Μετάφραση άρθρου-ρεπορτάζ του Νάιτζελ Σμιθ από τη Βρετανία, που δημοσιεύτηκε αρχικά στο Internationalist Standpoint.
Τουλάχιστον 500.000 εργαζόμενοι/ες απέργησαν την Τετάρτη 1η Φεβρουαρίου στη Βρετανία. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται και τα μέλη του PCS (δημόσιοι υπάλληλοι) και του NEU (εκπαιδευτικοί) που τα σωματεία τους είχαν προκηρύξει 24ωρη απεργία. Η ASLEF και η RMT των μηχανοδηγών απεργούσαν επίσης μαζί με άλλους κλάδους εργαζομένων.
Υπήρξαν επίσης συγκεντρώσεις που καλέστηκαν από το TUC (Trades Union Congress – στμ: την αντίστοιχη ΓΣΕΕ) στις περισσότερες μεγάλες πόλεις και σε πολλές κωμοπόλεις. Στο Γιορκσάιρ, για παράδειγμα, πραγματοποιήθηκαν συγκεντρώσεις στο Λιντς, το Σέφιλντ, το Χάντερσφιλντ, το Ντονκάστερ, το Χαλ, το Χάλιφαξ και το Γιορκ. Η αρχική πρόθεση του TUC ήταν να γίνουν συγκεντρώσεις στο Λιντς, το Σέφιλντ και το Χαλ, αλλά οι τοπικοί συνδικαλιστές και άλλοι ακτιβιστές οργάνωσαν ξεχωριστές τοπικές εκδηλώσεις που τελικά στηρίχθηκαν και από το TUC.
***
Στο Χάλιφαξ τουλάχιστον 250 άτομα (σημαντικός αριθμός για την πόλη) συμμετείχαν σε συγκέντρωση έξω από το μουσείο βιομηχανίας. Παρόλο που ο καιρός ήταν πολύ κακός, με βροχή και ισχυρούς ανέμους, η διάθεση των συγκεντρωμένων ήταν μαχητική. Η τοποθεσία αυτή επιλέχθηκε επειδή έξω από το μουσείο υπάρχει μια πλακέτα αφιερωμένη στην πρώτη γενική απεργία του 1842. Πολλοί από τους διαδηλωτές είχαν έρθει κατευθείαν από τις απεργιακές φρουρές και υπήρχαν πολλοί δημόσιοι υπάλληλοι και εκπαιδευτικοί.
Οι απεργίες και τα συλλαλητήρια συζητιούνται ευρέως, επειδή είναι σχεδόν αδύνατο για τους περισσότερους ανθρώπους να μην έχουν επηρεαστεί από αυτά με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Η διάθεση του κόσμου είναι αυτή της υποστήριξης, ενώ ακόμα και πρώην βουλευτές των Τόρηδων (συντηρητικοί), όπως ο Ρίτσαρντ Μπέιλφ (Richard Balfe), καλούν την κυβέρνηση να «ξεκαθαρίσει το χάος που δημιούργησε» και «να κάνει κινήσεις προς τα συνδικάτα». Ο επικεφαλής των επιχειρηματιών, Κλάιβ Γουότσον (Clive Watson), πρόεδρος του City Pub Group κάλεσε την κυβέρνηση να «συμβιβαστεί» και «να βρει μια λύση». Πρόκειται για πίεση που προέρχεται από βασικές εκλογικές ομάδες που συνήθως υποστηρίζουν το Συντηρητικό Κόμμα. Τα δύο παραπάνω άτομα έδωσαν συνέντευξη στο BBC News. Αυτό είναι επίσης ένα σημάδι ότι το κατεστημένο αρχίζει να βλέπει ότι η αδιαλλαξία της κυβέρνησης γίνεται αφόρητη, καθώς το BBC ιστορικά δεν είναι φιλικό προς τους απεργούς.
***
Το κύριο «επιχείρημα» της κυβέρνησης για το γεγονός πως δεν αυξάνει τους μισθούς των εργαζόμενων στον δημόσιο τομέα και στον τομέα των μεταφορών, είναι ότι οι αυξήσεις θα επηρεάσουν τον πληθωρισμό (αυξάνοντάς τον). Ο πληθωρισμός στα τρόφιμα ανέρχεται σήμερα στο 16,3% και ο γενικός πληθωρισμός στο 13,4% (Δείκτης λιανικών τιμών, 18/1/2023). Αυτός ο πληθωρισμός έχει δημιουργηθεί από τους υπερπλούσιους, τους κερδοσκόπους, τους διαχειριστές κεφαλαίων κ.λπ. Στην πραγματικότητα, δεν ευθύνονται οι μισθοί για την άνοδο του πληθωρισμού, καθώς δεδομένου ότι οι αυξήσεις των μισθών είναι κάτω από τα τρέχοντα επίπεδα του πληθωρισμού, έχει σαν αποτέλεσμα να τον συγκρατούν, όχι να τον αυξάνουν!
Οι μεγαλομέτοχοι των σιδηροδρομικών εταιρειών και των ιδιωτικοποιημένων ταχυδρομείων αποκομίζουν μεγάλα κέρδη, ενώ οι μισθοί και οι συνθήκες εργασίας των σιδηροδρομικών και των ταχυδρομικών υπαλλήλων δέχονται επιθέσεις.
Σύμφωνα με τον Μαρκ Σερβότκα (Mark Serwotka, γενικός γραμματέας του PCS) 100.000 δημόσιοι υπάλληλοι απέργησαν και οι απεργίες πρόκειται να συνεχιστούν. Ανέλυσε λεπτομερώς μια σειρά προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι σήμερα, όπως τα 40 χιλιάδες άτομα που χρησιμοποιούν τράπεζες τροφίμων, τις 45 χιλιάδες που λαμβάνουν επιδόματα εντός εργασίας και τις 47 χιλιάδες που ζουν με τον κατώτατο μισθό. Επισήμανε επίσης ότι τα μέλη του συνδικάτου του είναι περισσότερα από κάθε άλλη φορά τα τελευταία εννέα έτη και ότι το NEU (συνδικάτο των εκπαιδευτικών) είχε 41 χιλιάδες νέα μέλη μέσα σε δέκα ημέρες, γεγονός που αποδεικνύει ότι οι εργαζόμενοι κάνουν το βήμα να ενταχθούν στα συνδικάτα όταν δουν ότι αυτά αγωνίζονται γι’ αυτούς.
Παρόλο που το TUC πήρε την απόφαση να καλέσει σε αυτή την ημέρα δράσης, το μήνυμά της προς τους συνδικαλιστές που μιλούσαν στις συγκεντρώσεις δεν ήταν δυναμικό. Ζήτησε από τους ομιλητές να επικεντρωθούν όσο το δυνατόν περισσότερο στο κύριο ζήτημα του δικαιώματος στην απεργία. Συνέχισε να περιγράφει λεπτομερώς την αδιαλλαξία των κυβερνήσεων και να αναφέρεται στις ανισότητες που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι, αλλά δεν πέρασε κανένα αγωνιστικό μήνυμα για το πώς θα μπορούσε να προχωρήσει ο αγώνας.
Ωστόσο, οι συνδικαλιστές και οι απεργοί χρειάζεται να βγάλουν τα δικά τους συμπεράσματα και να επιστρατεύσουν τα δικά τους επιχειρήματα. Η ανάγκη για πιο ενωτική δράση αναφέρθηκε αρκετές φορές στη συγκέντρωση στο Halifax, με το αίτημα να υπάρξει σχεδιασμός για να οργανωθεί μια Γενική Απεργία να γίνεται δεκτό με ενθουσιασμό.
***
Αυτή ήταν η πρώτη από μια σειρά κινητοποιήσεων που θα μπορούσαν να γίνουν παράλληλα με τις απεργίες και να συντονιστούν με αυτές. Άλλες δύο ημέρες διαδηλώσεων έχουν προγραμματιστεί για τις 15 Μαρτίου και τις 29 Απριλίου. Η Πρωτομαγιά ως μια τρίτη ημέρα δράσης δίνει χρόνο στο κίνημα να επεξεργαστεί και να διευρύνει τα αιτήματά του – να καλέσει τους εργαζόμενους από όλους τους κλάδους και τον δημόσιο τομέα να δράσουν από κοινού για να παλέψουν ενάντια στην πτώση των μισθών.
Τα φτωχά στρώματα δεν μπορούν να περιμένουν. Οι χαμηλόμισθοι, που ο αριθμός τους συνεχώς αυξάνεται, δεν μπορούν να περιμένουν. Ούτε το συνδικαλιστικό κίνημα μπορεί να περιμένει. Μια ήττα αυτού του κινήματος που αναπτύσσεται θα είχε σοβαρές συνέπειες στο ηθικό και τη δυναμική του συνδικαλιστικού κινήματος. Ωστόσο, η δυναμική του φαίνεται να αυξάνεται. Η κυβέρνηση φαίνεται να χάνει την υποστήριξή της και να μην μπορεί να πείσει. Ήρθε η ώρα να προχωρήσουμε ενωμένοι και να υποστηρίξουμε όλους τους εργαζόμενους που αγωνίζονται με συνειδητό και οργανωμένο τρόπο.