Το τελευταίο διάστημα έχει ανοίξει ξανά η συζήτηση γύρω από το θέμα του σεξισμού και της σεξιστικής βίας στο χώρο της Αριστεράς. Αφορμή ήταν αυτή τη φορά η καταγγελία της Αριστερής Ανασύνθεσης (ΑΡΑΝ) για τη βίαιη επίθεση που δέχτηκε φοιτήτρια, μέλος της οργάνωσης και των ΕΑΑΚ (φοιτητική παράταξη που απαρτίζεται από μια σειρά οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς) από το σύντροφό της, που ανήκει επίσης στην παράταξη και όπως όλα δείχνουν, στην οργάνωση Αριστερή Συσπείρωση (ΑΡΙΣ).
Ανάμεσα σε άλλα, η ανακοίνωση – καταγγελία της ΑΡΑΝ αναφέρει:
«Θεωρούμε αυτονόητο να καταδικαστεί αυτή η επίθεση σε κάθε τόνο και δίχως “ναι μεν, αλλά”, δίχως αμφιβολίες για το αν ο ξυλοδαρμός και οι επακόλουθοι μώλωπες αποτελούν προϊόντα σεξιστικής βίας, δίχως αναζητήσεις δηλαδή που κατατείνουν να αναπαράγουν με τον πιο αποκρουστικό τρόπο το αντανακλαστικό που υπαγορεύει να αναρωτιόμαστε αν τα θύματα της σεξιστικής βίας είτε δεν κατάλαβαν ακριβώς τι έπαθαν, είτε υπερβάλλουν σχετικά, είτε ακόμα περισσότερο προκάλεσαν το πάθημά τους γιατί μίλησαν άσχημα, έβγαλαν γλώσσα…»
Η καταγγελία δεν κατονομάζει το δράστη της επίθεσης, ούτε την οργάνωση στην οποία ανήκει. Αναφέρει απλά το αυτονόητο: ότι περιστατικά σεξιστικής βίας δεν μπορεί να γίνονται αποδεκτά στο χώρο της Αριστεράς.
Καμία ουσιαστική απάντηση
Από τη μεριά της η ΑΡΙΣ, απάντησε με μια ανακοίνωση η οποία αφενός αποτελεί από μόνη της παραδοχή ότι ο δράστης της επίθεσης είναι μέλος της και αφετέρου αναφέρεται σε «λάσπη» και «συκοφαντίες». Πέρα από μια γενική καταδίκη της σεξιστικής βίας, όμως, δε γίνεται καμία ουσιαστική αναφορά στο γεγονός. Αντίθετα, το μεγαλύτερο μέρος της ανακοίνωσης αποτελείται από κατηγορίες για λασπολογία εναντίον της.
Μάλιστα, φτάνει στο σημείο να κάνει κριτική στο γεγονός ότι στα πλαίσια της Αριστεράς λειτουργούν ξεχωριστές γυναικείες ομάδες, χαρακτηρίζοντας αυτή την πρακτική… σεξιστική!
«…Τέλος, μία παρατήρηση. Είναι σεξιστικός για την αριστερά εκτός εάν δίνεται για “ιστορικούς λόγους”, ο διαχωρισμός στο εσωτερικό σε “Γυναικεία ομάδα” επομένως και “αντρική” (;)… Είναι σεξιστικός γιατί αναπαράγει το διαχωρισμό του φύλου, περιορίζει το ζήτημα της σεξιστικής βίας σε “γυναικεία” υπόθεση, το ανάγει σε θεματικό ζήτημα ίδιο με την ομάδα περιβάλλοντος και προστασίας κάποιου σπάνιου είδους…»
Για ιστορικούς λόγους;
Η ιστορία της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος είναι γεμάτη από παραδείγματα γυναικείων ομάδων, όχι βέβαια αντιπαραθετικών ή ανταγωνιστικών με τους άντρες ή με τις κοινές οργανώσεις, αλλά απαντώντας στην ανάγκη δράσης ενάντια στη διπλή καταπίεση που αντιμετώπιζαν και αντιμετωπίζουν οι γυναίκες.
Το σημαντικότερο ίσως παράδειγμα, ήταν το «Γραφείο Γυναικών», που λειτουργούσε στη Σοβιετική Ένωση τα πρώτα χρόνια μετά την Οκτωβριανή επανάσταση, με σκοπό να βοηθήσει τις γυναίκες της χώρας να μορφωθούν, να οργανωθούν, να συμμετάσχουν στα κοινά, να πάρουν τον έλεγχο πάνω στις ζωές τους.
Σήμερα, εκατό χρόνια μετά, η ανάγκη για την ύπαρξη και τη δράση τέτοιων οργανώσεων, κάθε άλλο παρά έχει τελειώσει. Όχι μόνο γιατί ζούμε σε μια κοινωνία η οποία εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τη γυναίκα σαν εμπορικό ή σεξουαλικό αντικείμενο, εύκολα εκμεταλλεύσιμο εργατικό δυναμικό, με περιορισμένα εργασιακά δικαιώματα και αμοιβές ή ακόμα και σαν «σκεύος αναπαραγωγής» σε πολύ μεγάλα τμήματα του πλανήτη. Αλλά και γιατί η σημερινή Αριστερά δεν έχει σε καμία περίπτωση λύσει τα αντίστοιχα προβλήματα στο εσωτερικό της.
Μάχη ενάντια στο σεξισμό, στην Αριστερά και την κοινωνία
Όταν μια οργάνωση της Αριστεράς αντιμετωπίζει περιστατικά σεξιστικής βίας στο εσωτερικό της και δεν κάνει τίποτα παραπάνω από το να μιλάει για «λάσπη»… όταν η κουλτούρα της φοιτητικής εξωκοινοβουλευτικής −και όχι μόνο− Αριστεράς επιβάλλει το έθιμο της ανταλλαγής χυδαίων σεξιστικών συνθημάτων απέναντι στις αντίπαλες παρατάξεις κατά την καταμέτρηση των αποτελεσμάτων των φοιτητικών εκλογών… τότε έχουμε ακόμη πολύ δρόμο μπροστά μας. Και βέβαια, η ανάγκη ύπαρξης ξεχωριστών γυναικείων ομάδων, δεν έχει να κάνει με «ιστορικούς» λόγους, αλλά ακριβώς με αυτή τη σημερινή τραγική εικόνα.
Η Αριστερά βέβαια, είναι κομμάτι της κοινωνίας και δε θα μπορούσε να μένει ανεπηρέαστη από τις αντιλήψεις και τις συνθήκες που επικρατούν σε αυτή. Οφείλει όμως να αναγνωρίζει το πρόβλημα! Και, κατ’ επέκταση, να βρίσκεται καθημερινά μπροστά στον αγώνα ενάντια σε κάθε μορφής διάκριση και ανισότητα, ξεκινώντας από το ίδιο το εσωτερικό της.
Με ουσιαστική συζήτηση στις γραμμές της, με πραγματική εκπαίδευση των στελεχών και των μελών της πάνω στα ζητήματα του σεξισμού και της γυναικείας καταπίεσης και βέβαια με την καθημερινή της δράση στους εργασιακούς χώρους, στους χώρους της εκπαίδευσης, στην κοινωνία συνολικά.