Δημοσιεύουμε άρθρο του Ζήση Πιτσέλη από το νέο τεύχος (7ο) της τοπικής εφημερίδας «Ποδονίφτης» στη Ν. Ιωνία
Το γνωστό σε όλους παραμύθι του Κ.Χ. Αντερσεν αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο την κρατική διαχείριση της Δημόσιας Υγείας στις «νέες κανονικότητες» που διαμορφώνονται μετά την «εξοδο» από τη μνημονιακή επιτήρηση. Είναι πλέον σαφές πώς στα πλαίσια του νεοφιλελευθερισμού το κράτος πρόνοιας πνέει τα λοίσθια σε όλους τους τομείς, συμπαρασύροντας και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Δυστυχώς η «ανάπτυξη» δεν φτάνει σε όλους και οι αλαλαγμοί Πολάκη προκαλούν θυμηδία στην προσπάθεια να κρύψει την γύμνια του βασιλιά, μεταθέτοντας τα πολιτικά επίδικα στη σφαίρα της γελοιότητας.
Ο νέος θεσμός του οικογενειακού γιατρού καταρρέει πριν καν τεθεί σε εφαρμογή, με τους γιατρούς να γυρνούν την πλάτη και τους πολίτες να εγκλωβίζονται χωρίς δυνατότητα επιλογής, όπως συνέβη και με την προηγούμενη «τομή», τα ΤΟΜΥ (Τοπικές Μονάδες Υγείας). Στην ουσία πρόκειται για επίταξη γιατρών γενικής ιατρικής, παθολόγων και παιδίατρων, μετονομάζοντάς τους σε «οικογενειακούς» απαξιώνοντας τους ως λειτουργούς υγείας. Η ανταπόκριση είναι πολύ μικρή με την κυβέρνηση να προσπαθεί φυγή προς τα εμπρός βελτιώνοντας το οικονομικό δέλεαρ προς τους γιατρούς. Την ίδια ώρα τα λαϊκά στρώματα παραμένουν θεατές προσπαθώντας να καταλάβουν πώς θα καλύψουν τις ανάγκες περίθαλψης. Κάθε ζήτημα έχει πολλές όψεις που στο πλαίσιο ενός άρθρου μπορούν να θιγούν μόνον ορισμένες.
Καταρχήν το πολιτικό επίδικο: ποιο ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν οι κρατικές πολιτικές, ποια είναι τα περιθώρια αριστερού πρόσημου στην κρατική διαχείριση έστω και στο επίπεδο ανακούφισης των λαϊκών στρωμάτων; Δυστυχώς η απόλυτη καθήλωση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο δεν επιτρέπει καμία ψευδαίσθηση για αλλαγή πλεύσης και στο θέμα της υγείας. Απόλυτη προτεραιότητα έχει η λιτότητα, οπότε μόνον ιδεολογικά φτιασιδώματα μπορούν να κρύψουν τη γύμνια του βασιλιά. Κατά συνέπεια κανείς νέος θεσμός δεν στοχεύει στην κάλυψη αναγκών, αφού εδράζεται σε καμένη γη.
Ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού είναι ένα εύηχο τέχνασμα προς αυτή την κατεύθυνση. Πρόκειται για θεσμό που άκμασε σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες την περίοδο των παχιών αγελάδων στα πλαίσια του κράτους πρόνοιας, παρέχοντας ένα δίχτυ ασφαλείας και ταυτόχρονα μια βαλβίδα εκτόνωσης σε έναν πολύ ευαίσθητο τομέα. Με την αποσύνθεση που έφερε η κρίση και οι πολιτικές αντιμετώπισης της, όλα πήγαν περίπατο .Η κατάσταση των δημόσιων νοσοκομείων είναι πλέον τραγική και με σημαντική παράμετρο την γήρανση του πληθυσμού θα επιδεινωθεί. Η οικονομική δυσπραγία δεν αφήνει περιθώρια επιλογών για την συντριπτική πλειοψηφία και συνεπώς η απεύθυνση γίνεται μονόδρομος. Εδώ έρχονται οι νέοι θεσμοί να διαχειρισθούν το απόλυτο κενό. Η λύση είναι το «μάντρωμα» και των γιατρών και των πολιτών. Καμία δυνατότητα επιλογής για κανέναν και απόλυτη κυριαρχία της λογικής της αγοράς, με δυσαρεστημένους όλους και κυρίως αυτούς που υπόκεινται τις συνέπειες αυτών των πολιτικών.
Πολλά σοβαρά ζητήματα, όπως η καταλληλότητα και η ικανότητα των γιατρών υποβαθμίζονται, αφού προτεραιότητα είναι η νεοφιλελεύθερη επιταγή της μη σπατάλης στην Υγεία. Τα πάρτι των προηγούμενων χρόνων (βλ. NOVARTIS) αποτελούν το καλύτερο άλλοθι για τη σημερινή κατάντια έτσι ώστε οι κυβερνητικές επιλογές να φαίνονται ως η μόνη εναλλακτική πρόταση. Οι υποτελείς τάξεις (και όχι μόνον αυτές) θα συνεχίσουν να στοιβάζονται στις ουρές, την ακολουθούμενη θεραπεία θα την κρίνουν οι νεότευκτοι θεσμοί που δεν πείθουν κανέναν για την επάρκειά τους (αφού και οι ίδιοι σύλλογοι των γιατρών τους καταγγέλλουν) και η κυβέρνηση θα κομπάζει για την «ανάπτυξη».
Την ίδια ώρα οι ασφαλιστικές καιροφυλακτούν για την είσοδο στο δημόσιο χώρο που είναι και η μεγάλη πίτα και η δυσαρέσκεια έχει φουντώσει με τάσεις προς την αγανάκτηση. Σύμφωνα με έρευνα της ALCO (Σεπτέμβρης 2018), υπάρχει ξεκάθαρη επιδείνωση της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας. Η εκτίμηση αυτή προέρχεται και από τους γιατρούς και από τους πολίτες. Και οι δύο αξιολογούν αρνητικά το νέο Πρωτοβάθμιο Σύστημα Υγείας και δεν βλέπουν καμία αντιστροφή της πορείας. Σημαντικό είναι πως το 80% των γιατρών, θεωρούν ότι το νέο σύστημα δεν προσφέρει αξιοπρεπείς αμοιβές και σωστές επαγγελματικές συνθήκες. Αυτό με τη σειρά του έχει μεγάλη σημασία για την ποιότητα του μικρού δυναμικού που θα συνεργαστεί με τις νέες δομές, με δεδομένη τη μεγάλη ανεργία γιατρών και τις δυσκολίες συντήρησης των μικρών ιδιωτικών ιατρείων. Παράλληλα η φαρμακευτική δαπάνη μετακυλύεται όλο και περισσότερο στις τσέπες του κοσμάκη που κάθε φορά πληρώνει μεγαλύτερο ποσό για τα ίδια φάρμακα στο βωμό της μείωσης της κρατικής συμμετοχής. Πολλοί παίρνουν το ρίσκο της μη λήψης φαρμάκων λόγω οικονομικής δυσπραγίας, αγνοώντας τον κίνδυνο μιας τέτοιας απόφασης.
Αυτή είναι λοιπόν η μεγάλη εικόνα εν συντομία στο χώρο της δημόσιας υγείας, που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θέλει να την αντιδιαστείλει με την προηγούμενη, ενώ είναι η συνέχισή της, όπως και στους άλλους τομείς. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι όλα γίνονται σε απόλυτο κοινωνικό κενό. Τα κινήματα των νοσοκομειακών γιατρών και του νοσηλευτικού προσωπικού που υπήρχαν την πρώτη περίοδο έχουν βραχυκυκλωθεί συκοφαντημένα από την «πρώτη φορά αριστερά» και απουσιάζουν από τα τεκταινόμενα. Η κοινωνία απούσα από όλες τις διεργασίες υπόκειται αμήχανη και εγκλωβισμένη τις διαχειριστικές επιλογές του ΣΥΡΙΖΑ. Αν αυτά δεν αλλάξουν η επιδείνωση θα συνεχίζεται και νέα ανάπτυξη θα συνεχίσει να δημιουργεί ερείπια.