Της Ειρήνης Βλαζάκη
Πριν από 30 χρόνια στις 25 Απριλίου 1974, στην Πορτογαλία, μια από τις πιο στυγνές δικτατορίες που γνώρισε η Ευρώπη ανατράπηκε από μία ομάδα μεσαίων και κατώτερων αξιωματικών. Το γεγονός αυτό ήταν η αφορμή για να ξεσπάσει ένα κολοσσιαίο επαναστατικό κίνημα, που κλόνισε τα θεμέλια του συστήματος σε ολόκληρη την ήπειρο. Oι εργάτες και οι φτωχοί αγρότες καταλάβανε τα εργοστάσια, τις τράπεζες και τα αγροκτήματα. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να εθνικοποιήσει το 75% της οικονομίας. Η εξουσία βρισκόταν πολύ κοντά στα χέρια των εργαζομένων.
Τα θυελλώδη γεγονότα που ξέσπασαν στη Πορτογαλία τα χρόνια 1974-1975 μοιάζουν ένα ασυνάρτητο παζλ από πραξικοπήματα και διαδηλώσεις, καταλήψεις εργοστασίων και αναπάντεχες αλλαγές στο πολιτικό σκηνικό. Στη πραγματικότητα, όμως, ένα κοινό νήμα διατρέχει όλες αυτές τις εξελίξεις.
Μετά την εξέγερση των νεώτερων αξιωματικών τον Απρίλη, ξέσπασε ένας αγώνας ανάμεσα σε δύο αντιμαχόμενες τάξεις, από τη μία την αστική τάξη και τους συμμάχους της, που ήθελαν να χρησιμοποιήσουν την εξέγερση απλά και μόνο για να αλλάξουν τα πρόσωπα στο πολιτικό σκηνικό, κι από την άλλη την εργατική τάξη, τους φτωχούς αγρότες όπως και τα χαμηλότερα κλιμάκια του στρατού που είδαν να ανοίγεται μπροστά τους η ευκαιρία να αλλάξουν ολόκληρη τη βάση της κοινωνίας και της ζωής τους.
Ο τοπικός υπεύθυνος της CIA αναγνώρισε τότε ότι τα γεγονότα στη Πορτογαλία αιφνιδίασαν τους πάντες, γεγονός που αποκαλύπτει πόσο κοντόφθαλμη μπορεί να είναι η αστική τάξη και τα επιτελεία της. Ωστόσο, η Πορτογαλία βάδιζε από καιρό με μαθηματική ακρίβεια προς την κοινωνική έκρηξη.
Κάτω από την μπότα της 50χρονης δικτατορίας τα πολιτικά και δημοκρατικά δικαιώματα είχαν πλήρως καταργηθεί. Η φτώχια είχε πάρει διαστάσεις επιδημίας καθώς το 25% ζούσε σε παράγκες. Το αποτέλεσμα ήταν 1,5% του πληθυσμού κάθε χρόνο να μεταναστεύει.
Ταυτόχρονα με τις άθλιες συνθήκες, η εργατική τάξη είχε να σηκώσει και το βάρος ενός πολύχρονου πολέμου που οι δικτάτορες διεξήγαγαν στην Αφρική και κρατούσε ήδη πάνω από 10 χρόνια για να μην χάσουν τις αποικίες τους (Μοζαμβίκη-Αγκόλα). Για μία αδύναμη οικονομία όπως της Πορτογαλίας, ένας τέτοιος πόλεμος ήταν ανοιχτή πληγή. Την ίδια ώρα οι σωροί των νεκρών Πορτογάλων φαντάρων εντείνανε την αίσθηση της κρίσης που ήδη επικρατούσε.
Σε τέτοιες συνθήκες κρίσης καμία δικτατορία δεν μπορεί να σταματήσει την εργατική τάξη να κινηθεί. Τα σημάδια είχαν ήδη αρχίσει να φαίνονται από το 1971 με τις διαδηλώσεις 3000 γυναικών υπαλλήλων που ζητούσαν 44 ώρες δουλειάς. Μερικούς μήνες αργότερα ήταν η σειρά των τραπεζοϋπαλλήλων, ενώ το απεργιακό κύμα αυξάνονταν σταθερά μετά και τον Οκτώβρη του 1973. Μάλιστα στις 25 του Απρίλη, είχε οριστεί υπουργικό συμβούλιο που θα εξέταζε το ζήτημα της απειλούμενης γενικής απεργίας στο δημόσιο τομέα. Ένα φασιστικό καθεστώς του οποίου οι υπάλληλοι είναι έτοιμοι για απεργία σίγουρα δεν στέκει πολύ καλά στα πόδια του.
Επαναστατικά Γεγονότα
Μια οργάνωση από ριζοσπάστες αξιωματικούς που δεν βρίσκονταν πολύ ψηλά στην ιεραρχία, και ονομάζονταν ΚΕΔ (Κίνημα Ένοπλων Δυνάμεων) άρχισε να κερδίζει υποστήριξη μέσα στο στρατό και ιδιαίτερα ανάμεσα στους φαντάρους, για να προχωρήσει σε εξέγερση και να ανατρέψει το δικτάτορα Καετάνο. Το καθήκον αυτό ανέλαβε ο Οτέλο Ντε Καρβάλιο, που έμελλε να παίξει σημαντικό ρόλο στα γεγονότα που θα ακολουθούσαν. Το σήμα για να κινηθούν ήρθε 25 λεπτά μετά τα μεσάνυχτα στις 25 του Απρίλη. Αμέσως μετά 8 τανκ και 10 στρατιωτικά φορτηγά κινήθηκαν για τη Λισσαβόνα. Εκεί φυσικά ήρθαν αντιμέτωποι με τα στρατεύματα του Καετάνο, του οποίου οι άνδρες όμως, αρνήθηκαν τελικά να ανοίξουν πυρ.
Ήδη, όμως, η κατάσταση είχε αρχίσει να αλλάζει και έπαιρνε επαναστατικά χαρακτηριστικά. Καθώς τα νέα ότι ο στρατός εξεγέρθηκε απλώθηκαν στη πόλη οι εργαζόμενοι ξεχύθηκαν στους δρόμους. Στα εργοστάσια και στις γειτονιές, οι εργαζόμενοι, οι νοικοκυρές και η νεολαία ξεσηκώθηκαν, καταλάβανε τους ραδιοσταθμούς, τις εφημερίδες τις δημόσιες υπηρεσίες και όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις και διώξανε με τη βία όλους τους φασίστες. Στην ύπαιθρο, οι αγροτοεργάτες και οι φτωχοί αγρότες καταλάβανε τη γη που καλλιεργούσαν και όλα τα μεγάλα αγροκτήματα. Μέσα σε μια βδομάδα το καθεστώς του Καετάνο είχε καταρρεύσει και ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι γιόρταζαν με ενθουσιώδεις διαδηλώσεις την Εργατική Πρωτομαγιά. Οι φαντάροι και οι ναύτες ενώθηκαν με εργάτες που έβαζαν κόκκινα γαρύφαλλα στις κάνες των όπλων τους.
Έτσι, η πιο παλιά δικτατορία της Ευρώπης κατέρρευσε σαν πύργος από τραπουλόχαρτα σε μερικές μόνο μέρες.
Οι αξιωματικοί όμως του ΚΕΔ που δεν είχαν ξεκάθαρες θέσεις για το τι έπρεπε να γίνει τώρα, αποδέχτηκαν να δώσει την εξουσία ο Καετάνο στο στρατηγό Σπινόλα, που πριν από λίγο καιρό τον είχε απολύσει σαν αντικαθεστωτικό. Έτσι, ο Σπινόλα, ορκίστηκε πρόεδρος. Αυτός όμως ο στρατηγός, απείχε πολύ από το να μπορεί να χαρακτηριστεί δημοκράτης. Στην Αγκόλα, ήταν γνωστός με το ψευδώνυμο «ο χασάπης» και είχε υπηρετήσει τόσο τον Φράνκο στην Ισπανία όσο και τον Χίτλερ.
Το πρόγραμμα του ΚΕΔ ήταν βέβαια αρκετά αόριστο και ασαφές, περιελάμβανε όμως 3 βασικούς στόχους, την εγκαθίδρυση μιας δίκαιης οικονομίας, το σταμάτημα του πολέμου στην Αφρική και την αποπομπή των φασιστικών στοιχείων από το στράτευμα. Ο Σπινόλα προέβαλε βέτο για τα δύο τελευταία. Ο ρόλος του στη συγκεκριμένη συγκυρία δεν ήταν τυχαίος. Ήταν ο εκπρόσωπος της αστικής τάξης, των μεγαλοϊδιοκτητών και φυσικά της καθολικής εκκλησίας και αγωνιζόταν για να σώσει το σύστημα. Αλλά για να το πετύχει αυτό έπρεπε να φανεί ότι έχει κόψει τους δεσμούς του με το παλιό καθεστώς. Για αυτό το λόγο πρόσφερε κυβερνητικές θέσεις και στα δύο μεγάλα κόμματα της εργατικής τάξης, το σοσιαλιστικό κόμμα (PS)και το κομμουνιστικό (PCP), που δέχτηκαν να συμμετάσχουν στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας», μαζί με τα αστικά κόμματα και τους φιλελεύθερους φασίστες. Επρόκειτο για μία σοφή κίνηση από την πλευρά του, αλλά για ένα καταστροφικό λάθος από την πλευρά των κομμάτων της εργατικής τάξης.
Τα αριστερά κόμματα φρένο στην επανάσταση
Το PCP ήταν το πρώτο που επωφελήθηκε από τη ριζοσπαστικοποίηση της εργατικής τάξης. Παρά τις μικρές αρχικές του δυνάμεις αναπτύχθηκε πολύ γρήγορα. Ωστόσο η ηγεσία του αποδείχθηκε ένα συνειδητό εμπόδιο στο χτίσιμο του σοσιαλισμού. Σε όλες σχεδόν τις κρίσιμες φάσεις η ηγεσία του ακολούθησε πολιτική που ήταν ενάντια στα συμφέροντα των εργατών. Φυσικά δεν επρόκειτο για τυχαία λάθη αλλά για μια πολιτική που απέφευγε με συνέπεια να αναλάβει τις ευθύνες της για μια διαφορετική κοινωνία, σύμφωνα πάντα με τις επιταγές του Κρεμλίνου. Όταν οι συνθήκες ήταν ώριμες για τη κατάληψη της εξουσίας, το PCP ξέθαψε τη θεωρία των σταδίων: πρόταξε τη συνεργασία όλων των τάξεων προκειμένου να απομακρυνθούν, απλά, τα φασιστικά στοιχεία. Ο Σπινόλα άρπαξε την ευκαιρία και έδωσε το πόστο του υπουργείου εργασίας στον A. Conclaves. Έτσι ένας κομμουνιστής υπουργός ήταν υπεύθυνος για μια νομοθεσία που απαγόρευε τις απεργίες και επιδίωκε να διαλύσει το κίνημα αλληλεγγύης μεταξύ των εργατών. Tο αγωνιστικό πνεύμα των εργαζομένων μετέτρεψε αυτό το νόμο σε κενό γράμμα, παρόλα αυτά η ζημιά είχε ήδη γίνει. Έτσι, ξέσπασε όπως ήταν φυσικό κρίση στις γραμμές του Κ Κ. και η βάση του άρχισε να διαλύεται. Η ήττα του στις εκλογές τις 25 του Απρίλη 1975, επέτρεψαν στο Μάριο Σοάρες, ηγέτη του σοσιαλιστικού κόμματος, να καρπωθεί όλο το όφελος.
Το σοσιαλιστικό κόμμα (PS) ήταν μία μικρή ομάδα την εποχή της εξέγερσης, αλλά επρόκειτο να γνωρίσει ακόμα πιο θεαματική άνοδο από αυτή του Κ.Κ. Βέβαια και το PS υποστήριζε στα λόγια ότι ήταν βασισμένο στις αρχές του μαρξισμού και θα υπεράσπιζε τις κατακτήσεις της επανάστασης. Αλλά ο Σοάρες ήταν πολιτικά ταυτόσημος με τους πολιτικούς της Σοσιαλδημοκρατικής Διεθνούς. Κατάλαβε λοιπόν, ότι χωρίς ένα ρεφορμιστικό κόμμα και σε συνθήκες έκρηξης, ο καπιταλισμός στην Πορτογαλία διέτρεχε θανάσιμο κίνδυνο. Έτσι, αγωνίστηκε με όλες του τις δυνάμεις να σώσει το σύστημα.
Ενώ όμως, το ΣΚ και το ΚΚ παρακαλούσαν τον Σπινόλα να πάρει μέτρα ενάντια στους φασίστες, αυτός ετοίμαζε τη δική του λύση. Στις 11 του Μάρτη του 1975 επιχείρησε να κάνει πραξικόπημα και να επιβάλει τη δική του δικτατορία.
Απλώνονται οι καταλήψεις – εξοπλίζονται οι εργαζόμενοι
Οι ηγεσίες του ΣΚ και του ΚΚ πιάστηκαν φυσικά στον ύπνο. Οι εγαζόμενοι όμως βγήκαν στους δρόμους, έστησαν οδοφράγματα, συναδελφώθηκαν με τους φαντάρους και τους ναύτες και άρχισαν να αφοπλίζουν τους αξιωματικούς και να εξοπλίζονται. Έτσι, η απόπειρα πραξικοπήματος του Σπινόλα κατέρρευσε και ο ίδιος έφυγε στο εξωτερικό.
Στις εκλογές του Απρίλη του 1975, το ΣΚ πήρε το 38% των ψήφων και το ΚΚ το 12,5% ενώ το κύριο καπιταλιστικό δεξιό κόμμα πήρε μόνο 7%. Οι εργάτες και οι αγρότες ενθουσιασμένοι για τη μεγάλη νίκη τους, διπλασίασαν τις καταλήψεις των εργοστασίων και των αγροκτημάτων. Τον Απρίλη του ’74, το 3% των ιδιοκτητών είχε το 65% της γης. Ένα χρόνο μετά, και ενώ η κυβέρνηση αρνιόταν να πάρει μέτρα οι αγρότες είχαν καταλάβει 2,5 εκατομμύρια στρέμματα. Τέλος οι τραπεζοϋπάλληλοι κατάλαβαν τις τράπεζες και ανάγκασαν τη κυβέρνηση να τις εθνικοποιήσει. Το αποτέλεσμα ήταν το 75% της οικονομίας να περάσει σε κρατικό έλεγχο.
Οι εργαζόμενοι στην Πορτογαλία πάλεψαν με αξιοθαύμαστο ηρωισμό αλλά και αυθορμητισμό, οδηγημένοι από την πείρα τους για να υπερασπίσουν τα κέρδη της επανάστασης. Σκόνταψαν όμως στην έλλειψη ξεκάθαρης και γνήσιας επαναστατικής ηγεσίας. Οι καταλήψεις των εργοστασίων και της γης ήταν πολύ σημαντικές αλλά στο βαθμό που η πολιτική εξουσία παρέμενε στα χέρια των αφεντικών το βήμα δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί. Αυτό που χρειαζόταν ήταν οι εργαζόμενοι μαζί με τους φαντάρους και τους ναύτες, να πάρουν στα δικά τους χέρια την εξουσία, να ανατρέψουν το καπιταλισμό και να σχεδιάσουν την οικονομία, για να λειτουργεί για τα δικά τους συμφέροντα.
Η Αντεπανάσταση σηκώνει κεφάλι
Στηριγμένοι λοιπόν στο ΣΚ οι καπιταλιστές της Πορτογαλίας και οι ξένες δυνάμεις (ΗΠΑ – και η τότε ΕΕ) που έβλεπαν με τρόμο την επαναστατική εξέλιξη των γεγονότων, άρχισαν σιγά-σιγά να οργανώνονται και να υπονομεύουν τις κατακτήσεις του εργατικού κινήματος. Απολύσανε από το στρατό τον αριστερό Οτέλο Ντε Καρβάλιο και μειώσανε τη δύναμη του στρατού στις 50,000 μόνο (από 200,000), απολύοντας όλους τους ριζοσπάστες αξιωματικούς και προωθώντας τους δεξιούς και τους φασίστες.
Με το ΣΚ στη κυβέρνηση, άρχισαν σταδιακά να παίρνουν πίσω όλες τις κατακτήσεις της επανάστασης. Οι εργαζόμενοι αντιστάθηκαν, αλλά δεν ήξεραν τι άλλο να κάνουν. Τους απογοήτευαν και τους πουλούσαν οι ίδιοι ηγέτες (Σοάρες) που πίστεψαν ότι τους εκπροσωπούν. Με μια αντάξια, όμως, ηγεσία Θα μπορούσαν να έχουν ξεφορτωθεί για τα καλά το καπιταλιστικό σύστημα και τους υπηρέτες του… Για πάντα. Και οι εξελίξεις τότε σε ολόκληρη την Ευρώπη και τον κόσμο θα ήταν ριζικά διαφορετικές.