Του Σεραφείμ Ι. Σεφεριάδη
αναπληρωτή καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Life Member στο πανεπιστήμιο του Cambridge (CLH) [*]
Επισημαίνω συχνά –ίσως φορτικά– σε φοιτητές και φοιτήτριες, ότι καθήκον των κοινωνικών επιστημόνων, όπως και εν γένει των πολιτών, είναι η διάγνωση των αιτιών ενός φαινομένου (ιδιαίτερα όταν αυτό το φαινόμενο είναι απεχθές) με στόχο την ευμενή παρέμβαση. Το δεύτερο προϋποθέτει βέβαια το πρώτο (πρέπει κανείς να ξέρει τι φταίει προκειμένου να το αντιμετωπίσει), όμως η ανάταξη δεν επέρχεται ούτε αυτόματα ούτε, πολύ περισσότερο, νομοτελειακά: Για να καταπολεμηθεί ένα πρόβλημα πρέπει κανείς να αναλάβει εμπρόθετη δράση, και να αναμετρηθεί με τις προκλήσεις της αποτελεσματικότητας. Φαίνεται όμως πως οι απλές αυτές αρχές (που διέπουν και συγκροτούν το επιστημονικό εγχείρημα) αποτελούν εφτασφράγιστο μυστικό για τους τρόπους με τους οποίους η κυρίαρχη συλλογιστική προσεγγίζει το τρέχον όνειδος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αν μείνουμε παγιδευμένοι εκεί, το μέλλον δεν πρόκειται να είναι τίποτε άλλο παρά μια δίνη πολλαπλασιασμού των δεινών.
«Ευρωπαϊσμός» έφτασε στις μέρες μας να σημαίνει κλειστά σύνορα, μαζικές απελάσεις και καταστολή: πρακτικές που ήδη τις καταγγέλλουν φορείς όπως η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, η Διεθνής Αμνηστία και οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα ως επονείδιστες, και που, μαζί με τα όσα προηγήθηκαν (τη συνέργεια σε πολιτικές που οδήγησαν στον «εφιάλτη δίχως τέλος» της Μέσης Ανατολής) είναι αναπόφευκτο να οδηγήσουν σε αντιδράσεις λογικά και ηθικά ανεξέλεγκτες: ό,τι συγκλονισμένοι σήμερα βιώνουμε ως τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματα. Αν θέλουμε έλλογα –επιστημονικά και όχι ιδεοληπτικά– να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα, πρέπει εκεί, στον τομέα αυτό, να στρέψουμε την προσοχή μας.
Ιδιαίτερα κρίσιμο είναι, στο πλαίσιο αυτό, να αναλογιστούμε ότι η ΕΕ υποδαύλισε την άλογη τρομοκρατία όχι μόνο έμμεσα, μέσω των πολιτικών του «σοκ και δέος» που στο παρελθόν υποστήριξε, αλλά και άμεσα: μέσω της στήριξης που εξακολουθεί να παρέχει σε καθεστώτα σαν κι αυτό της Σαουδικής Αραβίας, ταυτόχρονα πρωταθλητή στη χρηματοδότηση του εξτρεμιστικού ισλαμισμού και, το 2015, βασικού πελάτη της βέλγικης οπλικής βιομηχανίας.
Πρέπει ακόμα να αναλογιστούμε ότι οι πρόσφυγες/μετανάστες, που πάνω τους θα πέσει –ως μη όφειλε– η αντεκδικητική μήνις των αφελών, είναι αυτοί τα κύρια θύματα του τζιχαντισμού που προκάλεσαν οι πολιτικές των σήμερα –κατά τα άλλα– δακρύβρεχτων ευρωπαίων αξιωματούχων. Στα τέλη Φεβρουαρίου-αρχές Μαρτίου, λ.χ., ο ISIS δολοφόνησε 200 ιρακινούς, ενώ σε λιγότερο από δυο χρόνια χάθηκαν με τον ίδιο τρόπο πάνω από 19.000 άμαχοι (28 την ημέρα).
Δεν είναι όμως μόνο αυτοί. Παρόμοια ισχύουν και για τους πρόσφυγες της Υεμένης, που απελπισμένα προσπαθούν να αποφύγουν τη τύχη των χιλιάδων νεκρών που προκάλεσαν οι βομβαρδισμοί του –ταυτόχρονα φιλοευρωπαϊκού και φιλο-ISIS– σαουδικού καθεστώτος σε νοσοκομεία, ιδιωτικές κατοικίες και σχολεία.
Ας αναλογιστούμε ότι μια βδομάδα πριν την τελευταία επίθεση είχαν δολοφονηθεί στην περιοχή αυτή του πλανήτη 400% περισσότεροι άμαχοι απ’ ό,τι οι νεκροί του Βελγίου. Παρεμφερή ισχύουν βέβαια και για αμέτρητους άλλους: ασφαλώς Σύρους, αλλά και Αφγανούς, Παλαιστίνιους, Πακιστανούς, Σομαλούς, Νιγηριανούς, Κογκολέζους –όλους αυτούς που άκοπα και ψευδεπίγραφα σήμερα οι κυρίαρχοι αποκαλούν «οικονομικούς», και κατ’ επέκταση, «παράτυπους» μετανάστες. Τα στοιχεία είναι γνωστά και εύκολα προσβάσιμα, όπως γνωστό πρέπει να είναι και το φαινόμενο που μας απασχολεί: λέγεται ιμπεριαλισμός∙ η άλογη τρομοκρατία που εκούσια ή ακούσια προκαλεί οφείλει να μας απασχολήσει ως σύμπτωμα αυτής της βασικής παθογόνου αιτίας.
Για όποιον δεν είναι –λόγω ιδεοληψίας ή ιδιοτέλειας– τυφλός, το συμπέρασμα είναι απολύτως ξεκάθαρο: Η ΕΕ, με όλες τις κατασταλτικές της υποστηρίξεις (το ΝΑΤΟ και τη FRONTEX) είναι ανίκανη να λύσει το πρόβλημα διότι, πολύ απλά, είναι μέρος του προβλήματος, ίσως ο πιο βασικός του παράγοντας.
Όπως γλαφυρά εξήγησε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο[**] ο Paul Murphy, με την πρόσφατη συμφωνία της με την Τουρκία, η ΕΕ είναι σαν να χρηματοδοτεί το Μεξικό για να χτίσει έναν γιγάντιο συνοριακό τοίχο: έχει δηλαδή υιοθετήσει και ήδη εφαρμόζει την πολιτική που απειλεί να εφαρμόσει στις ΗΠΑ ο Τραμπ. Αν είναι όμως έτσι, δεν αρκεί να το επισημαίνουμε –πρέπει στη βάση αυτών των διαπιστώσεων να δράσουμε κιόλας.
Η αμήχανη ελληνική κυβέρνηση, που με τις ανεπάρκειές της νεκρανάστησε τη δημαγωγία όσων περιμένουν στη γωνία τον οριστικό της εξανδραποδισμό, σύρεται στο αδιέξοδο κυρίαρχο σκεπτικό όπως αυτό εγγράφεται στην επίμαχη πρόσφατη συμφωνία. Έλλογα και ορθολογικά σκεπτόμενοι, πρέπει να αντιταχθούμε στο σκεπτικό αυτό, και να απευθυνθούμε σε όσους κινηματικά στήριζαν με πάθος και ελπίδα το ελληνικό εγχείρημα για όσον καιρό διαρκούσε (ας θυμηθούμε το πρωτοφανές κύμα συμπαράστασης σε πάνω από 200 ευρωπαϊκές πόλεις τις μέρες του δημοψηφίσματος).
Η Ευρώπη-φρούριο, η ιμπεριαλιστική Ευρώπη της ΕΕ –της λιτότητας και της περιστολής των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων– οδηγεί την Ευρώπη στον όλεθρο. Μόνη ρεαλιστική διέξοδος είναι η καταγγελία της και η επίμονη ανάδειξη της πρωτογενούς πηγής του προβλήματος: του σύγχρονου ιμπεριαλισμού, του καπιταλισμού της καταστροφής.