Ρεπορτάζ του «Ξ»
Στα πλαίσια του 24ου κάμπινγκ Antinazizone – YRE, το «Ξ» διοργάνωσε στις 3/8 συζήτηση με θέμα «Γυναίκες στα πρόθυρα εξέγερσης». Ομιλήτριες ήταν η Ελένη Μήτσου εκ μέρους του «Ξ» και η Φιόνα Ολόφιν, εκ μέρους του Σοσιαλιστικού Κόμματος – CWI (αδελφή οργάνωση του «Ξ» στην Ιρλανδία).
Ελένη Μήτσου
Ξεκινώντας την εισήγησή της, η Ελένη Μήτσου αναφέρθηκε στο γεγονός ότι κατά κανόνα, αυτού του είδους οι συζητήσεις γίνονται μόνο μια φορά το χρόνο, στις 8 Μάρτη. Η συγκεκριμένη επέτειος έχει φτάσει σήμερα να είναι μια μέρα κατά την οποία «ευαίσθητοι», Δήμοι, εργοδότες, μέσα ενημέρωσης κλπ, «τιμούν» τις γυναίκες με τριαντάφυλλα, βραδινές εξόδους μόνο για γυναικοπαρέες, με ρεπορτάζ που προσπαθούν να πείσουν ότι στις μέρες μας, παρά τα μικροπροβλήματα, η ισότητα έχει στην ουσία επιτευχθεί. Την ίδια ώρα, προσπαθούν να απογυμνώσουν την 8η Μάρτη από το πραγματικό της περιεχόμενο και από την ιστορική της προέλευση (τους μεγάλους εργατικούς αγώνες των γυναικών της Αμερικής τον 19ο αιώνα).
Η πραγματικότητα είναι πολύ μακριά από αυτή που προσπαθούν να παρουσιάσουν. Παρά τις σημαντικές κατακτήσεις σε νομικό επίπεδο, όπως π.χ. το δικαίωμα στην ψήφο, βρισκόμαστε μίλια μακριά από την πλήρη ισότητα.
Ακόμη και σήμερα υπάρχουν μισθολογικές διαφορές σε όλες τις χώρες του κόσμου. Στην Ελλάδα η διαφορά είναι γύρω στο 15%. Δηλαδή, μια γυναίκα δουλεύει περίπου 2 μήνες το χρόνο τζάμπα, ή παίρνει 8-8,5 ευρώ για κάθε 10 ευρώ που παίρνει ένας άντρας. οι διαφορές αυτές μπορεί να μην εντοπίζονται στις ίδιες θέσεις εργασίας, αλλά τα επαγγέλματα όπου πλειοψηφούν γυναίκες είναι πολύ πιο χαμηλά αμειβόμενα από αυτά στα οποία κυριαρχούν άντρες. Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα των αστικών συγκοινωνιών της Αθήνας, όπου οι καθαρίστριες των λεωφορείων, στην πλειοψηφία τους γυναίκες παίρνουν κατά μέσο όρο 150 – 200 ευρώ λιγότερα το μήνα από τους υπαλλήλους φύλαξης που κατά κανόνα είναι άντρες.
Ένα άλλο σημαντικό πεδίο ανισότητας είναι το θέμα της βίας κατά των γυναικών. Δεν πρόκειται για σκόρπια μεμονωμένα περιστατικά, αλλά για ένα κοινωνικό φαινόμενο με μαζικές διαστάσεις. Στην Ελλάδα σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία μια γυναίκα βιάζεται κάθε τρεις μέρες. Ωστόσο, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Ελληνικής Εγκληματολογική Εταιρείας, υπολογίζεται ότι έχουμε περίπου 5.000 βιασμούς το χρόνο, αριθμός που αντιστοιχεί σε 13 – 14 βιασμούς τη μέρα.
Η διαφορά αυτή ανάμεσα στα επίσημα στοιχεία και την πραγματικότητα προκύπτει από το γεγονός ότι ο βιασμός είναι το μόνο έγκλημα στο οποίο το θύμα στιγματίζεται εξίσου με τον θύτη και θεωρείται ότι έχει μέρος της ευθύνης. Η συντριπτική πλειοψηφία των βιασμών δεν καταγγέλλεται και ακόμη λιγότερες υποθέσεις φτάνουν στα δικαστήρια. Ακόμη κι εκεί όμως, το θύμα υφίσταται ένα δεύτερο βιασμό, την ώρα που οι κοινωνικός του περίγυρος αναρωτιέται αν «λέει ψέματα», αν «το ήθελε και άλλαξε γνώμη στη συνέχεια» κ.α.
Σύμφωνα με ένα ακόμη ανατριχιαστικό στοιχείο, το 32% των αντρών στην Ελλάδα θεωρεί ότι ο βιασμός δικαιολογείται κάτω από κάποιες συνθήκες: αν για παράδειγμα η γυναίκα ήταν μεθυσμένη, αν φορούσε προκλητικά ρούχα, αν κυκλοφορούσε μόνη της τη νύχτα, αν ο βιαστής την είχε συνοδεύσει στο σπίτι της, αν προηγουμένως είχε φλερτάρει μαζί του, αν είχε πολλούς ερωτικούς συντρόφους κλπ. Σύμφωνα με την παραπάνω αντίληψη, οι άντρες μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν χωρίς να φοβούνται, σε αντίθεση με τις γυναίκες.
Βία όμως δεν είναι μόνο ο βιασμός. Υπολογίζεται ότι μία στις τέσσερις γυναίκες στην Ελλάδα έχει υποστεί κάποια μορφή βίας, σε πολλές περιπτώσεις μέσα στο ίδιο το σπίτι της, κάτι που σπάνια καταγγέλλεται. Μέχρι να φτάσει μια γυναίκα στο σημείο να μιλήσει για τη βία που υφίσταται μέσα στην οικογένεια, όχι στην αστυνομία, αλλά απλά στην κοινωνικό της περίγυρο, έχει κατά μέσο όρο κακοποιηθεί 35 φορές. Συνήθως αυτή η βία αντιμετωπίζεται όχι σαν έγκλημα, αλλά σαν «ιδιωτική υπόθεση» του ζευγαριού, μια κατάσταση στην οποία κανένας τρίτος δεν πρέπει να παρέμβει.
Αυτού του είδους οι καταπιεστικές σχέσεις είναι γέννημα του σημερινού κοινωνικού συστήματος, που πατάει πάνω στον ανταγωνισμό αντί για τις υγιείς, βασισμένες στον αλληλοσεβασμό σχέσεις. Το πρόβλημα ξεκινάει από νωρίς. Από τα παιδικά παραμύθια και τα παιχνίδια που είναι σχεδιασμένα για να δημιουργήσουν ανεξάρτητους, δημιουργικούς, έξυπνους άντρες από τη μία και «νοικοκυρές», «μανάδες», εξαρτημένες γυναίκες από την άλλη. Από τις δουλειές του σπιτιού στις οποίες το κορίτσι οφείλει να συμμετέχει και το αγόρι να αποφεύγει. Από τα διαφορετικά επίπεδα ελευθερίας στην εφηβεία. Δημιουργούνται γυναίκες άβουλες, χωρίς αυτοπεποίθηση, που περιμένουν έναν άντρα να τους λύσει τα προβλήματα, γυναίκες φοβισμένες, που υποτιμούν τις ικανότητές τους, κλπ.
Ωστόσο, όταν οι γυναίκες μπαίνουν σε αγώνες, είναι συχνά πιο αποφασιστικές και επίμονες, δίνουν τις πιο σκληρές μάχες. Αυτό είναι λογικό, αφού προκειμένου να μπουν σε έναν αγώνα, έχουν κάνει ήδη μεγάλες ανατροπές μέσα τους, έχουν ξεπεράσει οικογενειακά και κοινωνικά προβλήματα, κλπ.
Η ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα μεγάλων αγώνων στους οποίους οι γυναίκες έχουν παίξει αποφασιστικό ρόλο, με την Οκτωβριανή επανάσταση να αποτελεί το κορυφαίο παράδειγμα. Και στις μέρες μας όμως, οι γυναικείοι αγώνες, από τα διεθνή κινήματα για το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του σώματός μας σε χώρες όπως η Ιρλανδία, η Πολωνία και η Τουρκία, μέχρι αυτά που παλεύουν ενάντια στη βία κατά των γυναικών στη Λατινική Αμερική, εμπνέουν πλατιά κομμάτια της κοινωνίας.
Φιόνα Ολόφιν
Η Φιόνα Ολόφιν, μίλησε κατ’ αρχήν για την εμφάνιση και άνοδο ενός παγκόσμιου κινήματος. Είναι οργισμένο, δυναμικό, γυναικείο και κατά βάση νεολαιίστικο.
Οι νέες γυναίκες σήμερα, δεν είναι διατεθειμένες να δέχονται κατήχηση, ή υποδείξεις από μεσήλικες, γκριζομάληδες άντρες, είτε φοράνε κοστούμια, κάτι που κατά κανόνα ισχύει στις περισσότερες χώρες, είτε φοράνε ράσα, κάτι που εμφανίζεται σε μια σειρά περιοχές του κόσμου, όπως π.χ. στην Ιρλανδία. Η φετινή διαδήλωση στις 8 Μάρτη αντανάκλασε σε μεγάλο βαθμό αυτή την οργή. Ένα από τα συνθήματα που κυριαρχούσαν, έλεγε
«Ούτε η εκκλησία, ούτε το κράτος, εγώ θα αποφασίζω για τον εαυτό μου».
Επιπλέον, οι γυναίκες σήμερα δεν είναι πια διατεθειμένες να κατέβουν στο δρόμο μια φορά το χρόνο και μετά να πάνε στο σπίτι τους. Το κίνημα αυτό δεν είναι μόνο παγκόσμιο, αλλά έχει και διεθνιστικές αναφορές. Είναι διατεθειμένο να παλέψει με νύχια και με δόντια, όχι μόνο για να κερδίσει νέα δικαιώματα, αλλά και για να προστατέψει τις κατακτήσεις που προσπαθούν να μας πάρουν πίσω. Ένα τέτοιο παράδειγμα, είναι η υπεράσπιση των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων των γυναικών στις ΗΠΑ, που απειλούνται από την οπισθοδρόμηση που εκπροσωπεί ο νέος πρόεδρος της χώρας, Ντόναλντ Τραμπ.
Οι κινητήριες δυνάμεις αυτής της παγκόσμιας κινηματικής διαδικασίας είναι οι ίδιες οι αντιφάσεις του καπιταλιστικού συστήματος, ενός συστήματος που αδυνατεί να δώσει απαντήσεις στα προβλήματα και τις ανάγκες των κοινωνιών. Η νέα γενιά βλέπει μπροστά της ότι θα ζήσει χειρότερα από την προηγούμενη, με πετσοκομμένους μισθούς, εργασιακές συνθήκες και κοινωνικές παροχές. Μέσα σε αυτή την κατάσταση, οι γυναίκες έχουν επηρεαστεί περισσότερο τόσο από την κρίση, όσο και από το υποτιθέμενο «φάρμακο» που εφαρμόζεται εναντίον της, δηλαδή τις πολιτικές λιτότητας.
Στην Ιρλανδία για παράδειγμα, το 92% των μονογονεϊκών οικογενειών έχουν αρχηγούς γυναίκες. Τα παιδιά αυτών των οικογενειών κατά κανόνα ζουν στη φτώχεια, ιδιαίτερα μετά την απόφαση της ιρλανδικής κυβέρνησης να καταργήσει τα επιδόματά τους όταν φτάνουν στην ηλικία των 7 ετών. Η Ιρλανδία είναι επίσης η χώρα με το μεγαλύτερο ποσοστό ιδιωτικής παιδικής φροντίδας στην Ευρώπη. Όλη αυτή η κατάσταση έχει αυξήσει δραστικά την οργή και τη ριζοσπαστικοποίηση των γυναικών.
Παράλληλα, οι κοινωνικοί αγώνες αλληλοτροφοδούνται και εμπνέουν ο ένας τον άλλο. Οι γυναίκες, παίζουν καθοριστικό ρόλο στο κίνημα ενάντια στο τέλος ύδρευσης, αλλά αποτέλεσαν και παράγοντα κλειδί, μαζί με τη νεολαία στη νικηφόρα μάχη του δημοψηφίσματος για το δικαίωμα των ομόφυλων ζευγαριών στο γάμο. Ένα αίτημα, που στις φτωχές, εργατικές περιοχές της χώρας υποστηρίχτηκε σε ποσοστά ανάμεσα σε 85 – 90%.
Πέρα από την Ιρλανδία βέβαια, το κίνημα έχει απλωθεί σε μια σειρά χώρες του κόσμου, που επηρεάζουν άμεσα το ένα το άλλο. Η πορεία στην Ουάσινγκτον μετά την εκλογή Τραμπ, στην οποία συμμετείχαν πάνω από τέσσερα εκατομμύρια άνθρωποι, είχε διεθνή αντίκτυπο, με μια σειρά διαδηλώσεων να διοργανώνονται την ίδια μέρα σε πολλές χώρες σε ολόκληρο τον κόσμο.
Σημαντικές είναι και οι εξελίξεις στη Λατινική Αμερική, γύρω από το κίνημα ενάντια στη βία κατά των γυναικών και το σεξισμό. Στη Βραζιλία, την Αργεντινή, τη Χιλή, την Παραγουάη, την Ουρουγουάη, οι γυναίκες διεκδικούν δυναμικά τον τερματισμό της βίας που έχει πάρει τη μορφή επιδημίας. Στη Βραζιλία για παράδειγμα, υπολογίζεται ότι 13 γυναίκες την ημέρα σκοτώνονται από το σύντροφό τους.
Η 8η Μάρτη είχε εδώ και πολλές δεκαετίες μετατραπεί σε φαρσοκωμωδία, μια μέρα που θυμίζει περισσότερο κάτι ανάμεσα σε ημέρα της μητέρας και ημέρα του Αγίου Βαλεντίνου. Το 2017 όμως η κατάσταση ήταν εντελώς διαφορετική. Σε ολόκληρη την Ευρώπη είχαμε μαζικές διαδηλώσεις, με πιο χαρακτηριστικές αυτές στην Πολωνία, με βασικό ζήτημα την υπεράσπιση του έτσι κι αλλιώς εξαιρετικά περιορισμένου δικαιώματος στην άμβλωση. Στην Πολωνία η άμβλωση επιτρέπεται μόνο σε περιπτώσεις σοβαρών ανωμαλιών του εμβρύου, ή σε περιπτώσεις βιασμού. Σε μια χώρα 38 εκατομμυρίων, τα επίσημα στοιχεία καταγράφουν μόλις 2.000 αμβλώσεις το χρόνο. Η προσπάθεια της κυβέρνησης να περιορίσει αυτό το δικαίωμα ακόμη περισσότερο, κατέβασε 100.000 γυναίκες στο δρόμο το περασμένο Φθινόπωρο, στη γνωστή ως «πορεία με τα μαύρα».
Στην Ινδία, οι γυναίκες παλεύουν ενάντια στους βιασμούς, αλλά ο αγώνας αυτός στρέφεται και ενάντια στο σύστημα των καστών. Οι γυναίκες της κατώτερης κάστας αντιμετωπίζονται σαν αναλώσιμες, είναι επί της ουσίας άνθρωποι χωρίς κανένα δικαίωμα. Επίσημα η Ινδία έχει το χαμηλότερο ποσοστό βιασμών, σαν αποτέλεσμα του γεγονότος ότι οι βιασμοί δεν καταγγέλλονται, απλούστατα γιατί οι γυναίκες ξέρουν ότι δεν υπάρχει κανένα νόημα. Μάλιστα, ο βιασμός στα πλαίσια του γάμου είναι νόμιμος.
Από την πλευρά μας, σαν σοσιαλίστριες φεμινίστριες, παλεύουμε για τα δικαιώματα όλων των γυναικών, αλλά παράλληλα ξέρουμε ότι απαιτείται μια εργατική – ταξική προσέγγιση στο ζήτημα της γυναικείας καταπίεσης. Ο σεξισμός και η βία, επηρεάζει όλες τις γυναίκες, όλων των τάξεων, για μας όμως, το πρόβλημα δεν εντοπίζεται στους άντρες, αλλά στο οικονομικό και κοινωνικό σύστημα που τα γεννάει. Και βέβαια δεν έχουμε κανένα κοινό με «φεμινίστριες» όπως η Χίλαρι Κλίντον.
Συζήτηση
Μετά τις εισηγήσεις, ακολούθησε μια ιδιαίτερα ζωντανή συζήτηση. Η Κάρα από την Ιρλανδία, έδωσε ακόμη πιο αναλυτικά παραδείγματα για τη μάχη των γυναικών στη χώρα της για το δικαίωμα στην άμβλωση, ένα δικαίωμα που τους στερεί το ίδιο το Σύνταγμα, του οποίου το 8ο άρθρο την απαγορεύει. Εξήγησε ότι αυτός ο περιορισμός επιβλήθηκε στην ουσία από την καθολική εκκλησία και ισχύει από το 1983. Έτσι, υπολογίζεται ότι 12 γυναίκες κάθε μέρα αναγκάζονται να ταξιδέψουν στη Βρετανία για να υποβληθούν στην επέμβαση, κάτι βέβαια που είναι ιδιαίτερα δαπανηρό και δύσκολο για τις γυναίκες της εργατικής τάξης. Άλλες αναγκάζονται να παραγγείλουν το χάπι της άμβλωσης από το διαδίκτυο, παρά το γεγονός ότι η πράξη τους αυτή είναι παράνομη. Το κίνημα δε διεκδικεί μόνο το δικαίωμα στην άμβλωση, αλλά και το διαχωρισμό του κράτους από την Εκκλησία, η οποία ακόμη και μέχρι σήμερα ασκεί ασφυκτικό έλεγχο στο σύστημα Υγείας και Παιδείας.
Στη διάρκεια της συζήτησης, ακούστηκαν προβληματισμοί ως προς το κατά πόσο η σύνδεση του φεμινιστικού κινήματος με αυτό για την ανατροπή του συστήματος συνολικά, «καπελώνει» τις γυναικείες διεκδικήσεις.
Απαντώντας στον παραπάνω προβληματισμό, μια σειρά συντρόφισσες και σύντροφοι εξήγησαν ότι μπορεί η γυναικεία καταπίεση να προϋπήρξε του καπιταλισμού, όλα όμως τα κοινωνικά συστήματα στα οποία ευδοκίμησε, βασίζονταν επίσης στην κυριαρχία της ατομικής ιδιοκτησίας. Ο καπιταλισμός βέβαια την «απογείωσε», προσπαθώντας να βγάλει κέρδος από τα πιο απίθανα πράγματα (πουλώντας για παράδειγμα ένα ροζ ποδήλατο κατά 15% ακριβότερα από το ίδιο ακριβώς γαλάζιο ποδήλατο)!
Αναφέρθηκε επίσης το παράδειγμα των πρώτων χρόνων της Σοβιετικής Ρωσίας, κατά τη διάρκεια των οποίων έγιναν άλματα ως προς τη γυναικεία χειραφέτηση, όχι μόνο στο επίπεδο των δικαιωμάτων στην άμβλωση, την απλούστευση της διαδικασίας των διαζυγίων, κλπ, αλλά και στο επίπεδο των κοινωνικών παροχών (δημόσια μαγειρεία, πλυντήρια, βρεφονηπιακοί σταθμοί κ.α.) που στόχο είχαν να ελαφρύνουν τα καθημερινά βάρη των γυναικών και να τους επιτρέψουν να παίξουν ενεργό ρόλο στην πολιτική και κοινωνική ζωή.
Από τη συζήτηση βέβαια δεν έλειψαν και «βιωματικές» τοποθετήσεις, με μια σειρά από τις παρευρισκόμενες να περιγράφουν την καθημερινότητα στους χώρους εργασίας τους, στους οποίους αποθαρρύνονται να πάρουν πρωτοβουλίες από τους άντρες συναδέλφους τους, ενώ ενθαρρύνονται να φροντίζουν για την καθαριότητα του εργασιακού τους χώρου.
Η Δανάη, μαθήτρια Λυκείου, περιέγραψε πως οι καθηγητές, αλλά κυρίως οι καθηγήτριες, αντί να εξηγήσουν στα αγόρια ότι ο βιασμός είναι έγκλημα με το οποίο δεν μπορούμε να αστειευόμαστε, «εξηγούν» στα κορίτσια ότι οφείλουν να είναι σεμνά ντυμένα και να μην «προκαλούν», προκειμένου να αποφύγουν να πέσουν θύματα!
Αναφέρθηκαν επίσης, από την Αθηνά, τα ζητήματα της γυναικείας καταπίεσης σε χώρες της Αφρικής, της Μέσης Ανατολής, και του αραβικού κόσμου, οι καταναγκαστικοί γάμοι μικρών κοριτσιών, ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων, το τράφικινγκ, οι μαζικοί βιασμοί ως όπλο σε εμπόλεμες καταστάσεις και πολλές ακόμη πτυχές της γυναικείας καταπίεσης σε ολόκληρο τον κόσμο.
Η Κατερίνα η Μαριάννα και η Ισμήνη στάθηκαν σε ζητήματα της ελληνικής καθημερινότας. Αναφέρθηκαν τα παραδείγματα των βιαστών στην Ξάνθη (όπου οι δράστες αθωώθηκαν, σε μια δίκη όπου για άλλη μια φορά στιγματίστηκε το θύμα) και στη Δάφνη (που υποτιμήθηκε από τα μέσα ενημέρωσης, με έναν ιδιαίτερα «έντεχνο» τρόπο). Η έμφασή τους έπεσε στο γεγονός ότι ο δράστης ήταν υπέρβαρος, με προβλήματα όρασης κλπ, αντιμετωπίστηκε δηλαδή σαν «τέρας», χωρίς κοινωνικές σχέσεις, στερημένο σεξουαλικά, που οδηγήθηκε στο βιασμό εξαιτίας των παραπάνω χαρακτηριστικών. Η παραπάνω «ανάγνωση», πέρα από εξαιρετικά προσβλητική απέναντι στους ανθρώπους με αναπηρίες και τους υπέρβαρους, λειτούργησε ως «άλλοθι» για το δράστη, δικαιολογώντας στην ουσία το βιασμό. Η Ισμήνη, ειδικά, αναφέρθηκε με οργή στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ΛΟΑΤ κοινότητα και ο διαφορετικός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι ομοφυλόφιλοι άνδρες από τις ομοφυλόφιλες γυναίκες – οι πρώτοι αντιμετωπίζονται υποτιμητικά και απαξιωτικά, οι δεύτερες διεγείρουν συχνά ερωτικές φαντασιώσεις
Τέλος, αναφέρθηκε το θέμα της προβληματικής στάσης της ελληνικής Αριστεράς πάνω στο ζήτημα των γυναικείων δικαιωμάτων, μιας Αριστεράς στην οποία υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με την κυριαρχία των ανδρών στις διαδικασίες και τα όργανα, που τείνει να υποτιμά το θέμα και να το μεταφέρει σε μια μελλοντική σοσιαλιστική κοινωνία, αντί να βρίσκεται μπροστά στους μικρούς και μεγάλους αγώνες του γυναικείου κινήματος και να παλεύει για πραγματική ισότητα.
Ήταν μια από τις πιο ενδιαφέρουσες και ζωντανές συζητήσεις που έγιναν στο φετινό κάμπινγκ και κράτησε περίπου 120 άτομα μέχρι μετά τις 11.00 το βράδυ.
Σχετικά άρθρα