Στις 21 Ιουλίου 1965 ο Σωτήρης Πέτρουλας δολοφονείται από τις δυνάμεις της αστυνομίας, κατά τη διάρκεια διαδήλωσης, σε μια από τις εντονότερες κινηματικές περιόδους στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, τα Ιουλιανά. Πρόκειται για μία περίοδο καθημερινών μαζικών διαδηλώσεων, με πλήθος κόσμου να πλημμυρίζει τους δρόμους της Αθήνας. Ο Πέτρουλας, φοιτητής της ΑΣΟΕΕ και μέλος της Νεολαίας Λαμπράκη[1] πρωτοστατεί σε αυτές.
Τα Ιουλιανά ήταν μία περίοδος διαρκών κινητοποιήσεων και διαδηλώσεων, ενάντια στο βασιλικό πραξικόπημα που επιχειρήθηκε τον Ιούλιο του 1965. Ήταν μια προσπάθεια του βασιλιά και της Δεξιάς να εμποδίσουν την ανάκαμψη του κινήματος και της Αριστεράς μετά τον εμφύλιο.
Την 21η Ιουλίου 1965, η πορεία έχει ξεκινήσει ως συνήθως από τα Προπύλαια, και ανεβαίνει την Σταδίου προς το Σύνταγμα. Σε αντίθεση με τις προηγούμενες φορές, η αστυνομία δεν επιτρέπει στους διαδηλωτές να φτάσουν στην πλατεία Συντάγματος αλλά τους εμποδίζει στη συμβολή των οδών Σταδίου και Χρήστου Λαδά. Εκεί, και ενώ γίνονται διαπραγματεύσεις μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομίας, η τελευταία εξαπολύει δολοφονική επίθεση ενάντια στην πορεία. Επιτίθεται σχεδόν εξ επαφής με γκλοπ και δακρυγόνα, ρίχνοντάς τα απευθείας πάνω στους διαδηλωτές και όχι στον αέρα όπως συνηθίζεται. Το πλήθος τρέχει πανικόβλητο να γλιτώσει από τη μανιώδη επίθεση, ενώ το οδόστρωμα γεμίζει με παρατημένα παπούτσια, τσάντες και γυαλιά. Οι τραυματίες ξεπερνούν τους 200. Μεταξύ αυτών και ο Πέτρουλας ο οποίος έχει δεχτεί δακρυγόνο στο κεφάλι κι έχει πέσει λιπόθυμος.
Στις 3 τα ξημερώματα της 22ας Ιουλίου, ο Πέτρουλας δηλώνεται νεκρός στον σταθμό πρώτων βοηθειών που βρίσκεται στην 3ης Σεπτεμβρίου από αστυνομικούς με στολές γιατρών. Το επίσημο ιατροδικαστικό ανακοινωθέν κάνει λόγο για θάνατο από ασφυξία εξαιτίας των δακρυγόνων. Μέχρι και σήμερα δεν είναι γνωστό τι συνέβη από την ώρα που μεταφέρθηκε ο Πέτρουλας στην κλούβα της αστυνομίας μέχρι την ώρα που δηλώθηκε νεκρός.
Αμέσως μετά ξεκίνησε μια λυσσαλέα προσπάθεια συγκάλυψης. Η αστυνομία μεταφέρει το πτώμα στο νεκροτομείο περιφρουρούμενο από δεκάδες αστυνομικούς. Στην οικογένεια τα νέα μεταφέρουν βουλευτές της ΕΔΑ[2], οι οποίο ρωτούν επίμονα την κυβέρνηση που έχει μεταφερθεί ο νεκρός φοιτητής. Φτάνοντας στο νεκροτομείο και αφού απαγορεύεται ακόμα και στους γονείς του να τον δουν, ενημερώνονται ότι αυτός έχει μεταφερθεί μυστικά στο Γ’ Νεκροταφείο, στην Κοκκινιά, όπου επιχειρήθηκε να γίνει με γρήγορες διαδικασίες η ταφή του. Εμπόδιο σε αυτή στάθηκε αρχικά ο ιερέας που αρνήθηκε να τελέσει τη λειτουργία πριν ανατείλει ο ήλιος, λέγοντας χαρακτηριστικά στους αστυφύλακες πως ούτε οι ναζί δεν τόλμησαν να ζητήσουν τέτοια πράγματα. Στελέχη και μέλη της ΕΔΑ και της νεολαίας της σπεύδουν στην Κοκκινιά, όπου εντοπίζουν το εκκλησάκι στο οποίο κρατούν τον νεκρό, φυλασσόμενο από την αστυνομία. Εξοπλιζόμενοι με ό,τι έβρισκαν στον χώρο, παρατάσσονται απέναντι από τις αστυνομικές δυνάμεις και τις περικυκλώνουν. Τους διαμηνύουν ότι αν θέλουν να θάψουν τον Σωτήρη, θα το κάνουν πάνω από τα δικά τους πτώματα. Σταδιακά μαζεύεται κι άλλος κόσμος στον χώρο απαιτώντας να παραδοθεί ο νεκρός στους δικούς του. Εν τέλει, κατόπιν πιέσεων και από τους βουλευτές της ΕΔΑ, ο νεκρός παραδίδεται στην οικογένειά του.
Η εξέταση του πτώματος από γιατρούς της οικογένειας αποκαλύπτει μία ακόμα διάσταση της συγκάλυψης. Το σώμα του νεκρού έχει χαραχτεί από τον ιατροδικαστή στον λαιμό και σε άλλα σημεία. Είναι πολύ πιθανό αυτές οι χαρακιές να έγιναν για να καλυφθούν σημάδια στραγγαλισμού, ο οποίος πιθανότατα έγινε μέσα στην κλούβα όπου μετέφεραν τον Πέτρουλα οι αστυνομικοί.
Την επόμενη μέρα, 23 Ιουλίου, λαμβάνει χώρα η κηδεία του Πέτρουλα. Ξεκινώντας από το σπίτι του στον Κολωνό και καταλήγοντας στο Α’ Νεκροταφείο, μετατρέπεται σε μια τεράστια διαδήλωση στην οποία συμμετέχουν πάνω από 200.000 άτομα. Πέρα από το «Ο Σωτήρης ζει», κυριαρχούν όλα τα συνθήματα υπέρ της δημοκρατίας και εναντίον της κυβέρνησης των «Αποστατών» και του παλατιού, που στιγμάτισαν εκείνα τα χρόνια («114», «Δημοκρατία», «Προδότη Νόβα» κ.α.).
«Τα γαλάζια μάτια του μας καλούνε»
Ο Σωτήρης Πέτρουλας γεννήθηκε το 1942 στο Οίτυλο της Μάνης. Κατάγονταν από αριστερή οικογένεια η οποία αναγκάστηκε να καταφύγει στην Αθήνα, αφού η δράση των διαφόρων τοπικών φασιστικών συμμοριών έκανε τη ζωή τους αφόρητη.
Από τα μαθητικά του χρόνια συμμετέχει στους αγώνες του μαθητικού κινήματος της εποχής. Το 1959 οργανώνεται στη Νεολαία ΕΔΑ (Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά, το νόμιμο αριστερό κόμμα της εποχής) και μετέπειτα Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη και αποτελεί σημαίνων στέλεχος της αριστερής της πτέρυγας. Το 1960 εισέρχεται στην ΑΣΟΕΕ, όπου πρωτοστατεί στις φοιτητικές κινητοποιήσεις της περιόδου και αναδεικνύεται σε ηγετική μορφή του φοιτητικού κινήματος, αναλαμβάνοντας και τη θέση του γραμματέα της οργάνωσης ΑΣΟΕΕ της ΕΔΑ.
Αυτή του η δράση εντείνει τις υποψίες ότι δεν σκοτώθηκε τυχαία αλλά στοχοποιήθηκε και στραγγαλίστηκε από την αστυνομία.
«Σε πήρε ο Λαμπράκης σε πήρε η Λευτεριά»
Η δολοφονία Πέτρουλα δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία. Προέκυψε σε μια περίοδο όξυνσης της ταξικής πάλης και επανεμφάνισης ενός δυναμικού εργατικού κινήματος μετά τα χρόνια του εμφυλίου.
Την ιστορική ήττα του εμφυλίου πολέμου για τις δυνάμεις του κινήματος και της Αριστεράς ακολούθησε μια δύσκολη περίοδος κυριαρχίας της αντίδρασης. Τα εργατικά κόμματα και οι οργανώσεις στην παρανομία, τα ξερονήσια γεμάτα με εξόριστους, το «πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων» απαραίτητη προϋπόθεση για την εύρεση εργασίας.
Ωστόσο, σταδιακά άρχισε να αναπτύσσεται τόσο το εργατικό, όσο και το φοιτητικό κίνημα, ενώ ως κύριος πολιτικός φορέας της Αριστεράς αναδείχτηκε η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ), αποτελούμενη κυρίως από μέλη του παράνομου τότε ΚΚΕ. Η αντίδραση προσπάθησε να απαντήσει με διάφορους τρόπους. Επιστρατεύοντας τις επεμβάσεις του παλατιού, τη νοθεία, την καταστολή, τη δράση κρατικών, αλλά και παρακρατικών μηχανισμών επιχείρησε να ελέγξει την κατάσταση. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις δύο χρόνια πριν τη δολοφονία Πέτρουλα, είχε προηγηθεί η δολοφονία Λαμπράκη από παρακρατικούς.
Αποκορύφωμα των μεθοδεύσεων της αντίδρασης ήταν η λεγόμενη «Αποστασία» του 1965. Επί της ουσίας πρόκειται για την ευθεία επέμβαση του βασιλιά Κωνσταντίνου ώστε να αποπέμψει τον Γ. Παπανδρέου από πρωθυπουργό και να διαλύσει την εκλεγμένη κυβέρνηση της Ένωσης Κέντρου, ορκίζοντας στη θέση της, στις 15 Ιουλίου 1965, μία κυβέρνηση πιστή σε αυτόν, αποτελούμενη από τους βουλευτές της ΕΡΕ του Καραμανλή και αποστάτες βουλευτές της Ε.Κ. με πρωθυπουργό τον Γ. Α. Νόβα. Επρόκειτο για ένα πραξικόπημα που καταπατούσε ακόμα και της προβληματικές αρχές της κολοβής αστικής δημοκρατίας της εποχής. Ο φόβος του κατεστημένου είχε να κάνει με το ότι οι σχετικά προοδευτικές απόψεις του «γέρου» Παπανδρέου έσπαγαν το σκληρό καθεστώς ενάντια στην Αριστερά και της έδιναν χώρο να αναπτυχθεί.
Αυτές οι εξελίξεις πυροδότησαν το κίνημα που έμεινε γνωστό στην ιστορία ως τα «Ιουλιανά». Πρόκειται για μια περίοδο κατά την οποία γίνονταν σε καθημερινή βάση συγκεντρώσεις και σφοδρές συγκρούσεις με την αστυνομία. Η δολοφονία του Πέτρουλα εντάσσεται ακριβώς σε αυτό το πλαίσιο και μάλιστα σε μία στιγμή που η κυβέρνηση, προσπαθώντας να αποκόψει την άνοδο του κινήματος, επιστράτευσε την πιο ακραία καταστολή.
Για το σήμερα
Αξίζει να μελετούμε και να θυμόμαστε ιστορικά γεγονότα, όπως η δολοφονία του Πέτρουλα, όχι μόνο για να μνημονεύσουμε τους αγωνιστές της Αριστεράς που έδωσαν την ζωή τους, αλλά και για να μπορούμε να αντιληφθούμε καλύτερα τη λειτουργία της καταστολής στο παρόν.
Η κρατική (και παρακρατική) καταστολή δεν είναι ένα αυθύπαρκτο φαινόμενο, ούτε φαινόμενο μιας «άλλης εποχής». Ούτε οι δολοφονίες αγωνιστών (και όχι μόνο) από την αστυνομία αποτελούν μεμονωμένα περιστατικά ή οφείλονται σε κάποιους «κακούς» αστυνομικούς όπως προσπαθούν πολύ συχνά να μας πείσουν.
Όταν η αστική τάξη βρίσκεται σε άμυνα και έχει εξαντλήσει τους πολιτικούς ελιγμούς που μπορεί να κάνει, επιστρατεύει και την πιο ακραία καταστολή προκειμένου να σταθεροποιήσει την εξουσία της. Λύνοντας τα χέρια της αστυνομίας και των παρακρατικών μηχανισμών (που συχνά δημιουργεί και συντηρεί) επιτρέπει στα πιο ακραία (φασιστικά πολλές φορές) στοιχεία εντός τους να δράσουν ελεύθερα. Κι ένας φασίστας που δρα ελεύθερα με τις πλάτες της κυβέρνησης, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα δολοφόνος που αναζητά το επόμενό του θύμα.
Η καταστολή όμως μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ σε αυτούς που την ασκούν. Η αστυνομική βία στα Ιουλιανά δεν κατάφερε να κάμψει το κίνημα. Έτσι, κομμάτια της αστικής τάξης σε συνεργασία με τους δυτικούς συμμάχους μας αποφάσισαν να επιβάλουν στρατιωτική δικτατορία για να «μαζέψουν» επιτέλους το ατίθασο ελληνικό εργατικό κίνημα.