Η απόφαση του Δικαστηρίου στις 3 Μαΐου για το «λιντσάρισμα» του Ζακ Κωστόπουλου αποτέλεσε μία ακόμα απόδειξη για τον τρόπο που λειτουργεί η αστική δικαιοσύνη, για τα στενά της όρια και για το ποια είναι τελικά τα συμφέροντα που εξυπηρετεί.
Το Δικαστήριο έκρινε αθώους τους 4 αστυνομικούς που ήταν κατηγορούμενοι, ενώ ο Σπυρίδων Δημόπουλος, ιδιοκτήτης κοσμηματοπωλείου και ο Αθανάσιος Χορταριάς, ιδιοκτήτης μεσιτικού γραφείου κρίθηκαν ένοχοι για την κατηγορία της θανατηφόρας σωματικής βλάβης. Η ποινή τους είναι 10 χρόνια κάθειρξη χωρίς ελαφρυντικά και χωρίς αναστολή, με τον Δημόπουλο να εκτίει την ποινή του κατ’ οίκον λόγω της μεγάλης ηλικίας του.
Οργή αλλά καμία έκπληξη για την απόφαση
Η απόφαση αυτή συμβαδίζει πλήρως με την πρόταση του εισαγγελέα Σωτήρη Μπουγιούκου, η οποία απάλλασσε εντελώς τους αστυνομικούς που είχαν ενεργό και άμεσο ρόλο στη δολοφονία του, ενώ ήταν εντελώς αντιφατική όσον αφορά τους Δημόπουλο και Χορταριά.
Χαρακτηριστικά, ο εισαγγελέας περιγράφοντας την επίθεση του κοσμηματοπώλη και του μεσίτη προς τον Ζακ είπε ότι «…γνώριζαν και ήθελαν τις περιστάσεις ως δυνάμενες να προκαλέσουν θάνατο», αλλά στη συνέχεια κατέληξε ότι «δεν προέκυψαν στοιχεία που να καταδεικνύουν ότι επιδίωκαν και ήθελαν την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης ή έτι δε περισσότερο τον θάνατο».
Στην πραγματικότητα, η απόφαση του Δικαστηρίου προσπαθεί να εξευμενίσει το γενικό συναίσθημα και να αποδώσει κάποιου είδους «κουτσουρεμένη» δικαιοσύνη για τον θάνατο του Ζακ, αλλά παράλληλα να στείλει το μήνυμα τόσο στους αστυνομικούς να συνεχίσουν τη -βρώμικη- δουλειά τους, όσο και στην κοινωνία πως αν τολμήσει να τα βάλει με τους αστυνομικούς και συνολικά το στάτους κβο, θα βγει ηττημένη.
H απόφαση του δικαστηρίου προκάλεσε οργή σε μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας. Δυστυχώς δεν προκάλεσε μεγάλη έκπληξη. Το σκηνικό της δίκης και της απόφασης είχε αρχίσει να στήνεται από την πρώτη στιγμή της δολοφονίας του Ζακ.
Το χρονικό μίας προδιαγεγραμμένης απόφασης
Τα 3,5 περίπου χρόνια που πέρασαν από τον θάνατο του Ζακ, δεν είναι αρκετά για να σβήσουν από τη μνήμη μας όσα ακολούθησαν το λιντσάρισμα στη Γλάδστωνος. Τηλεοπτικές εκπομπές που έκαναν «γκάλοπ» για το δικαίωμα της «αυτοάμυνας» των δολοφόνων του, τόνοι λάσπης για τη ζωή και την κατάσταση στην οποία βρισκόταν ο Ζακ την ημέρα της επίθεσης, προσπάθεια να παρουσιαστεί ο Ζακ σαν επικίνδυνος ληστής, κοκ.
Ακόμα και όταν όλες αυτές οι κατηγορίες καταρρίφθηκαν, όταν αποδείχτηκε πως ο Ζακ δεν είχε κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών, πως δεν κρατούσε μαχαίρι και πως δεν μπήκε στο κοσμηματοπωλείο για να ληστέψει, η προπαγάνδα συνεχίστηκε τόσο στα κανάλια όσο και στη συνέχεια στην αίθουσα του Δικαστηρίου.
Τα ΜΜΕ της άρχουσας τάξης και οι συνήγοροι των κατηγορούμενων δεν σταμάτησαν ούτε στιγμή να προσπαθούν να μετατρέψουν τον Ζακ από θύμα σε θύτη, να του ρίχνουν ευθύνες για την ίδια του τη δολοφονία! Και με αυτόν τον τρόπο να διαμορφώνουν συνειδήσεις και να προετοιμάζουν το έδαφος για μια δικαστική απόφαση που δεν θα απέδιδε πραγματικά δικαιοσύνη.
Η Μάγδα Φύσσα
Στον αντίποδα, όλα αυτά τα χρόνια, ΛΟΑΤΚΙ ομάδες, φεμινιστικές και αριστερές οργανώσεις, αναρχικές ομάδες και άλλα στρώματα της κοινωνίας διεκδικούσαν τη δικαίωση του Ζακ και την τιμωρία των ενόχων.
Με αυτή τη μεριά, βρέθηκε και η Μάγδα Φύσσα, που έχει μετατραπεί σε αντιφασιστικό σύμβολο αλλά και σε σύμβολο αλληλεγγύης και αγώνα. Έτσι, όταν ανακοινώθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου για την υπόθεση του Ζακ, από τους πρώτους ανθρώπους που διαμαρτυρήθηκαν ήταν η Μάγδα Φύσσα, που βρισκόταν στην αίθουσα και η οποία μάλιστα δέχτηκε επίθεση από αστυνομικούς.
Η επόμενη μέρα
Η επόμενη μέρα της δικαστικής απόφασης αφήνει μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας και των κινημάτων με μία πικρή γεύση. Μας αφήνει όμως ταυτόχρονα και με επιπλέον συμπεράσματα για τη φύση της δικαιοσύνης στο σημερινό σύστημα και φυσικά για την ασυλία που απολαμβάνουν οι δυνάμεις καταστολής ακόμα κι όταν τα εγκλήματά τους έχουν μαγνητοσκοπηθεί και προβληθεί στο πανελλήνιο.
Ο αγώνας για την τιμωρία των δολοφόνων του/της Ζακ/Zackie πρέπει να συνεχιστεί ιδιαίτερα ενάντια στην προκλητική αθώωση των αστυνομικών που θα δώσει ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στην αστυνομική βία και αυθαιρεσία, αλλά και τη ακροδεξιά βία στο δρόμο.
Για να καταφέρουμε να πετυχαίνουμε νίκες, ιδιαίτερα σε τέτοια ζητήματα χρειαζόμαστε μαζικά κινήματα όπως αυτό που κατάφερε να βάλει τη Χρυσή Αυγή στη φυλακή. Κινήματα δημοκρατικά οργανωμένα, που θα οργανώνουν εκστρατείες ενημέρωσης και εκδηλώσεις, μαζικές κινητοποιήσεις στους δρόμους. Κινήματα που θα απαντάνε στις συκοφαντίες των ΜΜΕ και βοηθάνε στο προχώρημα των συνειδήσεων ενάντια στις διακρίσεις, τις ανισότητες και τη βία απέναντι σε όσους το σύστημα αποκαλεί «διαφορετικούς» και απέναντι στο ίδιο το σύστημα που γεννά αυτές τις διακρίσεις, την καταπίεση και τη βία.