεφτά του στις τράπεζες του εξωτερικού χωρίς αιτιολόγηση, όπως κάνει το μεγάλο κεφάλαιο εδώ και δεκαετίες. Σύμφωνα με κάποιες πηγές τα λεφτά που υπάρχουν κατατεθειμένα στην Ελβετία από Έλληνες κεφαλαιούχους φτάνουν τα 600 δις € (πάνω από 2½ φορές το ΑΕΠ της χώρας). Αυτά τα λεφτά αν είχαν μείνει και επενδυθεί στην Ελλάδα για παραγωγικούς σκοπούς θα μπορούσαν να είχαν μεταμορφώσει κυριολεκτικά την οικονομία και τη ζωή και του τελευταίου Έλληνα εργαζόμενου. Με τη φυγή των κεφαλαίων που παράγει με τον ιδρώτα του ο Έλληνας εργαζόμενος, στο εξωτερικό, υποσκάπτεται η οικονομία.
Εθνικοποίηση όλων των στρατηγικών τομέων της οικονομίας για να αντιμετωπιστεί το σαμποτάζ του κεφαλαίου και να μπορέσει να σταθεί η οικονομία στα πόδια της.
Οι εθνικοποιήσεις πρέπει απαραίτητα να συνοδεύονται από συνθήκες εργατικού και κοινωνικού ελέγχου και διαχείρισης, με αντίστοιχες επιτροπές σε όλους τους εργατικούς χώρους. Αυτό θα σήμαινε πχ πως η διοίκηση ενός δημόσιου νοσοκομείου δεν θα είναι διορισμένη από το υπουργείο, αλλά θα εκλέγεται και θα ελέγχεται από τους εργαζόμενους. Το ίδιο θα ισχύει για όλο το φάσμα της οικονομίας. Γιατί μόνο έτσι, μπορεί να ελεγχθεί το σαμποτάζ, η φοροδιαφυγή, η εισφοροδιαφυγή, η διαφθορά και η κακοδιαχείριση. Μόνο έτσι θα μπορέσουν να τεθούν οι επιχειρήσεις στην υπηρεσία των εργαζομένων και της κοινωνίας.
3ο βήμα: σχεδιασμός της οικονομίας
Στη βάση των πιο πάνω μπορεί γρήγορα να ξεκινήσει ο σχεδιασμός της οικονομίας με τη δημιουργία δεκάδων χιλιάδων θέσεων εργασίας σε τομείς όπως οι υποδομές, η Παιδεία η Υγεία κλπ.
Κατά δεύτερο μπορούν να χρηματοδοτηθούν μαζικές επενδύσεις στους τομείς στους οποίους η ελληνική οικονομία έχει συγκριτικά πλεονεκτήματα, όπως είναι η αγροτική οικονομία, ο τουρισμός, οι Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας κλπ. Η ανάπτυξη, με σεβασμό στο περιβάλλον, στις τοπικές κοινωνίες και τους ανθρώπους, σε τομείς όπως τους πιο πάνω, θα επιτρέπει τις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών – αυτές με τη σειρά τους θα διευκολύνουν τις απαραίτητες εισαγωγές που θα χρειάζεται η ελληνική οικονομία4.
Η βασική αδυναμία της ελληνικής οικονομίας είναι το γεγονός πως δεν έχει βαριά βιομηχανία. Όμως έχει και μια άλλη πτυχή που της δίνει ένα παρήγορο πλεονέκτημα: όντας μια αγροτική σε μεγάλο βαθμό οικονομία έχει αυτάρκεια σε αγροτικά προϊόντα5. Πράγμα που σημαίνει ότι ακόμα και αν η κρίση σε πρώτη φάση βαθύνει, λόγω του «πολέμου» από τους Έλληνες, Ευρωπαίους και άλλους καπιταλιστές, ο ελληνικός λαός «δεν θα πεινάσει» από τη στιγμή που η αγροτική παραγωγή και η διακίνηση των αγροτικών προϊόντων σχεδιαστεί για τις ανάγκες της κοινωνίας και φύγουν από τη μέση οι βδέλλες-μεσάζοντες. Αυτό εξάλλου το απέδειξε το πρόσφατο κίνημα της πατάτας που έριξε τις τιμές των βασικών αγροτικών αγαθών στο μισό! Όχι μόνο λοιπόν μπορούμε να έχουμε αυτάρκεια στον αγροτικό τομέα αλλά μπορεί να υπάρχουν σημαντικές εξαγωγές αγροτικών προϊόντων (πχ η Ελλάδα είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός ελαιόλαδου στον κόσμο).
Αυτά τα μέτρα θα δίνουν παράλληλα, στην οικονομία, το χρόνο που χρειάζεται για την ανάπτυξη μιας «αξιοπρεπούς» βιομηχανίας. Βέβαια η Ελλάδα δεν θα μπορεί ποτέ να κατασκευάζει αεροπλάνα ή μηχανές αυτοκινήτων τελευταίας τεχνολογίας, αλλά θα μπορεί να συναρμολογεί πάρα πολλά από αυτά που σήμερα εισάγονται (πχ τηλεοράσεις, υπολογιστές, κινητά κοκ). Ας μην ξεχνάμε ακόμα ότι μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90 η Ελλάδα είχε σημαντική, παρότι όχι μεγάλη, βιομηχανία: κλωστουφαντουργία, χημική βιομηχανία, φαρμακοβιομηχανία, πολεμική βιομηχανία(!) ακόμα και αυτοκινητοβιομηχανία(για την κατασκευή κύρια λεωφορείων για τις ανάγκες των αστικών συγκοινωνιών, έχοντας εισάγει τις μηχανές) κοκ. Αυτή τη βιομηχανία την ξεπάστρεψαν εντελώς συνειδητά και υπολογισμένα, πρώτα ο Μητσοτάκης και μετά ο Σημίτης με βάση και τις πολιτικές της ΕΕ.
Τα «παπαγαλάκια» θα πουν πως αυτά δεν γίνονται…
Τα μικρά ανθρωπάκια που βρίσκονται στην υπηρεσία του Αλαφούζου του Λαμπράκη και του Μπόμπολα θα πουν ότι «αυτά δεν γίνονται».
Όμως γίνονται! Αυτή τη στιγμή στη Λατινική Αμερική έχουμε τη μια εθνικοποίηση μετά την άλλη. Η τελευταία είναι η εθνικοποίηση της πετρελαιοβιομηχανίας της Αργεντινής από την κυβέρνηση της Χριστίνας Κίρχνερ που ήταν στα χέρια της Ισπανικής πολυεθνικής Ρεπσόλ. Έγινε χαμός στις «αγορές» έσκιζε τα ιμάτια της η ΕΕ, απειλούσε θεούς και δαίμονες η κυβέρνηση της Ισπανίας, και… μετά; Μετά τίποτα! Το κατάπιανε και σκάσανε!
Στη Βενεζουέλα ο Τσάβεζ έχει εθνικοποιήσει όχι μόνο στρατηγικές επιχειρήσεις αλλά και εμπορικές αλυσίδες – που και πάλι ανήκουν σε πολυεθνικές. Τονίζουμε πώς ούτε ο Τσάβεζ στη Βενεζουέλα, ούτε ο Μοράλες στη Βολιβία, ούτε η Κίρχνερ στην Αργεντινή θέλουν να ανατρέψουν το καπιταλιστικό σύστημα και να προχωρήσουν στο σοσιαλισμό. Αν αυτοί κάτω από την πίεση των μαζών, είτε άμεσα είτε έμμεσα, προχωρούν τόσο μακριά, πόσο μάλλον μια κυβέρνηση της Αριστεράς στη χώρα μας. Μια κυβέρνηση που θα μπορεί προχωρώντας σε ένα πρόγραμμα όπως το πιο πάνω να φέρει τα πάνω κάτω σε όλη την Ευρώπη.
Γιατί μπορεί οι ηγεμόνες της ΕΕ να πολεμήσουν με λύσσα μια κυβέρνηση της Αριστεράς στην Ελλάδα αλλά οι Ευρωπαίοι εργαζόμενοι θα κοιτάζουν με συμπάθεια, που θα μπορεί γρήγορα να μετατραπεί σε ενεργητική στήριξη και κοινούς συντονισμένους αγώνες αφού κι αυτοί υποφέρουν τα πάνδεινα κάτω από τα «δικά τους» μνημόνια.
Οι δυνατότητες: μόνιμη δουλειά, 7ωρο, 5ήμερο, εργατικός έλεγχος και διαχείριση
Από τη στιγμή που στην εξουσία έχουμε μια κυβέρνηση της Αριστεράς και τους ίδιους τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, μέσα από τους δημοκρατικά εκλεγμένους και ανακλητούς εκπροσώπους τους, τις λαϊκές τους συνελεύσεις και τις επιτροπές βάσης τους, από τη στιγμή που αρνηθούμε να αποπληρώσουμε το χρέος και προχωρήσουμε στο σχεδιασμό της οικονομίας για τις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, ο κύκλος της ανάπτυξης μπορεί να ξεκινήσει πολύ γρήγορα.
Στην πραγματικότητα με το ξεκίνημα της εφαρμογής των μέτρων που αναφέρουμε πιο πάνω η οικονομία θα μπορεί να μπει αυτόματα σε αναπτυξιακή τροχιά. Και πάνω σ’ αυτή τη βάση θα γίνει δυνατή από την «πρώτη στιγμή» το πέρασμα μιας σειράς νόμων που να προνοούν:
Την αποκατάσταση του βασικού μισθού στα προ μνημονίου επίπεδα
Την αποκατάσταση της ισχύος των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας και της μετενέργειας,
Την κατάργηση όλων των ελαστικών μορφών εργασίας και τη μετατροπή όλων των θέσεων εργασίας σε συμβάσεις αορίστου,
Την 7ωρη εργασία και το 5νθήμερο, μέτρα που πέρα από την ανακούφιση των εργαζομένων θα συμβάλουν στη μείωση της ανεργίας
Την καθιέρωση επιτροπών εργατικού ελέγχου σε κάθε επιχείρηση, που να εκλέγονται μέσα από γενικές συνελεύσεις των εργαζομένων και να είναι ανακλητές ανά πάσα στιγμή.
Αυτά θα δώσουν από την πρώτη στιγμή στους εργαζόμενους τεράστιο ηθικό, προοπτική και πείσμα, γιατί θα νοιώθουν πως έχουν την ευκαιρία να πάρουν τις ζωές τους στα χέρια τους – μια ευκαιρία που δεν πρόκειται να αφήσουν παρά μόνο θα κρατήσουν με νύχια και δόντια!
Στη συνέχεια, η εφαρμογή σε βάθος χρόνου ενός προγράμματος για την ανοικοδόμηση της οικονομίας, που θα στηρίζεται στο δημόσιο τομέα σαν κινητήρια δύναμη ανάπτυξης, κάτω από κοινωνικό και εργατικό έλεγχο και διαχείριση, θα δημιουργήσει νέο πλούτο θα προσφέρει ένα αξιοπρεπές βιοτικό επίπεδο για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα καθώς και την επανίδρυση -του κατεστραμμένου από την Τρόικα και τον καπιταλισμό- κοινωνικού κράτους για να μπορούν όλοι να απολαμβάνουν δωρεάν και ποιοτική Υγεία, Παιδεία, κλπ.
Μόνο ο δημόσιος τομέας, εθνικοποιημένος και δημοκρατικά σχεδιασμένος, μπορεί να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη για την ανάπτυξη της οικονομίας. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση ο ιδιωτικός τομέας, είτε των Ελλήνων εφοπλιστών, τζογαδόρων και εργολάβων, είτε των ξένων πολυεθνικών, να επενδύσουν για να βοηθήσουν την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Όλα τα πιο πάνω δεν αποτελούν τίποτα άλλο από βασικά στοιχεία ενός σοσιαλιστικού προγράμματος για την ανοικοδόμηση της οικονομίας.
Ο σοσιαλισμός δεν είναι μια αφηρημένη ιδέα, όπως δυστυχώς τον αντιλαμβάνεται ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της Αριστεράς. Είναι μια σειρά από συγκεκριμένα μέτρα που αφαιρούν την εξουσία από το μεγάλο κεφάλαιο και την δίνουν στην κοινωνία και τους εργαζόμενους.
Σήμερα το θέμα του σοσιαλιστικού προγράμματος, της πάλης για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας δεν είναι κάτι αφηρημένο, απλά μια γενικά «καλύτερη ιδέα». Είναι η απόλυτη αναγκαιότητα, ο μόνος τρόπος να ξεφύγει η κοινωνία από τη βαρβαρότητα. Το ελληνικό εργατικό κίνημα έχει τη δυνατότητα να προχωρήσει στο δρόμο ενός τέτοιου σοσιαλιστικού προγράμματος ξεκινώντας από σήμερα (κι όχι στη Δευτέρα παρουσία όπως περίπου μας προτείνει η ηγεσία του ΚΚΕ). Και κάνοντας το αυτό να γίνει καταλύτης για όλη την Ευρώπη.
_____________________
1 Δείτε για παράδειγμα, «Το ευρώ η δραχμή, η επανάσταση που χρειαζόμαστε και η Αριστερά», https://xekinima.org/arthra/view/article/to-eyro-i-draxmi-i-epanastasi-poy-xreiazomaste-kai-i-a-2/
2 Δείτε, «Η Αριστερά οφείλει να απαντήσει: τι σημαίνει πρακτικά η άρνηση πληρωμής του χρέους;» https://xekinima.org/arthra/view/article/i-aristera-ofeilei-na-apantisei-ti-simainei-praktika/
3 ο.π.
4 Κάποιες θεωρίες, παρεμπιπτόντως, που μιλούν στο όνομα της γενικής και πλήρους αυτάρκειας (ότι δηλαδή παράγουμε τα πάντα και δεν εισάγουμε τίποτα) είναι σταλινικής και μαοϊκής έμπνευσης και οδηγούν, μαθηματικά, στην κατάρρευση.
5 Στο θέμα αυτό θα επανέλθουμε, σε επόμενο άρθρο, καθώς η προπαγάνδα της άρχουσας τάξης λέει ψέματα και στο θέμα αυτό, μιλώντας για μεγάλες ελλείψεις βασικών ειδών διατροφής και πείνα.