Δημοσιεύουμε άρθρο που έστειλε στο «Ξεκίνημα» ο σ. Χρήστος Κεφαλής, μέλος της Συντακτικής Επιτροπής της Μαρξιστικής Σκέψης. Παρά τη συμφωνία με το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου, το «Ξ» διαφωνεί με κάποια σημαντικά σημεία (πέρα από διάφορα μικρά, δευτερεύουσας σημασίας) στο άρθρο του σ. Κεφαλή, όπως για παράδειγμα ότι ο β’ παγκόσμιος πόλεμος δεν ήταν ταυτόχρονα με την αντιφασιστική πάλη των λαών και πόλεμος ανάμεσα στις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις (ήταν δηλαδή ένας «ιμπεριαλιστικός πόλεμος») καθώς επίσης και για την ανάλυση σε σχέση με την Περεστρόικα, ότι δηλαδή, δεν μπορούσε στην ΕΣΣΔ της δεκαετίας του 80 να τεθεί το καθήκον του προχωρήματος στην κατεύθυνση του σοσιαλισμού αλλά χρειαζόταν μια αναδίπλωση τύπου ΝΕΠ της δεκαετίας του 20.
Οι σταλινικές παραχαράξεις της ιστορίας
Ένα από τα ενοχλητικά ερωτήματα με τα οποία βρέθηκε αντιμέτωπος ο σταλινισμός –και βρίσκονται και σήμερα οι νεοσταλινικοί επίγονοί του– στην προσπάθειά του να σφετεριστεί την κληρονομιά του Οκτώβρη, είναι η ισχνή παρουσία των πρωταγωνιστών του στην επανάσταση και οι εντελώς δευτερεύοντες ρόλοι τους στο κόμμα των Μπολσεβίκων.
Ο ίδιος ο Στάλιν το 1917 και στα χρόνια του εμφυλίου είχε μια σημαντική μεν αλλά δεύτερη θέση στην μπολσεβίκικη ηγεσία. Εκείνη την περίοδο, ο Τρότσκι, ο Μπουχάριν, ο Λουνατσάρσκι, ο Σβερντλόφ, ακόμη και οι Ζινόβιεφ και Κάμενεφ, ήταν οι πιο επιφανείς και προβεβλημένοι κομματικοί ηγέτες. Ο Τρότσκι στο πλευρό του Λένιν, ως Πρόεδρος του Σοβιέτ της Πετρούπολης και επικεφαλής στη συνέχεια του Κόκκινου Στρατού, συνεισέφερε αποφασιστικά στην κατάκτηση της εξουσίας από τους Μπολσεβίκους και την υπεράσπισή της. Ο Μπουχάριν, παρά τα λάθη του στο θέμα της ειρήνης του Μπρεστ, συνόψισε στο Αλφάβητο του Κομμουνισμού το πνεύμα της ρωσικής επανάστασης. Ο Ζινόβιεφ, παρά τις ταλαντεύσεις του τις μέρες του Οκτώβρη, ως Πρόεδρος της Κομμουνιστικής Διεθνούς, είχε θεμελιώδη συμβολή στη συγκρότηση των νεαρών κομμουνιστικών κομμάτων. Ο Λουνατσάρσκι ως Λαϊκός Επίτροπος Εκπαίδευσης έβαλε τη σφραγίδα του στο έξοχο ανακαινιστικό έργο της επανάστασης στους τομείς της παιδείας και του πολιτισμού. Ο Σβερντλόφ, ως το θάνατό του το 1919, ήταν ο κύριος οργανωτής των Μπολσεβίκων, που συνδύαζε στο πρόσωπό του τις οργανωτικές ικανότητες με την έμπρακτη αφοσίωση στην επανάσταση.
Ο Στάλιν σε αντιπαράθεση σε όλη αυτή την περίοδο ήταν ένας άχρωμος οργανωτής των παρασκηνίων. Ο ρόλος του υπολειπόταν σε σημασία όλων των προαναφερθέντων ηγετών και για καιρό παρέμενε άγνωστος στο κόμμα και τους σχολιαστές της εξέγερσης, στη Ρωσία και το εξωτερικό. Στις αναμνήσεις φιλο-Μπολσεβίκων και Λευκών αυτοπτών παρατηρητών της επανάστασης, όχι μόνο του Τζον Ριντ αλλά και δεκάδων άλλων, θα βρούμε πλήθος αναφορές στους Λένιν και Τρότσκι, αρκετές στους Μπουχάριν, Λουνατσάρσκι, Σβερντλόφ, Κάμενεφ, Ζινόβιεφ, και σε άλλα στελέχη των Μπολσεβίκων όπως οι Αντόνοφ-Οβσέγιενκο, Τζερζίνσκι, Ρίκοφ, Τόμσκι, Πέτερς, κ.ά., όμως ο Στάλιν λάμπει δια της απουσίας του ή αναφέρεται μόνο ονομαστικά, όταν παρατίθεται η σύνθεση της μπολσεβίκικης κυβέρνησης, στην οποία ήταν Λαϊκός Επίτροπος των Εθνοτήτων. Ακόμη περισσότερο ισχύει αυτό για τους στενούς συνεργάτες του Στάλιν, μετέπειτα κομματικούς ηγέτες, όπως οι Βοροσίλοφ, Μολότοφ, Καγκάνοβιτς, Μαλενκόφ, Μικογιάν, Μπέρια, Ορτζονικίτζε, κ.ά. Όλοι αυτοί, με τη μερική εξαίρεση του Μολότοφ, είτε ήταν εντελώς άγνωστα στελέχη τρίτης σειράς στα χρόνια του Οκτώβρη, είτε δεν ήταν καν μέλη του κόμματος. Μερικοί μάλιστα, όπως ο διαβόητος εισαγγελέας των Δικών της Μόσχας, Βισίνσκι, ήταν εχθροί της επανάστασης και υπέγραφαν το 1917 διατάγματα για τη σύλληψη του Λένιν.
Η Οκτωβριανή Επανάσταση ήταν η πρώτη μεγάλη νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση, η πράξη γένεσης του κομμουνιστικού κινήματος και το σημείο αναφοράς των κομμουνιστών έκτοτε. Πώς λοιπόν μπορεί να γίνουν πιστευτές οι αξιώσεις των σταλινικών περί ταύτισής τους με το έργο του Οκτώβρη, όταν τις διαψεύδουν τα ίδια τα γεγονότα;
Για να συγκαλύψει αυτή τη διάσταση και να οικειοποιηθεί τον Οκτώβρη, ο σταλινισμός δεν είχε άλλο τρόπο από το να επιδοθεί σε μια συστηματική όσο και απεχθή πλαστογράφηση της ιστορίας. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 η ιστορία της επανάστασης άρχισε να ξαναγράφεται, εξαφανίζοντας τους επιφανείς Μπολσεβίκους ηγέτες που είχαν αντιταχθεί αργότερα στον Στάλιν και εξυψώνοντας αντίστοιχα τους άσημους συνεργάτες του που είχαν ελάχιστη συμβολή στην εξέγερση. Αυτό αποτυπώθηκε και στις φωτογραφίες των χρόνων του Οκτώβρη, όπου οι πιο στενοί συνεργάτες του Λένιν και όλοι οι ανεπιθύμητοι σβήνονταν ο ένας μετά τον άλλο, για να απομείνει στο τέλος, πλάι στον Λένιν, μόνο ο «μεγάλος» Στάλιν.
Το λεύκωμα του ΚΚΕ 1917. Η Πορεία προς την Οκτωβριανή Επανάσταση
Το λεύκωμα 1917. Η Πορεία προς την Οκτωβριανή Επανάσταση από Μήνα σε Μήνα, που κυκλοφόρησαν οι εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή με αφορμή τα 100 χρόνια του Οκτώβρη, αποτελεί μέρος αυτής της παράδοσης, συνεχίζοντας και ανανεώνοντας στις μέρες μας τη σταλινική σχολή της πλαστογραφίας. Από την πρώτη ως την τελευταία σελίδα του αναπαράγει την επίπλαστη, ψευδή εικόνα της επανάστασης που φιλοτέχνησε ο σταλινισμός. Ως τέτοιο, θα μπορούσε εύλογα να ειπωθεί ότι δεν φέρνει κάτι νέο. Εκείνο που το κάνει επικίνδυνο είναι το γεγονός ότι οι πλαστογραφίες του διανθίζονται με ένα πλούσιο φωτογραφικό υλικό και γενικόλογους ύμνους στην επανάσταση, ώστε ο ακατατόπιστος αναγνώστης, ιδιαίτερα αν έχει υποστεί τη συστηματική πλύση εγκεφάλου στην οποία υποβάλλονται τα μέλη και οι υποστηρικτές του ΚΚΕ, να μπορεί εύκολα να παρασυρθεί και να μην αντιληφθεί το παραπλανητικό περιεχόμενό του. Αυτό το περιστατικό, και το γεγονός ότι πρόκειται για μια επίσημη έκδοση του ΚΚΕ, της οποίας η επιμέλεια, όπως αναφέρεται ρητά στο προλογικό «Σημείωμα του εκδότη», «έχει γίνει από την Ιδεολογική Επιτροπή της ΚΕ του ΚΚΕ», μας αναγκάζει να ασχοληθούμε μαζί του.
Από την πρώτη ως την τελευταία του σελίδα το λεύκωμα είναι γραμμένο πάνω σε ένα και το αυτό μοτίβο: Η επανάσταση ήταν ακατανίκητη· το κίνημα των μαζών με επικεφαλής την εργατική τάξη προχωρούσε μπροστά· υπήρχαν, βέβαια, και μερικοί αντιδραστικοί, τσάροι, αστοί και ρεφορμιστές· όμως το κόμμα με επικεφαλής τον Λένιν και τον Στάλιν στο πλάι του τους ξεσκέπαζε, δίνοντας τη σωστή γραμμή· και οι μάζες συσπειρώνονταν σφιχτά γύρω από τη γραμμή του και προχωρούσαν αποφασιστικά στο θρίαμβο της εξέγερσης. Φυσικά, το ξεχάσαμε, υπήρχαν και μερικοί κακοί, ταλαντευόμενοι ηγέτες μέσα στο κόμμα, δηλαδή συγκεκριμένα ο Κάμενεφ και ο Ζινόβιεφ, που αντιτάσσονταν στην εξέγερση, αλλά η πλειοψηφία, όντας πιστή στον Λένιν και τον Στάλιν, τους παραμέριζε κάθε φορά με ευκολία και υποστήριζε αποφασιστικά τη λενινιστική γραμμή. Κοντολογίς, πρόκειται για ένα «εορτολόγιο», ένα λιβάνισμα δήθεν της επανάστασης, αλλά στην πραγματικότητα του Στάλιν και των ομοίων του, και συνεκδοχικά του εαυτού τους.
Για να φιλοτεχνήσουν αυτή την πλαστή εικόνα, οι ινστρούκτορες του ΚΚΕ αφαιρούν μεθοδικά κάθε «λεπτομέρεια» που δεν ταιριάζει μαζί της, αντικαθιστώντας έτσι το ζωντανό ξετύλιγμα της επανάστασης με μια καρικατούρα της. Δευτερεύοντα γεγονότα και αποφάσεις που δεν είχαν καμιά ή είχαν ελάχιστη επίδραση στην πορεία των γεγονότων αναγορεύονται σε κύρια, επειδή συνέπεσε να εμπλακεί σε αυτά ο Στάλιν. Και από την άλλη μεριά, παραλείπονται αντιθέσεις που παρουσιάστηκαν στην κομματική πολιτική, επειδή η αναφορά σε αυτές θα αποκάλυπτε τον αρνητικό ρόλο του Στάλιν σε σημαντικές στιγμές και ζητήματα, και το θετικό ρόλο άλλων ηγετών που δεν είναι αρεστοί στο σταλινισμό.
Έτσι, για παράδειγμα, στο μέρος που αφιερώνεται στην επανάσταση του Φλεβάρη, δεν γίνεται καμιά αναφορά στην πολιτική γραμμή «κριτικής υποστήριξης» της Προσωρινής Κυβέρνησης που υιοθέτησε η ηγεσία των Μπολσεβίκων πριν την άφιξη του Λένιν. Ο λόγος είναι ότι η γραμμή αυτή, που εκφράστηκε επίσημα στην Πράβντα, καλώντας σε συνέχιση της πολεμικής προσπάθειας, δηλαδή πρακτικά σε υποστήριξη του ιμπεριαλιστικού πολέμου και απλή «άσκηση πίεσης» στην Προσωρινή Κυβέρνηση για ειρηνικές διαπραγματεύσεις, είχε καθοριστεί όχι μόνο από τους Κάμενεφ και Ζινόβιεφ, αλλά και από τον Στάλιν. Χρειάστηκε η επίμονη πίεση του Λένιν, που εξόπλισε το κόμμα με μια πραγματικά επαναστατική κατεύθυνση με τα «Γράμματα από Μακριά» και τις «Θέσεις του Απρίλη», για να εγκαταλειφθεί, μετά από μια σκληρή εσωκομματική μάχη, η συμφιλιωτική, αμυνίτικη γραμμή.
Σχετικά με αυτό το θέμα, οι συντάκτες του λευκώματος, παραθέτουν μόνο κάποιες μετέπειτα «ντροπαλές» και «σεμνές» ομολογίες «του ίδιου του Στάλιν» στα 1924, «που ήταν», όπως λένε, «από τα στελέχη των Μπολσεβίκων που έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην επανάσταση»:
«Χρειαζόταν ένας νέος προσανατολισμός του Κόμματος μέσα στις νέες συνθήκες πάλης. Το Κόμμα (η πλειοψηφία του) προσπαθούσε ψηλαφητά να φτάσει στο νέο αυτό προσανατολισμό. Υιοθέτησε μια πολιτική πίεσης των Σοβιέτ πάνω στην Προσωρινή Κυβέρνηση στο ζήτημα της ειρήνης, δεν αποφάσιζε όμως να κάνει ένα βήμα προς τα μπρος, από το παλιό σύνθημα της δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς στο νέο σύνθημα της εξουσίας των Σοβιέτ. Αυτή η μεσοβέζικη πολιτική απέβλεπε στο να δώσει στα Σοβιέτ τη δυνατότητα να δουν, με βάση τα συγκεκριμένα ζητήματα της ειρήνης, τον αληθινό ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της Προσωρινής Κυβέρνησης και να τ’ αποσπάσει έτσι από αυτήν. Όμως αυτή ήταν μια βαθιά λαθεμένη θέση, γιατί γεννούσε πασιφιστικές αυταπάτες, έχυνε νερό στο μύλο των αμυνιτών και δυσκόλευε την επαναστατική διαπαιδαγώγηση των μαζών. Αυτήν τη λαθεμένη θέση την συμμεριζόμουν και εγώ μαζί με άλλους συντρόφους του Κόμματος και την εγκατέλειψα ολοκληρωτικά στα μέσα του Απρίλη, όταν τάχθηκα με τις θέσεις του Λένιν. Χρειαζόταν ένας νέος προσανατολισμός. Το νέο αυτό προσανατολισμό τον έδωσε στο Κόμμα ο Λένιν στις περίφημες Θέσεις του Απρίλη» (σελ. 87).
Και ο Στάλιν συνέχιζε για να υποστηρίξει ότι μετά την εμφάνιση των Θέσεων του Απρίλη οι όποιες διαφορές γνωμών βασικά ξεπεράστηκαν και «τα εννιά δέκατα του κόμματος» συσπειρώθηκαν «γύρω από την ενιαία κομματική θέση» (ό.π.).
Την πολιτική αυτή, που ο Στάλιν «σεμνά» και «ντροπαλά» εκτιμούσε το 1924 ότι «απέβλεπε στο να δώσει στα Σοβιέτ τη δυνατότητα να δουν… τον αληθινό ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της Προσωρινής Κυβέρνησης», ο Λένιν τη χαρακτήρισε βέβαια σαν «κήρυγμα ηθικής σε ιδιοκτήτη οίκου ανοχής». Και το ερώτημα είναι: Αν ο Στάλιν ήταν ένας τέτοιος κορυφαίος επαναστάτης όπως τον παρουσιάζουν οι συντάκτες του λευκώματος, πώς δεν το έδειξε παίρνοντας εξαρχής μια επαναστατική θέση; Τι σόι κορυφαίος επαναστάτης ήταν αυτός και τι αντίληψη της κατάστασης είχε, που δεν καταλάβαινε ότι η Προσωρινή Κυβέρνηση ήταν μια αστική κυβέρνηση, η οποία μόνο σκοπό της είχε τη συνέχιση του ιμπεριαλιστικού πολέμου;
Από την άλλη μεριά, δεν μπορούσε να λείπει φυσικά η αναφορά στο διάσημο –στη σταλινική ιστοριογραφία– «κομματικό κέντρο», που σχηματίστηκε στην Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής στις 16 Οκτώβρη, ως συντονιστικό όργανο της εξέγερσης. Στη σελ. 197 παρατίθενται μάλιστα οι φωτογραφίες όλων των μελών του «κομματικού κέντρου», στο οποίο γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στην αμέσως επόμενη σελίδα. Ο λόγος είναι ότι στο συγκεκριμένο όργανο συμμετείχε και ο Στάλιν, μαζί με τους Μπουμπνόφ, Τζερζίνσκι, Σβερντλόφ και Ουρίτσκι. Τι κι αν είναι γενικά αποδεκτό στη σύγχρονη ιστοριογραφία ότι το συγκεκριμένο όργανο έπαιξε μικρό ή ασήμαντο ρόλο στα γεγονότα (δεν έχουν παρουσιαστεί καν στοιχεία ή πρακτικά που να δείχνουν ότι συνεδρίασε) και ότι όλη η οργανωτική προπαρασκευή έγινε μέσα από τη Στρατιωτική Επαναστατική Επιτροπή του Σοβιέτ της Πετρούπολης. Στο τελευταίο δεν μπορούσε, βέβαια, να γίνει αναφορά, αφού ο Τρότσκι έβαλε τη σφραγίδα του στη δουλειά της.
Δεν χρειάζεται να σταθούμε εδώ στην καίρια συμβολή του Τρότσκι, από τη θέση του ως Προέδρου του Σοβιέτ της Πετρούπολης, στη νίκη της εξέγερσης και ιδιαίτερα στην κατάκτηση των σοβιετικών οργανώσεων και της φρουράς της Πετρούπολης με το μέρος των Μπολσεβίκων. Είναι γνωστή και την αναγνώρισε εκείνα τα χρόνια ακόμη και ο Στάλιν. Ιδιαίτερα σημαντικός, αν και όχι εξίσου γνωστός, ήταν ο ρόλος του Μπουχάριν στην επιτυχία της εξέγερσης στη Μόσχα. Ο Μπουχάριν, ως επικεφαλής της κομματικής οργάνωσης της Μόσχας, συνέταξε και υπεράσπισε τις περισσότερες αποφάσεις του εκεί Σοβιέτ και υποστήριξε τη γραμμή της εξέγερσης στα κομματικά όργανα, απέναντι σε μια αρκετά ισχυρή αντιπολίτευση. Στις Δέκα Μέρες που Συγκλόνισαν τον Κόσμο ο Τζον Ριντ παραθέτει την εμπειρία του από μια συνεδρίαση του Σοβιέτ της Μόσχας, όπου ο Μπουχάριν έκαμψε τις αντιρρήσεις επιφανών Μπολσεβίκων όπως οι Νόγκιν, Ρίκοφ, κ.ά. που είχαν παραιτηθεί από την κυβέρνηση και συντάσσονταν με τη συμφιλιωτική γραμμή.
Εκπληκτικό όσο και αν θα φανεί, σε όλο το λεύκωμα δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στο ρόλο των Τρότσκι και Μπουχάριν, των οποίων αποσιωπείται πλήρως ακόμη και η ύπαρξή τους. Το όνομα του Τρότσκι αναφέρεται μόνο σε δύο σημεία, το ένα εκεί που δίνεται η σύνθεση της μπολσεβίκικης κυβέρνησης και το άλλο εκεί που γίνεται λόγος για την προσχώρηση των Μεσραγιόντσι, στέλεχος των οποίων ήταν και ο Τρότσκι, στους Μπολσεβίκους, χωρίς κανένα σχόλιο. Το όνομα του Μπουχάριν δεν αναφέρεται πουθενά, σε κανένα σημείο του λευκώματος, τουλάχιστον όσο μπορεί να διαπιστωθεί από μια πρώτη ανάγνωση, καθώς ένα επιμελές διάβασμά του ξεπερνά τις αντοχές κάθε σκεπτόμενου αγωνιστή. Δεν υπάρχει επίσης ούτε μια φωτογραφία των Τρότσκι και Μπουχάριν, όπως και των Κάμενεφ και Ζινόβιεφ, που σε όλο το βιβλίο μετατρέπονται σε αποδιοπομπαίους τράγους, ενώ θα βρεθούν αναρίθμητες φωτογραφίες του Στάλιν και των άσημων τότε συνεργατών του, αλλά και δευτερευουσών μορφών της εξέγερσης. Κι όλα αυτά σε ένα λεύκωμα που σύμφωνα με το «Σημείωμα του εκδότη», προσφέρει «στον αναγνώστη το “σύμπαν” του επαναστατικού 1917» (σελ. 7).
Η υποκρισία του όλου πράγματος γίνεται εμφανής και από τις παρατιθέμενες φωτογραφίες και αναφορές στο λεύκωμα σε αρκετά στελέχη των Μπολσεβίκων που αργότερα εκκαθαρίστηκαν στα χρόνια των Δικών της Μόσχας. Τέτοια στελέχη, για παράδειγμα, των οποίων ο ρόλος παρουσιάζεται στο λεύκωμα, μαζί με σχετικές φωτογραφίες, ήταν οι Αντόνοφ-Οφσέγιενκο, Ίλιν Ζενέφσκι, Ζοφ, Σότμαν, Σουμιάτσκι, Γιακόβλεβα, Μπουμπνόφ, Ντιμπένκο, Κριλένκο, Νέβσκι, Λόμοφ, καθώς και ξένοι κομμουνιστές όπως οι Κλίνγκερ, Εμπερλάιν και Πλάτεν (μια διάσημη φωτογραφία τους με τον Λένιν παρατίθεται στη σελ. 276) και πολλοί άλλοι. Αυτό δεν οφείλεται σε κάποια πρωτοβουλία του ΚΚΕ ή συμπάθεια προς αυτούς τους αγωνιστές, αλλά στο γεγονός ότι το λεύκωμα είναι σε μεγάλο βαθμό μια αναπαραγωγή αντίστοιχης σοβιετικής έκδοσης του 1988 (βλ. σελ. 8), που είχε βγει τότε από τη Σύγχρονη Εποχή. Εκείνη την περίοδο είχε αποκατασταθεί στην ΕΣΣΔ ένα μέρος των αγωνιστών, όχι όμως ακόμη και οι κύριοι ηγέτες (Μπουχάριν, Ρίκοφ, Κάμενεφ, Ζινόβιεφ, κ.ά.) και το περιστατικό αυτό εξηγεί τις σχετικές αναφορές.
Στο ΚΚΕ όμως όχι μόνο έχουν δικαιώσει σε όλη τη γραμμή τον Στάλιν, αλλά υπεραμύνονται των Δικών της Μόσχας και των συνεπειών τους, ως υπεράσπισης του σοσιαλισμού από τους «σαμποτέρ» και τους «πράκτορες του εχθρού». Πώς, λοιπόν, μπορεί να τιμούν τη μνήμη εκείνων για τους οποίους οι ίδιοι λένε ταυτόχρονα ότι ήταν «όργανα των ξένων μυστικών υπηρεσιών»;
Όταν οι ινστρούκτορες του ΚΚΕ δείχνουν την «ανωτερότητά» τους απέναντι στους Τρότσκι και Μπουχάριν…
Και μόνο αυτά τα περιστατικά θα αρκούσαν για να χαρακτηριστεί το λεύκωμα γελοίο και άθλιο. Στην πραγματικότητα όμως είναι κάτι χειρότερο, είναι αντιμαρξιστικό και αντικομμουνιστικό.
Σημειώσαμε ήδη τη διαβεβαίωση του Στάλιν, που αποτελεί και σήμα-κατατεθέν της σταλινικής ιστοριογραφίας του Οκτώβρη, ότι μετά τις «Θέσεις του Απρίλη» το κόμμα ήταν κατά τα 9/10 σταθερά συσπειρωμένο στη λενινιστική γραμμή. Αυτό ακριβώς είναι μια παραχάραξη της ιστορικής αλήθειας.
Φυσικά η πειθαρχία και η ενότητα έπαιζαν σημαντικό ρόλο στο κόμμα των Μπολσεβίκων. Ταυτόχρονα, όμως, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι η πορεία τους προς την εξέγερση του Οκτώβρη χαρακτηριζόταν από συνεχείς αναπροσανατολισμούς πολιτικής, που γίνονταν αναγκαίοι στις απότομες καμπές της ταξικής πάλης, και από την επίλυση σοβαρών εσωκομματικών αντιθέσεων που αναπαράγονταν αναπόφευκτα σε κάθε τέτοια καμπή. Οι αντιθέσεις είχαν ποικίλες πηγές: τις συμβιβαστικές τάσεις μιας μερίδας της κομματικής ηγεσίας, την αδράνεια του μηχανισμού, τις στενές αντιλήψεις της κομματικής βάσης, την πίεση της αστικής κοινής γνώμης και, πρώτα και κύρια, τις διαρκείς αλλαγές της κατάστασης, που έθεταν το κόμμα αντιμέτωπο με νέα πολύπλοκα προβλήματα1.
Δεν μπορούσε να είναι αλλιώς. Τα καθήκοντα με τα οποία είχε τεθεί αντιμέτωπο το κόμμα των Μπολσεβίκων ήταν κοσμοϊστορικά και ανάλογά τους δεν είχαν επωμιστεί ποτέ πριν οι επαναστάτες, έτσι ώστε η εμφάνιση σοβαρών διαφωνιών και αντιθέσεων να είναι κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Επιλύονταν όμως και ο όρος για την επίλυσή τους ήταν η εσωκομματική δημοκρατία και η ύπαρξη στο κόμμα ικανών θεωρητικών όπως ο Λένιν και, σε ένα κατώτερο αλλά επαρκές επίπεδο, οι Τρότσκι και Μπουχάριν, που συνεισέφεραν με τις αναλύσεις τους στο να συνειδητοποιούνται οι αλλαγές της κατάστασης και να γίνονται οι αναγκαίες αναπροσαρμογές. Αυτό ακριβώς το στοιχείο της επαρκούς μαρξιστικής ηγεσίας, ο εκ των ων ουκ άνευ όρος της νίκης των Μπολσεβίκων, έλλειψε στις μετέπειτα επαναστάσεις, όταν επικράτησε ο σταλινισμός, οδηγώντας σε καταστροφικές ήττες και προδοσίες όπως η Βάρκιζα. Το λεύκωμα του ΚΚΕ είναι αντιμαρξιστικό και αντικομμουνιστικό ακριβώς γιατί σβήνει αυτό τον όρο, γιατί παραμερίζοντας και αποσιωπώντας μορφές όπως ο Τρότσκι και ο Μπουχάριν εμφανίζει τα πράγματα σαν να μη χρειάζεται, σαν η νίκη της επανάστασης να είναι εξασφαλισμένη και χωρίς αυτόν. Επιδιώκουν έτσι να κρύψουν ότι οι ίδιοι, όπως ο Στάλιν στο παρελθόν, δεν διαθέτουν τα αναγκαία μαρξιστικά φόντα και να εμφανίσουν την ανεπάρκειά τους σαν προσόν, ενώ και τώρα, όπως στο παρελθόν, μπορεί να είναι μόνο πηγή καταστροφών και ηττών.
Σαν ένα δείγμα του ανόητου, αφελούς και μη κομμουνιστικού σχολιασμού των γεγονότων στην έκδοση, οποτεδήποτε μπαίνει θέμα κατανόησης μιας καμπής της ταξικής πάλης, θα σταθούμε στον τρόπο που σχολιάζουν την τακτική των Μπολσεβίκων στις διαδηλώσεις του Ιούλη του 1917 και ένα εσωκομματικό επεισόδιο που συνδέθηκε με αυτές.
Τα γεγονότα είναι γνωστά και δεν χρειάζεται να τα επαναλάβουμε εδώ. Οι Μπολσεβίκοι, εκτιμώντας σωστά ότι ενόσω δεν είχε κατακτηθεί ακόμη η πλειοψηφία στα σοβιέτ, μια εξέγερση θα ήταν πρόωρη, προσπάθησαν να ανακόψουν την αυθόρμητη επαναστατική έκρηξη των μαζών στις αρχές του Ιούλη. Όταν αυτό δεν έγινε δυνατό, τέθηκαν επικεφαλής του κινήματος και κατόρθωσαν να του δώσουν ειρηνικό χαρακτήρα. Η διαδήλωση της 4ης Ιούλη στην οποία συμμετείχαν 500.000 λαού, πνίγηκε στο αίμα από την κυβέρνηση Κερένσκι, αφήνοντας περί τους 400 νεκρούς και τραυματίες. Ωστόσο, χάρη στη σωστή, συνετή τακτική των Μπολσεβίκων, παρά την τρομοκρατία και την αντιμπολσεβίκικη υστερία που ακολούθησε, αποφεύχθηκαν τα χειρότερα και το κόμμα πέρασε αλώβητο από αυτή τη δοκιμασία.
Στο λεύκωμα αναφέρεται ένα ενδιαφέρον περιστατικό σχετικό με την Πράβντα της 4ης Ιούλη. Η εφημερίδα είχε στοιχειοθετηθεί αρχικά με μια ανακοίνωση της ΚΕ των Μπολσεβίκων που καλούσε σε αποφυγή κάθε διαδήλωσης και συγκράτηση από μια πρόωρη εξέγερση. Όταν όμως το κίνημα ξέσπασε οι Μπολσεβίκοι αφαίρεσαν το κάλεσμα από την εφημερίδα, για να το αντικαταστήσουν με ένα άλλο για συγκροτημένη, ειρηνική διαδήλωση. Αυτή η προσθήκη δεν πρόλαβε να στοιχειοθετηθεί, και έτσι η εφημερίδα κυκλοφόρησε με μια λευκή λωρίδα στο μέρος όπου υπήρχε αρχικά η παλιά έκκληση. Στο λεύκωμα υπάρχει φωτογραφία του φύλλου της Πράβντα με την ακόλουθη λεζάντα: «Η πρώτη σελίδα της εφημερίδας Πράβντα, φύλλο της 4 Ιούλη, με μια λευκή λωρίδα εκεί όπου θα έπρεπε να υπάρχει η έκκληση προς τις μάζες ν’ απόσχουν από τις διαδηλώσεις» (σελ. 140).
Κατά πρώτο λόγο, οι Μπολσεβίκοι δεν καλούσαν ποτέ γενικά τις μάζες να απόσχουν από τις διαδηλώσεις, όταν αυτές συνέβαιναν. Αυτό μπορεί να το κάνει η ηγεσία του ΚΚΕ, που κρατήθηκε μακριά από τεράστια μαζικά κινήματα όπως αυτό των Αγανακτισμένων, λοιδορώντας τα σαν «κατευθυνόμενα» και εμποδίζοντας τα μέλη του ΚΚΕ να συμμετέχουν σε αυτά, χωρίς να έχει καν συνείδηση ή έστω υποψία ότι έτσι προδίδει τα κινήματα. Το πρόβλημα των Μπολσεβίκων ήταν ότι στη δοσμένη στιγμή, όταν οι μάζες ήταν ερεθισμένες από την επίθεση που είχε διατάξει ο Κερένσκι στο μέτωπο, κάθε διαδήλωση θα έτεινε να μετατραπεί σε εξέγερση, η οποία ήταν ακόμη ανώριμη και, αν ξεσπούσε, αναπόφευκτα θα οδηγούνταν σε καταστροφική ήττα, που θα έδινε σε συνέχεια τη δυνατότητα στην αντίδραση για πογκρόμ ενάντια στις μάζες, εξόντωση της ηγεσίας του κόμματος και των επαναστατικών στοιχείων των σοβιέτ ως συνωμοτών, κοκ.
Κατά δεύτερο, όλο το θέμα, και όλη η ουσία της στάσης των Μπολσεβίκων, ήταν ότι από τη στιγμή που ξέσπασε η διαδήλωση δεν έπρεπε και δεν μπορούσε να υπάρξει και να δημοσιευτεί στην Πράβντα καμιά έκκληση προς τις μάζες να μη διαδηλώσουν. Αν το έκαναν αυτό οι Μπολσεβίκοι θα εναντιώνονταν στο κίνημα των μαζών, θα το πρόδιδαν και θα έρχονταν σε αντίθεση μαζί του. Ήταν όμως επαναστάτες, που βρίσκονταν πλάι στις μάζες σε κάθε βήμα τους, ακόμη και όταν αυτό αντικειμενικά ήταν λαθεμένο, φροντίζοντας να τις διορθώνουν, αντί να τις καταγγέλλουν αφ’ υψηλού, όπως κάνει αδιάλειπτα σε ανάλογες περιστάσεις η ηγεσία του ΚΚΕ.
Οι ηγήτορες του ΚΚΕ, βέβαια, έχουν εναντιωθεί στο κίνημα δεκάδες φορές, τόσο που έχουν χάσει την αίσθηση του πράγματος. Έτσι, ενώ παραθέτουν τα γεγονότα, δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν και να εκθέσουν το λόγο που δεν μπορούσε να επιμείνει το κόμμα σε μια έκκληση για αποφυγή των διαδηλώσεων, όπως ήταν ο αρχικός προσανατολισμός. Αντί γι’ αυτό παραθέτουν την ακόλουθη εκτίμηση των γεγονότων του Ιούλη από τον Στάλιν:
«Την περίοδο αυτή έγινε γνωστή η διάσπαση του ρωσικού μετώπου από το γερμανικό στρατό. “Το γεγονός αυτό”, τόνιζε ο Ι.Β. Στάλιν, “είχε προκαλέσει στους αρχηγούς (του Σοβιέτ) καταπληκτική εντύπωση… Οι άνθρωποι που μιλούσαν με μας σα σύντροφοι ξαφνικά κάλεσαν στρατεύματα για την περιφρούρηση του Ανακτόρου της Ταυρίδας, δήλωσαν ότι εμείς προκαλέσαμε την ένοπλη εξέγερση και μας ονόμασαν προδότες της επανάστασης. Άρχισε μια απότομη στροφή στα γεγονότα, παρά την απόφασή μας, την επομένη, να σταματήσει η διαδήλωση, επειδή είχαμε τη γνώμη ότι οι διαδηλωτές είχαν εκδηλώσει ήδη αρκετά τη θέλησή τους”» (σελ. 145).
Η ανάλυση του Στάλιν θυμίζει επαρχιώτη «επαναστάτη» που, ερχόμενος ένα ωραίο πρωί στην πρωτεύουσα, ανοίγει τα μάτια του και, τρίβοντας τις τσίμπλες, προσπαθεί να καταλάβει πού βρίσκεται και τι είναι όλα αυτά τα νέα θαυμαστά πράγματα που βλέπει, αλλά δυστυχώς δεν τα καταφέρνει.
Κατά πρώτο λόγο, είναι αφελές και γελοίο να υπονοεί κανείς ότι τα μέλη της Προσωρινής Κυβέρνησης και οι συμφιλιωτές, αμυνίτες ηγέτες των Σοβιέτ δεν γνώριζαν για την ήττα στο μέτωπο. Η πραγματικότητα, βέβαια, είναι ότι η αποτυχία της επίθεσης του Ιούνη, που είχε διατάξει ο Κερένσκι, και η κατάρρευση του μετώπου ήταν πράγματα τελείως γνωστά σε όλους. Και οι συμφιλιωτές Μενσεβίκοι και Εσέροι μπορεί να έκαναν στα λόγια τους καλούς στους Μπολσεβίκους, στο παρασκήνιο όμως οργάνωναν ήδη την αντεπανάσταση και την κλήση των στρατευμάτων εναντίον τους. Ο Στάλιν συγχέει εδώ τα πραγματικά κίνητρα της στάσης της κυβέρνησης και των συμφιλιωτών, που ήθελαν να εκμεταλλευτούν την ήττα για να εξαπολύσουν ένα πογκρόμ ενάντια στους Μπολσεβίκους, με τους θεατρινισμούς, τις εκδηλώσεις «κατάπληξης» και τις φανφάρες για «υπεράσπιση της πατρίδας και της επανάστασης», με τους οποίους επένδυαν τη στάση τους. Του διαφεύγει τελείως η ταξική πάλη και η θέση του κάθε κόμματος μέσα σε αυτή, με βάση την οποία καθόριζε τη στάση του.
Κατά δεύτερο λόγο, το ότι οι συμφιλιωτές αποκαλούσαν τους Μπολσεβίκους «συντρόφους» ήταν μέρος της τακτικής τους, ένας πονηρός ελιγμός με τον οποίο επεδίωκαν να τους παραπλανήσουν γύρω από τις πραγματικές τους προθέσεις. Οι συμφιλιωτές, όντας αποσπασμένοι από τις μάζες και τρέμοντας την επανάσταση, περιέρχονταν σε μια διαρκώς επιδεινούμενη θέση. Με τις κολακείες προς τους Μπολσεβίκους ήλπιζαν να τους αποκοιμίσουν ή να τους οδηγήσουν σε μια λάθος εκτίμηση της κατάστασης που θα κατέληγε σε μια πρόωρη εξέγερση, προκαλώντας έτσι μια ευνοϊκή γι’ αυτούς στροφή των γεγονότων. Ο Λένιν πάντα προειδοποιούσε ενάντια στις ύπουλες τακτικές των συμφιλιωτών, όπως, για παράδειγμα, όταν στις παραμονές του Οκτώβρη οι ηγέτες των Εσέρων υπόσχονταν ότι θα υποστηρίξουν μια μπολσεβίκικη κυβέρνηση, σημειώνοντας πως «η πίστη στην ειλικρίνεια τέτοιων δηλώσεων θα ήταν από μέρους των επαναστατών ένα μοιραίο λάθος»2. Ο Στάλιν, αντίθετα, σαν βέρος επαρχιώτης, περιοριζόταν σε ηθικολογικές διαπιστώσεις όπως οι παραπάνω: «Για δες, τη μια μέρα μας αποκαλούσαν συντρόφους και την άλλη προδότες. Μα τι σόι άνθρωποι χωρίς μπέσα είναι αυτοί· πάει, χάλασε ο κόσμος…»
Δεν θα ήταν περιττό να επισημάνουμε εδώ ότι τέτοιους επαίνους και κολακείες έκαναν οι αντιδραστικοί στους σταλινικούς ηγέτες σε όλες τις μετέπειτα επαναστατικές κρίσεις, για όσο τους χρειάζονταν να υπογράψουν τους Λίβανους και τις Βάρκιζες, και ότι οι τελευταίοι αδιάλειπτα ενέδιδαν, παίρνοντας τις κολακείες τους για γνήσια αναγνώριση. Χαρακτηριστική είναι η αφήγηση του Γ. Ιωαννίδη σχετικά με τα εγκώμια που έκανε ο βασιλιάς στον απεσταλμένο του ΚΚΕ Π. Ρούσο στο Λίβανο για τη… γραβάτα του:
«Ο βασιλιάς, για να αποφύγει κάθε συζήτηση σε ρώταγε για τη γραβάτα σου κ.λπ., πού ψωνίζεις γραβάτα. Είτε πώς σου φαίνεται το δωμάτιό σου, είτε πώς σου φαίνεται το Κάιρο… Τέτοια πράγματα όταν τα βλέπουμε τώρα λέμε τι γινόταν. Τότε όμως ήταν πολύ για να μπορούμε να τα σκεφτούμε… Μας έλαχαν νομίζεις άλλη φορά τέτοια πράγματα; Είχες άλλη φορά στο νου σου τέτοια πράγματα. Ήξερες άλλη φορά να μπερδεύεσαι μ’ αυτουνούς; Εεε; Δεν ήξερες, βρε παιδί μου. Από πού να ήξερες;… Να μπεις μέσα σε τέτοιους κύκλους εσύ που ήσουνα κουρελιάρης και έτρωγες ψωμί και κρεμμύδι και βρωμούσες… Να πας τώρα εκεί και να σε πάρουν εκείνοι, μ’ όλες τις ευγένειες και τα αυτά, με τα τι θέλετε και τι κάνετε, κ.λπ., και με τις ουρές από πίσω τα γκαρσόνια να σε περιποιούνται… Πρέπει να έχεις πολύ αυτό για να μη σε επηρεάσουν αυτά τα πράγματα»3.
Με απλά λόγια δηλαδή, οι σταλινικοί αρχηγοί δεν είχαν μαρξιστική γνώση και ούτε καν απλή γνώση του τι γίνεται («δεν ήξεραν») και δεν ήταν και επαναστάτες (δεν είχαν το «πολύ αυτό», δεν είχαν το επαναστατικό ανάστημα, όπως το είχε ο Άρης ο Βελουχιώτης, για να μην επηρεαστούν από τα τερτίπια των αντιδραστικών). Αυτή η παρωδία «επαναστατών» ήταν η τελευταία λέξη της αποσύνθεσης που έφερε στο κομμουνιστικό κίνημα ο Στάλιν. Και δεν την έφερε τυχαία, αλλά γιατί ο ίδιος ήταν ένας αρχομανής που δεν ήξερε ούτε ενδιαφερόταν να ξέρει και προωθούσε παντού τους αριβίστες, τους αμαθείς και τους ανίκανους, σαν πιόνια και στηρίγματα της αυταρχικής του εξουσίας.
Αν τώρα ρίξουμε μια ματιά στην αφήγηση των ημερών του Ιούλη από τον Τρότσκι, στην εξαιρετική του Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, θα δούμε ότι ο Τρότσκι και οι Μπολσεβίκοι γενικά «και ήξεραν και είχαν το “πολύ αυτό”», ότι είχαν και τη μαρξιστική γνώση και την επαναστατική συγκρότηση που έλειπαν από τους σταλινικούς αρχηγούς.
Ο Τρότσκι φωτίζει με ακριβή, περιεκτικό τρόπο την αρχική πολιτική που καθόρισε η ΚΕ των Μπολσεβίκων απέναντι στο κίνημα και τους λόγους που οδήγησαν στην αλλαγή της:
«Στις τρεις το απόγευμα, μπροστά στη γενική διάσκεψη των Μπολσεβίκων της πρωτεύουσας, που συνήλθε κείνη τη μέρα στο μέγαρο Κσεσίνσκαγια… ο Τόμσκι δήλωσε: “Τα συντάγματα που τέθηκαν σε κίνηση δεν ενεργήσανε συντροφικά, αφού δεν καλέσανε την επιτροπή του κόμματός μας να συζητήσει το ζήτημα. Η Κεντρική Επιτροπή προτείνει στη διάσκεψη: 1ο να βγάλει ένα μανιφέστο για να συγκρατήσει τις μάζες…” Ο Τόμσκι, παλιός Μπολσεβίκος εργάτης, που είχε επισφραγίσει την πίστη στο κόμμα με χρόνια στα κάτεργα… ανέπτυσσε μόνο τη σκέψη του Λένιν…
»Η συντριπτική πλειοψηφία της διάσκεψης τάχθηκε αλληλέγγυα με τον Τόμσκι. Πρέπει με κάθε θυσία να αναβληθεί η λύση. Η επίθεση στο μέτωπο κρατά σε αγωνία ολόκληρη τη χώρα. Η αποτυχία είναι το ίδιο προβλεπόμενη όσο και η πρόθεση της κυβέρνησης να ρίξει την ευθύνη της ήττας πάνω στους Μπολσεβίκους. Πρέπει να δοθεί στους συμφιλιωτές ο καιρός να ξεφτιλιστούν μια για πάντα. Ο Βολοντάρσκι απάντησε στους πολυβολητές, εξ’ ονόματος της συνδιάσκεψης, με τούτη την έννοια, ότι το σύνταγμα έπρεπε να υποταχτεί στην απόφαση του κόμματος. Στις τέσσερις η ώρα, η Κεντρική Επιτροπή επικυρώνει την απόφαση της συνδιάσκεψης. Τα μέλη της σκορπάνε στις συνοικίες και τα εργοστάσια για να εμποδίσουν τη διαδήλωση των μαζών. Ένα μανιφέστο στην ίδια έννοια στέλνεται στην Πράβντα για να δημοσιευτεί στην πρώτη σελίδα την άλλη μέρα το πρωί. Ο Στάλιν επιφορτίζεται να πληροφορήσει για την απόφαση του κόμματος την κοινή συνεδρίαση των εκτελεστικών επιτροπών. Έτσι οι προθέσεις των Μπολσεβίκων δεν αφήνουν θέση σε καμιά αμφιβολία… Όμως άλλες οι βουλές των Κεντρικών Επιτροπών, κομμάτων και σοβιέτ, και άλλα κέλευαν οι μάζες…
»Κατά τις οχτώ το βράδυ, το σύνταγμα πολυβολητών και, ξοπίσω του, το σύνταγμα Μοσκόβσκι, πλησίασαν στο ανάκτορο Κσεσίνσκαγια. Λαοφιλείς Μπολσεβίκοι, ο Νέβσκι, ο Λάσεβιτς, ο Ποντβόισκι, δοκίμασαν, πάνω από το μπαλκόνι, να μεταπείσουν τα συντάγματα να γυρίσουν στους στρατώνες τους. Τους απαντούσαν από χαμηλά: “Κάτω!”… Πίσω από τα συντάγματα πρόβαλαν τα εργοστάσια: “Όλη η εξουσία στα σοβιέτ!” “Κάτω οι δέκα καπιταλιστές υπουργοί”. Ήταν οι σημαίες της 18 του Ιούνη. Μα τώρα ήταν πλαισιωμένες με ξιφολόγχες. Η διαδήλωση είχε γίνει επιβλητικό γεγονός. Τι να κάνουν; Μπορούσε να διανοηθεί κανείς ότι οι Μπολσεβίκοι θα ’μεναν παράμερα; Τα μέλη της Επιτροπής της Πετρούπολης, μαζί με τους εκπροσώπους της συνδιάσκεψης και τους εκπροσώπους των συνταγμάτων και των εργοστασίων, αποφασίζουν αυτό:… να κατευθύνουν το κίνημα που ξέσπασε, έτσι που η κυβερνητική κρίση να λυθεί προς όφελος του λαού· μ’ αυτό το σκοπό να καλέσουν τους στρατιώτες και τους εργάτες να βαδίσουν ειρηνικά προς το ανάκτορο της Ταυρίδας… Τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής που είναι παρόντα επικυρώνουν την αλλαγή τακτικής. Η καινούρια απόφαση που είχε αναγγελθεί πάνω απ’ το μπαλκόνι έγινε δεκτή με επευφημίες και με το τραγούδι της Μασσαλιώτιδας. Το κίνημα είχε νομιμοποιηθεί από το κόμμα…
»Η αγγελία για την άφιξη ένοπλων εργατών και πολυβολητών μπροστά στο ανάκτορο της Ταυρίδας προκαλεί τη μεγαλύτερη υπερδιέγερση μέσα στην αίθουσα. Στο βήμα ορθώνεται ο Κάμενεφ: “Δεν καλέσαμε σε διαδήλωση, λέει, μα οι λαϊκές μάζες κατέβηκαν από μόνες τους στο δρόμο… Και από τη στιγμή που βγήκαν έξω οι μάζες, η θέση μας είναι ανάμεσα σε αυτές… Το καθήκον μας τώρα είναι να δώσουμε στο κίνημα χαρακτήρα οργανωμένο”»4.
Είναι προφανές ότι ο Τρότσκι εκθέτει εδώ σωστά και με ακρίβεια όλα όσα δεν ήταν ικανός να διατυπώσει και παρανοούσε πλήρως ο Στάλιν. Και την κατάρρευση της επίθεσης στο μέτωπο, και τις επιδιώξεις της Προσωρινής Κυβέρνησης να φορτώσει το φταίξιμο στους Μπολσεβίκους, και το πώς αυτές καθόρισαν την αρχική τακτική τους για αποτροπή των διαδηλώσεων, και γιατί αυτή η γραμμή άλλαξε όταν το κίνημα των μαζών ξέσπασε παρ’ όλα αυτά. Και δεν τα εκθέτει μόνο εκ των υστέρων ο Τρότσκι. Τα ήξεραν και τα καταλάβαιναν στην ώρα της δράσης όλα τα στελέχη και τα μέλη της ΚΕ των Μπολσεβίκων, ο Τρότσκι, ο Βολοντάρσκι, ο Τόμσκι, ακόμη και ο Κάμενεφ που μαζί με τον Ζινόβιεφ παρουσιάζονται στη σταλινική ιστοριογραφία ως οι «σαμποτέρ της εξέγερσης». Όλοι, όπως αναφέρει ο Τρότσκι, ήξεραν ότι «η αποτυχία [της επίθεσης στο μέτωπο] είναι… προβλεπόμενη όσο και η πρόθεση της κυβέρνησης να ρίξει την ευθύνη της ήττας πάνω στους Μπολσεβίκους». Όλοι εκτός από τον «μεγάλο» Στάλιν, που έπαιρνε τοις μετρητοίς την «κατάπληξη» των συμφιλιωτών από την ήττα στο μέτωπο και τις υποκριτικές συντροφικές τους προσφωνήσεις (δίνοντας ένα μοντέλο και για τα μετέπειτα «δεν ξέραμε» των Ιωαννίδηδων).
Αργότερα ο Μπουχάριν συνόψισε την προσέγγιση του Λένιν, που διαπαιδαγώγησε τους Μπολσεβίκους και εξασφάλισε τη νίκη του Οκτώβρη, ένα παράδειγμα της οποίας ήταν και οι χειρισμοί στην κρίση του Ιούλη:
«Ο Λένιν αισθανόταν το νέο περισσότερο από τον καθένα άλλο. Αν εξετάσουμε τη δραστηριότητά του, τόσο τις θεωρητικές διατυπώσεις του όσο και τα πρακτικά συνθήματα που παρήγαγε, βλέπουμε μια απόλυτη έλλειψη φόβου, μια τόλμη και μια γρήγορη αίσθηση αντίληψης, χωρίς όμοιό της ως τώρα, αναφορικά με το τι είναι νέο. Οι μεγάλες αλλαγές στην πορεία της πολιτικής του κόμματός μας, και οι αντίστοιχες κριτικές διατυπώσεις που είτε προηγούνταν είτε συνέπιπταν με αυτές τις αλλαγές, αντιπροσωπεύουν το ανώτατο παράδειγμα της επαναστατικής μαρξιστικής διαλεκτικής, που δεν φοβάται αλλαγές οποιουδήποτε είδους, αποκρινόμενη με τις ουσιώδεις αλλαγές σε κάθε στάδιο της αντικειμενικής σφαίρας, και προσαρμόζοντας τη στρατηγική και την τακτική του προλεταριακού κόμματος σε αυτό που είναι νέο»5.
Δυο – τρεις επισημάνσεις θα πρέπει να γίνουν καταληκτικά εδώ.
Οι μαρξιστές μπορεί να επικρίνουν αυστηρά τα κατά καιρούς λάθη του Τρότσκι και του Μπουχάριν, όπως έκανε στον καιρό του ο Λένιν. Ταυτόχρονα, όμως, έχουν υποχρέωση να εκτιμούν τη συνεισφορά τους στον Οκτώβρη και στη μαρξιστική θεωρία γενικότερα, αξιοποιώντας έργα τους όπως η Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης και το Αλφάβητο του Κομμουνισμού στην επαναστατική διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς. Ένα κόμμα που αυτοαποκαλείται «κομμουνιστικό» και παραμερίζει αυτή την κληρονομιά, αποδεικνύει και μόνο με αυτό πως είναι ένα ψευδο-κομμουνιστικό κόμμα.
Οι ινστρούκτορες του ΚΚΕ μπορεί να φαντάζονται βέβαια τους εαυτούς τους κορυφαίους «επαναστάτες» και «λενινιστές» και να νομίζουν ότι όταν πετούν στα άχρηστα έναν Τρότσκι και έναν Μπουχάριν για να βάλουν στο κέντρο τον Στάλιν και τον εαυτό τους αποδεικνύουν την ανωτερότητά τους. Στην πραγματικότητα, προδίδουν έτσι μόνο τη μηδαμινότητά τους, την εγωπάθεια των φαντασμένων και των δήθεν, που περνούν τους εαυτούς τους ανώτερους όλων ενώ στην πραγματικότητα είναι οι πιο ασήμαντοι. Και αποδεικνύουν ακόμη ότι οι αναφορές τους στον Λένιν και τον κομμουνισμό είναι μια απάτη, ότι αυτό που εννοούν με αυτές τις λέξεις είναι μόνο ο εαυτούλης τους, που τον ταυτίζουν, όπως έκανε και ο Στάλιν, αξιωματικά με τον Λένιν και τον κομμουνισμό, για να τον θέτουν πάνω από την κριτική.
Οι Μπολσεβίκοι, οι Λίβανοι και οι Βάρκιζες
Οι μέρες του Ιούλη ήταν μια περίπτωση όπου οι Μπολσεβίκοι απέφυγαν ένα αριστερό λάθος, μια πρόωρη εξέγερση, που αν είχε διαπραχθεί θα είχε καταστροφικές συνέπειες. Στο διάστημα από τον Φλεβάρη ως τον Οκτώβρη, όμως, βρέθηκαν αντιμέτωποι και με άλλου τύπου δυσχέρειες και καταστάσεις, που ωθούσαν σε δεξιά λάθη. Τέτοιες καμπές ήταν η δημιουργία της Προσωρινής Κυβέρνησης μετά το Φλεβάρη, οι προσπάθειες της Προσωρινής Κυβέρνησης να νομιμοποιηθεί και να ωθήσει τα πράγματα προς μια κοινοβουλευτική εξέλιξη με το Προκοινοβούλιο πριν τον Οκτώβρη, κ.ά. Σε αυτές τις περιπτώσεις το κόμμα δεν απέφυγε σε κάποιες στιγμές οπορτουνιστικές επιλογές, στις οποίες αν είχε επιμείνει θα παραιτούνταν από το στόχο της κατάληψης της εξουσίας και θα μπορούσε να διαπράξει, τηρουμένων των αναλογιών, τους δικούς του Λίβανους και Βάρκιζες. Αυτό αποφεύχθηκε χάρη στην επίμονη πίεση του Λένιν αλλά και τη σταθερή στάση του Τρότσκι, του Μπουχάριν και άλλων κομματικών ηγετών, που συχνά χρειάστηκε να κάμψουν ισχυρές αντιστάσεις ακόμη και στην ηγεσία.
Ως μέτρο σύγκρισης της αντιμετώπισης αυτών των κινδύνων από τους Μπολσεβίκους με τη στάση των σταλινικών ηγεσιών του ΚΚΕ, θα αναφερθούμε σε ένα μόνο τέτοιο παράδειγμα, τη λαθεμένη απόφαση των Μπολσεβίκων να συμμετάσχουν στο Προκοινοβούλιο. Ήταν μια επιλογή, ένα μήνα πριν την εξέγερση του Οκτώβρη, που αν ακολουθούνταν από παραπέρα τέτοια βήματα και καθόριζε την πολιτική κατεύθυνση του κόμματος, θα το έβαζε σε ένα κοινοβουλευτικό δρόμο με συνέπεια την παραίτηση από την επαναστατική κατάληψη της εξουσίας και την ήττα της επανάστασης. Το λάθος όμως διορθώθηκε σύντομα με την καταλυτική παρέμβαση του Λένιν και του Τρότσκι. Ο Λένιν αναφέρει σχετικά σε ένα από τα άρθρα του εκείνων των ημερών:
«Η τακτική της συμμετοχής στο Προκοινοβούλιο είναι λαθεμένη, δεν ανταποκρίνεται στον αντικειμενικό συσχετισμό των τάξεων, στις αντικειμενικές συνθήκες της στιγμής. Έπρεπε να κηρύξουμε αποχή από τη Δημοκρατική Σύσκεψη. Αυτό δεν το κάναμε και πέσαμε όλοι σε λάθος, μα το λάθος δεν θα καταλήξει σε απάτη. Το λάθος θα το διορθώσουμε, αρκεί να υπάρχει η ειλικρινής επιθυμία να πάμε με την επαναστατική πάλη των μαζών, αρκεί να μελετάμε σοβαρά τις αντικειμενικές τάσεις της τακτικής… Ο Τρότσκι ήταν υπέρ της αποχής. Μπράβο, σύντροφε Τρότσκι. Η πολιτική της αποχής ηττήθηκε μέσα στην ομάδα των Μπολσεβίκων που πήραν μέρος στη Δημοκρατική Σύσκεψη. Ζήτω η αποχή!
Σε καμιά περίπτωση δεν μπορούμε και δεν πρέπει να συμφωνήσουμε με τη συμμετοχή. Η ομάδα μιας Σύσκεψης δεν είναι το ανώτερο όργανο του Κόμματος, αλλά και οι αποφάσεις των ανώτερων οργάνων υπόκεινται σε αναθεώρηση, με βάση την πείρα της ζωής. Πρέπει να επιδιώξουμε με κάθε θυσία να λύσει το ζήτημα της αποχής και η ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής και το έκτακτο συνέδριο του Κόμματος… Πρέπει να τραβήξουμε τις μάζες στη συζήτηση του ζητήματος. Οι συνειδητοί εργάτες πρέπει να πάρουν την υπόθεση στα χέρια τους, οργανώνοντας αυτή τη συζήτηση και ασκώντας πίεση πάνω στην “ηγεσία”. Δεν χωράει αμφιβολία ότι στην “ηγεσία” του Κόμματός μας παρατηρούνται ταλαντεύσεις, που μπορούν να αποβούν ολέθριες, γιατί ο αγώνας αναπτύσσεται, και κάτω από ορισμένες συνθήκες, σε μια δοσμένη στιγμή, οι ταλαντεύσεις μπορούν να χαντακώσουν την υπόθεση»6.
Το ερώτημα που προβάλλει πολύ εύλογα εδώ είναι: Αν ο Στάλιν και οι ακόλουθοί του ήταν οι «πιστοί και συνεπείς επαναστάτες», όπως αυτοπροβάλλονται ότι είναι στην έκδοση της Σύγχρονης Εποχής και σε όλα τα «ιστορικά» πονήματα του ΚΚΕ, γιατί δεν βρέθηκε ούτε ένας τους να κρατήσει μια ανάλογη στάση όπως εκείνη του Λένιν και του Τρότσκι στις μετέπειτα επαναστατικές κρίσεις.
Γιατί, πιο συγκεκριμένα, ο Ζαχαριάδης, ο Μπαρτζιώτας, ο Ιωαννίδης, οι Ρούσος και όλοι οι άλλοι ηγήτορες του ΚΚΕ το 1944-45 δεν πήραν μια ανάλογη θέση, προειδοποιώντας ενάντια στην πολιτική του Λίβανου και της Βάρκιζας και αγωνιζόμενοι ενάντια σε αυτή, όπως ο Λένιν και ο Τρότσκι όταν το κόμμα των Μπολσεβίκων έκανε ένα λάθος βήμα; Γιατί δεν στιγμάτισαν τις ταλαντεύσεις, γιατί δεν κάλεσαν και αυτοί σε παρέμβαση των εργατών και της βάσης του Κόμματος, και, αν είχαν δυσκολίες, σε έκτακτο συνέδριο του Κόμματος;
Αν ήταν τέτοιοι «πιστοί και συνεπείς επαναστάτες», ποιος τους εμπόδισε να το δείξουν στην πράξη, κάνοντας και αυτοί όσα έκαναν ο Λένιν και ο Τρότσκι; Μήπως τους εμπόδισε ο «δημοκρατικός συγκεντρωτισμός», που επικαλούνται κάθε φορά για να δικαιολογούν την απραξία τους; Μα αυτοί δεν ήταν η απόλυτη πλειοψηφία στην ηγεσία; Και γιατί το μόνο που έκαναν επί δεκαετίες ήταν να συκοφαντούν και να καθυβρίζουν τον Άρη Βελουχιώτη, τον πραγματικά άξιο επαναστάτη που ύψωσε το ανάστημά του ενάντια στην προδοσία του κινήματος, καταγγέλλοντάς τον ως «πράκτορα» των Εγγλέζων και αρνούμενοι να του αποδώσουν ακόμη και την κομματική ιδιότητα επί 65 χρόνια με το γελοίο πρόσχημα της από μέρους του παραβίασης του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού, για να προβούν τελευταία σε μια γλοιώδη, κατάπτυστη «αποκατάσταση», που στην πραγματικότητα δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αυτοδικαίωσή τους;
Ο σκοπός της εξαφάνισης του Τρότσκι και του Μπουχάριν από την ιστορία του Οκτώβρη, της άρνησης και αποσιώπησης του ρόλου τους, είναι ακριβώς να αποτρέψουν τους αγωνιστές του ΚΚΕ από τη θέση των παραπάνω ερωτημάτων, που αναπόφευκτα θα προέκυπταν από μια γνώση και κατανόηση της πραγματικής ιστορίας.
Ίσως το πιο βασικό δίδαγμα του Οκτώβρη, αλλά και της μετέπειτα πορείας αποσύνθεσης του κομμουνιστικού κινήματος, είναι ότι η νίκη της επανάστασης είναι αδύνατη χωρίς ένα πρωτοπόρο επαναστατικό κόμμα, καθοδηγούμενο από μια φωτισμένη μαρξιστική ηγεσία. Ο Οκτώβρης νίκησε ακριβώς γιατί οι Μπολσεβίκοι ήταν ένα τέτοιο κόμμα και γιατί, χάρη στην οργανωτική και ιδεολογική προπαρασκευαστική εργασία του Λένιν, συγκεντρώθηκαν σε αυτό οι καλύτερες δυνάμεις, ηγέτες και θεωρητικοί, που είχαν τα φόντα να ανταποκριθούν στα τεράστια καθήκοντα της επανάστασης. Ο σταλινισμός αντίθετα, παραμερίζοντας και εξοντώνοντας τους ικανούς επαναστάτες και φέρνοντας παντού στον αφρό τους θεσιθήρες και τις μετριότητες, κατέστρεψε και πρόδωσε τις κατοπινές επαναστάσεις στην Κίνα, τη Γερμανία, την Ισπανία, την Ελλάδα και αλλού.
Αυτά τα διδάγματα της ιστορίας είναι τόσο προφανή και υποβάλλονται τόσο αμείλικτα από τα γεγονότα, που τα παραδέχτηκαν και ορισμένοι από τους πρωταγωνιστές της σταλινικής εποχής. Ο Ν. Χρουστσόφ, ένα από τα ελάχιστα μέλη της σταλινικής ηγεσίας που διατήρησε μια πραγματική επαφή με τα ιδανικά του Οκτώβρη και όχι τυχαία συνεισέφερε στη μερική αποσταλινοποίηση στην ΕΣΣΔ μετά το θάνατο του Στάλιν, προέβηκε αργότερα στις αναμνήσεις του σε μερικές αξιοπρόσεκτες ομολογίες:
«Ο ανθός του Κόμματος καταστράφηκε στη βάρβαρη βία που ξέσπασε [το 1936]… Πολλοί από τους αρχικούς ηγέτες του Κόμματός μας και της χώρας μας εξαλείφθηκαν. Πού ήταν άνθρωποι όπως ο Μολότοφ ή ο Καγκάνοβιτς ή ο Βοροσίλοφ ή ο Μικογιάν όταν ο Ζινόβιεφ, ο Κάμενεφ, ο Τρότσκι, ο Μπουχάριν και ο Ρίκοφ διηύθυναν τη χώρα; Σχεδόν ολόκληρο το Πολιτικό Γραφείο που βρισκόταν στην καθοδήγηση στον καιρό του θανάτου του Λένιν εκκαθαρίστηκε. Πάρτε για παράδειγμα τον Κάμενεφ και τον Ζινόβιεφ, που εκκαθαρίστηκαν σαν ηγέτες της αντιπολίτευσης: είχαν κάνει μερικά λάθη στη διάρκεια της Επανάστασης. Ο καθένας το γνωρίζει. Αλλά όλοι ξέρουν επίσης κάτι άλλο. Αφού είδαν το λαθεμένο των τρόπων τους, ο ίδιος ο Λένιν τους περιέλαβε στην ηγεσία. Στο πλευρό του Λένιν, ο Ζινόβιεφ και ο Κάμενεφ έδωσαν άξια καθοδήγηση στο Κόμμα. Όταν η κυβέρνηση μετακινήθηκε από το Λένινγκραντ στη Μόσχα, ο Ζινόβιεφ έμεινε στο Λένινγκραντ. Του εμπιστευθήκαμε την εποπτεία της αρχικής μας πρωτεύουσας, της πιο επαναστατικής μας πόλης, που είχε υψώσει τη σημαία της εξέγερσης στην Οκτωβριανή Επανάσταση. Και η Μόσχα είχε ανατεθεί στην ευθύνη του Κάμενεφ. Όμως τώρα αυτοί οι άνθρωποι ήταν στο εδώλιο σαν εγκληματίες και γρήγορα επρόκειτο να εξαλειφθούν σαν εχθροί του λαού! Η εκκαθάριση του Κόμματος από τον Στάλιν πέρασε από τους αντιπολιτευόμενους το 1936 στους δεξιούς το 1938, όταν ο Ρίκοφ, ο Μπουχάριν και άλλοι ηγέτες του Κόμματος και του λαού προσάχθηκαν σε δίκη. Είναι αρμόζον ότι αυτοί οι άνθρωποι θα έπρεπε να αποκαλούνται ηγέτες. Πάρτε τον Ρίκοφ, για παράδειγμα. Έγινε Πρόεδρος του Συμβουλίου των Επιτρόπων του Λαού μετά το θάνατο του Λένιν. Ήταν ένας άνθρωπος αξίας στα μάτια του Κόμματος και ένας άξιος αντιπρόσωπος της Σοβιετικής Εξουσίας. Όμως τουφεκίστηκε. Όσο για τον Μπουχάριν, ο ίδιος ο Λένιν τον είχε αποκαλέσει “ο Μπουχαρινάκος μας” και Το Αλφαβητάρι του Κομμουνισμού του ήταν μια πηγή μαρξιστικής-λενινιστικής σοφίας για όλη την παλιά γενιά. Αυτός επίσης προσάχθηκε σε δίκη και εξοντώθηκε»7.
Η έκδοση της Σύγχρονης Εποχής είναι μια ακόμη προσπάθεια να σβηστούν από την ιστορική μνήμη αυτές οι αλήθειες. Είναι μια προσπάθεια να παραπλανηθούν οι απλοί αγωνιστές του ΚΚΕ, να συσκοτιστεί η αντίληψή τους σχετικά με τους όρους της νίκης του Οκτώβρη, που είναι οι όροι για κάθε επαναστατική νίκη στην εποχή μας, να ωθηθούν να πιστεύουν ότι η νεοσταλινική ηγεσία του ΚΚΕ εκπληρώνει στο σύνολό τους αυτούς τους όρους, τη στιγμή που δεν εκπληρώνει ούτε έναν. Είναι μια προσπάθεια να μεταμφιεστεί η κενή αυταρέσκεια των νεοσταλινικών σατραπίσκων σε ιστορική ανωτερότητα· μια ιλουστρασιόν υποκρισία, που καμώνεται πως αποτείει φόρο τιμής στο γεγονός του Οκτώβρη σκοτώνοντας το πνεύμα και την ψυχή του.
Αν συγκρίνουμε την ηγεσία των Μπολσεβίκων τον Οκτώβρη με μια ορχήστρα, ο Λένιν είχε σε αυτή τη θέση του μαέστρου, που συντόνιζε τους μουσικούς και διόρθωνε τα λάθη τους. Τα άλλα ηγετικά στελέχη όπως ο Τρότσκι, ο Μπουχάριν, ο Ζινόβιεφ, ο Κάμενεφ, ο Σβερντλόφ, ο Τζερζίνσκι, ο Λουνατσάρσκι, ήταν οι τραγουδιστές και οι οργανοπαίκτες, που έπαιζαν κάποιες φορές και το ρόλο του μαέστρου, όταν απουσίαζε ο Λένιν. Όσο για τον Στάλιν, ήταν το παιδί για όλες τις δουλειές, που με το τσούρμο του έφτιαχναν τα αναλόγια, μετακινούσαν τα όργανα, καθάριζαν την αίθουσα και φρόντιζαν για τον καλό φωτισμό και εξαερισμό της. Όταν αργότερα επικράτησαν αυτοί, που δεν είχαν ιδέα ούτε από διεύθυνση ορχήστρας, ούτε από οποιοδήποτε όργανο, και η μόνη ικανότητά τους ήταν να γκαρίζουν φάλτσα, αυτό που έφεραν ήταν χάος και παραφωνία, Λίβανοι και Βάρκιζες. Ακόμη κι αν ο Τρότσκι, ο Μπουχάριν, κ.ά., δεν στάθηκαν εξίσου επαρκείς διευθυντές ορχήστρας όπως ο Λένιν, αυτό δεν αλλάζει τον καταστροφικό ρόλο των σταλινικών αρχηγών, ούτε το γεγονός ότι κάθε πραγματική μετέπειτα πρόοδος του κινήματος έγινε ξεπερνώντας τους και ενάντια στις λογικές τους.
Όπως και να έχει, ένα είναι βέβαιο. Οι Μπολσεβίκοι αναγνώριζαν και διόρθωναν τα λάθη τους έγκαιρα, πριν αυτά γίνουν επικίνδυνα για την επανάσταση. Και στη διόρθωση τέτοιων λαθών παραμέριζαν όλους τους τύπους, κοιτάζοντας μόνο την ουσία, το συμφέρον της επανάστασης. Ο ίδιος ο Λένιν έδωσε αμέτρητα τέτοια παραδείγματα όχι μόνο στο θέμα του Προκοινοβουλίου, αλλά και όταν παραιτήθηκε από την ΚΕ στα μέσα Οκτώβρη για να κάμψει την αναβλητικότητα στο θέμα της κατάληψης της εξουσίας, κ.ά.8. Αντίθετα, αυτό που έδειξαν οι σταλινικές ηγεσίες ήταν πεισματική άρνηση των λαθών όταν γίνονταν –λαθών που δεν ήταν πια ταλαντεύσεις, αλλά ανοικτές προδοσίες– και μισόλογα και δικαιολόγησή τους για δεκαετίες αργότερα, με γελοία επιχειρήματα του τύπου ότι «δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς, γιατί το επέβαλλε ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός».
Ο Οκτώβρης νίκησε ακριβώς γιατί ο Στάλιν και οι συνεργάτες είχαν ένα ρόλο βασικά τεχνικό, γιατί δεν έπαιρναν αυτοί τις κύριες αποφάσεις, γιατί δεν είχαν αποφασιστικό λόγο σε αυτές. Όταν αργότερα απέκτησαν αυτό τον αποφασιστικό λόγο, το αποτέλεσμα ήταν οι Βάρκιζες. Και ακόμη και αν οι σταλινικοί αρχηγοί προφασίζονταν και προφασίζονται την «πίστη στην επανάσταση», και της δίνουν τα φιλιά του Ιούδα βγάζοντας λευκώματα όπως αυτό του ΚΚΕ, αυτό που τελικά έμεναν και μένουν πιστοί είναι το πνεύμα της Βάρκιζας.
Αυτές τις αλήθειες δεν μπορούν να τις σβήσουν οι απολογητές του σταλινισμού ό,τι και αν κάνουν.
Το χτες και το σήμερα
Ίσως το πιο άθλιο και ψεύτικο μέρος του λευκώματος είναι ο «Επίλογος» (σελ. 273-286). Εκεί οι ινστρούκτορες του ΚΚΕ παρερμηνεύουν τις μετέπειτα εξελίξεις για να αυτοδικαιωθούν, εμφανίζοντας το σταλινισμό σαν την αυθεντική συνέχεια του έργου του Οκτώβρη και επιρρίπτοντας τις ευθύνες για τη διάλυση της ΕΣΣΔ στον «οπορτουνισμό» που ενσάρκωνε η μερική αποσταλινοποίηση μετά το 1956, πρώτα το 20ό Συνέδριο και αργότερα η Περεστρόικα. Για το λόγο αυτό επαναλαμβάνουν τις σταλινικές θέσεις που υιοθέτησε μετά το 1991 το ΚΚΕ, εκτιμώντας τη σταλινική βίαιη κολεκτιβοποίηση ως «οικοδόμηση των θεμελίων των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής» (σελ. 277 κ.ε.) παρουσιάζοντας το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σαν «ιμπεριαλιστικό» (σελ. 280 κ.ε.) και την Περεστρόικα ως μια «αντεπανάσταση» που οδήγησε στην «καπιταλιστική παλινόρθωση» (σελ. 283-284).
Έχοντας ασχοληθεί αλλού με αυτές τις θέσεις αναλυτικά9, θα επισημάνουμε απλά εδώ μερικά βασικά σημεία.
Η σταλινική κολεκτιβοποίηση, με τα εκατομμύρια θύματά της, όχι μόνο δεν είχε τίποτα να κάνει με την οικοδόμηση των «κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής», αλλά στάθηκε ο παράγοντας που διατάραξε και διέρρηξε την εργατοαγροτική συμμαχία εμποδίζοντας και στρεβλώνοντας καθοριστικά τη σοσιαλιστική μετάβαση στην ΕΣΣΔ. Οι σταλινικοί ινστρούκτορες του ΚΚΕ, με την ενάντια θέση τους, αγνοούν και απορρίπτουν τις επεξεργασίες του Λένιν, ο οποίος τόνιζε διαρκώς ότι η ΝΕΠ ήταν μια μακροχρόνια στρατηγική και ότι όσο δεν υπήρχε η υλική βάση του σοσιαλισμού στο χωριό η κολεκτιβοποίηση θα είχε καταστροφικές συνέπειες. Αν αποδείχνουν έτσι κάτι, είναι μόνο η απάτη και η δειλία τους, γιατί αν πραγματικά πιστεύουν ότι έχουν δίκιο, θα όφειλαν τουλάχιστον να παραθέσουν τις θέσεις του Λένιν και να εξηγήσουν γιατί δεν ήταν σωστές.
Ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, το 85% των επιχειρήσεων και των θυμάτων του οποίου έλαβε χώρα στην ΕΣΣΔ και περιεχόμενο του οποίου ήταν αν θα εξαλειφθούν οι κατακτήσεις του Οκτώβρη, όπως επεδίωκαν οι ναζί, ή θα διατηρηθούν, ήταν ένας αντιφασιστικός πόλεμος. Το να το αρνείται κανείς αυτό και να τον εξισώνει με τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σημαίνει να διαγράφει την ύπαρξη της ΕΣΣΔ και του φασισμού, παρανοώντας το 1+1 = 2. Εκείνο που θα έπρεπε να ειπωθεί είναι ότι ενώ ο πόλεμος ως όλο ήταν αντιφασιστικός, οι ιμπεριαλιστές, παρότι υποχρεώθηκαν να πάρουν μέρος σε αυτόν επειδή οι ναζί απειλούσαν και τους ίδιους, δεν είχαν παραιτηθεί από τους ιμπεριαλιστικούς σκοπούς τους. Έτσι έπρεπε να αναμένεται ότι με το πέρας του πολέμου θα εκδηλώσουν και πάλι την ιμπεριαλιστική επιθετικότητά τους, κτυπώντας τα κινήματα αντίστασης, κοκ. Αυτό στο ΚΚΕ δεν μπορεί να το πουν, γιατί δικαιώνει τον Άρη Βελουχιώτη, που πρόβλεψε τι θα συνέβαινε, δείχνοντας την αφέλεια της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ. Έτσι πάνε στο αντίθετο άκρο και λένε ότι ο πόλεμος ως τέτοιος ήταν ιμπεριαλιστικός, καθυβρίζοντας τον αγώνα του ΕΑΜ, γιατί αν αυτό ίσχυε θα σήμαινε πως η αντίσταση στους ναζί υπηρετούσε τους Αγγλο-αμερικάνους ιμπεριαλιστές.
Οι Μπολσεβίκοι έδειξαν επαναστατική αδιαλλαξία τον Οκτώβρη, όταν οι ιστορικές συνθήκες έβαζαν επί τάπητος το καθήκον της κατάληψης της εξουσίας, ήξεραν όμως και να υποχωρούν, όταν το απαιτούσαν οι περιστάσεις. Μια τέτοια στρατηγική υποχώρηση, η οποία είναι εξαιρετικά αναφορική για την κατανόηση των εξελίξεων που οδήγησαν στη διάλυση της ΕΣΣΔ και των εναλλακτικών δυνατοτήτων που υπήρχαν, ήταν η πολιτική της ΝΕΠ. Η ΝΕΠ, όπως εξήγησε ο Λένιν, ήταν η μόνη δυνατή και αναγκαία μεταβατική πολιτική για το πέρασμα στο σοσιαλισμό, μέσω παραχωρήσεων στον ιδιωτικό καπιταλισμό και το εμπόριο, καθώς λόγω της οικονομικής καθυστέρησης της ΕΣΣΔ δεν υπήρχαν οι όροι για ένα άμεσο σοσιαλιστικό προχώρημα.
Η διάλυση της ΕΣΣΔ ήταν πρώτα και κύρια αποτέλεσμα της ήττας στον οικονομικό και ευρύτερο ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ. Αυτή η ήττα καθορίστηκε με τη σειρά της από τη διατάραξη της εργατοαγροτικής συμμαχίας και τις καταστροφές που επέφερε ο σταλινισμός στην ίδια την ΕΣΣΔ με τη βίαιη κολεκτιβοποίηση, και από τις σταλινικές προδοσίες της επανάστασης στο εξωτερικό, που δεν επέτρεψαν να λάβει η ΕΣΣΔ σοβαρή βοήθεια με τη νίκη της επανάστασης σε κάποια προηγμένη χώρα. Ως αποτέλεσμα, η βάση του σοσιαλισμού τέθηκε στρεβλά, ολόκληροι τομείς της οικονομίας παρέμειναν αναποτελεσματικοί και, με τη συσσώρευση των αντιθέσεων, τη στασιμότητα, την εξάντληση του διοικητικού μοντέλου, κοκ, η συνοχή της ΕΣΣΔ υπονομεύθηκε και υπήρξε μια εθνικιστική έκρηξη από τα μέσα της δεκαετίας του 1980.
Στις συνθήκες αυτές, ακριβώς γιατί δεν υπήρχε η βάση για ένα άμεσο σοσιαλιστικό προχώρημα, γιατί η οικονομική βάση της ΕΣΣΔ ήταν στρεβλή, ανεπαρκής και κατέρρεε, η ενότητα της ΕΣΣΔ μπορούσε να διατηρηθεί μόνο με μια νέα στρατηγική υποχώρηση τύπου ΝΕΠ. Μια τέτοια υποχώρηση, όμως, στην οποία ανταποκρίνονταν κατ’ αρχήν οι κατευθύνσεις της Περεστρόικα, απαιτούσε ένα κόμμα και μια μαρξιστική ηγεσία του επιπέδου του Οκτώβρη, που θα είχε στενούς δεσμούς με τις μάζες, θα μιλούσε ανοικτά και καθαρά για υποχώρηση όπως είχε κάνει ο Λένιν επί ΝΕΠ, και θα ήταν σε θέση να εξηγήσει την αναγκαιότητα της κίνησης και να την οργανώσει στην πράξη. Για προφανείς λόγους, που ανάγονται τελικά στην καταστροφική επίδραση του σταλινισμού, με την εξόντωση ιδιαίτερα των πιο ικανών μαρξιστών της ΕΣΣΔ στη δεκαετία του 1930, ούτε το ΚΚΣΕ ούτε η ηγεσία Γκορμπατσόφ έστεκαν σε αυτό το επίπεδο. Με το λαθεμένο τους σύνθημα για «περισσότερο σοσιαλισμό» έκρυψαν τους κινδύνους και τις δυσκολίες, επιτρέποντας στους γραφειοκράτες να υπονομεύσουν τη διαδικασία ως το προδοτικό τους πραξικόπημα, που έβαλε οριστικά την ταφόπλακα στην ΕΣΣΔ.
Δεν πρόδωσε, λοιπόν, η Περεστρόικα το σοσιαλισμό, αλλά οι Παπαρήγες και οι Μαΐληδες, μαζί με τους σταλινικούς ομογάλακτούς τους στην ΕΣΣΔ, πρόδωσαν την Περεστρόικα. Όπως τόσες φορές στο παρελθόν, οι σταλινικοί γραφειοκράτες έφεραν εμπόδια στην αναγκαία ιστορική κίνηση, αποδεικνυόμενοι για μια ακόμη φορά τα παράσιτα και οι δήθεν της ιστορίας. Και αν οι ίδιοι αξιώνουν για τον εαυτό τους το ρόλο των Σπαρτιατών που φυλάνε Θερμοπύλες, τότε πρέπει να ειπωθεί, πώς ο μόνος ρόλος που εκπλήρωσαν και εκπληρώνουν στις Θερμοπύλες είναι εκείνος του Εφιάλτη, ο ρόλος εκείνων που με την ανοησία και την έπαρσή τους ανοίγουν κάθε φορά το δρόμο στην αντίδραση.
Ο Αντόνιο Γκράμσι, ο μεγάλος Ιταλός μαρξιστής, είχε χαρακτηρίσει εξαιρετικά εύστοχα αυτού του τύπου τις στάσεις όταν έγραφε:
«Αποδοκιμάζει κανείς το παρελθόν για να μην υπολογίσει το καθήκον του παρόντος… Στην υποτίμηση του παρελθόντος ενυπάρχει μια δικαιολογία για τη μηδαμινότητα του παρόντος: Ποιος ξέρει τι θα είχαμε κάμει εμείς εάν οι πατεράδες μας είχαν κάμει αυτό και το άλλο… αλλά δεν το έκαμαν και, έτσι, δεν κάναμε κι εμείς τίποτα περισσότερο»10.
Η εξαφάνιση από την ιστορία του Οκτώβρη του Τρότσκι και του Μπουχάριν από τους νεοσταλινικούς ινστρούχτορες του ΚΚΕ εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία. Είναι μια αχρεία και δόλια προσπάθεια να κρύψουν και να εξυψώσουν τη δική τους μηδαμινότητα, τη δική τους πλήρη έλλειψη ανταπόκρισης στα καθήκοντα του αγώνα για το σοσιαλισμό στην εποχή μας, μηδενίζοντας και διαβάλλοντας τους μεγάλους επαναστάτες του παρελθόντος.
Οι σταλινικές παραχαράξεις της ιστορίας είναι καταδικασμένες σε αποτυχία. Η υποκρισία και η παραποίηση της αλήθειας, όσο πιο επίμονα ασκούνται τόσο πιο πολύ καταλήγουν να αυτοξεσκεπάζονται.
Σημειώσεις
-
Μια πολύ καλή παρουσίαση των εσωτερικών αντιθέσεων στο κόμμα των Μπολσεβίκων στην πορεία προς τον Οκτώβρη θα βρει ο αναγνώστης στο Α. Ραμπίνοβιτς, Η Άνοδος των Μπολσεβίκων στην Εξουσία, εκδ. redmarks, Αθήνα 2017.
-
Λένιν, Άπαντα, εκδ. ΣΕ, τόμ. 41, σελ. 421.
-
Γ. Ιωαννίδης, «Αναμνήσεις», στη συλλογή Ο Οκτώβρης και η Εποχή μας, εκδ. Τόπος, Αθήνα 2010, σελ. 362.
-
Λ. Τρότσκι, Ιστορία της Ρωσικής Επανάστασης, εκδ. Νέοι Στόχοι, χ.χ., τόμ. 3, σελ. 28-30, 33.
-
Ν. Μπουχάριν, «Ο Λένιν σαν μαρξιστής», στη συλλογή Ο Οκτώβρης και η Εποχή μας, σελ. 178.
-
Λένιν, Άπαντα, τόμ. 34, σελ. 262-263.
-
Ν. Χρουστσόφ, Khrushchev Remembers, Sphere Books, Λονδίνο 1971, σελ. 66.
-
Για το θέμα αυτό βλέπε Λένιν, «Η κρίση ωρίμασε», στα Άπαντα, τόμ. 34, σελ. 272-283.
-
Βλέπε Χρ. Κεφαλής, Λένιν. Η Διάνοια της Επανάστασης, εκδ. Τόπος, Αθήνα 2017, σελ. 247-251, 350 κ.ε., 361 κ.ε.
-
Α. Γκράμσι, Παρελθόν και Παρόν, εκδ. Στοχαστής, Αθήνα 1974, σελ. 67-68.