Ανακοίνωση του "Ξ"
Παραδοσιακά, οι ευρωεκλογές (όπως και οι τοπικές εκλογές) αποτελούν μια ευκαιρία για το εκλογικό σώμα να ψηφίσει πιο χαλαρά και να στείλει μηνύματα διαμαρτυρίας ενάντια στις πολιτικές των δύο μεγάλων κομμάτων ενισχύοντας τις δυνάμεις της αριστεράς. Οι ευρωεκλογές αυτές, του 2004, αποτέλεσαν πραγματικά μια ευκαιρία για εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους και νέους να στείλουν αρνητικά μηνύματα στους δυο εκπροσώπους του δικομματισμού. Όμως την ίδια στιγμή έδειξαν πως δεν πείθονται από τα σημερινά κόμματα της αριστεράς. Έτσι ο μεγάλος κερδισμένος ήταν η αποχή η οποία ξεπέρασε κάθε ιστορικό ρεκόρ: 3,65 εκ ψηφοφόροι, 37% του εκλογικού σώματος.
Το 43% που πήρε η ΝΔ και το 34% του ΠΑΣΟΚ δημιουργούν την εντύπωση μιας εκπληκτικής διατήρησης του δικομματισμού, αν θέλουμε όμως να δούμε την πραγματική εικόνα πρέπει να πάμε πέρα από τα ποσοστά, στις πραγματικές ψήφους των κομμάτων. Το σύνολο των ψήφων των δύο μεγάλων κομμάτων δεν ξεπερνά το 47% του εκλογικού σώματος. Σχεδόν 1 εκατομμύριο ψηφοφόροι που στις βουλευτικές του Μάρτη στήριξαν ΠΑΣΟΚ αρνήθηκαν να κάνουν το ίδιο στις ευρωεκλογές. Και αντίστοιχα σχεδόν 750 χιλ που στις βουλευτικές ψήφισαν ΝΔ δεν την ψήφισαν και στις ευρωεκλογές.
Αυτό όμως το τεράστιο μέγεθος, των 1,7 εκ ψήφων, δεν πήρε την ενεργητική μορφή της υποστήριξης των κομμάτων της αριστεράς, όπως συνέβαινε σε προηγούμενες ευρωεκλογές αλλά στράφηκε στην αποχή. Έτσι, ενώ στις ευρωεκλογές του 1999 το σύνολο των ψήφων του ΚΚΕ του ΣΥΝ και του ΔΗΚΚΙ ήταν περίπου 1,33 εκ., στις τωρινές ευρωεκλογές το σύνολο για ΚΚΕ και ΣΥΝ ήταν μόνο 830 χιλ.
ΚΚΕ και ΣΥΝ
Για μια ολοκληρωμένη ανάλυση τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών πρέπει να συγκριθούν με τα αποτελέσματα των προηγούμενων ευρωεκλογών, του 1999.
Ο ΣΥΝ «τα κατάφερε», να μειώσει τον αριθμό των ψήφων που πήρε σε σχέση με τις ευρωεκλογές του 1999 κατά 80 χλ! Η καθαρή αυτή ήττα είναι αποτέλεσμα των διαρκών παλινωδιών του και νέας δεξιάς στροφής του μετά τις γενικές εκλογές, με τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ και τη στροφή του προς την κεντροαριστερά (ένταξη σε Κόμμα Ευρωπαϊκής Αριστεράς, συνάντηση Κωνσταντόπουλου με Τσοχατζόπουλο πριν τις εκλογές, κλπ).
Το ΚΚΕ ανέβασε ελαφρά τα ποσοστά του και μιλά για επιτυχία. Όμως σε αριθμούς, το ΚΚΕ αύξησε τις ψήφους του από τις ευρωεκλογές του 1999 κατά 20 χιλιάδες. Άμα ληφθούν υπόψη οι δυνατότητες που παρέχει η χαλαρή ψήφος των ευρωεκλογών, με τη μαζική μετακίνηση των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, και επίσης και ιδιαίτερα, η εξαφάνιση του ΔΗΚΚΙ το οποίο αποτελούσε εκλογικό σύμμαχο του ΚΚΕ όλα τα περασμένα χρόνια και το οποίο είχε πάρει το 1999 κοντά στο 7% 440.000 ψήφους, τότε η άνοδος του ΚΚΕ κατά 20 χλ ψήφους κάθε άλλο παρά επιτυχία μπορεί να θεωρηθεί!
Δεξιά στροφή;
Το αποτέλεσμα των εκλογών δεν αποτελεί δεξιά στροφή της κοινωνίας, ούτε περαιτέρω συντηρητικοποίησή της όπως υποστηρίζουν κομμάτια της αριστεράς (ΚΚΕ, ΝΑΡ) αλλά και αναλυτές του «προοδευτικού» τύπου και χώρου. Η πραγματικότητα είναι πως υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι, νέοι κλπ που είναι «ακάλυπτοι» πολιτικά αλλά κανένα από τα υπάρχοντα κόμματα της αριστεράς δεν μπορεί να τους εκφράσει. Αυτή η ίδια η αριστερά, μετά, για να δικαιολογήσει τις δικές της αδυναμίες και αδιέξοδα, τα φορτώνει στην κοινωνία, κατηγορώντας την για συντηρητισμό. Έτσι, δεν βγάζει ποτέ συμπεράσματα για το μέλλον.
Λευκό, άκυρο, διαμαρτυρία
Πέρα από την αποχή, το λευκό και το άκυρο πλησίασαν το 3% – αυτό το ποσοστό αποτελεί, στην μεγάλη του πλειοψηφία, απόρριψη του υπάρχοντος πολιτικού σκηνικού και μάλιστα αρκετά συνειδητή. Το ίδιο ισχύει για μικρά σχήματα, του ριζοσπαστικού χώρου όπως οι «Γυναίκες για μια άλλη Ευρώπη» ή κάποιες οικολογικές οργανώσεις κλπ, που συνολικά πήρανε πάνω από 3% (εξαιρούμε δεξιά και ακροδεξιά σχήματα). Μιλάμε επομένως για συνολικά γύρω στις 350 χιλ ψηφοφόρους (χωρίς τις 45 χλ της εξωκ. Αριστεράς) που κινούνται προς μια ριζοσπαστική κατεύθυνση και δηλώνουν απόρριψη των υπαρχόντων πολιτικών σχηματισμών.
Αν η αριστερά μπορούσε να προσεγγίσει αυτό τον κόσμο και να τον πείσει, αυτό θα αποτελούσε την πιο μεγάλη ανατροπή στο πολιτικό σκηνικό και θα έβαζε την αριστερά σε μια πρωτόγνωρη δυναμική πορεία. Η αδυναμία του ΚΚΕ και του ΣΥΝ να πείσουν αυτό τον κόσμο είναι από τα πιο κτυπητά συμπεράσματα των εκλογών.
Οι εξωκοινοβουλευτικοί
Πλήρη αδυναμία να αγγίξουν πλατύτερα στρώματα εμφανίζουν και οι οργανώσεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς που κατεβήκανε στις εκλογές. Παρά τις θριαμβολογίες μετά τις περυσινές κινητοποιήσεις για τη Θεσσαλονίκη, και παρά τη συνεργασία με τους Οικολόγους Εναλλακτικούς το ΜΕΡΑ δεν είχε καμία ουσιαστική αύξηση, το ίδιο και το Μ-Λ ΚΚΕ ενώ μαζί και με την Αντικαπιταλιστική Συμμαχία (ΣΕΚ) και οι τρείς μαζί δεν ξεπεράσανε το 0,59% – ένα μηδαμινό ποσοστό αν αναλογιστεί κανείς τις δυνατότητες που προσφέρανε οι ευρωεκλογές.
ΛΑΟΣ
Στον αντίποδα της αδυναμίας της αριστεράς εμφανίζεται μια καθαρή επιτυχία από τη μεριά της ακροδεξιάς – το ΛΑΟΣ του Γ. Καρατζαφέρη κατάφερε να πιάσει τα ποσοστά του ΣΥΝ και να μπει στην ευρωβουλή. Ο κίνδυνος της ακροδεξιάς καθόλου δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Ακόμα οι διαστάσεις του είναι περιορισμένες αλλά μπορεί να αναπτύξει δυναμική λόγω της οικονομικής κρίσης και της μαζικής ανεργίας σε συνδυασμό με τη μετανάστευση που προκαλεί το ξεζούμισμα των χωρών του τρίτου κόσμου από τους ιμπεριαλιστές. Η αριστερά επιμένει να υποτιμά το φαινόμενο (καθόλου τυχαίο ότι το ΚΚΕ προεκλογικά δεν αφιέρωσε στο ΛΑΟΣ ούτε το ένα εκατοστό της πολεμικής που έκανε στον ΣΥΝ) και μόνο εκ των υστέρων ανακαλύπτει τον κίνδυνο για να δικαιολογήσει «τη δεξιά πορεία» της κοινωνίας.
Για μια άλλη αριστερά
Οι ευρωεκλογές αποκάλυψαν, για μια ακόμη φορά, το τέλμα στο οποίο βρίσκεται η πολιτική σκηνή. Σ’ αυτό το τέλμα η αριστερά οφείλει να δώσει διέξοδο. Όμως η αριστερά όπως είναι σήμερα είναι ξεκάθαρο πως δεν μπορεί.
– Η Αριστερά χρειάζεται μια ολοκληρωτική μεταμόρφωση – και σ’ αυτή τη μάχη πρέπει να μπούμε με ακόμα μεγαλύτερη αποφασιστικότητα.
– Χρειαζόμαστε μια αριστερά η οποία να είναι μπροστά στην πάλη για τα καθημερινά προβλήματα των εργαζομένων και της νέας γενιάς, από τη μια και από την άλλη, να συνδέει αυτή την πάλη με την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου.
– Χρειαζόμαστε μια αριστερά που να μπορεί να πείσει με την καθημερινή της δράση κι όχι με «επαναστατικές κραυγές» για την αναγκαιότητα μιας εναλλακτικής σοσιαλιστικής κοινωνίας.
– Μια αριστερά που με σαφή και ξεκάθαρο τρόπο θα ξεκαθαρίζει πως σοσιαλισμός δεν ήταν τα μονοκομματικά, αυταρχικά, προσωπολατρικά καθεστώτα του πρώην «υπαρκτού σοσιαλισμού», της Κίνας κλπ, – που ν’ αντιπροτείνει την εργατική δημοκρατία, την ελευθερία έκφρασης και τον πολυκομματισμό.
– Χρειαζόμαστε μια αριστερά ενωτική, που να επιδιώκει την πλατιά συνεργασία, στη δράση και στις εκλογές, των κομμάτων και οργανώσεων της αριστεράς, ώστε να σπάει ο γελοίος κατακερματισμός που επικρατεί. Δημοκρατική, που στο εσωτερικό της να υπάρχει η ελευθερία της κριτικής και της διαφορετικής άποψης.
– Χρειαζόμαστε μια άλλη αριστερά – αλλά οι σημερινές ηγεσίες είναι αδύνατο να ανταποκριθούν σ’ αυτή την ανάγκη.
Το Ξ είχε προτείνει από την προηγούμενη περίοδο, σαν ένα πρώτο βήμα, τη συνεργασία των οργανώσεων της αντικαπιταλιστικής αριστεράς, στη βάση ενός αντικαπιταλιστικού προγράμματος και στα πλαίσια ενός πλατιού, ομοσπονδιακού σχήματος (με πλήρη ανεξαρτησία των οργανώσεων που το συνιστούν). Εξακολουθούμε να πιστεύουμε πως αυτό το βήμα είναι απαραίτητο για να δοθεί μια θετική δυναμική για την επόμενη περίοδο.
Στη βάση της κοινωνίας, του κινήματος, των ίδιων των αριστερών κομμάτων και οργανώσεων, υπάρχει αναζήτηση, αναπτύσσονται διεργασίες. Όλο και περισσότεροι καταλαβαίνουν πως «κάτι δεν πάει καλά» με την αριστερά. Ιδιαίτερα μετά τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ από το ΣΥΝ δεκάδες χιλιάδες αριστεροί προβληματίζονται για το τι μπορεί να γίνει. Η καθήλωση των μικρών οργανώσεων της αριστεράς (ΜΕΡΑ, ΣΕΚ, κλπ) επίσης προκαλεί προβληματισμό σε κομμάτια του νεολαιίστικου κινήματος που είχαν μεγαλύτερες προσδοκίες. Μέσα από την εμπειρία και ιδιαίτερα μέσα από τους αγώνες θα βγαίνουν συμπεράσματα που θα σπρώχνουν ότι πιο υγιές και αξιόλογο υπάρχει στη σύγκλιση και την κοινή δράση για την ανασύνταξη της αριστεράς και του μαζικού κινήματος. Τα αδιέξοδα του καπιταλισμού και οι επιθέσεις που ετοιμάζει η ΝΔ από το Φθινόπωρο θα ξαναφέρνουν το ζήτημα αυτό εμφατικά στην επιφάνεια. Οι διεργασίες είναι αναμφίβολα αργές. Όμως άλλος δρόμος δεν υπάρχει.